Μηδενισμός (ποδόσφαιρο): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Xaris333 (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ Αντικατάσταση παρωχημένου προτύπου με references tag
Γραμμή 43: Γραμμή 43:


== Παραπομπές - σημειώσεις ==
== Παραπομπές - σημειώσεις ==
<references />
{{παραπομπές|2}}


{{Πύλη|Ποδόσφαιρο|Soccer ball.svg|right=yes}}
{{Πύλη|Ποδόσφαιρο|Soccer ball.svg|right=yes}}

Έκδοση από την 17:40, 6 Μαΐου 2017

Ο μηδενισμός υπήρξε κανονισμός της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (ΕΠΟ) επί σειρά δεκαετιών στις διοργανώσεις πρωταθλήματος. Προέβλεπε για σύλλογο την αφαίρεση από τον πίνακα κατάταξης του βαθμού της ήττας (ή συμμετοχής) σε αγώνα με το σύστημα βαθμολογίας 3–2–1 (νίκη–ισοπαλία–ήττα).

Επιβαλλόταν για σοβαρές παραβάσεις του καταστατικού, των γενικών κανονισμών ή των προκηρύξεων πρωταθλημάτων της Ομοσπονδίας και των τοπικών Ενώσεων Ποδοσφαιρικών Σωματείων (ΕΠΣ), από παίκτες, διοικητικά στελέχη, μέλη ή/και οπαδούς. Αποτελούσε μία πρόσθετη πειθαρχική ποινή στο σύλλογο, έπειτα την κατακύρωση της συγκεκριμένης αναμέτρησης με "τεχνικό" αποτέλεσμα 2-0 τέρματα υπέρ του αντιπάλου και αφορούσε σε ένα προηγούμενο αγώνα του, αλλά ενίοτε επεκτεινόταν (όπως και η "τεχνική" ήττα) σε κάποιον αριθμό από όσους θα έδινε το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα στο ίδιο πρωτάθλημα.

Ιστορικό

Ο μηδενισμός καθιερώθηκε το 1938 ταυτόχρονα με το βαθμολογικό σύστημα 3–2–1 που αναπλήρωσε το απολύτως ισοδύναμο 2–1–0,[1] ουσιαστικά ακριβώς για να διατίθεται στην ήττα ο ένας επιπλέον βαθμός, που υπό δεδομένες συνθήκες θα αφαιρούταν ως τιμωρία. Υπήρξε το μέσο πίεσης των αρχών ποδοσφαίρου της χώρας προς τις ομάδες, ώστε εκείνες να περιορίσουν τη συχνή απόσυρση πριν ή την αποχώρηση κατά τη διάρκεια αγώνα τους, ως έντονη διαμαρτυρία για αποφάσεις θεσμικές (ποινές σε παίκτες, ορισμός γηπέδου κ.ά) ή διαιτητικές αντίστοιχα. Οι μέχρι τότε κανονισμοί δεν προέβλεπαν κάποια περαιτέρω επίπτωση πέραν της "τεχνικής" ήττας (αρχικά χωρίς παθητικό τερμάτων, στη συνέχεια με 0-1 και αργότερα 0-2), οπότε εάν το αρνητικό αποτέλεσμα κρινόταν εξ αρχής αναπόφευκτο ή εξελισσόταν σε ευρύτατο, δεν ήταν σπάνια η επιλογή περί μη καθόδου στη συνάντηση ή αποχώρησης σε κάποιο σημείο της. Το ίδιο συνήθης ήταν η οριστική διακοπή της από εισβολή οπαδών, όταν θεωρούσαν ότι η διαιτησία αντιμετωπίζει την ομάδα τους με άδικο τρόπο ή ο αντίπαλος με υπέρμετρα σκληρό (στην ουσία όμως δυσχερή για τη νίκη της). Όλα τα παραπάνω γεγονότα δυσαρεστούσαν το φίλαθλο κοινό, έπλητταν την εικόνα του αθλήματος και σε κάθε περίπτωση επέφεραν μείωση βραχυπρόθεσμα (στη δε ματαίωση αγώνων άμεσα) των εισπράξεων από εισιτήρια, την κυριότερη πηγή εσόδων ΕΠΟ, ΕΠΣ και συλλόγων (με μεγάλη διαφορά από τις υπόλοιπες, τουλάχιστον έως την εισαγωγή του ΠΡΟ-ΠΟ το 1959).

