Μίλαν Κούντερα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
- σύνδεσμος σε ανύπαρκτο αρχείο
Γραμμή 51: Γραμμή 51:
Στις 13 Οκτωβρίου του 2008, η τσέχικη εβδομαδιαία εφημερίδα "Respekt" δημοσίευσε έρευνα που διεξήγαγε το "Τσέχικο Ινστιτούτο Σπουδών Ολοκληρωτικών Καθεστώτων" [8], η οποία φέρει το Μίλαν Κούντερα ως καταγγέλλοντα στην αστυνομία έναν νεαρό πιλότο, τον Μίροσλαβ Ντβοράτσεκ [9]. Η έρευνα βασίστηκε σε αστυνομικό αρχείο του 1950 το οποίο ανέφερε ως πληροφοριοδότη τον "Μίλαν Κούντερα, γεννηθέντα 1.4.1929". Ως θύμα της επακόλουθης σύλληψης υποδεικνυόταν ο Μίροσλαβ Ντβοράτσεκ, ο οποίος φερόταν να άφησε την Τσεχοσλοβακία κατόπιν εντολής να καταταχθεί στο πεζικό απαλλασσόμενος από τα καθήκοντά του στην Αεροπορική Ακαδημία και επέστρεψε στην Τσεχοσλοβακία ως δυτικός κατάσκοπος [9]. Ο Ντβοράτσεκ επέστρεψε μυστικά μέσω του φεγγίτη στο φοιτητικό θάλαμο της Ίβα Μιλίτκα, ερωμένης ενός φίλου του. Η Μιλίτκα έβγαινε και αργότερα παντρεύτηκε με κάποιον συμμαθητή, τον Ιβάν Ντλασκ ο οποίος γνώριζε τον Κούντερα [9]. Τα αστυνομικά αρχεία της εποχής αναφέρουν ότι η Μιλίτκα ανέφερε την παρουσία του Ντβοράτσεκ στην πόλη, πρώτα στον Ντλασκ, εκείνος στον Κούντερα κι εκείνος τελικά στην αστυνομία [9]. Παρόλο που η κομμουνιστική εισαγγελία ζήτησε την θανατική ποινή του Ντβοράτσεκ, εκείνος τελικά καταδικάστηκε σε 22 χρόνια φυλάκισης, του εκδικάστηκε πρόστιμο 10,000 κορώνες για καταπάτηση περιουσίας, του αφαιρέθηκαν τα πολιτικά δικαιώματα. Τελικά εξέτισε 14 χρόνια καταναγκαστικής εργασίας σε κομουνιστικό στρατόπεδο και σε ορυχείο ουρανίου έως και την αποφυλάκισή του [10].
Στις 13 Οκτωβρίου του 2008, η τσέχικη εβδομαδιαία εφημερίδα "Respekt" δημοσίευσε έρευνα που διεξήγαγε το "Τσέχικο Ινστιτούτο Σπουδών Ολοκληρωτικών Καθεστώτων" [8], η οποία φέρει το Μίλαν Κούντερα ως καταγγέλλοντα στην αστυνομία έναν νεαρό πιλότο, τον Μίροσλαβ Ντβοράτσεκ [9]. Η έρευνα βασίστηκε σε αστυνομικό αρχείο του 1950 το οποίο ανέφερε ως πληροφοριοδότη τον "Μίλαν Κούντερα, γεννηθέντα 1.4.1929". Ως θύμα της επακόλουθης σύλληψης υποδεικνυόταν ο Μίροσλαβ Ντβοράτσεκ, ο οποίος φερόταν να άφησε την Τσεχοσλοβακία κατόπιν εντολής να καταταχθεί στο πεζικό απαλλασσόμενος από τα καθήκοντά του στην Αεροπορική Ακαδημία και επέστρεψε στην Τσεχοσλοβακία ως δυτικός κατάσκοπος [9]. Ο Ντβοράτσεκ επέστρεψε μυστικά μέσω του φεγγίτη στο φοιτητικό θάλαμο της Ίβα Μιλίτκα, ερωμένης ενός φίλου του. Η Μιλίτκα έβγαινε και αργότερα παντρεύτηκε με κάποιον συμμαθητή, τον Ιβάν Ντλασκ ο οποίος γνώριζε τον Κούντερα [9]. Τα αστυνομικά αρχεία της εποχής αναφέρουν ότι η Μιλίτκα ανέφερε την παρουσία του Ντβοράτσεκ στην πόλη, πρώτα στον Ντλασκ, εκείνος στον Κούντερα κι εκείνος τελικά στην αστυνομία [9]. Παρόλο που η κομμουνιστική εισαγγελία ζήτησε την θανατική ποινή του Ντβοράτσεκ, εκείνος τελικά καταδικάστηκε σε 22 χρόνια φυλάκισης, του εκδικάστηκε πρόστιμο 10,000 κορώνες για καταπάτηση περιουσίας, του αφαιρέθηκαν τα πολιτικά δικαιώματα. Τελικά εξέτισε 14 χρόνια καταναγκαστικής εργασίας σε κομουνιστικό στρατόπεδο και σε ορυχείο ουρανίου έως και την αποφυλάκισή του [10].


