Κάτω Κορακιάνα Κέρκυρας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 22: Γραμμή 22:


==Το Γεφύρι της Ορας==
==Το Γεφύρι της Ορας==
Ένα όμορφο νεοκλασικό χτίσμα της Κάτω Κορακιάνας, είναι το παλιό γραφικό γεφύρι της ‘Οράς’ πιο κάτω από τα Γκυκάτικα. Πάνω στο μεγαλύτερο σε μήκος κοινοτικό δρόμο της Κάτω Κορακιάνας, συνδετικό κρίκο που ενώνει το κέντρο του χωριού με τον εθνικό δρόμο Κέρκυρας – Παλαιοκαστρίτσας. Μονοκάμαρο ύψος 10 – 12 μ., με γερές βάσεις και μαρμάρινα σκαλιστά στηθαία, φτιαγμένο από πέτρα, πελεκητό κερκυραϊκό μάρμαρο και πλέριο τούβλο, άρχισε να χτίζεται στα 1900 από κατωμερίτες μάστορες με πρωτομάστορα τον Σωτήρη Καλούδη. Χρειάστηκαν πέντε ολόκληρα χρόνια μέχρι να τελειώσει, σύμφωνα πάντα με την παράδοση. Μια εντοιχισμένη επιγραφή στην αριστερή του πλευρά, χαραγμένη πάνω στο μάρμαρο, μας κληροδότησε την χρονολογία της χτίσης του, 1905. Το στοιχειωμένο γεφύρι, όπως χαρακτηριστικά λεγόταν από τους παλαιότερους, κτίστηκε με δαπάνες της Οράς της Καναβής από τα Γκυκάτικα στη μνήμη του άνδρα της, Αντώνη, που κάποιο χειμωνιάτικο βράδυ παρασύρθηκε από το ρέμα σ’ εκείνο το μέρος και πνίγηκε. Απ’ αυτή έλαβε το όνομα του, ‘Γεφύρι της Οράς’. Καθώς λένε, κι άλλοι άνθρωποι είχαν πνιγεί κατά καιρούς σ’ εκείνο το σημείο, γιατί το πέρασμα ήταν ύπουλο κι εύκολα κανείς μπορούσε να παρασυρθεί από το ρέμα στην προσπάθεια να περάσει απέναντι. Γι’ αυτό και το μέρος εκείνο, κατά την λαϊκή αντίληψη στοίχειωσε. Συνυφασμένη εδώ η παράδοση με το γεφύρι της Άρτας, θέλει το και το γεφύρι της Οράς να μην στέριωνε, αν δεν έχτιζαν πρώτα στο θεμέλιο του άνθρωπο. Η λογική εξήγηση είναι πως δύσκολα στεριώνει γεφύρι μέσα στο νερό, όμως η λαϊκή φαντασία πάντα θρυλοποιούσε τα «αδύνατα παρ’ ανθρώποις». Και οι παλιοί εκείνοι μάστορες που το έχτισαν, ξεγέλασαν λέει τα στοιχεία της φύσης και αντί για άνθρωπο έριξαν μέσα στο θεμέλιο του ένα πνιγμένο άλογο που είχε φέρει το ρέμα και στέριωσε τότε, γι’ αυτό και το γεφύρι το βάφτισαν Αλογά ή Αλογοπνίχτη, όνομα που συνηθίζετε ακόμα και σήμερα. Παράδοση ζωντανή από το στόμα κάποιων απλοϊκών ανθρώπων που τώρα πια δεν υπάρχουν ανάμεσα μας.
Ένα όμορφο νεοκλασικό χτίσμα της Κάτω Κορακιάνας, είναι το παλιό γραφικό γεφύρι της ‘Οράς’ πιο κάτω από τα Γκυκάτικα. Πάνω στο μεγαλύτερο σε μήκος κοινοτικό δρόμο της Κάτω Κορακιάνας, συνδετικό κρίκο που ενώνει το κέντρο του χωριού με τον εθνικό δρόμο Κέρκυρας – Παλαιοκαστρίτσας. Μονοκάμαρο ύψος 10 – 12 μ., με γερές βάσεις και μαρμάρινα σκαλιστά στηθαία, φτιαγμένο από πέτρα, πελεκητό κερκυραϊκό μάρμαρο και πλέριο τούβλο, άρχισε να χτίζεται στα 1900 από κατωμερίτες μάστορες με πρωτομάστορα τον Σωτήρη Καλούδη. Χρειάστηκαν πέντε ολόκληρα χρόνια μέχρι να τελειώσει, σύμφωνα πάντα με την παράδοση. Μια εντοιχισμένη επιγραφή στην αριστερή του πλευρά, χαραγμένη πάνω στο μάρμαρο, μας κληροδότησε την χρονολογία της χτίσης του, 1905. Το στοιχειωμένο γεφύρι, όπως χαρακτηριστικά λεγόταν από τους παλαιότερους, κτίστηκε με δαπάνες της Οράς της Καναβής από τα Γκυκάτικα στη μνήμη του άνδρα της, Αντώνη, που κάποιο χειμωνιάτικο βράδυ παρασύρθηκε από το ρέμα σ’ εκείνο το μέρος και πνίγηκε. Απ’ αυτή έλαβε το όνομα του, ‘Γεφύρι της Οράς’. Καθώς λένε, κι άλλοι άνθρωποι είχαν πνιγεί κατά καιρούς σ’ εκείνο το σημείο, γιατί το πέρασμα ήταν ύπουλο κι εύκολα κανείς μπορούσε να παρασυρθεί από το ρέμα στην προσπάθεια να περάσει απέναντι. Γι’ αυτό και το μέρος εκείνο, κατά την λαϊκή αντίληψη στοίχειωσε. Συνυφασμένη εδώ η παράδοση με το γεφύρι της Άρτας, θέλει το και το γεφύρι της Οράς να μην στέριωνε, αν δεν έχτιζαν πρώτα στο θεμέλιο του άνθρωπο. Η λογική εξήγηση είναι πως δύσκολα στεριώνει γεφύρι μέσα στο νερό, όμως η λαϊκή φαντασία πάντα θρυλοποιούσε τα «αδύνατα παρ’ ανθρώποις». Και οι παλιοί εκείνοι μάστορες που το έχτισαν, ξεγέλασαν λέει τα στοιχεία της φύσης και αντί για άνθρωπο έριξαν μέσα στο θεμέλιο του ένα πνιγμένο άλογο που είχε φέρει το ρέμα και στέριωσε τότε, γι’ αυτό και το γεφύρι το βάφτισαν Αλογά ή Αλογοπνίχτη, όνομα που συνηθίζετε ακόμα και σήμερα. Παράδοση ζωντανή από το στόμα κάποιων απλοϊκών ανθρώπων που τώρα πια δεν υπάρχουν ανάμεσα μας.



