Κοινοτισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
επεξεργασία
ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΊΑ
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Ο '''κοινοτισμός''' ως πολιτειακό σύστημα για πρώτη φορά στην παγκόσμια πολιτική ιστορία εφαρμόστηκε στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία και συνδέθηκε με την άμεση δημοκρατία (508π.Χ.-326π.Χ), σύμφωνα με τον [[Καραβίδα Κωνσταντίνο]], τον [[Κορνήλιο Καστοριάδη]], το [[Χρήστο Γιανναρά]] και το [[Θεόδωρο Ζιάκα]]. Ο '''κοινοτισμός''' αποτελεί την κατά δήμο, κατά περιφέρεια και κατά κράτος καθολική λήψη αποφάσεων από τους πολίτες μέσα από θεσμούς που έχουν δημιουργηθεί από τους ίδιους τους πολίτες (κοινοτικές πολιτικοοικονομικές δομές και αρχές, δημοψηφίσματα και συνελεύσεις). Πρόκειται δηλαδή για την μόνη ιστορικά εκδοχή '''εφαρμοσμένης άμεσης δημοκρατίας''', επειδή προσλαμβάνει την αμεσοδημοκρατική οργάνωση σε κάθε μορφή πολιτειακής κοινότητας (χωριό, δήμος, περιφέρεια, κράτος, κοινοπολιτεία). Ο '''κοινοτισμός''' εδραιώνεται στις "πόλεις-κράτη" της ελληνικής κλασσικής εποχής και με τον ερχομό της ελληνιστικής περιόδου φθίνει ως πολιτική πρακτική μέχρι την παρακμή του κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Κατά την μέση βυζαντινή όμως περίοδο αρχίζει να ακμάζει πάλι μέσα από τις οργανωμένες κοινότητες φθάνοντας στο απόγειο κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Το 1833 και επίσημα ο βασιλιάς Όθωνας καταργεί κάθε μορφή κοινοτισμού προκρίνοντας ένα συγκεντρωτικού τύπου ελληνικό κράτος.
Ο '''κοινοτισμός''' ως πολιτειακό σύστημα για πρώτη φορά στην παγκόσμια πολιτική ιστορία εφαρμόστηκε στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία και συνδέθηκε με την άμεση δημοκρατία (508π.Χ.-326π.Χ), σύμφωνα με τον [[Καραβίδα Κωνσταντίνο]], τον [[Κορνήλιο Καστοριάδη]], το [[Χρήστο Γιανναρά]] και το [[Θεόδωρο Ζιάκα]]. Ο '''κοινοτισμός''' αποτελεί την κατά δήμο, κατά περιφέρεια και κατά κράτος καθολική λήψη αποφάσεων από τους πολίτες μέσα από θεσμούς που έχουν δημιουργηθεί από τους ίδιους τους πολίτες (κοινοτικές πολιτικοοικονομικές δομές και αρχές, δημοψηφίσματα και συνελεύσεις). Πρόκειται δηλαδή για την μόνη ιστορικά εκδοχή '''εφαρμοσμένης άμεσης δημοκρατίας''', επειδή προσλαμβάνει την αμεσοδημοκρατική οργάνωση σε κάθε μορφή πολιτειακής κοινότητας (χωριό, δήμος, περιφέρεια, κράτος, κοινότητα κρατικών οντοτήτων). Ο '''κοινοτισμός''' εδραιώνεται στις "πόλεις-κράτη" της ελληνικής κλασσικής εποχής και με τον ερχομό της ελληνιστικής περιόδου φθίνει ως πολιτική πρακτική μέχρι την παρακμή του κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Κατά την μέση βυζαντινή όμως περίοδο αρχίζει να ακμάζει πάλι μέσα από τις οργανωμένες κοινότητες φθάνοντας στο απόγειο κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Το 1833 και επίσημα ο βασιλιάς Όθωνας καταργεί κάθε μορφή κοινοτισμού προκρίνοντας ένα συγκεντρωτικού τύπου ελληνικό κράτος.


Στα νεωτερικά χρόνια στην Ευρώπη ο '''κοινοτισμός ''' συνδέθηκε με τελείως διαφορετικές αφετηρίες. Ο κοινοτισμός έλαβε δύο διαφορετικές ταυτότητες στη νεότερη εποχή. Από τη μια συνδέθηκε με την νεωτερική πολιτική έννοια του αναρχισμού (ελευθεριακός κοινοτισμός) που αναδείχθηκε κατά τον διαφωτισμό προωθώντας μια κοινωνία χωρίς αγορά και κράτος, και από την άλλη συνδέθηκε με κοινωνιολογικές προσεγγίσεις που αφορούν τη σύγκρουση πολιτιστικών κοινοτήτων. Ειδικότερα:
Στα νεωτερικά χρόνια στην Ευρώπη ο '''κοινοτισμός ''' συνδέθηκε με τελείως διαφορετικές αφετηρίες. Ο κοινοτισμός έλαβε δύο διαφορετικές ταυτότητες στη νεότερη εποχή. Από τη μια συνδέθηκε με την νεωτερική πολιτική έννοια του αναρχισμού (ελευθεριακός κοινοτισμός) που αναδείχθηκε κατά τον διαφωτισμό προωθώντας μια κοινωνία χωρίς αγορά και κράτος, και από την άλλη συνδέθηκε με κοινωνιολογικές προσεγγίσεις που αφορούν τη σύγκρουση πολιτιστικών κοινοτήτων. Ειδικότερα:

