Φώτης Κόντογλου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
==Η ζωή του==
==Η ζωή του==
Ο '''Φώτης Κόντογλου''', γιος του Νικόλαου Αποστολέλλη και της Δέσπως Κόντογλου, γεννήθηκε στο Αϊβαλί στις 8 Νοεμβρίου το 1895. <ref>Οι χρονολογίες γέννησής τους κυμαίνονται από το 1892 έως το 1897 στα διάφορα βιογραφικά σημειώματα που δίνει ο ίδιος αλλά και άλλοι που έγραψαν γι' αυτό. Το 1895 το δηλώνει ο ίδιος σε αυτόγραφο σημείωμά του. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 15</ref>.Είχε τρία ακόμα αδέλφια: τον Γιάννη, τον Αντώνη και την Τασίτσα. Ένα χρόνο μετά έχασε τον πατέρα του-ναυτικός στο επάγγελμα- και την κηδεμονία των τεσσάρων παιδιών του ανέλαβε ο θείος του Στέφανος Κόντογλου, ηγούμενος της μονής της Αγίας Παρασκευής, στον οποίο οφείλεται και η χρήση του επωνύμου της οικογένειας της μητέρας του.<ref>Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 15-16</ref> Τα παιδικά και νεανικά του χρόνια τα έζησε στο [[Αϊβαλί]]. Εκεί τελείωσε το Σχολαρχείο και το Γυμνάσιο το 1912· στο Γυμνάσιο ήταν συμμαθητής με τον λογοτέχνη και ζωγράφο [[Στρατής Δούκας|Στρατή Δούκα]] και ήταν μέλος μιας ομάδας μαθητών που εξέδιδε το περιοδικό ''Μέλισσα'',από το 1911, το οποίο ο Κόντογλου διακοσμούσε με ζωγραφιές<ref>Βιοεργογραφικό σημείωμα στο: Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Αθήνα, 1978, σελ. 8</ref>. Μετά την αποφοίτησή του γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών στην [[Αθήνα]] το 1913,στην Γ τάξη<ref>Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 16</ref> . Το 1914 εγκατέλειψε τη σχολή του και πήγε στο [[Παρίσι]], όπου μελέτησε το έργο διαφόρων σχολών ζωγραφικής. Παράλληλα συνεργαζόταν με το περιοδικό ''Illustration'' και το [[1916]] κέρδισε το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό του περιοδικού για την εικονογράφηση βιβλίου, για την εικονογράφηση της ''Πείνας'' του [[Κνουτ Χάμσουν]]. Το 1917 έκανε ταξίδια στην [[Ισπανία]] και την [[Πορτογαλία]] και το 1918 επέστρεψε στην [[Γαλλία]]. Επέστρεψε στην πατρίδα του το [[1919]], μετά την λήξη του [[Α' Παγκόσμιος Πόλεμος|Α' Παγκοσμίου Πολέμου]].Διορίζεται καθηγητής στο Παρθεναγωγείο της πατρίδας του όπου διδάσκει γαλλικά και τεχνικά. Το 1921 επιστρατεύεται για τη [[Μικρασιατική Εκστρατεία]]<ref>Βιοεργογραφικό σημείωμα στο: Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Αθήνα, 1978, σελ. 8</ref>.
Ο '''Φώτης Κόντογλου''', γιος του Νικόλαου Αποστολέλλη και της Δέσπως Κόντογλου, γεννήθηκε στο Αϊβαλί στις 8 Νοεμβρίου το 1895. <ref>Οι χρονολογίες γέννησής τους κυμαίνονται από το 1892 έως το 1897 στα διάφορα βιογραφικά σημειώματα που δίνει ο ίδιος αλλά και άλλοι που έγραψαν γι' αυτό. Το 1895 το δηλώνει ο ίδιος σε αυτόγραφο σημείωμά του. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 15</ref>.Είχε τρία ακόμα αδέλφια: τον Γιάννη, τον Αντώνη και την Τασίτσα. Ένα χρόνο μετά έχασε τον πατέρα του-ναυτικός στο επάγγελμα- και την κηδεμονία των τεσσάρων παιδιών του ανέλαβε ο θείος του Στέφανος Κόντογλου, ηγούμενος της μονής της Αγίας Παρασκευής, στον οποίο οφείλεται και η χρήση του επωνύμου της οικογένειας της μητέρας του.<ref>Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 15-16</ref> Τα παιδικά και νεανικά του χρόνια τα έζησε στο [[Αϊβαλί]]. Εκεί τελείωσε το Σχολαρχείο και το Γυμνάσιο το 1912· στο Γυμνάσιο ήταν συμμαθητής με τον λογοτέχνη και ζωγράφο [[Στρατής Δούκας|Στρατή Δούκα]] και ήταν μέλος μιας ομάδας μαθητών που εξέδιδε το περιοδικό ''Μέλισσα'',από το 1911, το οποίο ο Κόντογλου διακοσμούσε με ζωγραφιές<ref>Βιοεργογραφικό σημείωμα στο: Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Αθήνα, 1978, σελ. 8</ref>. Μετά την αποφοίτησή του γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών στην [[Αθήνα]] το 1913,στην Γ τάξη<ref>Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 16</ref> . Το 1914 εγκατέλειψε τη σχολή του και πήγε στο [[Παρίσι]], όπου μελέτησε το έργο διαφόρων σχολών ζωγραφικής. Παράλληλα συνεργαζόταν με το περιοδικό ''Illustration'' και το [[1916]] κέρδισε το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό του περιοδικού για την εικονογράφηση βιβλίου, για την εικονογράφηση της ''Πείνας'' του [[Κνουτ Χάμσουν]]. Το 1917 έκανε ταξίδια στην [[Ισπανία]] και την [[Πορτογαλία]] και το 1918 επέστρεψε στην [[Γαλλία]]. Επέστρεψε στην πατρίδα του το [[1919]], μετά την λήξη του [[Α' Παγκόσμιος Πόλεμος|Α' Παγκοσμίου Πολέμου]].