Έπειτα από τη δημοσίευση της "Respekt" (στην οποία αναφέρεται ότι ο Μίλαν Κούντερα δεν είχε γνωρίσει ποτέ τον Ντβοράτσεκ), ο Κούντερα αρνήθηκε την κατηγορία της κατάδοσης [10], αναφέροντας δεν τον γνώρισε ποτέ καθώς κι ότι δεν μπορούσε καν να θυμηθεί τη γνωριμία του με την Μιλίτκα. Η δηλώσεις του εξαγγέλθηκαν στην Τσεχία και έχουν μεταφραστεί (παραφρασμένα και συντομογραφικά) στην αγγλική γλώσσα [11]. Στις 14 Οκτωβρίου του 2008, η Υπηρεσία Σωμάτων Ασφαλείας της Τσεχίας απέκκλησε ενδεχόμενο να είναι πλαστά τα αστυνομικά αρχεία της εν λόγω έρευνας αλλά αρνήθηκε να προβεί οποιεσδήποτε επεξηγήσεις [12]. Ο Βότσεκ Ρίπκα, του "Τσέχικου Ινστιτούτου Σπουδών Ολοκληρωτικών Καθεστώτων" ανέφερε σχετικά "υπάρχουν δύο ειδών εμπεριστατωμένων αποδείξεων, η έκθεση της αστυνομίας και τα σχετικά έγγραφα της, αλλά φυσικά δεν μπορούμε να είμαστε 100% βέβαιοι. Εκτός κι αν αναζητήσουμε τους επιζήσαντες αναμεμειγμένους, πράγμα που δυστυχώς είναι αδύνατον, το θέμα δεν θα μπορεί να ολοκληρωθεί". Επίσης προσέθεσε ότι η υπογραφή της αστυνομικής έκθεσης ταιριάζει με το όνομα εργαζόμενου στο αντίστοιχο τμήμα των Σωμάτων Ασφαλείας αλλά λείπει το αστυνομικό πρωτόκολλο [12].)
Έπειτα από τη δημοσίευση της "Respekt" (στην οποία αναφέρεται ότι ο Μίλαν Κούντερα δεν είχε γνωρίσει ποτέ τον Ντβοράτσεκ), ο Κούντερα αρνήθηκε την κατηγορία της κατάδοσης [10], αναφέροντας δεν τον γνώρισε ποτέ καθώς κι ότι δεν μπορούσε καν να θυμηθεί τη γνωριμία του με την Μιλίτκα. Οι δηλώσεις του εξαγγέλθηκαν στην Τσεχία και έχουν μεταφραστεί (παραφρασμένα και συντομογραφικά) στην αγγλική γλώσσα [11]. Στις 14 Οκτωβρίου του 2008, η Υπηρεσία Σωμάτων Ασφαλείας της Τσεχίας απέκκλησε ενδεχόμενο να είναι πλαστά τα αστυνομικά αρχεία της εν λόγω έρευνας αλλά αρνήθηκε να προβεί οποιεσδήποτε επεξηγήσεις [12]. Ο Βότσεκ Ρίπκα, του "Τσέχικου Ινστιτούτου Σπουδών Ολοκληρωτικών Καθεστώτων" ανέφερε σχετικά "υπάρχουν δύο ειδών εμπεριστατωμένων αποδείξεων, η έκθεση της αστυνομίας και τα σχετικά έγγραφα της, αλλά φυσικά δεν μπορούμε να είμαστε 100% βέβαιοι. Εκτός κι αν αναζητήσουμε τους επιζήσαντες αναμεμειγμένους, πράγμα που δυστυχώς είναι αδύνατον, το θέμα δεν θα μπορεί να ολοκληρωθεί". Επίσης προσέθεσε ότι η υπογραφή της αστυνομικής έκθεσης ταιριάζει με το όνομα εργαζόμενου στο αντίστοιχο τμήμα των Σωμάτων Ασφαλείας αλλά λείπει το αστυνομικό πρωτόκολλο [12].)


