Ιθαγένεια: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Saloydos (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Saloydos (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 2: Γραμμή 2:
'''Ιθαγένεια''' και '''υπηκοότητα''' . Η λέξη ιθαγένεια, Α)ιθυς+γενος προσδιορίζει το άτομο το οποίο προέρχεται απευθείας από το γένος της χώρας της οποίας είναι τέκνο
'''Ιθαγένεια''' και '''υπηκοότητα''' . Η λέξη ιθαγένεια, Α)ιθυς+γενος προσδιορίζει το άτομο το οποίο προέρχεται απευθείας από το γένος της χώρας της οποίας είναι τέκνο
Β)ενθα+γενος προσδιορίζει το άτομο το οποίο προέρχεται από το ιδιον γένος ''το εδώ'' δικό μας γένος.
Β)ενθα+γενος προσδιορίζει το άτομο το οποίο προέρχεται από το ιδιον γένος ''το εδώ'' δικό μας γένος.
Κάθε άνθρωπος αποκτά ιθαγένεια τη στιγμή που γεννιέται,έχονταςκαι τους δύο γονείς του ή τον έναν εξ αυτών κοινής καταγωγής,δηλαδη π.χ Ελλήν ιθαγενης θεωρείται αυτός ο οποίος είναι και οι δύο γονείς του ελληνικής καταγωγής η ο ένας από τους δύο.
Κάθε άνθρωπος αποκτά ιθαγένεια τη στιγμή που γεννιέται,έχοντας και τους δύο γονείς του ή τον έναν εξ αυτών κοινής καταγωγής,δηλαδη π.χ Ελλήν ιθαγενης θεωρείται αυτός ο οποίος είναι και οι δύο γονείς του ελληνικής καταγωγής η ο ένας από τους δύο.
Η ιθαγένεια δεν αλλάζετε ούτε μεταβιβάζεται είναι επίκτητη ιδιότητα αυτή στιγμή της γέννησης.
Η ιθαγένεια δεν αλλάζετε ούτε μεταβιβάζεται είναι επίκτητη ιδιότητα αυτή στιγμή της γέννησης.
Η λέξη Υπηκοότητα αναφέρεται στα πολιτικά δικαιώματα του ατόμου τα οποία αποκτά είτε είναι γηγενής είτε προέρχεται από άλλη χώρα αλλά διαμένει μόνιμα σε κάποια άλλη.Υπήκοος ενός κράτους σημαίνει πολίτης ενός κράτους.
Η λέξη Υπηκοότητα αναφέρεται στα πολιτικά δικαιώματα του ατόμου τα οποία αποκτά είτε είναι γηγενής είτε προέρχεται από άλλη χώρα αλλά διαμένει μόνιμα σε κάποια άλλη.Υπήκοος ενός κράτους σημαίνει πολίτης ενός κράτους.

Έκδοση από την 19:57, 9 Σεπτεμβρίου 2015

Ιθαγένεια και υπηκοότητα . Η λέξη ιθαγένεια, Α)ιθυς+γενος προσδιορίζει το άτομο το οποίο προέρχεται απευθείας από το γένος της χώρας της οποίας είναι τέκνο Β)ενθα+γενος προσδιορίζει το άτομο το οποίο προέρχεται από το ιδιον γένος το εδώ δικό μας γένος.

 Κάθε άνθρωπος αποκτά ιθαγένεια τη στιγμή που γεννιέται,έχοντας και τους δύο γονείς του ή τον έναν εξ αυτών κοινής καταγωγής,δηλαδη π.χ Ελλήν ιθαγενης θεωρείται αυτός ο οποίος είναι και οι δύο γονείς του ελληνικής καταγωγής η ο ένας από τους δύο.

Η ιθαγένεια δεν αλλάζετε ούτε μεταβιβάζεται είναι επίκτητη ιδιότητα αυτή στιγμή της γέννησης.

 Η λέξη Υπηκοότητα αναφέρεται στα πολιτικά δικαιώματα του ατόμου τα οποία αποκτά είτε είναι γηγενής είτε προέρχεται από άλλη χώρα αλλά διαμένει μόνιμα σε κάποια άλλη.Υπήκοος ενός κράτους σημαίνει πολίτης ενός κράτους.

Η υπηκοότητα αποκτιέται σύμφωνα με τους νόμους του εκάστοτε κράτους π.Χ αμερικανός υπήκοος μπορεί να είναι ένας Έλλην ιθαγενής ο οποίος διαμένει πολλά χρόνια στην Αμερική. Εχει το δικαίωμα να αλλάξει υπηκοότητα από αμερικανική να πάρει γαλλική εφόσον διαμένει κάποιά χρονιά στη Γαλλία και πλήρει τις προϋποθέσεις που ορίζει ο γαλλικός νόμος.

