Άγιος Σάββας ο Ηγιασμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Malcolm77 (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Malcolm77 (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
[[Image:SabbastheSanctified.jpg|right|thumb|300px]]
[[Image:SabbastheSanctified.jpg|right|thumb]]
Ο '''Σάββας ο Ηγιασμένος'''(* τον Ιανουάριο του [[439]] στην [[Μουταλάσκη]], σήμερα προάστειο της Καισάρειας· † 5 Δεκεμβρίου [[532]], κοντά στα [[Ιεροσόλυμα]]) ήταν [[Καππαδοκία|Καππαδόκης]] μοναχός και ασκήτής ο οποίος έζησε στον 5ο και στις αρχές του 6ου αιώνα μ.Χ.
Ο '''Σάββας ο Ηγιασμένος'''(* τον Ιανουάριο του [[439]] στην [[Μουταλάσκη]], σήμερα προάστειο της Καισάρειας· † 5 Δεκεμβρίου [[532]], κοντά στα [[Ιεροσόλυμα]]) ήταν [[Καππαδοκία|Καππαδόκης]] μοναχός και ασκήτής ο οποίος έζησε στον 5ο και στις αρχές του 6ου αιώνα μ.Χ.


== Βίος ==
== Βίος ==
Ο '''Σάββας ο Ηγιασμένος''' γεννήθηκε στην [[Μουταλάσκη]] της [[Καππαδοκία|Καππαδοκίας]] το [[439]] και δεκαοκτώ ετών πήγε στην [[Ιερουσαλήμ]]. Εκεί ο [[Ευθύμιος ο Μεγάλος]] θα τον οδηγήσει στο [[κοινόβιο]] του Θεόκτιστου. Το [[473]] κι αφού πεθάνει ο Ευθύμιος ακολούθησε τον ερημιτισμό. Στη συνέχεια και καθώς υποχρεώθηκε να γίνει κληρικός από τον [[Σαλλούστιος Ιεροσολύμων|Σαλλούστιο Ιεροσολύμων]] ανέλαβε και τη διοίκηση των κοινοβίων και λαυρών. Θα ιδρύσει διάφορα κοινόβια και λαύρες : με πιο γνωστά το κοινόβιο της ''Μεγάλης Λαύρας'' (ή ''Mar Saka'') το [[483]] δέκα χιλιόμετρα ανατολικά της [[Βηθλεέμ]], και το του Σπηλαίου. Συνολικά θα ιδρύσει τέσσερις λαύρες, έξι μοναστήρια, και τέσσερα άσυλα.<ref>Γεώργιος Φλορόφσκυ, Οι Βυζαντινοί ασκητικοί και πνευματικοί πατέρες, μτφρ. Παναγιώτη Πάλλη, εκδ. Π. Πουρναράς , Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 208.</ref>
Ο '''Σάββας ο Ηγιασμένος''' γεννήθηκε στην [[Μουταλάσκη]] της [[Καππαδοκία|Καππαδοκίας]] το [[439]] και δεκαοκτώ ετών πήγε στην [[Ιερουσαλήμ]]. Εκεί ο [[Ευθύμιος ο Μεγάλος]] θα τον οδηγήσει στο [[κοινόβιο]] του Θεόκτιστου. Το [[473]] κι αφού πεθάνει ο Ευθύμιος ακολούθησε τον ερημιτισμό. Στη συνέχεια και καθώς υποχρεώθηκε να γίνει κληρικός από τον [[Σαλλούστιος Ιεροσολύμων|Σαλλούστιο Ιεροσολύμων]] ανέλαβε και τη διοίκηση των κοινοβίων και λαυρών. Θα ιδρύσει διάφορα κοινόβια και λαύρες : με πιο γνωστά το κοινόβιο της ''Μεγάλης Λαύρας'' (ή ''Mar Saba'') το [[483]] δέκα χιλιόμετρα ανατολικά της [[Βηθλεέμ]], και το του Σπηλαίου. Συνολικά θα ιδρύσει τέσσερις λαύρες, έξι μοναστήρια, και τέσσερα άσυλα.<ref>Γεώργιος Φλορόφσκυ, Οι Βυζαντινοί ασκητικοί και πνευματικοί πατέρες, μτφρ. Παναγιώτη Πάλλη, εκδ. Π. Πουρναράς , Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 208.</ref>
[[File:Marsava.jpg|thumb|left|Η Μεγάλη Λαύρα Σάββα του Ηγιασμένου της [[Δυτική Όχθη|Δυτικής Όχθης]], [[Παλαιστίνη]]]]
[[File:4825-20080121-1028UTC--mar-saba-st-sabas-relics.jpg|thumb|Τα λείψανα του Σάββα του Ηγιασμένου στην Μεγάλη Λάυρα ]]