==Ο Πύργος του Γαούφα==
==Ο Πύργος του Γαούφα==

Έκδοση από την 11:15, 27 Οκτωβρίου 2007

Kατω Κορακιάνα ή Κατωμέρι

Η Κάτω Κορακιάνα ή Κατωμέρι ήταν η μεγαλύτερη σε έκταση κοινότητα της Κέρκυρας και βρίσκετε Βορειοανατολικά του νησιού. Το κέντρο του χωριού απέχει από την πόλη της Κέρκυρας 15 χιλιόμετρα και στο ίδιο σημείο το υψόμετρο από την επιφάνεια της θάλασσας είναι 92 μέτρα. Ο πληθυσμός του χωριού, 3 χιλιάδες περίπου μόνιμοι κάτοικοι, ασχολείται και ζει κατά κύριο λόγο με τον τουρισμό κι έτσι θα μπορούσαμε να πούμε πως το Κατωμέρι είναι ένα καθεαυτό τουριστικό χωριό. Ας μην ξεχνάμε πως ιδρύθηκε εδώ, πριν από 40 χρόνια, από τον δαιμόνιο Γάλλο επιχειρηματία Billitz, και λειτουργούσε μέχρι πρόσφατα, η πρώτη τουριστική μονάδα της Κέρκυρας και μία από τις πρώτες της Ελλάδας το Κλαμπ Μεντιτερανέ. Ο χώρος δε που καταλάμβανε το Κλαμπ, θεωρείται ως το μαγευτικότερο κομμάτι όλου του νησιού. Σε όλο το μήκος της ανατολικής της πλευράς η Κάτω Κορακιάνα βρέχεται από το γαλάζιο Ιόνιο, σχηματίζοντας μια σειρά από μαγευτικά ακρογιάλια, γραφικούς όρμους και κολπίσκος από τον Υψο μέχρι το Κομμένο, ενώ το υπόλοιπο τμήμα της συνορεύει με Γουβιά, Άνω Κορακιάνα, Άγιο Μάρκο και Πυργί. Σ’ ένα από αυτά τα ακρογιάλια κατηφορίζουν ακόμα περήφανα τα καρποφόρα περιβόλια του Μέρλιν, που το 1925 πρωτοκαλλιεργήθηκαν εδώ τα τόσα φημισμένα πορτοκάλια από τον πρώτο παραγωγό τους που τους χάρισε κιόλας το όνομά του, τον Σίδνευ Μέρλιν. Από το 1867 ολόκληρη η περιοχή της Κορακιάνας αποτελούσε τότε μέρος του Δήμου Απηλιωτών. Ώσπου το 1912 το κάτω μέρος, από όπου και ΄Κατωμέρι’, αποχωρίστηκε διοικητικά από το υπόλοιπο τμήμα, αποτελώντας έτσι αυτόνομη κοινότητα. Ημιορεινό χωριό, αραιοκατοικημένο και χωρισμένο σήμερα σε είκοσι περίπου γραφικούς συνοικισμούς από τους οποίους οι πιο σημαντικοί είναι ο Υψος, η Ανάληψη, η Αγία Ελένη, ο Άγιος Νικόλαος, ο Άγιος Βασίλης, τα Γαζάτικα, το Κομμένο, ο Δαφνίλας, ο Τζάβρος, η Δασιά κ.λ.π. Το Κατωμέρι δεν μπορεί να τοποθετηθεί ιστορικά σε κάποια συγκεκριμένη χρονολογική περίοδο. Ο εποικισμός του χωριού θα πρέπει να έγινε τμηματικά αρχίζοντας ίσως από τα προχριστιανικά ακόμα χρόνια και φθάνοντας μέχρι σήμερα, όπου οι παραλιακοί οικισμοί, κυρίως, ανοικοδομήθηκαν μέσα στην τελευταία 25ετία. Πάντως σύμφωνα με κάποιες παλιές μαρτυρίες, ένα