Διορίζεται καθηγητής στο Παρθεναγωγείο της πατρίδας του όπου διδάσκει γαλλικά και τεχνικά. Το 1921 επιστρατεύεται για τη [[Μικρασιατική Εκστρατεία]]<ref>Βιοεργογραφικό σημείωμα στο: Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Αθήνα, 1978, σελ. 8</ref>.
Το [[1923]] έκανε ταξίδι στο [[Άγιο Όρος]]· εκεί ανακάλυψε τη βυζαντινή ζωγραφική, αντέγραψε πολλά έργα και έγραψε αρκετά κείμενα. Όταν επέστρεψε, εξέδωσε το λεύκωμα ''Η Τέχνη του Άθω'' και έκανε μια πρώτη έκθεση με έργα ζωγραφικής του. Το [[1926]] παντρεύτηκε τη Μαρία Χατζηκαμπούρη και εγκαταστάθηκε στη [[Νέα Ιωνία Αττικής|Νέα Ιωνία]]<ref>Βιοεργογραφικό σημείωμα στο: Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Αθήνα, 1978, σελ. 8</ref>. Το 1927 γεννιέται η μοναχοκόρη του Δέσποινα.<ref>Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.44</ref>
Το [[1923]] έκανε ταξίδι στο [[Άγιο Όρος]]· και πραγματοποιεί μια πρώτη έκθεση με έργα ζωγραφικής του στη Μυτιλήνη με τον Κωνσταντίνο Μαλέα. Την έκθεση τη μετέφερε τον ίδιο χρόνο στην Αθήνα στην αίθουσα του Λυκείου των Ελληνίδων,παρουσιαζόμενος για πρώτη φορά ως ζωγράφος στο αθηναϊκό καλλιτεχνικό κοινό.<ref>Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.18</ref> Το [[1926]] παντρεύτηκε τη Μαρία Χατζηκαμπούρη και εγκαταστάθηκε στη [[Νέα Ιωνία Αττικής|Νέα Ιωνία]]<ref>Βιοεργογραφικό σημείωμα στο: Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Αθήνα, 1978, σελ. 8</ref>. Το 1927 γεννιέται η μοναχοκόρη του Δέσποινα.<ref>Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.44</ref>
Το 1933 έλαβε τελικά το πτυχίο από τη Σχολή Καλών Τεχνών προκειμένου να διδάξει στο Κολλέγιο Αθηνών.<ref>Νίκος Ζίας, «Κόντογλου Φώτης», Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών 16ος-20ος αι., τομ.2, εκδ. Μέλισσα, 1998, σελ.241</ref>
Το 1933 έλαβε τελικά το πτυχίο από τη Σχολή Καλών Τεχνών προκειμένου να διδάξει στο Κολλέγιο Αθηνών.<ref>Νίκος Ζίας, «Κόντογλου Φώτης», Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών 16ος-20ος αι., τομ.2, εκδ. Μέλισσα, 1998, σελ.241</ref>
Εργάστηκε ως συντηρητής εικόνων σε μουσεία: στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας, του οποίου ζωγράφισε το συντριβάνι<ref>Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.48</ref> στον [[Μυστράς|Μυστρά]], στο Κοπτικό Μουσείο στο [[Κάιρο]]). Από το 1948 αρχίζει να αρθρογραφεί στην εφημερίδα ''Ελευθερία'' μέχρι τον θάνατό του.<ref>Ιωσήφ Βιβιλάκης, «Χρονολόγιο Φώτη Κόντογλου» στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.30</ref> Στις 13 Σεπτεμβρίου 1963 τραυματίζεται με τη γυναίκα του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στη Βούλα.<ref>Ιωσήφ Βιβιλάκης, «Χρονολόγιο Φώτη Κόντογλου» στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.32</ref>
Εργάστηκε ως συντηρητής εικόνων σε μουσεία: στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας, του οποίου ζωγράφισε το συντριβάνι<ref>Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.48</ref> στον [[Μυστράς|Μυστρά]], στο Κοπτικό Μουσείο στο [[Κάιρο]]). Από το 1948 αρχίζει να αρθρογραφεί στην εφημερίδα ''Ελευθερία'' μέχρι τον θάνατό του.<ref>Ιωσήφ Βιβιλάκης, «Χρονολόγιο Φώτη Κόντογλου» στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.30</ref> Στις 13 Σεπτεμβρίου 1963 τραυματίζεται με τη γυναίκα του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στη Βούλα.<ref>Ιωσήφ Βιβιλάκης, «Χρονολόγιο Φώτη Κόντογλου» στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.32</ref>