Έκδοση από την 14:09, 20 Δεκεμβρίου 2014

Ο κοινοτισμός ως πολιτειακό σύστημα για πρώτη φορά στην παγκόσμια πολιτική ιστορία εφαρμόστηκε στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία και συνδέθηκε με την άμεση δημοκρατία (508π.Χ.-326π.Χ), σύμφωνα με τον Καραβίδα Κωνσταντίνο, τον Κορνήλιο Καστοριάδη, το Χρήστο Γιανναρά και το Θεόδωρο Ζιάκα. Ο κοινοτισμός αποτελεί την κατά δήμο, κατά περιφέρεια και κατά κράτος καθολική λήψη αποφάσεων από τους πολίτες μέσα από θεσμούς που έχουν δημιουργηθεί από τους ίδιους τους πολίτες (κοινοτικές πολιτικοοικονομικές δομές και αρχές, δημοψηφίσματα και συνελεύσεις). Πρόκειται δηλαδή για την μόνη ιστορικά εκδοχή εφαρμοσμένης άμεσης δημοκρατίας, επειδή προσλαμβάνει την αμεσοδημοκρατική οργάνωση σε κάθε μορφή πολιτειακής κοινότητας (χωριό, δήμος, περιφέρεια, κράτος, κοινότητα κρατικών οντοτήτων). Ο κοινοτισμός εδραιώνεται στις "πόλεις-κράτη" της ελληνικής κλασσικής εποχής και με τον ερχομό της ελληνιστικής περιόδου φθίνει ως πολιτική πρακτική μέχρι την παρακμή του κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Κατά την μέση βυζαντινή όμως περίοδο αρχίζει να ακμάζει πάλι μέσα από τις οργανωμένες κοινότητες φθάνοντας στο απόγειο κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Το 1833 και επίσημα ο βασιλιάς Όθωνας καταργεί κάθε μορφή κοινοτισμού προκρίνοντας ένα συγκεντρωτικού τύπου ελληνικό κράτος.

Στα νεωτερικά χρόνια στην Ευρώπη ο κοινοτισμός συνδέθηκε με τελείως διαφορετικές αφετηρίες. Ο κοινοτισμός έλαβε δύο διαφορετικές ταυτότητες στη νεότερη εποχή. Από τη μια συνδέθηκε με την νεωτερική πολιτική έννοια του αναρχισμού (ελευθεριακός κοινοτισμός) που αναδείχθηκε κατά τον διαφωτισμό προωθώντας μια κοινωνία χωρίς αγορά και κράτος, και από την άλλη συνδέθηκε με κοινωνιολογικές προσεγγίσεις που αφορούν τη σύγκρουση πολιτιστικών κοινοτήτων. Ειδικότερα:

  1. Στη Γαλλία του 1800 και ειδικότερα μετά την Κομμούνα των Παρισίων του 1871, οι οπαδοί αυτής της Κομμούνας χαρακτηρίζονταν κομμουναλιστές και η γενικότερη δραστηριότητά τους κομμουναλισμός. Από τη χρήση αυτή προέρχεται και η σημερινή αναφορά στον ελευθεριακό κοινοτισμό ως κομμουναλισμό.
  2. Στην Αγγλία στην αρχή του 20ου αιώνα ο όρος αυτός έλαβε την ερμηνεία του φαινομένου της σύγκρουσης κοινωνικών ομάδων με σαφείς πολιτισμικές διαφορές που δρουν στην ίδια περιοχή. Η διαφορετικότητα των συγκρουόμενων αυτών κοινοτήτων προσδιορίζονταν ως προς τη φυλή, τη γλώσσα, το θρήσκευμα, ή την κουλτούρα. Στις περιπτώσεις αυτές οι κοινότητες εμφανίζονται στη πολιτική σκηνή με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που αποτελούν τον κυρίαρχο συνδετικό κρίκο των μελών τους.

Έτσι ο όρος κομμουναλισμός στη δεύτερη περίπτωση επικράτησε να αφορά το αναγνωρισμένο δικαίωμα χωριστής εκπροσώπησης κοινωνικών ομάδων, π.χ. θρησκευτικών (μουσουλμάνων, εβραίων, ινδουιστών κλπ), οι οποίες στη συνέχεια είναι πιθανόν να συγκρουστούν. Με αυτή τη σημασία αποδόθηκε κατά τις αγγλικές μεταρρυθμίσεις Μόρλεϋ - Μίντο του 1909 η εμφάνιση τέτοιων αντίπαλων ομάδων στην Ινδία, Κεϋλάνη, Παλαιστίνη, Βόρεια Ιρλανδία, μέχρι και τον Καναδά. Τέτοιες ομάδες είναι δυνατόν να καταφύγουν σε εξτρεμιστικές και βίαιες μεθόδους.

Δείτε επίσης

Πηγές

  • "Ο νεοελληνικός κοινοτισμός και η ελληνική κοινοτική παράδοση", συγγραφέας: Νικόλαος Πανταζόπουλος
  • "Λεξικό Κοινωνικών Επιστημών" τομ.2ος, σελ.479-480