αρκετά μεγάλο μέρος του χωριού θα πρέπει να χτίσθηκε μεταξύ 16ου και 17ου αιώνα. Αυτό επιβεβαιώνεται κάπως κι από τις εκκλησίες ορισμένων συνοικισμών που ανάγονται σε αυτή την περίοδο. Κατάλοιπα όλων αυτών των εποχών σώζονται σήμερα στο χωριό διάσπαρτα παντού, καθένα με την δική του μορφή. Απομεινάρια του Βυζαντινού λιμανιού στον Υψο, ερειπωμένα κτίρια, μεσαιωνικά κτίσματα, εκκλησίες και βυζαντινά μοναστήρια, κρατούν ως απαραβίαστο μυστικό τα όσα έζησαν στου μακρινού χρόνου το πέρασμα. Ο παλιός μεσαιωνικός πύργος των Πολυλάδων, αργότερα ‘Βίλλα Μιμπέλι’ και αργότερα ξενοδοχείο ‘Καστέλλο’, μοναδικό στο είδος του αρχιτεκτόνημα, βρίσκεται εδώ μέσα σ’ ένα απαράμιλλης ομορφιάς δάσος με έλατα, κουκουναριές και σπάνια αιωνόβια δέντρα. Στις αρχές του αιώνα, στον πύργο αυτό, φιλοξενήθηκαν οι διασημότερες προσωπικότητες της Ευρώπης ανάμεσά τους ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραγκίσκος Ιωσήφ, ο Κάιζερ Γουλιέλμος, ο βασιλιάς της Ιταλίας Βίκτωρ Εμμανουήλ, ο Γεώργιος ο Α της Ελλάδας αλλά και ο Γεώργιος ο Β που μάλιστα διάλεξε τον πύργο αυτό σαν μόνιμη κατοικία του από το 1936 μέχρι το1939. Παραθαλάσσιο χωριό καθώς είναι η Κάτω Κορακιάνα λεηλατήθηκε άγρια αρκετές φορές από τους κουρσάρους και δύο φορές, στα 1537 και 1716 σχεδόν καταστράφηκε τελείως από τους Τούρκους. Στην εκκλησία δε της Ζωοδόχου Πηγής, που κάηκε και της δύο φορές, διακρίνει κανείς ακόμα και σήμερα τα λογχίσματα των Αγαρηνών πάνω σε ορισμένες εικόνες που σώζονται από εκείνη την εποχή. Πλούσιο χωριό σήμερα η Κάτω Κορακιάνα, χωρίς όμως να ξεχάσει ποτέ την πολιτιστική της παράδοση. Το Πολιτιστικό της Κέντρο έχει ως πρωταρχικό του στόχο την διατήρηση και αξιοποίηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς με πρώτο δημιούργημα το Φιλαρμονικό σώμα ‘Γεράσιμος Μαρκοράς’ που ήδη έχει διαγράψει μια αξιοπρόσεκτη και αξιόλογη πορεία στο χώρο της μουσικής. Το όνομα της Φιλαρμονικής δόθηκε προς τιμήν του μεγάλου Κερκυραίου ποιητή, ο οποίος συνδεόταν συγγενικά με την Κάτω Κορακιάνα, ενώ έζησε για πολλά χρόνια εδώ ιδρύοντας το 1854 το πρώτο σχολείο στο χωριό. Ο ίδιος ο ποιητής θεωρείται και ο πρώτος δάσκαλος του χωριού στην νεότερη ιστορία του. Ένας άλλος μεγάλος Έλληνας ποιητής, ο Λορέντζος Μαβίλης, είχε κι αυτός σπίτι στην Κάτω Κορακιάνα λίγο πιο πάνω από του Τζάβρου.