Έκδοση από την 06:32, 25 Αυγούστου 2015

Ο Φώτης Κόντογλου (πραγματικό όνομα Φώτιος Αποστολέλης: Αϊβαλί Μικράς Ασίας, 8 Νοεμβρίου 1895Αθήνα, 13 Ιουλίου 1965) ήταν Έλληνας λογοτέχνης και ζωγράφος. Αναζήτησε την «ελληνικότητα», δηλαδή μία αυθεντική έκφραση, επιστρέφοντας στην ελληνική παράδοση, τόσο στο λογοτεχνικό όσο και στο ζωγραφικό του έργο. Είχε ακόμα σημαντικότατη συμβολή στον χώρο της βυζαντινής εικονογραφίας. Σήμερα θεωρείται ως ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της «Γενιάς του Τριάντα». Μαθητές του ήταν ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Νίκος Εγγονόπουλος, κ.ά.

Η ζωή του

Ο Φώτης Κόντογλου, γιος του Νικόλαου Αποστολέλλη και της Δέσπως Κόντογλου, γεννήθηκε στο Αϊβαλί στις 8 Νοεμβρίου το 1895. [1].Είχε τρία ακόμα αδέλφια: τον Γιάννη, τον Αντώνη και την Τασίτσα. Ένα χρόνο μετά έχασε τον πατέρα του-ναυτικός στο επάγγελμα- και την κηδεμονία των τεσσάρων παιδιών του ανέλαβε ο θείος του Στέφανος Κόντογλου, ηγούμενος της μονής της Αγίας Παρασκευής, στον οποίο οφείλεται και η χρήση του επωνύμου της οικογένειας της μητέρας του.[2] Τα παιδικά και νεανικά του χρόνια τα έζησε στο Αϊβαλί. Εκεί τελείωσε το Σχολαρχείο και το Γυμνάσιο το 1912· στο Γυμνάσιο ήταν συμμαθητής με τον λογοτέχνη και ζωγράφο Στρατή Δούκα και ήταν μέλος μιας ομάδας μαθητών που εξέδιδε το περιοδικό Μέλισσα,από το 1911, το οποίο ο Κόντογλου διακοσμούσε με ζωγραφιές[3]. Μετά την αποφοίτησή του γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα το 1913,στην Γ τάξη[4] . Το 1914 εγκατέλειψε τη σχολή του και πήγε στο Παρίσι, όπου μελέτησε το έργο διαφόρων σχολών ζωγραφικής. Παράλληλα συνεργαζόταν με το περιοδικό Illustration και το 1916 κέρδισε το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό του περιοδικού για την εικονογράφηση βιβλίου, για την εικονογράφηση της Πείνας του Κνουτ Χάμσουν. Το 1917 έκανε ταξίδια στην Ισπανία και την Πορτογαλία και το 1918 επέστρεψε στην Γαλλία. Επέστρεψε στην πατρίδα του το 1919, μετά την λήξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.Διορίζεται καθηγητής στο Παρθεναγωγείο της πατρίδας του όπου διδάσκει γαλλικά και τεχνικά. Το 1921 επιστρατεύεται για τη Μικρασιατική Εκστρατεία[5]. Το 1923 έκανε ταξίδι στο Άγιο Όρος· και πραγματοποιεί μια πρώτη έκθεση με έργα ζωγραφικής του στη Μυτιλήνη με τον Κωνσταντίνο Μαλέα. Την έκθεση τη μετέφερε τον ίδιο χρόνο στην Αθήνα στην αίθουσα του Λυκείου των Ελληνίδων,παρουσιαζόμενος για πρώτη φορά ως ζωγράφος στο αθηναϊκό καλλιτεχνικό κοινό.[6] Το 1926 παντρεύτηκε τη Μαρία Χατζηκαμπούρη και εγκαταστάθηκε στη Νέα Ιωνία[7]. Το 1927 γεννιέται η μοναχοκόρη του Δέσποινα.[8] Το 1933 έλαβε τελικά το πτυχίο από τη Σχολή Καλών Τεχνών προκειμένου να διδάξει στο Κολλέγιο Αθηνών.[9] Εργάστηκε ως συντηρητής εικόνων σε μουσεία: στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας, του οποίου ζωγράφισε το συντριβάνι[10] στον Μυστρά, στο Κοπτικό Μουσείο στο Κάιρο). Από το 1948 αρχίζει να αρθρογραφεί στην εφημερίδα Ελευθερία μέχρι τον θάνατό του.[11] Στις 13 Σεπτεμβρίου 1963 τραυματίζεται με τη γυναίκα του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στη Βούλα.[12] Πέθανε στην Αθήνα στις 13 Ιουλίου 1965, έπειτα από μετεγχειρητική μόλυνση.