Ο Σάββας θα εμπλακεί και στις θεολογικές διαμάχες της εποχής του ενεργά και θα υποστηρίξει τις αποφάσεις της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου κατά των [[Μονοφυσιτισμός|Μονοφυσιτών]] και κατά των [[Ωριγένης|Ωριγενιστών]]. Μάλιστα θα μεταβεί και δύο φορές στην [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία|Βυζαντινή]] πρωτεύουσα με σκοπό να υποστηρίξει Εκκλησιαστικά ζητήματα: η πρώτη φορά ήταν το [[501]] και συνάντησε τον αυτοκράτορα [[Αναστάσιος Δίκορος|Αναστάσιο]] και τη δεύτερη , το [[531]] τον [[Ιουστινιανός|Ιουστινιανό]]. Η δεύτερη αυτή επίσκεψή του συνδεόταν με τις καταστροφές που οι [[Σαμαρείτες]] είχαν επιφέρει σε χριστιανικούς ναούς μετά από εξέγερσή τους που εκδηλώθηκε στα [[529]] επειδή αντιδρούσαν στον βίαιο εκχριστιανισμό τους:<ref> Robert Browning, «Μέτρα εναντίον των εθνικών και των αιρετικών μειονοτήτων», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. Ζ’ (1978), σελ. 158–159.</ref> Όταν έφτασε στην [[Κωνσταντινούπολη]] του απηύθυνε αίτημα για να ενισχύσει οικονομικά την ανοικοδόμηση και αποκατάσταση των κατεστραμμένων από την Σαμαρειτική εξέγερση ναών, να βοηθήσει τους χειμαζόμενους χριστιανικούς πληθυσμούς , να ιδρύσει νοσοκομείο στην Ιερουσαλήμ και να χτίσει κάστρο στην έρημο όπου θα προσέφευγαν για να προστατευτούν οι μοναχοί από τις ληστρικές επιθέσεις των Σαρακηνών. <ref> Φώτιος Παπανικολάου, Η έρημος και η πόλη στην ασκητική γραμματεία των τριών πρώτων αιώνων, εκδ. Π. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, σελ. 341–342.</ref>
Ο Σάββας θα εμπλακεί και στις θεολογικές διαμάχες της εποχής του ενεργά και θα υποστηρίξει τις αποφάσεις της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου κατά των [[Μονοφυσιτισμός|Μονοφυσιτών]] και κατά των [[Ωριγένης|Ωριγενιστών]]. Μάλιστα θα μεταβεί και δύο φορές στην [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία|Βυζαντινή]] πρωτεύουσα με σκοπό να υποστηρίξει Εκκλησιαστικά ζητήματα: η πρώτη φορά ήταν το [[501]] και συνάντησε τον αυτοκράτορα [[Αναστάσιος Δίκορος|Αναστάσιο]] και τη δεύτερη , το [[531]] τον [[Ιουστινιανός|Ιουστινιανό]]. Η δεύτερη αυτή επίσκεψή του συνδεόταν με τις καταστροφές που οι [[Σαμαρείτες]] είχαν επιφέρει σε χριστιανικούς ναούς μετά από εξέγερσή τους που εκδηλώθηκε στα [[529]] επειδή αντιδρούσαν στον βίαιο εκχριστιανισμό τους:<ref> Robert Browning, «Μέτρα εναντίον των εθνικών και των αιρετικών μειονοτήτων», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. Ζ’ (1978), σελ. 158–159.</ref> Όταν έφτασε στην [[Κωνσταντινούπολη]] του απηύθυνε αίτημα για να ενισχύσει οικονομικά την ανοικοδόμηση και αποκατάσταση των κατεστραμμένων από την Σαμαρειτική εξέγερση ναών, να βοηθήσει τους χειμαζόμενους χριστιανικούς πληθυσμούς , να ιδρύσει νοσοκομείο στην Ιερουσαλήμ και να χτίσει κάστρο στην έρημο όπου θα προσέφευγαν για να προστατευτούν οι μοναχοί από τις ληστρικές επιθέσεις των Σαρακηνών. <ref> Φώτιος Παπανικολάου, Η έρημος και η πόλη στην ασκητική γραμματεία των τριών πρώτων αιώνων, εκδ. Π. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, σελ. 341–342.</ref>

Όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά ο Φώτης Παπανικολάου, ο άγιος Σάββας διέθετε κύρος, πνευματική ακτινοβολία, ασκητικά κατορθώματα, ήταν άνθρωπος εμπιστοσύνης, ο αυτοκράτορας με τη σύζυγό του επιζητούσαν την ευλογία και τις προρρήσεις του, όλα αυτά συνέτειναν στο να είναι «ο καταλληλότερος για να μεσολαβήσει στον αυτοκράτορα για τη λύση των προβλημάτων των κατοίκων της Παλαιστίνης και ο μόνος που θα μπορούσε να τον καθοδηγήσει στην άσκηση της κοινωνικής του πολιτικής.»<ref>Όπ. π., σελ. 344.</ref><ref>Τελικά ο αυτοκράτορας θα αναθέσει στον στρατιωτικό διοικητή της Παλαιστίνης Σούμμο να εποπτεύσει την ανέγερση νοσοκομείου δυναμικότητας εκατό κλινών, ναού και κάστρου όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα φρουρά, όπ.π., σελ.342</ref> Μόλις επέστρεψε ο Σάββας από την τελευταία του επίσκεψη πέθανε σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών στις [[5 Δεκεμβρίου]] του [[532]]. Την ίδια ημέρα εορτάζεται και η μνήμη του.
Όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά ο Φώτης Παπανικολάου, ο άγιος Σάββας διέθετε κύρος, πνευματική ακτινοβολία, ασκητικά κατορθώματα, ήταν άνθρωπος εμπιστοσύνης, ο αυτοκράτορας με τη σύζυγό του επιζητούσαν την ευλογία και τις προρρήσεις του, όλα αυτά συνέτειναν στο να είναι «ο καταλληλότερος για να μεσολαβήσει στον αυτοκράτορα για τη λύση των προβλημάτων των κατοίκων της Παλαιστίνης και ο μόνος που θα μπορούσε να τον καθοδηγήσει στην άσκηση της κοινωνικής του πολιτικής.»<ref>Όπ. π., σελ. 344.</ref><ref>Τελικά ο αυτοκράτορας θα αναθέσει στον στρατιωτικό διοικητή της Παλαιστίνης Σούμμο να εποπτεύσει την ανέγερση νοσοκομείου δυναμικότητας εκατό κλινών, ναού και κάστρου όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα φρουρά, όπ.π., σελ.342</ref> Μόλις επέστρεψε ο Σάββας από την τελευταία του επίσκεψη πέθανε σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών στις [[5 Δεκεμβρίου]] του [[532]]. Την ίδια ημέρα εορτάζεται και η μνήμη του.



Έκδοση από την 11:52, 5 Δεκεμβρίου 2012

Ο Σάββας ο Ηγιασμένος(* τον Ιανουάριο του 439 στην Μουταλάσκη, σήμερα προάστειο της Καισάρειας· † 5 Δεκεμβρίου 532, κοντά στα Ιεροσόλυμα) ήταν Καππαδόκης μοναχός και ασκήτής ο οποίος έζησε στον 5ο και στις αρχές του 6ου αιώνα μ.Χ.

Βίος

Ο Σάββας ο Ηγιασμένος γεννήθηκε στην Μουταλάσκη της Καππαδοκίας το 439 και δεκαοκτώ ετών πήγε στην Ιερουσαλήμ. Εκεί ο Ευθύμιος ο Μεγάλος θα τον οδηγήσει στο κοινόβιο του Θεόκτιστου. Το 473 κι αφού πεθάνει ο Ευθύμιος ακολούθησε τον ερημιτισμό. Στη συνέχεια και καθώς υποχρεώθηκε να γίνει κληρικός από τον Σαλλούστιο Ιεροσολύμων ανέλαβε και τη διοίκηση των κοινοβίων και λαυρών. Θα ιδρύσει διάφορα κοινόβια και λαύρες : με πιο γνωστά το κοινόβιο της Μεγάλης ΛαύραςMar Saba) το 483 δέκα χιλιόμετρα ανατολικά της Βηθλεέμ, και το του Σπηλαίου. Συνολικά θα ιδρύσει τέσσερις λαύρες, έξι μοναστήρια, και τέσσερα άσυλα.[1]