Ο κανονισμός του μηδενισμού ίσχυε μέχρι το 1973, δηλαδή επί 35 χρόνια, 32 δε αγωνιστικές περιόδους και 28 διοργανώσεις του ελληνικού πρωταθλήματος. Κατά τις 14 (από το 1959) εφαρμογής του στην Α' Εθνική κατηγορία, επιβλήθηκε 31 φορές σε 12 σωματεία, κάποια από αυτά μεταξύ των δημοφιλέστερων:[2]

Το συγκεκριμένο διάστημα της Α' Εθνικής, οι υπόλοιποι 27 σύλλογοι, ανάμεσά τους οι Απόλλων Αθηνών, Άρης και Ηρακλής Θεσσαλονίκης, Εθνικός και Ολυμπιακός Πειραιώς, δεν τιμωρήθηκαν με μηδενισμό, τον οποίον αντίθετα υπέστησαν αντίπαλοι του τελευταίου σε 6 περιπτώσεις (αριθμός ρεκόρ).

Με την επαναφορά το 1973 του συστήματος βαθμολογίας από 3–2–1 σε 2–1–0, άρα την εκ νέου απόδοση μηδέν βαθμών στην ήττα, ο κανονισμός πλέον δεν είχε πεδίο εφαρμογής και καταργήθηκε. Έχει ειπωθεί ότι η εισαγωγή των 3–2–1 και μηδενισμού, πρόκειται περί ελληνικής πρωτοτυπίας σε παγκόσμιο επίπεδο, την οποία δεν ακολούθησε κάποια άλλη ποδοσφαιρική ομοσπονδία για το εθνικό της πρωτάθλημα. Παρότι η άποψη δεν τεκμηριώνεται επαρκώς,[3] ενδέχεται να δικαιολογεί την αδρανοποίησή τους και τη μεν υιοθέτηση ξανά του "διεθνώς αναγνωρισμένου" συστήματος 2–1–0, τη δε αναπλήρωση του μηδενισμού από την αφαίρεση βαθμών, σε αριθμό μάλιστα (ίσο ή) μεγαλύτερο του ενός ανάλογα της βαρύτητας του παραπτώματος. Είναι γεγονός, πάντως, ότι επί 35ετία η νίκη στην Ελλάδα τυπικά αποσπούσε 3 βαθμούς (ουσιαστικά, βεβαίως, η διαφορά με την ήττα παρέμενε στους 2), πολύ πριν κάτι παρόμοιο ισχύσει στον υπόλοιπο ποδοσφαιρικό κόσμο (σύστημα 3–1–0 αρχικά στις κατηγορίες της Αγγλίας από την περίοδο 1981-82, για λόγους τόνωσης του θεάματος και όχι πειθαρχικούς).

Πνεύμα του κανονισμού και διατύπωση

Σκοπός της καθιέρωσης νέου βαθμολογικού συστήματος και μηδενισμού, υπήρξε ο διαχωρισμός της ήττας υπό φίλαθλη στάση και εκείνης που συνοδεύεται με προβληματική συμπεριφορά, για να επιβραβεύεται η μία ώστε να προλαμβάνεται η δεύτερη. Σύλλογος που επιδείκνυε φίλαθλο πνεύμα, στο εξής θα δικαιούταν ένα βαθμό ως ανταμοιβή για τη συμμόρφωσή του με τις αρχές του ευ αγωνίζεσθαι σε αναμέτρηση πρωταθλήματος, ο οποίος αθροιζόταν σε όσους θα λάμβανε από την τελική της έκβαση σύμφωνα με το σύστημα 2–1–0. Ο "βαθμός της ήττας", λοιπόν, δεν επιβράβευε αυτή την ίδια, αλλά την περίπτωση που ηττήθηκες μετέχοντας ενός δίκαιου αγώνα και έμεινε επίσης γνωστός με τον περισσότερο δόκιμο όρο "βαθμός συμμετοχής". Αντίθετα, σωματείο του οποίου στελέχη ή/και οπαδούς χαρακτήριζε αντιαθλητική στάση, θα τιμωρούταν να αποκομίζει πλέον από τη συνάντηση ακόμα πιο μηδενικό όφελος σε επίπεδο βαθμών. Το όλο σκεπτικό προσέγγιζε σημαντικά το μηδενισμό για αντιγραφή στις εξετάσεις και βαθμολόγηση ούτε καν με τη "μονάδα της εκφώνησης" (παλαιότερη πρακτική προς αντιδιαστολή "λευκής" κόλλας από να γράψεις έστω τα θέματα, ως εκδήλωση σεβασμού στον καθηγητή όταν ήταν αναγκασμένος να τα εκφωνεί).