Ο Κόντογλου στην Γερμανική κατοχή

Το όνομα του Κόντογλου βρίσκεται ανάμεσα στα ονόματα των Ελλήνων λογοτεχνών που συνεργάστηκαν με το ελληνόφωνο ιταλικό περιοδικό προπαγάνδας Κουαδρίβιο. Καθώς όσοι συνεργάζονταν με αυτό αμείβονταν με χρήματα ή τρόφιμα προκρίθηκε η ανάγκη επιβίωσης του Κόντογλου, καθώς μάλιστα είχε αναγκασθεί να πουλήσει το σπίτι του για ένα σακί αλεύρι.[13]Ο νέος ιδιοκτήτης της οικίας Κόντογλου καλύπτει τις νωπογραφίες με λαδομπογιά. Τα επόμενα χρόνια ο Κόντογλου θα μετακομίζει διαρκώς.[14]

Οι πολιτικές πεποιθήσεις του Κόντογλου

Σύμφωνα με την μαρτυρία του Ασημάκη Πανσέληνου ο Κόντογλου, «[...] στην πολιτική το ίδιο ατζαμής, δημοκράτης, θεωρούσε τον εαυτό του κομμουνιστή παρόλες τις θεοκρατικές του αυταπάτες, και εύρισκε πως και τα δύο συμβιβάζονται και υποστήριζε πως ο ρούσσικος κομμουνισμός είναι έκφραση της χριστιανικής ψυχής των Ρώσων[...]». Το καλοκαίρι του 1945 στο περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα δημοσιεύθηκε κείμενο διαμαρτυρίας κατά των Δεξιών εξτρεμιστικών επιθέσεων σε βιβλιοπωλεία, θέατρα, εφημερίδες. Μεταξύ των διανοουμένων που υπογράφουν είναι και ο Κόντογλου.

Τέλος δεν υπογράφει ο Κόντογλου τη Δήλωσιν Ελλήνων Επιστημόνων, Λογοτεχνών και Καλλιτεχνών που δημοσιεύθηκε ως παράρτημα της Διακήρυξης της Χριστιανικής Ενώσεως Επιστημόνων το 1946.[15]