Ο Ντοβοράτσεκ έχει νωπές τις μνήμες και θεωρεί ακόμα ότι προδόθηκε από την Ίβα Μιλίτκα. Η σύζυγός του αμφισβητεί τις "αποδείξεις εναντίον του Μίλαν Κούντερα [13]. Ο Ντλασκ που φέρεται από το αστυνομικό δελτίο να ανέφερε στον Κούντερα την παρουσία του Ντβοράτσεκ στην πόλη, πέθανε το 1990. Είχε αναφέρει στη γυναίκα του, Μιλίτκα, τη γνωστοποίησή του στον Κούντερα για την άφιξη του Ντβοράτσεκ [14]. Δύο μέρες μετά την ευρεία κυκλοφορία του δημοσιεύματος, μια πτυχή της ιστορίας εκτέθηκε από τον ιστορικό λογοτεχνίας Ζντένεκ Πέσατ. Καθ' αυτήν, ως πληροφοριοδότης αναφέρετε ο Ντλασκ ο οποίος του είχε προσωπικά εκμυστηρευτεί την πράξη του" [15]. Ο Πεσάτ, ο οποίος ήταν εκείνη την εποχή μέλος ενός παρακλαδιού του Τσεχοσλοβάκικου Κομουνιστικού Κόμματος ανέφερε την πεποίθησή του ότι ο Ντλασκ κατέδωσε τον Ντβοράτσεκ ούτως ώστε να προστατέψει την κοπέλα του από τις συνέπειες της επαφής της με κάποιον πράκτορα-προβοκάτορα [15]. Το γεγονός ότι ως όνομα του πληροφοριοδότη στην έκθεση της αστυνομίας αναφέρεται το όνομα του Κούντερα, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο εκείνος να πληροφόρησε την αστυνομία (και όχι το παρακλάδι του Τσεχοσλοβάκικου Κομμουνιστικού Κόμματος) ξεχωριστά από τον Ντλασκ.
Ο Ντοβοράτσεκ έχει νωπές τις μνήμες και θεωρεί ακόμα ότι προδόθηκε από την Ίβα Μιλίτκα. Η σύζυγός του αμφισβητεί τις "αποδείξεις εναντίον του Μίλαν Κούντερα [13]. Ο Ντλασκ που φέρεται από το αστυνομικό δελτίο να ανέφερε στον Κούντερα την παρουσία του Ντβοράτσεκ στην πόλη, πέθανε το 1990. Είχε αναφέρει στη γυναίκα του, Μιλίτκα, τη γνωστοποίησή του στον Κούντερα για την άφιξη του Ντβοράτσεκ [14]. Δύο μέρες μετά την ευρεία κυκλοφορία του δημοσιεύματος, μια πτυχή της ιστορίας εκτέθηκε από τον ιστορικό λογοτεχνίας Ζντένεκ Πέσατ. Καθ' αυτήν, ως πληροφοριοδότης αναφέρετε ο Ντλασκ ο οποίος του είχε προσωπικά εκμυστηρευτεί την πράξη του" [15]. Ο Πεσάτ, ο οποίος ήταν εκείνη την εποχή μέλος ενός παρακλαδιού του Τσεχοσλοβάκικου Κομουνιστικού Κόμματος ανέφερε την πεποίθησή του ότι ο Ντλασκ κατέδωσε τον Ντβοράτσεκ ούτως ώστε να προστατέψει την κοπέλα του από τις συνέπειες της επαφής της με κάποιον πράκτορα-προβοκάτορα [15]. Το γεγονός ότι ως όνομα του πληροφοριοδότη στην έκθεση της αστυνομίας αναφέρεται το όνομα του Κούντερα, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο εκείνος να πληροφόρησε την αστυνομία (και όχι το παρακλάδι του Τσεχοσλοβάκικου Κομμουνιστικού Κόμματος) ξεχωριστά από τον Ντλασκ.

Έκδοση από την 21:01, 13 Δεκεμβρίου 2011

Ο Μίλαν Κούντερα (Milan Kundera) είναι Τσέχος συγγραφέας με γαλλική υπηκοότητα. Γεννήθηκε στις 1 Απριλίου του 1929 στο Μπρνο της πρώην Τσεχοσλοβακίας και ζει στη Γαλλία από το 1975. Έγινε ιδιαίτερα γνωστός με τα έργα του "Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι", "Το Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης" και "Το Αστείο". Έχει συγγράψει τόσο στην τσέχικη όσο και στη γαλλική γλώσσα ενώ επιμελείται προσωπικά όλες τις γαλλικές μεταφράσεις των βιβλίων του προσδίδοντάς τους ισχύ πρωτοτύπου και όχι μεταφρασμένου έργου. Κατόπιν λογοκρισίας, η κυκλοφορία των έργων του ήταν απαγορευμένη στη γεννέτειρά του έως και την πτώση της Κομμουνιστικής κυβέρνησης κατά τη Βελούδινη Επανάσταση του 1989.

