Κρητικό θέατρο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 4: Γραμμή 4:


Η περίοδος κρητικού θεάτρου είναι, επομένως, από δραματουργικής τουλάχιστον άποψης ιδιαίτερα σημαντική, διότι μέσω αυτής διαμορφώθηκε στον ελληνικό χώρο μια ντόπια παράδοση [[κλασικισμός|κλασικίζουσας]] δραματουργίας, η οποία και διατηρήθηκε ως στερεότυπο επί δύο τουλάχιστον αιώνες<ref>Πούχνερ B., 2002, 93.</ref>. Σε γενικές γραμμές η κρητική αλλά και η [[επτανησιακό θέατρο|επτανησιακή δραματουργία]] αργότερα ακολούθησε το ιταλικό ύφος της όψιμης Αναγέννησης, όπως επίσης αφομοίωσε και στοιχεία [[Μανιερισμός|μανιερισμού]] και [[μπαρόκ]]<ref>Πούχνερ Β. 1999, 109.</ref>. Η [[παιδεία]] της εποχής ήταν στραμμένη στον ιταλικό ουμανισμό και παρουσιάζεται συχνά το φαινόμενο να αναφέρονται συχνά με την ιταλική τους μορφή ονόματα της [[ελληνική μυθολογία|ελληνικής μυθολογίας]]<ref>Πούχνερ B. 2002, 87.</ref>.
Η περίοδος κρητικού θεάτρου είναι, επομένως, από δραματουργικής τουλάχιστον άποψης ιδιαίτερα σημαντική, διότι μέσω αυτής διαμορφώθηκε στον ελληνικό χώρο μια ντόπια παράδοση [[κλασικισμός|κλασικίζουσας]] δραματουργίας, η οποία και διατηρήθηκε ως στερεότυπο επί δύο τουλάχιστον αιώνες<ref>Πούχνερ B., 2002, 93.</ref>. Σε γενικές γραμμές η κρητική αλλά και η [[επτανησιακό θέατρο|επτανησιακή δραματουργία]] αργότερα ακολούθησε το ιταλικό ύφος της όψιμης Αναγέννησης, όπως επίσης αφομοίωσε και στοιχεία [[Μανιερισμός|μανιερισμού]] και [[μπαρόκ]]<ref>Πούχνερ Β. 1999, 109.</ref>. Η [[παιδεία]] της εποχής ήταν στραμμένη στον ιταλικό ουμανισμό και παρουσιάζεται συχνά το φαινόμενο να αναφέρονται συχνά με την ιταλική τους μορφή ονόματα της [[ελληνική μυθολογία|ελληνικής μυθολογίας]]<ref>Πούχνερ B. 2002, 87.</ref>.

==Ακαδημίες==

Επίκεντρο της πνευματικής ζωής στην Κρήτη αποτέλεσαν οι «Ακαδημίες» που ίδρυσαν οι διανοούμενοι των τάξεων των αστών και των ευγενών. Τα μέλη των Ακαδημιών οργάνωναν συγκεντρώσεις, στις οποίες απαγγέλλονταν τα ποιήματά τους ή ανεβάζονταν θεατρικές παραστάσεις. Από τις πιο γνωστές ήταν η Ακαδημία των Vivi στο [[Ρέθυμνο]], των Stravaganti στο [[Ηράκλειο]] και των Sterili στα [[Χανιά]]. Κύριο χαρακτηριστικό αυτής της ακμάζουσας περιόδου αποτέλεσε η ανάπτυξη του θεατρικού λόγου: τα περισσότερα έργα είναι δραματικά, με εξαιρέσεις τον [[Ερωτόκριτος|Ερωτόκριτο]] του [[Βιτσέντζος Κορνάρος|Βιτσέντζου Κορνάρου]], που αποτελεί έμμετρη μυθιστορία και τη Βοσκοπούλα, που είναι ποιμενικό ειδύλλιο. Τα έργα αυτά ακολουθούσαν κυρίως τα ιταλικά πρότυπα, με αρκετή όμως ελευθερία στη διασκευή. Το θέατρο ήταν το [[λογοτεχνία|λογοτεχνικό]] είδος που διέθετε τον μεγαλύτερο αριθμό έργων στην περίοδο της ακμής.

Μπορεί κανείς να συμπεράνει με βεβαιότητα ότι η θεατρική παραγωγή ήταν πλουσιότερη από τα σωζόμενα έργα, αν κρίνει από το γεγονός ότι παραπάνω από τα μισά παραδόθηκαν σε ένα και μοναδικό χειρόγραφο, με αποτέλεσμα πολλά από αυτά να είναι εύκολο να χαθούν. Με την ανακάλυψη, ωστόσο, του [[Νανιανός κώδικας|Νανιανού κώδικα]] (ονομάζεται έτσι κατά τον Μπερνάρντο Νάνι και τον οποίο είχε στην κατοχή του ο [[Κεφαλληνία|Κεφαλλονίτης]] Πέτρος Κουτούφας) και άλλα θεατρικά έργα ήρθαν στο φως<ref>Πούχνερ B. 2002, 88.</ref>. Είναι σημαντικό πως στη συγκεκριμένη εποχή καλλιεργήθηκαν όλα τα είδη του θεατρικού λόγου, η [[τραγωδία]], η [[κωμωδία]], το [[θρησκευτικό δράμα]] και το [[ποιμενικό δράμα]]. Οι κωμωδίες παίζονταν σε υπαίθριους χώρους (ενδεχομένως στις πλατείες των πόλεων) και οι ηθοποιοί (όλοι άντρες) φαίνεται πως ήταν ερασιτέχνες.