Το ζωγραφικό έργο του Κόντογλου

Η περίοδος της μονοχρωμίας 1910-1925

Η πρώτη χρονολογημένη ζωγραφιά του ανάγεται στα 1912 (τίτλος: Αγία Παρασκευή) όταν ήταν δεκαεπτά ετών και ίσως παλιότερη να είναι η Καθιστή γριά γύρω στα 1910 όταν ήταν δεκαπέντε ετών.[16] Στην περίοδο οπότε βρίσκεται στο Παρίσι περιορίζεται στην εικονογράφηση βιβλίων και περιοδικών. Όταν επιστρέφει στο Αϊβαλί και μετά πρόσφυγας στην Ελλάδα, θεματικά ασχολείται με προσωπογραφίες (όπως των λογοτεχνών Βάσου Δασκαλάκη, Δημοσθένη Βουτυρά, Μάρκο Αυγέρη, Νίκο Βέλμο, Μένο Φιλήντα) και το Άγιον Όρος και τοπία. Η τεχνοτροπία του είναι ασπρόμαυρη. Το 1923 επισκέπτεται το Άγιον Όρος που ως χώρος καλλιτεχνικής έκφρασης επηρέασε βαθύτατα τον Κόντογλου. [17]Στη διετία 1923-24 ζωγραφίζει ελάχιστα έργα με χρώμα: πορτραίτα (ο λογοτέχνης Στρατής Δούκας) και μια θρησκευτική σύνθεση, τη Βάπτιση, που αν η χρονολογία του 1923 είναι ακριβής, τότε πρόκειται για την πρώτη εικόνα του Κόντογλου.[18]

Η περίοδος της βυζαντινής χρωματουργίας

Από το 1926 ξεκινά συστηματικότερα τη χρήση χρωμάτων -εκτός από την εικονογράφηση βιβλίων όπου συνεχίζει την ασπρόμαυρη τεχνική- ενώ υιοθετώντας την τεχνική και τεχνοτροπία της βυζαντινής και μεταβυζαντινής παράδοσης και της λαϊκής τέχνης ζωγραφίζει κοσμικά θέματα.[19] Την περίοδο αυτή εικονογραφεί τη βιογραφία του Παύλου Μελά που συνέγραψε η Ναταλία Μελά και τα Παραμύθια-Εκλογή του Γεώργιου Μέγα. Επίσης φιλοτεχνεί τον τίτλο και τα κοσμήματα της Νέας Εστίας που τότε είχε πρωτοκυκλοφορήσει.[20] Τον περίοδο αυτή διακοσμεί τον Μητροπολιτικό ναό της Κιμώλου αποτελώντας τις πρώτες εικόνες για εκκλησία.[21]

Η δημιουργική δεκαετία 1930-1940

Το 1931 συνοδεύει τον αρχαιολόγο Αδαμάντιο Αδαμαντίου στη Σπάρτη και έρχεται έτσι σε επαφή με τη ρωμαϊκή ζωγραφική εμπλουτίζοντας τη θεματολογία του τόσο στους φορητούς πίνακες όσο και στο μνημειακό έργο του.[22].

Συγγραφικό έργο

Το στίγμα του έργου του

Αντιδρώντας στον εκδυτικισμό αγωνίστηκε για την επαναφορά της παραδοσιακής αγιογραφίας: μαζί με τον Κωστή Μπαστιά και τον Βασίλη Μουστάκη κυκλοφόρησαν το περιοδικό ΄΄Κιβωτός΄΄, όπου με άρθρα και φωτογραφικό υλικό ενίσχυαν τον αγώνα του Κόντογλου. Mια τέτοια προσπάθεια περιέκλειε και κάποια μειονεκτήματα: ο Κόντογλου κουβαλούσε από την περίοδο της μαθητείας του στο Παρίσι την αγάπη των Εμπρεσιονιστών για τις πρωτόγονες τέχνες και επιστρέφοντας στην Ελλάδα μελέτησε και αντέγραψε τα έργα της βυζαντινής ζωγραφικής με τέτοια κριτήρια. Έτσι η βυζαντινή εικόνα έπρεπε να είναι καθαρή και ανόθευτη από κάθε άλλη επίδραση. Ένα πνεύμα στρατεύσεως θα χαρακτηρίσει την δημιουργία του, καθώς «ο ίδιος μετά τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο θα γράψει πως αποφασίζει να αφιερώσει το τάλαντό του στο Χριστό», κάτι που απουσίαζε στους πρώτους Χριστιανούς και τους Βυζαντινούς. Γι΄αυτό και η ποιοτική διαφορά ανάμεσα στον προπολεμικό και τον μεταπολεμικό Κόντογλου.[23] Πριν τον πόλεμο θα εισηγηθεί στον Αναστάσιο Ορλάνδο, Διευθυντή της Υπηρεσίας αναστηλώσεως και συντηρήσεως αρχαίων και Βυζαντινών μνημείων του Υπουργείου Παιδείας, οι εκκλησίες να χτίζονται και να διακοσμούνται με τοιχογραφίες βυζαντινότροπες[24] Η τέχνη του Κοντογλου χαρακτηρίζεται από εικονιστική παραμόρφωση, έλλειψη προοπτικής, αντιρρεαλιστικά χρώματα, αφαιρετικότητα. Μορφολογικά αλλά και ως προς την εσωτερική έκφραση θυμίζουν πίνακες του ευρωπαϊκού εξπρεσιονισμού.[25]