Βιογραφία

Ο Κούντερα γεννήθηκε την 1η Απριλίου του 1929, σε μία μεσοαστική και ιδιαίτερα καλλιεργημένη οικογένεια στο Μπρνο της Τσεχοσλοβακίας. Ο πατέρας του, Λούντβιχ Κούντερα (1891-1971), ήταν σημαντικός μουσικολόγος και πιανίστας, μαθητής του μεγάλου συνθέτη Λέος Γιάνατσεκ (Leoš Janáček). Ο Μίλαν διδάχθηκε πιάνο από τον πατέρα του και αργότερα σπούδασε μουσικολογία και σύνθεση. Έτσι, μουσικολογικές επιρροές εμφανίζονται συχνά στο έργο του. όπως στο βιβλίο του "Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι" στο οποίο ενθέτει πεντάγραμμα με μελωδίες του Μπετόβεν ως εκφραστικό μέσο μιας συγκεκριμένης ψυχολογικής κατάστασης. Ο Κούντερα ολοκλήρωσε τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του στο Μπρνο το 1948 και έπειτα σπούδασε Λογοτεχνία και Αισθητική στη Σχολή Τεχνών του Πανεπιστημίου του Καρόλου στην Πράγα. Έπειτα από δύο ακαδημαϊκούς κύκλους μετεγγράφηκε στη Σχολή Κινηματογράφου της Ακαδημίας Θεάματος της Πράγας και αρχικά παρακολούθησε διαλέξεις επάνω στη σκηνοθεσία και στη σεναριογραφία. Ο ίδιος ανήκε σε μια γενιά νεαρών Τσέχων που διαθέτοντας ελάχιστη έως ανύπαρκτη τριβή με την προπολεμική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας, η ιδεολογία τους επηρεάστηκε δραστικά από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Γερμανική κατοχή. Ήδη από τα εφηβικά του χρόνια ο Κούντερα εισήχθη στο Κομμουνιστικό Κόμμα τη Τσεχοσλοβακίας με ενεργή κοινωνική και πολιτική δράση η οποία, το 1950, οδήγησε στην απότομη παύση των ακαδημαϊκών σπουδών του. Την ίδια χρονιά ο Μίλαν Κούντερα και ο συγγραφέας Ζαν Τρεφούλκα εκδιώχθηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα με την κατηγορία των "αντικομματικών δραστηριοτήτων". Αργότερα, το 1962, ο Τρεφούλκα θα περιγράψει το γεγονός στη νουβέλα του Happiness Rained On Them ενώ το 1967 και ο ίδιος ο Κούντερα θα εμπνευστεί και θα βασίσει εκεί το κύριο θέμα του μυθιστορήματός του Το Αστείο.

Με την αποφοίτησή του, το 1952, ο Κούντερα, προσελήφθη από τη Σχολή Κινηματογράφου ως εισηγητής στην Παγκόσμια Λογοτεχνία. Το 1956 επανεντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα και απεβλήθη για δεύτερη φορά το 1970. Μαζί με άλλους συγγραφείς της κομμουνιστικής μεταρρύθμισης, όπως ο Πάβελ Κόχουτ, είχε μερική ανάμειξη στην Άνοιξη της Πράγας, του 1965. Η σύντομη αυτή περίοδος μεταρρυθμιστικής δράσης κατεστάλη βίαια από τη Σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία τον Αύγουστο του 1968.

Ο Κούντερα παρέμεινε για μερικά έτη ακόμα προσκείμενος στον μεταρρυθμιστικό τσέχικο κομμουνισμό και παράλληλα συγκρούστηκε σφόδρα, μέσω του τύπου, με τον συμπατριώτη του συγγραφέα Βάτσλαβ Χάβελ. Η συλλογιστική του Κούντερα πρότεινε κατά βάση ότι θα έπρεπε να κυριαρχήσει η ψυχραιμία, αναφέροντας ότι "κανένας δεν φυλακίζεται, ακόμα, για τις απόψεις του" και ισχυριζόμενος ότι "η σπουδαιότητα του Φθινοπώρου της Πράγας ίσως τελικά να αποβεί ιστορικά σημαντικότερη από εκείνη της Άνοιξης της Πράγας". Εν τέλει ο Κούντερα παραιτήθηκε από τα μεταρρυθμιστικό του όραμα και μετακόμισε στη Γαλλία το 1975. Δίδαξε για λίγα χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Ρεν [2][3] και πολιτογραφήθηκε ως Γάλλος το 1981.[4]

Λογοτεχνική πορεία

Αρχικά, ο Κούντερα συνέγραψε στην τσέχικη γλώσσα αλλά από το 1993 και έπειτα χρησιμοποίησε τη γαλλική. Μεταξύ 1985 και 1987 ανέλαβε την επιμέλεια της μετάφρασης στη γαλλική των αρχικών έργων του με αποτέλεσμα, εκείνα να ενέχουν θέση αυθεντικού έργου και όχι μεταφρασμένου. Τα βιβλία του Κούντερα έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.