==Παραπομπές σημειώσεις==
==Παραπομπές σημειώσεις==

Έκδοση από την 11:51, 8 Δεκεμβρίου 2007

Με τον όρο κρητικό θέατρο εννοείται το σύνολο των θεατρικών δρώμενων στην Κρήτη από τον 13ο έως τον 17ο αιώνα. Η υπό ενετική κυριαρχία Κρήτη δέχθηκε σημαντικές επιδράσεις από τη δυτική κουλτούρα σε όλους τους τομείς της ζωής της, καλλιτεχνικούς και μη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το κρητικό θέατρο αποτέλεσε δημιούργημα μιας καλλιεργημένης άρχουσας τάξης που είχε άμεση επαφή με την ιταλική Αναγέννηση. Η συγκεκριμένη τάξη παρακολουθούσε από κοντά τις εξελίξεις στον τομέα των αισθητικών και θεατρικών τάσεων της εποχής. Με αυτόν τον τρόπο κατόρθωσε το κρητικό θέατρο να αφομοιώσει δημιουργικά τα θεατρικά διδάγματα της Ευρώπης -ιδιαίτερα της Ιταλίας- στη διάρκεια της Ενετοκρατίας (1211 – 1669) και άντλησε από εκεί τις φόρμες και τα πρότυπά του. Όλα τα είδη του θεάτρου που ευδοκιμούσαν στον ευρωπαϊκό χώρο πέρασαν στην Κρήτη, όχι όμως ως στείρα μίμηση, αλλά ως πλήρης αισθητική μετουσίωση στη μορφή και στο περιεχόμενο[1].

Ύφος

Η περίοδος κρητικού θεάτρου είναι, επομένως, από δραματουργικής τουλάχιστον άποψης ιδιαίτερα σημαντική, διότι μέσω αυτής διαμορφώθηκε στον ελληνικό χώρο μια ντόπια παράδοση κλασικίζουσας δραματουργίας, η οποία και διατηρήθηκε ως στερεότυπο επί δύο τουλάχιστον αιώνες[2]. Σε γενικές γραμμές η κρητική αλλά και η επτανησιακή δραματουργία αργότερα ακολούθησε το ιταλικό ύφος της όψιμης Αναγέννησης, όπως επίσης αφομοίωσε και στοιχεία μανιερισμού και μπαρόκ[3]. Η παιδεία της εποχής ήταν στραμμένη στον ιταλικό ουμανισμό και παρουσιάζεται συχνά το φαινόμενο να αναφέρονται συχνά με την ιταλική τους μορφή ονόματα της ελληνικής μυθολογίας[4].

Ακαδημίες

Επίκεντρο της πνευματικής ζωής στην Κρήτη αποτέλεσαν οι «Ακαδημίες» που ίδρυσαν οι διανοούμενοι των τάξεων των αστών και των ευγενών. Τα μέλη των Ακαδημιών οργάνωναν συγκεντρώσεις, στις οποίες απαγγέλλονταν τα ποιήματά τους ή ανεβάζονταν θεατρικές παραστάσεις. Από τις πιο γνωστές ήταν η Ακαδημία των Vivi στο Ρέθυμνο, των Stravaganti στο Ηράκλειο και των Sterili στα Χανιά. Κύριο χαρακτηριστικό αυτής της ακμάζουσας περιόδου αποτέλεσε η ανάπτυξη του θεατρικού λόγου: τα περισσότερα έργα είναι δραματικά, με εξαιρέσεις τον Ερωτόκριτο του Βιτσέντζου Κορνάρου, που αποτελεί έμμετρη μυθιστορία και τη Βοσκοπούλα, που είναι ποιμενικό ειδύλλιο. Τα έργα αυτά ακολουθούσαν κυρίως τα ιταλικά πρότυπα, με αρκετή όμως ελευθερία στη διασκευή. Το θέατρο ήταν το λογοτεχνικό είδος που διέθετε τον μεγαλύτερο αριθμό έργων στην περίοδο της ακμής.

Μπορεί κανείς να συμπεράνει με βεβαιότητα ότι η θεατρική παραγωγή ήταν πλουσιότερη από τα σωζόμενα έργα, αν κρίνει από το γεγονός ότι παραπάνω από τα μισά παραδόθηκαν σε ένα και μοναδικό χειρόγραφο, με αποτέλεσμα πολλά από αυτά να είναι εύκολο να χαθούν. Με την ανακάλυψη, ωστόσο, του Νανιανού κώδικα (ονομάζεται έτσι κατά τον Μπερνάρντο Νάνι και τον οποίο είχε στην κατοχή του ο Κεφαλλονίτης Πέτρος Κουτούφας) και άλλα θεατρικά έργα ήρθαν στο φως[5]. Είναι σημαντικό πως στη συγκεκριμένη εποχή καλλιεργήθηκαν όλα τα είδη του θεατρικού λόγου, η τραγωδία, η κωμωδία, το θρησκευτικό δράμα και το ποιμενικό δράμα. Οι κωμωδίες παίζονταν σε υπαίθριους χώρους (ενδεχομένως στις πλατείες των πόλεων) και οι ηθοποιοί (όλοι άντρες) φαίνεται πως ήταν ερασιτέχνες.

Παραπομπές σημειώσεις

  1. Πούχνερ B. 1999, 105.
  2. Πούχνερ B., 2002, 93.
  3. Πούχνερ Β. 1999, 109.
  4. Πούχνερ B. 2002, 87.
  5. Πούχνερ B. 2002, 88.

Βιβλιογραφία

  • Πούχνερ B. 1999, Φαινόμενα και Νοούμενα: Δέκα θεατρολογικά μελετήματα, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
  • Πούχνερ B. 2002, Νεοελληνικό θέατρο (1600-1940)- Κινηματογράφος, τ. Α΄, ΕΑΠ, Πάτρα