Η πρόσληψη του Κόντογλου

Ο Κόντογλου έχει αντιμετωπισθεί λιγότερο ως λογοτέχνης και πιο πολύ ως «πνευματικός καθοδηγητής, ομολογητής της πίστεως ,ιδεολογικός ταγός, αρχηγός της ελληνορθόδοξης παράταξης»[26] Ο Κόντογλου έχει επίσης ταυτιστεί με την εκκλησιαστική ζωγραφική (του) γεγονός που οφείλεται και στο ότι μεγάλο μέρος της πριν από τον πόλεμο δημιουργίας του χάθηκε ή έμεινε κρυμμένο και ξεχασμένο σε συλλογές και σπίτια φίλων της νεότητάς του.[27]Έτσι σε έκθεση που πραγματοποιήθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη με θέμα Οι μεταμορφώσεις του μοντέρνου δεν συμπεριλαμβανόταν έργα του-παράλειψη συνειδητή που υπογράμμιζε την ιδιότητά του ως ζωγράφου εκκλησιαστικού.[28]

Επιδράσεις

Ο Κόντογλου «είναι ίσως από τους νεοέλληνες καλλιτέχνες ο μόνος που είχε τόσους μαθητές χωρίς να είναι καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών ή έστω να έχει ιδρύσει κάποια ιδιωτική σχολή ή Φροντιστήριο». Οι Γιάννης Τσαρούχης και Νίκος Εγγονόπουλος είναι οι παλιότεροι και κορυφαίοι ζωγράφοι της μεταπολεμικής περιόδου. Άλλοι άμεσοι μαθητές του είναι οι Κ. Γεωργακόπουλος, Σπ. Παπανικολάου, Π. Βαμπούλης, ο Γ. Χοχλιδάκης. Πολυάριθμοι είναι και οι έμμεσοι μαθητές του μέσω της Εκφράσεως, όπως ο Ράλλης Κοψίδης και Κ. Ξυνόπουλος. Στη νεώτερη γενιά των έμμεσων μαθητών του ανήκουν οι Γιάννης Μητράκας, ο πατήρ Σταμάτιος Σκλήρης και ο Γιάννης Κόρδης.[29]

Αποτίμηση της προσφοράς του

Σε σχέση με την λαϊκή τέχνη η προσφορά του Κόντογλου εντοπίζεται «στην όχι πλέον μουσειακή αντιμετώπιση, αλλά στην ένταξη μορφών της λαϊκής τέχνης ή διδαγμάτων της λαϊκής ζωγραφικής στη σύγχρονη δημιουργία»[30] Ως προς το αγιογραφικό έργο του συνέβαλε στην ανανέωση της θρησκευτικής εικονογραφίας, στον εμπλουτισμό των εκκλησιών με έργα νέας αντίληψης.[31]

Τιμητικές διακρίσεις

Το 1960 του απονέμεται ο Ταξιάρχης του Φοίνικος. [32]Τιμήθηκε με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1961 για το βιβλίο Έκφρασις της Ορθοδόξου Εικονογραφίας, με το Βραβείο «Πουρφίνα» της Ομάδας των Δώδεκα (1963) για το βιβλίο Το Αϊβαλί, η πατρίδα μου και με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.

Εργογραφία[33]