Ο μηδενισμός προσαρτήθηκε στο άρθρο 22 των Κανονισμών Πρωταθλήματος της ΕΠΟ,[4] το οποίο γενικά "αφορά τα σχετικά με τη βαθμολογία των διαγωνιζομένων σ' αγώνες πρωταθλήματος ομάδων σύμφωνα με το επιτυγχανόμενο αποτέλεσμα", και συγκεκριμένα στην παράγραφο §4 που ρύθμιζε "την τύχη των αγώνων που έγιναν ή δεν έγιναν για τον α ή β λόγο ή που διακόπηκαν για διάφορες αιτίες και τέλος τις περιπτώσεις κατά τις οποίες μία ομάδα θεωρείται νικημένη και μηδενίζεται ταυτόχρονα."

Η §4, τα εδάφια της οποίας καθόριζαν τις διάφορες περιπτώσεις εφαρμογής του κανονισμού (αναμετρήσεις που ματαιώθηκαν, διακόπηκαν κ.ά), άρχιζε ως εξής:

Αγών τις θεωρείται απωλεσθείς διά τερμάτων 0–2 (εκτός αν το αποτέλεσμα αυτό την ευνοεί)
εις βάρος της σφαλούσης ομάδος βαθμολογουμένης με βαθμούς 0–3...

Παρέμενε, επομένως, στη διακριτική ευχέρεια της διοργανώτριας αρχής να επικυρώσει ως τελικό αποτέλεσμα συνάντησης το υφιστάμενο πριν από τη μη ομαλή ολοκλήρωσή της, εφόσον ήταν δυσμενέστερο του 0-2 για τη "σφάλουσα ομάδα". Η πρόβλεψη επείχε θέση ακόμα μεγαλύτερης αποθάρρυνσης των σκόπιμων διακοπών ή αποχωρήσεων για αποφυγή μίας ευρείας ήττας.

Δεν έχει, προς το παρόν, εξακριβωθεί η αφαίρεση του βαθμού συμμετοχής από ομάδα που νίκησε ή αναδείχθηκε ισόπαλη και άρα η απόδοση μετά τον αγώνα μόλις δύο ή ενός βαθμού αντίστοιχα. Ακόμη και να την προέβλεπε ο κανονισμός, πάντως, είναι λογικό να μην εφαρμόστηκε, ερχόμενη σε πλήρη αντίθεση με το πνεύμα του. Με λίγα λόγια, θα εμφανιζόταν να κολάζονται οι ανεπίτρεπτες συμπεριφορές μεν, αδιαφορώντας για την κατά πάσα πιθανότητα συμβολή τους στην απόσπαση του θετικού αποτελέσματος δε (ή προσπάθησε για τη νίκη με κάθε μέσον, στη χειρότερη περίπτωση θα λάβεις δύο βαθμούς, ενώ ο αντίπαλος έναν).

Ο μηδενισμός δεν ίσχυσε στο κύπελλο Ελλάδας, δεδομένου πως η όποια βαθμολογική επίπτωση θα ήταν άνευ ουσίας (οι όμιλοι διεξαγωγής εισάχθηκαν πολύ μεταγενέστερα, στη διοργάνωση 1988-89) και κρίθηκε αρκετός ο αποκλεισμός ως συνέπεια της "τεχνικής" ήττας σε μονή αναμέτρηση (διπλή δεν καθιερώθηκε παρά την περίοδο 1978-79). Σε αντίθεση με τη σύγχρονη εποχή, τέλος, δεν επιβαλλόταν αφαίρεση βαθμών στο πρωτάθλημα για παρεκτροπές στο κύπελλο, προβλεπόταν όμως η απαγόρευση αγώνων επί κάποιες ημέρες (όπου συνήθως συμπεριελάμβαναν πρωταθλήματος) και απώλειά τους μέσω "τεχνικής" ήττας.

