Αντικειμενική αξία ακινήτου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ To "Αντικειμενικές αξίες" μετακινήθηκε στο "Αντικειμενική αξία ακινήτου": ενικός + ακριβέστερα
διορθώσεις-προσθήκες
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Οι '''αντικειμενικές αξίες''' είναι ένα minimum της αξίας που μπορεί να έχει ένα ακίνητο (γήπεδο ή οικόπεδο) σε μία συναλλαγή, ώστε να δύναται να παρακολουθεί η Εφορία το αντίτιμο που δηλώνει ο αγοραστής του ακινήτου και να υπάρχει καλύτερη πληροφόρηση των μερών της συναλλαγής. Εκδίδονται από το [[Υπουργείο Οικονομικών]] και διαφοροποιούνται ανάλογα με τις ζώνες στις οποίες χωρίζεται ένας Δήμος. Το κέντρο του Δήμου συνήθως συγκεντρώνει και τις υψηλότερες αξίες λόγω της εμπορικότητάς του, αν και είναι πολλά τα παραδείγματα στους μεγάλους σε έκταση δήμους, όπου απομονωμένες συνοικίες διαμορφώνουν ξεχωριστό στυλ δόμησης και δημογραφικά-οικονομικοκοινωνικά χαρακτηριστικά, συγκεντρώνοντας ακόμη μεγαλύτερες αξίες. Αν δε αυτές οι συνοικίες μπουν και στο σχέδιο πόλεως του Δήμου (π.χ. αν πάψουν να θεωρούνται δασική έκταση) τότε η αξία τους κινείται προς τα επάνω.
Η '''αντικειμενική αξία ακινήτου''' είναι ένα αμάχητο [[φορολογία|φορολογικό]] τεκμήριο της αξίας ενός [[ακίνητο|ακινήτου]]. Οι αντικειμενικές αξίες εκδίδονται από το [[Υπουργείο Οικονομικών]] και διαφοροποιούνται ανάλογα με την τοποθεσία του ακινήτου. Ακόμη και εντός του ίδιου [[Δήμος|Δήμου]] μπορεί να υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τις ζώνες στις οποίες χωρίζεται ένας Δήμος. Το κέντρο του Δήμου συνήθως συγκεντρώνει και τις υψηλότερες αξίες λόγω της εμπορικότητάς του, αν και είναι πολλά τα παραδείγματα στους μεγάλους σε έκταση δήμους, όπου απομονωμένες συνοικίες διαμορφώνουν ξεχωριστό στυλ δόμησης και δημογραφικά-οικονομικοκοινωνικά χαρακτηριστικά, συγκεντρώνοντας ακόμη μεγαλύτερες αξίες.


Κύρια λειτουργία των αντικειμενικών αξιών είναι η αποφυγή της [[φοροδιαφυγή|φοροδιαφυγής]] κατά την [[πώληση]] ή [[δωρεά]] ακινήτων. Κατά την κατάρτιση των συμβάσεων αυτών οφείλει να καταβάλλεται στην Εφορία φόρος ανάλογα με την αξία του ακινήτου, όπως αυτή αποτυπώνεται στο [[συμβόλαιο]]. Συχνά όμως τα μέρη συμφωνούν στην αναγραφή [[εικονικότητα|εικονικού]] τιμήματος στο συμβόλαιο, ώστε να καταβάλουν μικρότερο φόρο και μικρότερα συμβολαιογραφικά έξοδα και έξοδα [[μεταγραφή|μεταγραφής]]. Με τη θέσπιση των αντικειμενικών αξιών ορίζεται από το κράτος το κατώτατο όριο της αξίας που μπορεί να έχει ένα ακίνητο σε μία συναλλαγή, ώστε να δύναται να παρακολουθεί η Εφορία το αντίτιμο που δηλώνει ο αγοραστής του ακινήτου και να υπάρχει καλύτερη πληροφόρηση των μερών της συναλλαγής.
Οι αντικειμενικές αξίες δεν ανταποκρίνονται πάντα στην πραγματική αξία της συναλλαγής, καθώς δύναται ο αγοραστής να είναι καλά πληροφορημένος και πρόθυμος να δώσει ένα υψηλότερο αντίτιμο από αυτό που προσδιορίζει η Εφορία ως ελάχιστο σύμμφωνα με τα δεδομένα της αγοράς. Για παράδειγμα μπορεί να έχει καθυστερήσει η Εφορία να αναπροσαρμόσει τις αξίες μιας περιοχής προς τα επάνω μετά από κάποιο έργο παραδείγματος χάριν που έχει αναβαθμίσει την περιοχή και να μην ανταποκρίνεται στα πραγματικά δεδομένα, όμως να αποτελεί την ελάχιστη τιμή που οφείλουν ο αγοραστής και ο πωλητής να προσδιορίζουν στο συμβόλαιο που υπογράφουν.