Παρόλο που το πρώιμο ποιητικό του έργο θεωρείται ισχυρά προκομμουνιστικό [5], τα μυθιστορήματά του του δεν εγκλωβίζονται σε ιδεολογικές ταξινομήσεις. Ο πολιτικός σχολιασμός εκλείπει ολικά (εξαιρουμένης της βαθύτερης φιλοσοφικής στοχαστικής), με εφαλτήριο το βιβλίο του "Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι". Ο ίδιος έχει επανειλημμένα τονίσει τη λογοτεχνική του ταυτότητά του ως μυθιστοριογράφος παρά ως πολιτικός συγγραφέας. Η μυθοπλασία του, συνυφασμένη με φιλοσοφική παρέκβαση και ισχυρά επηρεασμένη από τη γραφή του Ρόμπερτ Μιούζιλ και τη φιλοσοφία του Νίτσε[3], απαντάται επίσης σε συγγραφείς όπως ο Αλέν Ντε Μποτόν και ο Άνταμ Θίργουελ. Ο Μίλαν Κούντερα, όπως συχνότατα σημειώνει, ανασύρει τις επιροές του όχι μόνο από αναγεννησιακούς συγγραφείς όπως ο Τζιοβάνι Μποκάτσιο και ο Φρανσουά Ραμπελέ αλλά επίσης από τους Λώρενς Στερν, Χένρι Φίλντινγκ, Ντενί Ντιντερό, Ρομπέρ Μιούζιλ, Βίτολντ Γκόμπροβιτς, Χέρμαν Βροχ, Φραντς Κάφκα, Μάρτιν Χάιντεγκερ και ίσως ισχυρότερα από τον Μιγκέλ ντε Θερβάντες με του οποίου την κληρονομιά θεωρεί ότι ταυτίζεται περισσότερο.

Το Αστείο

Στο πρώτο του μυθιστόρημα, "Το Αστείο", εξέθεσε σατυρικά τη φύση του ολοκληρωτισμού της κομμουνιστικής περιόδου και καυτηρίασε την Σοβιετική εισβολή του 1968. Το γεγονός αυτό τον οδήγησε στη "μαύρη λίστα" της Τσεχοσλοβακίας όπως και στην απαγόρευση του λογοτεχνικού του έργου.

Το Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης

Το 1975 ο Μίλαν Κούντερα μετακόμισε στη Γαλλία όπου και εξέδωσε το 1979 το μυθιστόρημα "Το Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης". Στο έργο του αυτό παροτρύνει του Τσέχους πολίτες να αντισταθούν στο κομμουνιστικό καθεστώς παραθέτοντας ποικίλους τρόπους. Λογοτεχνικά, πρόκειται για μια ασυνήθιστη μίξη μυθιστορήματος, συλλογής μικρών ιστοριών και προσωπικών ονειροπολήσεων του ίδιου και φέρεται ως χαρακτηριστικό του συγγραφικού του ύφος κατά τη διάρκεια της εξορίας του. Οι κριτικοί της λογοτεχνίας έχουν επισημάνει την ειρωνεία του γεγονότος πως η Τσεχοσλοβακία στην οποία αναφέρετο ο Κούντερα "λόγω του ιστορικού πολιτικού επαναπροσδιορισμού, δεν είναι ακριβώς εκεί" το οποίο ομοιάζει με το θέμα του "είδους εξαφάνισης κι επανεμφάνισης" το οποίο ο συγγραφέας εξερευνά στο βιβλίο.[6]

Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι

Το 1984 εκδίδει το γνωστότερο δημιούργημα του, "Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι" στο οποίο χρονικογραφεί την εύθραυστη φύση της μοίρας του ατόμου ως μονάδα, ισχυριζόμενος πως η μοναδική ανθρώπινη ζωή είναι ασήμαντη υπό το Νιτσεϊκό πρίσμα της αυτούσιας αιώνιας επανάληψής της εντός ενός άπειρου σύμπαντος.

Το 1988, ο Αμερικανός σκηνοθέτης Φίλιπ Κάουφμαν δημιούργησε την κινηματογραφική εκδοχή του βιβλίου. Το αποτέλεσμα, ενώ θεωρήθηκε γενικά επιτυχημένο ενόχλησε αρκετά το συγγραφέα με αποτέλεσμα να απαγορεύσει τις διασκευές στα μυθιστορήματά του.