Περί του ονόματος

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το όνομα της Κάτω Κορακιάνας σχετίζεται με το μέρος στο οποίο φιλοξενείτε. Λίγοι γνωρίζουν ότι το όρος που πάνω του εκτείνεται η ευρύτερη περιοχή της Κορακιάνας ονομάζεται ‘Κοράκιο’, άρα η επικρατέστερη άποψη είναι το υπάρχων όνομα του χωριού να γεννήθηκε βάσει του ονόματος του Κορακίου.

Τα Γκυκάτικα

Τα Γκυκάτικα είναι μία από τις αρχαιότερες ίσως, γειτονιές της Κάτω Κορακιάνας, αφού σύμφωνα με την παράδοση, το όνομα της προέρχεται από το ‘Εγγύς κατοικίαι’, κατοικίες δηλαδή πλησίον του παλιού χωριού. Και από εκεί Εγγυκάτικα – Γκυκάτικα. Είναι επίσης η μόνη γειτονιά, στο δικό μας χώρο, που εγκαταλείφθηκε ολοκληρωτικά, από τους ντόπιους κατοίκους της, επειδή για την εποχή της, ήταν απόμακρη και ερημική. Το κυριότερο, δεν είχε δρόμο, αφού ο κεντρικός δρόμος της διανοίχτηκε μόλις στις αρχές της δεκαετίας του 50. Πνιγμένη η περιοχή μέσα στο πράσινο, παρά την πυρκαγιά του 1987, διασώζει σήμερα 17 τουλάχιστον ερειπωμένα, ημιερειπωμένα και πεπαλαιωμένα σπίτια της, απομεινάρια μακρινών εποχών και ξανακτίζεται πάλι πιο πολύ από καινούργιους εποίκους παρά από ντόπιους. Και τείνει να γίνει μία από τις ωραιότερες γειτονιές της Κάτω Κορακιάνας, με πολυτελείς επαύλεις και, φυσικά, άφθαστο φυσικό κάλλος.


Το παλιό χωριό

Τόσο στην κάτω, όσο και στην Άνω Κορακιάνα επιζεί σήμερα ένας παλιός θρύλος σχετικός με την δημιουργία και των δύο χωριών. Κατά τον θρύλο αυτόν, η πρώτη, η παλιά Κορακιάνα, ξεκίνησε από το κάτω και καταστράφηκε από τους πειρατές, αλλά και από μια μεγάλη κατολίσθηση που αποτελείωσε ότι δεν πρόλαβαν εκείνοι. Ενδείξεις αυτής της καταστροφής, απότομα βυθίσματα, υπάρχουν ακόμα και σήμερα σε ορισμένες περιοχές του χωριού. Οι επιζήσαντες, κάτοικοι του χωριού, ή τουλάχιστον ο πυρήνας, κουρασμένοι και κυνηγημένοι αποφάσισαν να πάνε όσο πιο ψηλά γινόταν, αφενός για να βλέπουν από μακριά τους πειρατές και αφετέρου για να είναι βέβαιοι πως το έδαφος θα είναι σίγουρο. Και το ‘Κοράκιο Όρος’ ήταν γι’ αυτούς η ιδανικότερη λύση.