  • Ταξείδια σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και της Ανατολής, περιγραφικά του τί ακούμε από τα χρόνια των Βυζαντινών, των Φράγκων, των Βενετσάνων και των Τούρκων, 1928.
  • Ὁ θεός Κόνανος καί τό μοναστῆρι του τό λεγόμενο καταβύθιση, Νικολόπουλου, 1943.
  • Ἱστορίες καί περιστατικά κι' ἄλλα γραψίματα λογῆς λογῆς, Νικολόπουλου, 1944.
  • Ὁ κουρσάρος Πέδρο Καζᾶς, Γλάρος, 1944.
  • Ἓλληνας θαλασσινός στίς θάλασσες τῆς νοτιᾶς, Γλάρος, 1944.
  • Η Αφρική και οι θάλασσες της Νοτιάς, Γλάρος, 1944.
  • Οἱ ἀρχαῖοι ἄνθρωποι τῆς Ἀνατολῆς: Ἱστορία ἀληθινή, Νικολόπουλος, 1945.
  • Ἡμερολόγιον παιδικόν τοῦ 1949, Ἀποστολική Διακονία, 1949
  • Το Αϊβαλί, η πατρίδα μου, Παπαδημητρίου, 2000.
  • Παναγία και Υπεραγία: Η μετά τόκον παρθένος και μετά θάνατον ζώσα, Αρμός, 2000.
  • Γίγαντες ταπεινοί, Ακρίτας, 2000.
  • Το ασάλευτο θεμέλιο, επιμέλεια Κώστας Σαρδελής, Ακρίτας, 2000.
  • Μικρό Εορταστικό, Ακρίτας, 2000.
  • Ανέστη Χριστός: Η δοκιμασία του λογικού, Αρμός, 2001
  • Μυστικά άνθη: Ήγουν: Κείμενα γύρω από τις αθάνατες αξίες της ορθόδοξης ζωής, Παπαδημητρίου, 2001
  • Χριστού γέννησις: Το φοβερόν μυστήριον, Αρμός, 2001
  • Για να πάρουμε μια ιδέα περί ζωγραφικής, Αθήνα : Αρμός, 2002.
  • Σκληρό τάμα, εικονογράφηση Γιώργου Κόρδη, Αρμός, 2003.
  • Το πάρσιμο της Πόλης, εικονογράφηση Σταμάτης Μπονάτσος, Ακρίτας, 2003.
  • Ταξιδευτές κι ονειροπόλοι, επιμέλεια Νίκος Αγνάντος, Ακρίτας, 2005.

Παραπομπές

  1. Οι χρονολογίες γέννησής τους κυμαίνονται από το 1892 έως το 1897 στα διάφορα βιογραφικά σημειώματα που δίνει ο ίδιος αλλά και άλλοι που έγραψαν γι' αυτό. Το 1895 το δηλώνει ο ίδιος σε αυτόγραφο σημείωμά του. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 15
  2. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 15-16
  3. Βιοεργογραφικό σημείωμα στο: Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Αθήνα, 1978, σελ. 8
  4. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 16
  5. Βιοεργογραφικό σημείωμα στο: Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Αθήνα, 1978, σελ. 8
  6. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.18
  7. Βιοεργογραφικό σημείωμα στο: Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Αθήνα, 1978, σελ. 8
  8. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.44
  9. Νίκος Ζίας, «Κόντογλου Φώτης», Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών 16ος-20ος αι., τομ.2, εκδ. Μέλισσα, 1998, σελ.241
  10. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.48
  11. Ιωσήφ Βιβιλάκης, «Χρονολόγιο Φώτη Κόντογλου» στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.30
  12. Ιωσήφ Βιβιλάκης, «Χρονολόγιο Φώτη Κόντογλου» στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.32
  13. Δημήτρης Βλαχοδήμος, «Ο γλυκύτατος Κόντογλου (σκέψεις με αφορμή δύο κριτικά κείμενα)», Νέα Εστία, τχ. 1788, (Απρίλιος 2006), σελ.728
  14. Ιωσήφ Βιβιλάκης, «Χρονολόγιο Φώτη Κόντογλου» στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ28
  15. Δημήτρης Βλαχοδήμος, «Ο γλυκύτατος Κόντογλου (σκέψεις με αφορμή δύο κριτικά κείμενα)», Νέα Εστία, τχ. 1788, (Απρίλιος 2006), σελ.730
  16. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 28
  17. Μιλτιάδης Παπανικολάου, Ιστορία της τέχνης στην Ελλάδα. Ζωγραφική και γλυπτική του 20ου αιώνα,εκδ.Αδάμ, 1999,σελ. 130
  18. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.35, 37
  19. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 39
  20. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.40, 42, 43
  21. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.44
  22. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.53
  23. π. Σταμάτης Σκλήρης, Φόβος και ελευθερία στο λειτούργημα της εικονογραφίας, Σύναξη, τ/χ.82,(Απρίλιος-Ιούνιος 2002),σελ.32
  24. Μανώλης Χατζηδάκης, ΄΄Η Βυζαντινή Αθήνα΄΄-συνέντευξη, Σύναξη, τ/χ.16,(Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1985),σελ.17
  25. Μιλτιάδης Παπανικολάου, Ιστορία της τέχνης στην Ελλάδα. Ζωγραφική και γλυπτική του 20ου αιώνα,εκδ.Αδάμ, 1999, σελ. 132
  26. Σταύρος Ζουμπουλάκης,«Η σημερινή εκδοτική εικόνα του Φώτη Κόντογλου, Νέα Εστία, τχ. 1783 (Νοέμβριος 2005), σελ.829
  27. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ. 27
  28. Νίκος Ζίας, «Φώτης Κόντογλου, ζωγράφος: τριάντα χρόνια μετά το θάνατό του», στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.240
  29. Νίκος Ζίας, «Φώτης Κόντογλου, ζωγράφος: τριάντα χρόνια μετά το θάνατό του», στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.244-245
  30. Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991, σελ.40
  31. Μιλτιάδης Παπανικολάου, Ιστορία της τέχνης στην Ελλάδα. Ζωγραφική και γλυπτική του 20ου αιώνα,εκδ.Αδάμ, 1999, σελ. 131
  32. Ιωσήφ Βιβιλάκης, «Χρονολόγιο Φώτη Κόντογλου» στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.32
  33. Ο φιλόλογος Σταύρος Ζουμπουλάκης επισημαίνει την απογοητευτική κατάσταση που επικρατεί στην πλειονότητα των εκδόσεων των έργων του Κόντογλου (Ακρίτας, Αρμός και Παπαδημητρίου) καθώς δεν σημειώνεται στα περισσότερα από τα έργα του, ή συναγωγές άρθρων του η ημερομηνία της πρώτης τους δημοσίευσης γεγονός που δυσχεραίνει την μελέτη της εξέλιξης του έργου του. Σταύρος Ζουμπουλάκης,«Η σημερινή εκδοτική εικόνα του Φώτη Κόντογλου, Νέα Εστία, τχ. 1783 (Νοέμβριος 2005), σελ.825-829