Άθανασία

Το 1990 ο Κούντερα κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά "Άθανασία", το τελευταίο γραμμένο στην τσέχικη γλώσσα. Πρόκειται για το περισσότερο κοσμοπολίτικο, σαφέστερα φιλοσοφικό και ελάχιστα πολιτικό σε σχέση με τα προηγούμενα έργα του ενώ παράλληλα ορίζει το ευρύτερο ύφος της μετέπειτα δημιουργίας του.

Συγγραφικό ύφος και φιλοσοφία

Οι χαρακτήρες του Κούντερα, σχεδόν καθ' ολοκληρίαν, αναγνωρίζονται ως πλάσματα της φαντασίας του. Ενδιαφέρεται περισσότερο για τις λέξεις και τις σκέψεις τον χαρακτήρων του παρά για την εξωτερική τους εμφάνιση. Ο ίδιος παραθέτει σε πρώτο πρόσωπο τον σχολιασμό των χαρακτήρων του μέσα σε εντελώς τριτοπρόσωπα γραμμένες ιστορίες. Στο μη-μυθοπλαστικό βιβλίο του " Η Τέχνη του Μυθιστορήματος" τονίζει ότι η φαντασία του αναγνώστη αυτόματα ολοκληρώνει την εικόνα του συγγραφέα ενώ εκείνος, ως δημιουργός, επικεντρώνεται μόνο στον αναγκαίο βαθμό καθώς η φυσική παρουσία δεν είναι χαρακτηριστική στην κατανόηση του χαρακτήρα. Έτσι, για τον Κούντερα, το αναγκαίο ενδέχεται να αποφεύγει την κατάδειξη της φυσικής παρουσία, ακόμα και του εσωτερικού κόσμου των χαρακτήρων του. Κάποιες φορές πάλι, ένα συγκεκριμένο γνώρισμα ίσως αποτελέσει την εστία της ιδιοσυγκρασίας του χαρακτήρα.

Ο Φρανσουά Ρικάρντ ισχυρίζεται ότι ο Κούντερα λειτουργεί στο σύνολο του έργου του περισσότερο με ένα ενιαίο πρίσμα παρά με σεναριακή αυτοτέλεια στο κάθε δημιούργημά του. Η θεματική καθώς και οι επεκτάσεις της εμπεριέχονται σ' αυτό το γενικό όραμα. Κάθε νέο βιβλίο εκδηλώνει την πιο πρόσφατη θέση της προσωπικής του φιλοσοφίας. Και κάποιες από τις επεκτάσεις αυτές αφορούν στην εξορία, στη ζωή πέρα από δεδομένες έννοιες όπως η αγάπη, η τέχνη, η σοβαρότητα, στην ιστορία ως μια συνεχή επανάληψη και στην ευχαρίστηση που μπορεί να περιέχει μια λιγότερο "σημαντική" ζωή. (François Ricard, 2003)

Αρκετοί από τους χαρακτήρες του Κούντερα προβάλλονται ως παράγωγα τέτοιων επεκτάσεων ολοκληρωτικά αναπτυσσόμενων στο σύνολο της ανθρωπότητας. Οι ιδιαιτερότητες των χαρακτήρων φαίνονται ασαφείς, ενώ συχνά άνω του ενός κύριοι χαρακτήρες χρησιμοποιούνται, ακόμα και στο σημείο της πλήρους διακοπής της παρουσίας του ενός και της συνέχειας της πλοκής με κάποιον καινοφανή.

Όπως ο Φίλιπ Ροθ έχει αναφέρει σε συνέντευξή του στο "The Village Voice": "Η ενδόμυχη ζωή γίνεται κατανοητή υπό μια θεώρησή της ως το προσωπικό μυστικό του καθενός, ως πολύτιμη και ως η βάση της μοναδικότητάς του."

Τα πρώιμα μυθιστορήματα του Κούντερα εξερευνούν το δίπολο τραγικότητας και κωμικότητας του ολοκληρωτισμού, παρόλ' αυτά ο ίδιος δεν τα χαρακτηρίζει ως φέροντα πολιτικό σχολιασμό, σχολιάζοντας πως "Η καταδίκη του ολοκληρωτισμού δεν αξίζει ένα μυθιστόρημα".

Κατά τον Μεξικανό μυθιστοριογράφο Κάρλος Φουέντες, ο Κούντερα "βρίσκει ενδιαφέρουσα την ομοιότητα μεταξύ του ολοκληρωτισμού και του αμνημονεύτου όσο και συναρπαστικού οράματος μιας εναρμονισμένης κοινωνίας όπου η προσωπική και κοινωνική ζωή ταυτίζονται υπό μια μοναδική θέληση και μοίρα..." Η εξερεύνηση του μαύρου χιούμορ μας τέτοιας φαύλης ομοιότητας θέματος, φαίνεται βαθιά επηρεασμένη από τον επίσης Τσεχοσλοβάκο μυθιστοριογράφο, Φραντς Κάφκα.