Η Γράβα του Μένιγου

Στην τοποθεσία Μένιγου, υπάρχει από αιώνες μια Γράβα με μικρό σχετικά άνοιγμα, κρυμμένη σήμερα μέσα στα αγριόχορτα. Όλα τα νερά λοιπόν του χωριού εκατοντάδες κυβικά μέτρα που κατηφορίζουν από το κέντρο, κατά την περίοδο των μεγάλων βροχών, σ’ εκείνο το σημείο εξαφανίζονται ξαφνικά κάτω από πραγματικά περίεργες συνθήκες, αφήνοντας πίσω τους ένα υπόκωφο θόρυβο. Αυτό το περίεργο γεωλογικό φαινόμενο, κίνησε την προσοχή του τότε βασιλιά Γεωργίου Β που έμενε στην βίλλα Μιμπέλη και συνήθιζε να κάνει ατελείωτους περιπάτους, στην πανέμορφη κατωμερίτικη φύση. Κάποια χειμωνιάτικη μέρα βρέθηκε κοντά στην Γράβα του Μένιγου και στάθηκε, παρατηρώντας με θαυμασμό, τα νερά να χάνονται μέσα στο βάραθρο. Την ίδια μέρα, ειδοποίησε έναν φίλο του καθηγητή γεωλόγο από την Αθήνα, να έρθει εδώ αποκλειστικά και μόνο να μελετήσει αυτό το θαυμάσιο φαινόμενο. Όταν ήρθε πήγαν μαζί και έριξαν ένα αδιάλυτο κόκκινο υγρό, σε μεγάλη ποσότητα. Λίγε μέρες αργότερα, οι εφημερίδες της Πρέβεζας, έγραψαν πως από κάποια πηγή ανάβλυζε… αίμα, που σημαίνει ότι ο υπόγειος αυτός ποταμός διαπερνάει τη θάλασσα και βγαίνει στην απέναντι ηπειρωτική ακτή.

Το Γεφύρι της Ορας

Ένα όμορφο νεοκλασικό χτίσμα της Κάτω Κορακιάνας, είναι το παλιό γραφικό γεφύρι της ‘Οράς’ πιο κάτω από τα Γκυκάτικα. Πάνω στο μεγαλύτερο σε μήκος κοινοτικό δρόμο της Κάτω Κορακιάνας, συνδετικό κρίκο που ενώνει το κέντρο του χωριού με τον εθνικό δρόμο Κέρκυρας – Παλαιοκαστρίτσας. Μονοκάμαρο ύψος 10 – 12 μ., με γερές βάσεις και μαρμάρινα σκαλιστά στηθαία, φτιαγμένο από πέτρα, πελεκητό κερκυραϊκό μάρμαρο και πλέριο τούβλο, άρχισε να χτίζεται στα 1900 από κατωμερίτες μάστορες με πρωτομάστορα τον Σωτήρη Καλούδη. Χρειάστηκαν πέντε ολόκληρα χρόνια μέχρι να τελειώσει, σύμφωνα πάντα με την παράδοση. Μια εντοιχισμένη επιγραφή στην αριστερή του πλευρά, χαραγμένη πάνω στο μάρμαρο, μας κληροδότησε την χρονολογία της χτίσης του, 1905. Το στοιχειωμένο γεφύρι, όπως χαρακτηριστικά λεγόταν από τους παλαιότερους, κτίστηκε με δαπάνες της Οράς της Καναβής από τα Γκυκάτικα στη μνήμη του άνδρα της, Αντώνη, που κάποιο χειμωνιάτικο βράδυ παρασύρθηκε από το ρέμα σ’ εκείνο το μέρος και πνίγηκε. Απ’ αυτή έλαβε το όνομα του, ‘Γεφύρι της Οράς’. Καθώς λένε, κι άλλοι άνθρωποι είχαν πνιγεί κατά καιρούς σ’ εκείνο το σημείο, γιατί το πέρασμα ήταν ύπουλο κι εύκολα κανείς μπορούσε να παρασυρθεί από το ρέμα στην προσπάθεια να περάσει απέναντι. Γι’ αυτό και το μέρος εκείνο, κατά την λαϊκή αντίληψη στοίχειωσε. Συνυφασμένη εδώ η παράδοση με το γεφύρι της Άρτας, θέλει το και το γεφύρι της Οράς να μην στέριωνε, αν δεν έχτιζαν πρώτα στο θεμέλιο του άνθρωπο. Η λογική εξήγηση είναι πως δύσκολα στεριώνει γεφύρι μέσα στο νερό, όμως η λαϊκή φαντασία πάντα θρυλοποιούσε τα «αδύνατα παρ’ ανθρώποις». Και οι παλιοί εκείνοι μάστορες που το έχτισαν, ξεγέλασαν λέει τα στοιχεία της φύσης και αντί για άνθρωπο έριξαν μέσα στο θεμέλιο του ένα πνιγμένο άλογο που είχε φέρει το ρέμα και στέριωσε τότε, γι’ αυτό και το γεφύρι το βάφτισαν Αλογά ή Αλογοπνίχτη, όνομα που συνηθίζετε ακόμα και σήμερα. Παράδοση ζωντανή από το στόμα κάποιων απλοϊκών ανθρώπων που τώρα πια δεν υπάρχουν ανάμεσα μας.