Η Μεγάλη Λαύρα Σάββα του Ηγιασμένου της Δυτικής Όχθης, Παλαιστίνη
Τα λείψανα του Σάββα του Ηγιασμένου στην Μεγάλη Λάυρα

Ο Σάββας θα εμπλακεί και στις θεολογικές διαμάχες της εποχής του ενεργά και θα υποστηρίξει τις αποφάσεις της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου κατά των Μονοφυσιτών και κατά των Ωριγενιστών. Μάλιστα θα μεταβεί και δύο φορές στην Βυζαντινή πρωτεύουσα με σκοπό να υποστηρίξει Εκκλησιαστικά ζητήματα: η πρώτη φορά ήταν το 501 και συνάντησε τον αυτοκράτορα Αναστάσιο και τη δεύτερη , το 531 τον Ιουστινιανό. Η δεύτερη αυτή επίσκεψή του συνδεόταν με τις καταστροφές που οι Σαμαρείτες είχαν επιφέρει σε χριστιανικούς ναούς μετά από εξέγερσή τους που εκδηλώθηκε στα 529 επειδή αντιδρούσαν στον βίαιο εκχριστιανισμό τους:[2] Όταν έφτασε στην Κωνσταντινούπολη του απηύθυνε αίτημα για να ενισχύσει οικονομικά την ανοικοδόμηση και αποκατάσταση των κατεστραμμένων από την Σαμαρειτική εξέγερση ναών, να βοηθήσει τους χειμαζόμενους χριστιανικούς πληθυσμούς , να ιδρύσει νοσοκομείο στην Ιερουσαλήμ και να χτίσει κάστρο στην έρημο όπου θα προσέφευγαν για να προστατευτούν οι μοναχοί από τις ληστρικές επιθέσεις των Σαρακηνών. [3]

Όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά ο Φώτης Παπανικολάου, ο άγιος Σάββας διέθετε κύρος, πνευματική ακτινοβολία, ασκητικά κατορθώματα, ήταν άνθρωπος εμπιστοσύνης, ο αυτοκράτορας με τη σύζυγό του επιζητούσαν την ευλογία και τις προρρήσεις του, όλα αυτά συνέτειναν στο να είναι «ο καταλληλότερος για να μεσολαβήσει στον αυτοκράτορα για τη λύση των προβλημάτων των κατοίκων της Παλαιστίνης και ο μόνος που θα μπορούσε να τον καθοδηγήσει στην άσκηση της κοινωνικής του πολιτικής.»[4][5] Μόλις επέστρεψε ο Σάββας από την τελευταία του επίσκεψη πέθανε σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών στις 5 Δεκεμβρίου του 532. Την ίδια ημέρα εορτάζεται και η μνήμη του.

Παραπομπές

  1. Γεώργιος Φλορόφσκυ, Οι Βυζαντινοί ασκητικοί και πνευματικοί πατέρες, μτφρ. Παναγιώτη Πάλλη, εκδ. Π. Πουρναράς , Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 208.
  2. Robert Browning, «Μέτρα εναντίον των εθνικών και των αιρετικών μειονοτήτων», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. Ζ’ (1978), σελ. 158–159.
  3. Φώτιος Παπανικολάου, Η έρημος και η πόλη στην ασκητική γραμματεία των τριών πρώτων αιώνων, εκδ. Π. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, σελ. 341–342.
  4. Όπ. π., σελ. 344.
  5. Τελικά ο αυτοκράτορας θα αναθέσει στον στρατιωτικό διοικητή της Παλαιστίνης Σούμμο να εποπτεύσει την ανέγερση νοσοκομείου δυναμικότητας εκατό κλινών, ναού και κάστρου όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα φρουρά, όπ.π., σελ.342

Πηγές

  • Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία', τομ. Ε’, εκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 391–392.
  • Γεώργιος Φλορόφσκυ, Οι Βυζαντινοί ασκητικοί και πνευματικοί πατέρες, μτφρ. Παναγιώτη Πάλλη, εκδ. Π. Πουρναράς , Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 207–208.
  • Φώτιος Παπανικολάου, Η έρημος και η πόλη στην ασκητική γραμματεία των τριών πρώτων αιώνων, εκδ. Π. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, σελ. 341–344.