Ο Κούντερα αυτοπροσδιορίζεται ως μυθιστοριογράφος χωρίς μήνυμα. Για παράδειγμα, στην "Τέχνη του Μυθιστορήματος", μιας συλλογής από δοκίμια του ανακαλεί ένα περιστατικό με κάποιον Σκανδιναβό εκδότη, διστακτικό στην προοπτική της έκδοσης του μυθιστορήματος "Αποχαιρετιστήριο Πάρτυ" εξαιτίας του διαφαινόμενου μηνύματος κατά των εκτρώσεων. Ο συγγραφέας εξηγεί πως όχι μόνο ο εκδότης εσφαλμένα προσέδωσε μήνυμα στο έργο αλλά και ότι ο ίδιος "...είναι ευτυχής με την παρεξήγηση. Είχα επιτύχει ως μυθιστοριογράφος. Είχα επιτύχει στη συντήρηση της ηθικής ασάφειας της περίστασης. Είχα μείνει πιστός στην ουσία της τέχνης του μυθιστορήματος: στην ειρωνεία. Και η ειρωνεία δε δίνει δεκάρα για μηνύματα!"

Ο Κούντερα είχε επίσης παρεμβάλει στο έργο του θέματα σχετικά με τη μουσική, αναλύοντας την Τσέχικη παραδοσιακή μουσική παραθέτωντας τη διαδρομή απ' τον Λέος Γιανάτσεκ έως τον Μπέλα Μπάρτοκ. Ευρύτερα στη γραφή του εισάγει μουσικά αποσπάσματα στο κείμενο (για παράδειγμα στο βιβλίο του "Το Αστείο"), ή συζητά περί του Σένμπεργκ και της Ατονικότητας.

Διώξεις

Στις 13 Οκτωβρίου του 2008, η τσέχικη εβδομαδιαία εφημερίδα "Respekt" δημοσίευσε έρευνα που διεξήγαγε το "Τσέχικο Ινστιτούτο Σπουδών Ολοκληρωτικών Καθεστώτων" [8], η οποία φέρει το Μίλαν Κούντερα ως καταγγέλλοντα στην αστυνομία έναν νεαρό πιλότο, τον Μίροσλαβ Ντβοράτσεκ [9]. Η έρευνα βασίστηκε σε αστυνομικό αρχείο του 1950 το οποίο ανέφερε ως πληροφοριοδότη τον "Μίλαν Κούντερα, γεννηθέντα 1.4.1929". Ως θύμα της επακόλουθης σύλληψης υποδεικνυόταν ο Μίροσλαβ Ντβοράτσεκ, ο οποίος φερόταν να άφησε την Τσεχοσλοβακία κατόπιν εντολής να καταταχθεί στο πεζικό απαλλασσόμενος από τα καθήκοντά του στην Αεροπορική Ακαδημία και επέστρεψε στην Τσεχοσλοβακία ως δυτικός κατάσκοπος [9]. Ο Ντβοράτσεκ επέστρεψε μυστικά μέσω του φεγγίτη στο φοιτητικό θάλαμο της Ίβα Μιλίτκα, ερωμένης ενός φίλου του. Η Μιλίτκα έβγαινε και αργότερα παντρεύτηκε με κάποιον συμμαθητή, τον Ιβάν Ντλασκ ο οποίος γνώριζε τον Κούντερα [9]. Τα αστυνομικά αρχεία της εποχής αναφέρουν ότι η Μιλίτκα ανέφερε την παρουσία του Ντβοράτσεκ στην πόλη, πρώτα στον Ντλασκ, εκείνος στον Κούντερα κι εκείνος τελικά στην αστυνομία [9]. Παρόλο που η κομμουνιστική εισαγγελία ζήτησε την θανατική ποινή του Ντβοράτσεκ, εκείνος τελικά καταδικάστηκε σε 22 χρόνια φυλάκισης, του εκδικάστηκε πρόστιμο 10,000 κορώνες για καταπάτηση περιουσίας, του αφαιρέθηκαν τα πολιτικά δικαιώματα. Τελικά εξέτισε 14 χρόνια καταναγκαστικής εργασίας σε κομουνιστικό στρατόπεδο και σε ορυχείο ουρανίου έως και την αποφυλάκισή του [10].