Γεγονότα

  • Ως πρώτος σύλλογος που υπέστη μηδενισμό καταγράφεται ο Ατρόμητος Αθηνών για τον όμιλο Νότου του Πανελλήνιου πρωταθλήματος 1938-39,[5] δηλαδή στο εναρκτήριο κιόλας έτος εφαρμογής του κανονισμού.
  • Εξαιτίας αφαίρεσης του βαθμού συμμετοχής, ο Ηρακλής Θεσσαλονίκης δεν είχε τη δυνατότητα να διεκδικήσει τον τίτλο για μία τρίτη φορά (έπειτα τα 1934, 1939) και τελευταία στην ιστορία του. Αήττητος και με εντός έδρας τους δύο αγώνες του έως τη λήξη της δεύτερης μεταπολεμικής διοργάνωσης 1946-47,[6] όχι μόνον ηττήθηκε από την ΑΕΚ (περυσινή κάτοχο, τελικά όμως 4η και ενώ την είχε νικήσει 1-0 στην Αθήνα), αλλά επιπλέον μηδενίστηκε όταν ο αργότερα διεθνής του αμυντικός Παράσχος (Πασχαλίδης) αρνήθηκε να αποχωρήσει ως αποβληθείς και ο διαιτητής Διαμαντόπουλος διέκοψε τη συνάντηση σε βάρος των γηπεδούχων.[7] Παρότι την τελευταία αγωνιστική επικράτησαν 2-1 του Ολυμπιακού Πειραιώς, εκείνος ολοκλήρωσε με νίκες και τις τρεις αναβληθείσες του υποχρεώσεις (επί Μακεδονικού 3-2 προς τη λήξη, ΑΕΚ 2-0 εκτός και Ατρόμητου Πειραιώς 2-0 στο Ποδηλατοδρόμιο), κατακτώντας την κορυφή με ένα βαθμό διαφορά.[8] Εάν ο Ηρακλής απέφευγε το μηδενισμό (ή οι ερυθρόλευκοι είχαν αναδειχθεί ισόπαλοι με τον Μακεδονικό), ο Έλληνας πρωταθλητής θα κρινόταν σε αναμέτρηση κατάταξης (μπαράζ). Σημειώνεται ότι πριν τη νίκη τους στη Θεσσαλονίκη, οι Ηρακληδείς για τον α' γύρο απέσπασαν ισοπαλία 1-1 στην έδρα των Πειραιωτών, οι οποίοι την ερχόμενη εβδομάδα πάντως επιβλήθηκαν 5-0 στον μεταξύ τους τελικό κυπέλλου του γηπέδου ΠΑΟ.
  • Η Παναχαϊκή πρόκειται για την πρωταγωνίστρια του αρνητικού ρεκόρ μηδενισμών σε μία αγωνιστική χρονιά, όσο και συνολικά στο ανώτατο ποδοσφαιρικό επίπεδο της χώρας. Κατόπιν απόπειρας δωροδοκίας των Λουκανίδη και Συρόπουλου για το παιχνίδι Άρης Θεσσαλονίκης-Παναχαϊκή 0-0, το συγκεκριμένο και τα τελευταία 12 (αυτά χωρίς να διεξαχθούν) του πρωταθλήματος 1969-70 κατακυρώθηκαν 2-0 υπέρ των αντιπάλων της, ενώ μηδενίστηκε και στα 13.[9] Συνέπεια ήταν ο υποβιβασμός της στη Β' Εθνική ως ουραγός της βαθμολογίας, ενώ ανάλογης βαρύτητας (και καταδικαστικές) τιμωρίες υπήρξαν συχνότατες σε χαμηλότερες κατηγορίες.
  • Την περίοδο 1972-73 και στον Παναθηναϊκό, εφαρμόστηκε τελευταία φορά ο κανονισμός πριν την κατάργησή του το επόμενο έτος. Το άκρως επεισοδιακό ντέρμπι "αιωνίων" του σταδίου Καραϊσκάκης έλαβε άδοξο τέλος στο 82' και με αποτέλεσμα μέχρι τότε 3-2 υπέρ του Ολυμπιακού, καθώς οι φιλοξενούμενοι αρνήθηκαν να επανέλθουν μετά την προσωρινή διακοπή του, διαμαρτυρόμενοι περί μεροληπτικών διαιτητικών υποδείξεων.[10] Οι Αθηναίοι ηττήθηκαν με "τεχνικό" 0-2 και μηδενίστηκαν για τη δεδομένη και τις προσεχείς δύο συναντήσεις τους. Οι ίδιοι, πάντως, είχαν βρεθεί στην αντίστροφη θέση των (ακούσια) ευνοημένων ένα 15θήμερο νωρίτερα, όταν επιβλήθηκε ο προτελευταίος μηδενισμός στην ιστορία της Α' Εθνικής κατηγορίας. Ο διαιτητής Λαγογιάννης είχε διακόψει τον αγώνα Ομόνοια Λευκωσίας-Παναθηναϊκός 0-0, δεχόμενος στη διάρκεια του ημιχρόνου επιθέσεις των Κύπριων οπαδών.[11]