Οι αντικειμενικές αξίες δεν ανταποκρίνονται παρ' όλα αυτά πάντα στην πραγματική αξία της συναλλαγής, αφού στη πράξη είναι πάντα χαμηλότερες από την πραγματική αξία του ακινήτου. Επίσης αποτελούν απλώς τεκμήριο για φορολογικούς λόγους: δεν εμποδίζονται τα μέρη να συμφωνήσουν υψηλότερο τίμημα και να καταβάλουν υψηλότερο φόρο. Αν συμφωνήσουν όμως χαμηλότερο της αντικειμενικής αξίας τίμημα, θα καταβάλουν τον φόρο που αναλογεί στην αντικειμενική αξία.


Σε περιοχές που είναι εκτός σχεδίου πόλεως οι αξίες εκτιμώνται συγκριτικά (από πώληση διπλανού οικοπέδου και σύγκριση των χαρακτηριστικών τους.)
Σε περιοχές που είναι εκτός σχεδίου πόλεως οι αξίες εκτιμώνται συγκριτικά (από πώληση διπλανού οικοπέδου και σύγκριση των χαρακτηριστικών τους.)

Έκδοση από την 08:59, 4 Ιανουαρίου 2007

Η αντικειμενική αξία ακινήτου είναι ένα αμάχητο φορολογικό τεκμήριο της αξίας ενός ακινήτου. Οι αντικειμενικές αξίες εκδίδονται από το Υπουργείο Οικονομικών και διαφοροποιούνται ανάλογα με την τοποθεσία του ακινήτου. Ακόμη και εντός του ίδιου Δήμου μπορεί να υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τις ζώνες στις οποίες χωρίζεται ένας Δήμος. Το κέντρο του Δήμου συνήθως συγκεντρώνει και τις υψηλότερες αξίες λόγω της εμπορικότητάς του, αν και είναι πολλά τα παραδείγματα στους μεγάλους σε έκταση δήμους, όπου απομονωμένες συνοικίες διαμορφώνουν ξεχωριστό στυλ δόμησης και δημογραφικά-οικονομικοκοινωνικά χαρακτηριστικά, συγκεντρώνοντας ακόμη μεγαλύτερες αξίες.

Κύρια λειτουργία των αντικειμενικών αξιών είναι η αποφυγή της φοροδιαφυγής κατά την πώληση ή δωρεά ακινήτων. Κατά την κατάρτιση των συμβάσεων αυτών οφείλει να καταβάλλεται στην Εφορία φόρος ανάλογα με την αξία του ακινήτου, όπως αυτή αποτυπώνεται στο συμβόλαιο. Συχνά όμως τα μέρη συμφωνούν στην αναγραφή εικονικού τιμήματος στο συμβόλαιο, ώστε να καταβάλουν μικρότερο φόρο και μικρότερα συμβολαιογραφικά έξοδα και έξοδα μεταγραφής. Με τη θέσπιση των αντικειμενικών αξιών ορίζεται από το κράτος το κατώτατο όριο της αξίας που μπορεί να έχει ένα ακίνητο σε μία συναλλαγή, ώστε να δύναται να παρακολουθεί η Εφορία το αντίτιμο που δηλώνει ο αγοραστής του ακινήτου και να υπάρχει καλύτερη πληροφόρηση των μερών της συναλλαγής.

Οι αντικειμενικές αξίες δεν ανταποκρίνονται παρ' όλα αυτά πάντα στην πραγματική αξία της συναλλαγής, αφού στη πράξη είναι πάντα χαμηλότερες από την πραγματική αξία του ακινήτου. Επίσης αποτελούν απλώς τεκμήριο για φορολογικούς λόγους: δεν εμποδίζονται τα μέρη να συμφωνήσουν υψηλότερο τίμημα και να καταβάλουν υψηλότερο φόρο. Αν συμφωνήσουν όμως χαμηλότερο της αντικειμενικής αξίας τίμημα, θα καταβάλουν τον φόρο που αναλογεί στην αντικειμενική αξία.

Σε περιοχές που είναι εκτός σχεδίου πόλεως οι αξίες εκτιμώνται συγκριτικά (από πώληση διπλανού οικοπέδου και σύγκριση των χαρακτηριστικών τους.)