Πηγές

  • π. Σταμάτης Σκλήρης, Φόβος και ελευθερία στο λειτούργημα της εικονογραφίας, Σύναξη, τ/χ.82,(Απρίλιος-Ιούνιος 2002),σελ.26-33,ιδ.31-32
  • Δημήτρης Βλαχοδήμος, «Ο γλυκύτατος Κόντογλου (σκέψεις με αφορμή δύο κριτικά κείμενα)», Νέα Εστία, τχ. 1788, (Απρίλιος 2006), σελ.719-731
  • Σταύρος Ζουμπουλάκης,«Η σημερινή εκδοτική εικόνα του Φώτη Κόντογλου, Νέα Εστία, τχ. 1783 (Νοέμβριος 2005), σελ.825-829
  • Νίκος Ζίας, «Κόντογλου Φώτης», Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών 16ος-20ος αι., τομ.2, εκδ. Μέλισσα, 1998, σελ.241-246
  • Νίκος Ζίας, Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1991
  • Νίκος Ζίας, «Φώτης Κόντογλου, ζωγράφος: τριάντα χρόνια μετά το θάνατό του», στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.237-247
  • Ιωσήφ Βιβιλάκης, «Χρονολόγιο Φώτη Κόντογλου» στο: Ιωσήφ Βιβιλάκης επιμ., Φώτης Κόντογλους Εν εικόνι διαπορευόμενος-Εκατό χρόνια από την γέννηση και τριάντα από την κοίμησή του,εκδ.Ακρίτας, Αθήνα, 1995, σελ.19-33
  • Μιλτιάδης Παπανικολάου, Ιστορία της τέχνης στην Ελλάδα. Ζωγραφική και γλυπτική του 20ου αιώνα,εκδ.Αδάμ, 1999
  • Βιοεργογραφικό σημείωμα στο: Φώτης Κόντογλου, εκδ.Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Αθήνα, 1978

Βιβλιογραφία

  • Μαρία Καζαμία-Τσέρνου, Ο Κόντογλου υπομνηματίζει τον Κόντογλου, Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής-τμ.Θεολογίας, Θεσσ/ίκης, τομ.15 (2005),σελ.65-118
  • Ιφιγένεια Μποτουροπούλου, «Ο Φώτης Κόντογλου μεταφραστής του Μολιέρου», Πρακτικά Β΄ Πανελληνίου Θεατρολογικού Συνεδρίου Σχέσεις του Νεοελληνικού Θεάτρου με το ευρωπαϊκό, περ. Παράβασις, 2004, σελ. 323-334
  • Μάνος Στεφανίδης, «Φώτης Κόντογλου. Ένας μη δυτικός μοντερνισμός.», στο: του ιδίου, Μικρή Πινακοθήκη.Πρόσωπα,κρίσεις και αξίες της νεοελληνικής τέχνης, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα, 2002, σελ.46-51

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

  • Νίκος Ζίας, Ο Φώτης Κόντογλου και η Νεοελληνική Ζωγραφική, [1]