Μετέπειτα χρήση του όρου

Παρά την κατάργησή του ως κανονισμού, ο όρος "μηδενισμός" εξακολουθεί να περιλαμβάνεται στη σύγχρονη ποδοσφαιρική διάλεκτο, ταυτιζόμενος πλέον με το "τεχνικό" αποτέλεσμα 0-3 (ή 0-2 έως το 2006),[12] παρότι κατά την 35ετία της κοινής τους ύπαρξης συνιστούσαν δύο διαφορετικές ποινές (που απλά, συνήθως επιβάλλονταν παράλληλα). Πρόκειται όμως για αποκλειστικά "δημοσιογραφική" λέξη και οι ελληνικές θεσμικές αρχές του ποδοσφαίρου δεν την χρησιμοποιούν ως διατύπωση στη σύνταξη των επίσημων εγγράφων τους (κανονισμοί, κώδικες, προκηρύξεις διοργανώσεων κλπ),[13] με λίγες εξαιρέσεις σε ανακοινώσεις.[14] Συνώνυμη έκφραση στη νέα αυτή έννοια του μηδενισμού, αποτελεί το (πλήρως ανεπίσημο) ήττα στα "χαρτιά".[15]

Παραπομπές - σημειώσεις

  1. οι διαφορές βαθμών ανάμεσα στις ομάδες παραμένουν αμετάβλητες, σε αντίθεση με το ισχύον τώρα 3–1–0 όπου με ίδια διαφορά (θετική ή αρνητική) νικών από ήττες, τη μεγαλύτερη βαθμολογία συγκεντρώνει αυτή που παραχώρησε τις λιγότερες ισοπαλίες
  2. "Το έπος της Α' Εθνικής", Γιώργος Παγιωτέλης, σειρά αφιερωμάτων αθλητικού περιοδ. «Οι ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΙ» (τχ 21), Αθήνα Σεπτέμβριος 1995, σελ. 32
  3. ο Γιώργος Ν. Παγιωτέλης (ό.π, τχ 8, Αύγουστος 1994, σελ. 41) απλώς την καταγράφει ως προφορική ενημέρωση από τον Γιώργο Τσαρλεντάκη, αθλητικογράφο στη Ρόδο
  4. Παρατηρήσεις επί του Άρθρου 22 των Κανονισμών Πρωταθλήματος (ψηφιακή σελ. 468), Πέτρ. Γκιουράνοβιτς, «ΕΛΛΑΣ ΦΟΥΤΜΠΩΛ», επίσημο όργανο της ΕΠΟ, Αθήνα 9 Ιουνίου 1959
  5. Greece final table 1938/39, Αλέξανδρος Μαστρογιαννόπουλος, RSSSF
  6. όπου οι εκπλήξεις είχαν ήδη αρχίσει κατά την προκριματική της φάση, τα τοπικά πρωταθλήματα ΕΠΣ Αθηνών, Πειραιώς και Μακεδονίας, με αποκλεισμό αντίστοιχα των Παναθηναϊκού, Απόλλωνα Αθ. από τον Πανιώνιο, του Εθνικού από τον Ατρόμητο Πειρ. (Καμινίων) και των Άρη, ΠΑΟΚ από τον Μακεδονικό
  7. "ITALIA '90, η εγκυκλοπαίδεια του Μουντιάλ • Ο καθρέφτης του ελληνικού και ξένου ποδοσφαίρου", συλλογικό έργο (δ/νση Ανδρέας Μπόμης), έκδοση περιοδ. «ΕΙΚΟΝΕΣ», Αθήνα Ιούνιος 1990, σελ. 320-321
  8. "Αυτός είναι ο Ολυμπιακός • Η ένδοξη ιστορία του δημοφιλούς συλλόγου", Πάνος Μακρίδης - Ευάγγελος Φουντουκίδης, έκδοση εφημερ. «ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ», Αθήνα 1957, σελ. 67-68
  9. Παγιωτέλης, ό.π, (τχ 17), Μάϊος 1995, σελ. 34
  10. Το μεσημέρι η Ε.Π.Ο. λαμβάνει αποφάσεις δια τα έκτροπα, εφημερ. «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» 14 Μαρτίου 1973, σελ. 1 και 9
  11. Παγιωτέλης, ό.π, (τχ 20), Αύγουστος 1995, σελ. 28
  12. Ανακοινώθηκε ο μηδενισμός του ΟΦΗ, a-sports.gr
  13. π.χ οι Αποφάσεις Πειθαρχικής Επιτροπής (29η Αγωνιστική - ΠΑΕ ΟΦΗ) της SuperLeague και ο Πειθαρχικός Κώδικας (Ιούνιος 2013) της ΕΠΟ
  14. Κατακύρωση αγώνα – Μηδενισμός σωματείου, Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Ρεθύμνης
  15. Μηδενισμός Νίκης Βόλου, νίκη στα "χαρτιά" ο Παναιτωλικός, novasports.gr