Ο Πύργος του Γαούφα

Πάνω σε ένα μαγευτικό λόφο της Κάτω Κορακιάνας ανάμεσα από Γαζάτικα και Αγία Ελένη και λίγο ψηλότερα από την έπαυλη της μεγάλης μας τραγουδίστριας Νανάς Μούσχουρη, σώζονται τα ερείπια ενός παλιού ιπποτικού πύργου, πελώρια επιβλητικά απομεινάρια κυριαρχίας και δεσποτισμού άλλων εποχών, οχυρό απόρθητο στα μακρινά δίσεκτα χρόνια των κουρσάρικων επιδρομών. Είναι ο μεσαιωνικός πύργος του Γαρούφα, παράφραση ίσως του επωνύμου Βαρούχας, χτισμένος πάνω στον ομώνυμο λόφο, τον άλλοτε κατάφυτο από αμπελώνες και ελαιόδεντρα Ερειπωμένος σήμερα ο πύργος και πνιγμένος μέσα στους κισσούς φαίνεται κουρασμένους από τη μακραίωνη πάλη του με τον χρόνο. Χτισμένος πάνω στέρεες πέτρινες βάσεις, δυόμισι περίπου μέτρων με πολεμίστρες στην πρόσοψη, διώροφος, όπου μια παλιά πέτρινη σκάλα οδηγεί στο μοναδικό μπαλκόνι του πύργου, διατηρεί δεκατρία μεγάλα χωρίσματα με θολωτές πόρτες και παράθυρα, ενώ πελώριο λιθάρι καθώς και παραπλήσια ερείπια που δείχνουν πόσο ακόμα μεγαλύτερος θα ήταν στην ακμή του. Από την παράδοση της οικογένειας Σταθάκια Θεοτόκη πληροφορούμαστε πως όταν η εν λόγω οικογένεια φιλοξενούσε τον Εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό, πολλές φορές ο ποιητής στους ατέλειωτους περιπάτους του, ανέβαινε με τα πόδια στο Γαρούφα κι έμενε εκεί με τις ώρες γράφοντας και ρεμβάζοντας. Στα 1915 ο συμμαχικός στρατός των Γάλλων είχε στήσει παρατηρητήριο, μεγάλης στρατιωτικής σημασίας, στο ίδιο σημείο που παλιότερα ο παλιός βιγλάτορας αγνάντευε το πέλαγος και σήμαινε συναγερμό στην εικόνα κάποιου κουρσάρικου πλοίου. Παρατηρητήριο είχαν στήσει και οι Σέρβοι κατά την δίχρονη παραμονή τους στην Κέρκυρα. Κατά τον αείμνηστο Παπαγιάννη Βραδή ο γαρουφιάτικος πύργος καταστράφηκε από πυρκαγιά στις αρχές περίπου του προηγούμενου αιώνα και από τότε δεν κατοικήθηκε ξανά. Ως τελευταία οικογένεια που έζησε στον πύργο η παράδοση μνημονεύει την οικογένεια κάποιου άρχοντα ονόματι ‘Πιτσούνης’