Ιθαγένεια - υπηκοότητα - εθνικότητα

Ιθαγένεια και υπηκοότητα

Οι δύο λέξεις είναι ταυτόσημες και χρησιμοποιούνται εξίσου στην καθημερινότητα, απλά στα επίσημα κείμενα προτιμάται η ιθαγένεια για λόγους πολιτικής ορθότητας. Η υπηκοότητα έχει συνδεθεί με τις απόλυτες μοναρχίες, όταν ο λαός όφειλε υπακοή στον «ελέω Θεού» μονάρχη - για τον ίδιο λόγο προτιμάται ο όρος πολίτης από τον υπήκοο.

Σε κάποια επίσημα κείμενα χρησιμοποιείται επίσης η λέξη ιθαγενής για τον κάτοχο της ιθαγένειας. Αν και απόλυτα ορθός, ο όρος συνήθως αποφεύγεται στην καθομιλουμένη, επειδή έχει συνδεθεί στον μέσο νου με τους εκτός Ευρώπης αυτόχθονες πολιτισμούς.[εκκρεμεί παραπομπή]

Σύμφωνα με διευκρινιστική εγκύγκλιο του υπουργείου Εσωτερικών της Ελλάδας του Ιουλίου του 2013, «[σ]την ελληνική νομική γλώσσα δεν γίνεται διάκριση μεταξύ των όρων «ιθαγένεια» και «υπηκοότητα», οι οποίοι έχουν στη χώρα μας ταυτόσημο περιεχόμενο, δηλώνοντας τον δημοσίου δικαίου νομικό δεσμό που συνδέει το άτομο με την πολιτεία στο λαό της οποίας ανήκει».[1]

Ιθαγένεια και εθνικότητα

Επειδή τα σύγχρονα κράτη είναι δομημένα στη λογική του εθνικού κράτους, συνήθως τα μέλη τους έχουν ίδια ιθαγένεια και εθνικότητα. Αυτό έχει οδηγήσει στην εσφαλμένη εντύπωση ότι πρόκειται για ταυτόσημες έννοιες, στην πραγματικότητα όμως οι δύο όροι σημαίνουν διαφορετικές σχέσεις:

  • Η ιθαγένεια περιέχει πολιτική-νομική έννοια: εκφράζει τη σχέση κράτους - πολίτη, με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προκύπτουν για αμφότερα τα μέρη από αυτήν.
  • Αντίθετα, η έννοια της εθνικότητας είναι ηθική-πολιτισμική: εκφράζει τη σχέση του ανθρώπου με τον πολιτισμό απ' όπου προέρχεται η οικογένειά του και με τις αξίες της οποίας μεγαλώνει.

Η διαφορά των εννοιών γίνεται εύκολα κατανοητή στην περίπτωση των μειονοτήτων. Για παράδειγμα, ένας Βορειοηπειρώτης είναι συνήθως αλβανικής ιθαγένειας, αλλά ελληνικής εθνικότητας.

Παράγωγοι όροι

Πολλαπλή ιθαγένεια

Σε περιπτώσεις πολιτογράφησης, δηλ. οικειοθελούς κτήσης νέας ιθαγένειας, ενδέχεται το άτομο να διατηρήσει και την παλαιά. Αυτό εξαρτάται από τη βούλησή του, πρέπει όμως να προβλέπεται από τη νομοθεσία και των δύο κρατών. Παραδείγματος χάριν, ο πολίτης των Η.Π.Α. που θα πολιτογραφηθεί Έλληνας έχει το δικαίωμα της διπλής ιθαγένειας, μιας και αμφότερα τα κράτη την επιτρέπουν. Εάν όμως κάνει το ίδιο ένας Ιάπωνας, τότε –σύμφωνα με τους ιαπωνικούς νόμους– ακυρώνεται αμέσως η ιαπωνική ιθαγένειά του.

Ιθαγένεια ενώσεων κρατών

Ορισμένες ενώσεις κρατών έχουν θεσπίσει καθεστώς θετικών διακρίσεων για τους πολίτες των μελών τους. Αυτό συχνά περιγράφεται ως ιθαγένεια της συγκεκριμένης ένωσης, αν και στην πραγματικότητα είναι αποκλειστικά παράγωγο αποτέλεσμα της κρατικής ιθαγένειας. Δεν μπορεί κάποιος να είναι πολίτης μόνο της ένωσης, χωρίς να είναι πολίτης κράτους-μέλους.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η καλούμενη ευρωπαϊκή ιθαγένεια, δηλαδή η ιθαγένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οποιοσδήποτε είναι πολίτης κράτους-μέλους, καθίσταται αυτομάτως και πολίτης της Ε.Ε.. Αυτό δε σημαίνει ότι εξομοιώνεται πλήρως με τους πολίτες των άλλων κρατών-μελών, αλλά ότι του παρέχονται διάφορα προνόμια. Έτσι μπορεί –μεταξύ άλλων– να ταξιδέψει, να εγκατασταθεί ή να εργαστεί[2] σε οποιαδήποτε χώρα της Ε.Ε. με μια διαδικασία πολύ ευκολότερη σε σύγκριση με άτομα που δεν είναι Ευρωπαίοι πολίτες.

Παραπομπές