Έπειτα από τη δημοσίευση της "Respekt" (στην οποία αναφέρεται ότι ο Μίλαν Κούντερα δεν είχε γνωρίσει ποτέ τον Ντβοράτσεκ), ο Κούντερα αρνήθηκε την κατηγορία της κατάδοσης [10], αναφέροντας δεν τον γνώρισε ποτέ καθώς κι ότι δεν μπορούσε καν να θυμηθεί τη γνωριμία του με την Μιλίτκα. Οι δηλώσεις του εξαγγέλθηκαν στην Τσεχία και έχουν μεταφραστεί (παραφρασμένα και συντομογραφικά) στην αγγλική γλώσσα [11]. Στις 14 Οκτωβρίου του 2008, η Υπηρεσία Σωμάτων Ασφαλείας της Τσεχίας απέκκλησε ενδεχόμενο να είναι πλαστά τα αστυνομικά αρχεία της εν λόγω έρευνας αλλά αρνήθηκε να προβεί οποιεσδήποτε επεξηγήσεις [12]. Ο Βότσεκ Ρίπκα, του "Τσέχικου Ινστιτούτου Σπουδών Ολοκληρωτικών Καθεστώτων" ανέφερε σχετικά "υπάρχουν δύο ειδών εμπεριστατωμένων αποδείξεων, η έκθεση της αστυνομίας και τα σχετικά έγγραφα της, αλλά φυσικά δεν μπορούμε να είμαστε 100% βέβαιοι. Εκτός κι αν αναζητήσουμε τους επιζήσαντες αναμεμειγμένους, πράγμα που δυστυχώς είναι αδύνατον, το θέμα δεν θα μπορεί να ολοκληρωθεί". Επίσης προσέθεσε ότι η υπογραφή της αστυνομικής έκθεσης ταιριάζει με το όνομα εργαζόμενου στο αντίστοιχο τμήμα των Σωμάτων Ασφαλείας αλλά λείπει το αστυνομικό πρωτόκολλο [12].)

Ο Ντοβοράτσεκ έχει νωπές τις μνήμες και θεωρεί ακόμα ότι προδόθηκε από την Ίβα Μιλίτκα. Η σύζυγός του αμφισβητεί τις "αποδείξεις εναντίον του Μίλαν Κούντερα [13]. Ο Ντλασκ που φέρεται από το αστυνομικό δελτίο να ανέφερε στον Κούντερα την παρουσία του Ντβοράτσεκ στην πόλη, πέθανε το 1990. Είχε αναφέρει στη γυναίκα του, Μιλίτκα, τη γνωστοποίησή του στον Κούντερα για την άφιξη του Ντβοράτσεκ [14]. Δύο μέρες μετά την ευρεία κυκλοφορία του δημοσιεύματος, μια πτυχή της ιστορίας εκτέθηκε από τον ιστορικό λογοτεχνίας Ζντένεκ Πέσατ. Καθ' αυτήν, ως πληροφοριοδότης αναφέρετε ο Ντλασκ ο οποίος του είχε προσωπικά εκμυστηρευτεί την πράξη του" [15]. Ο Πεσάτ, ο οποίος ήταν εκείνη την εποχή μέλος ενός παρακλαδιού του Τσεχοσλοβάκικου Κομουνιστικού Κόμματος ανέφερε την πεποίθησή του ότι ο Ντλασκ κατέδωσε τον Ντβοράτσεκ ούτως ώστε να προστατέψει την κοπέλα του από τις συνέπειες της επαφής της με κάποιον πράκτορα-προβοκάτορα [15]. Το γεγονός ότι ως όνομα του πληροφοριοδότη στην έκθεση της αστυνομίας αναφέρεται το όνομα του Κούντερα, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο εκείνος να πληροφόρησε την αστυνομία (και όχι το παρακλάδι του Τσεχοσλοβάκικου Κομμουνιστικού Κόμματος) ξεχωριστά από τον Ντλασκ.

Ανάμεσα στις έντυπες αντιδράσεις στο δημοσίευμα, υπάρχει και εκείνη του Τσέχου συγγραφέα Ίβαν Κλίμα υπό μορφήν άρθρου σε ημερήσιο φύλλο της εφημερίδας "Lidové": "Από την πλευρά του αναγνώστη, είναι απολύτως δικαιολογημένα τα αισθήματα λύπης κι απογοήτευσης όπως και η κλονισμένη εμπιστοσύνη προς κάποιον που θαυμάζαμε και πιστεύαμε. Όμως κανένα απ' αυτά δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσει ή να συγχωρέσει τα δικά μας παραπτώματα" [16]. Ο Βάτσλαβ Χάβελ επίσης έχει δηλώσει τη δυσπιστία του προς την όλη ιστορία [17].

Η γερμανική εφημερίδα Die Welt σχολίασε το γεγονός συγκρίνοντας τον Μίλαν Κούντερα με τον νομπελίστα συγγραφέα και δραματουργό Γκίντερ Γκρας, για τον οποίο, το 2006, αποκαλύφθηκε ότι υπηρέτησε στη Waffen-SS (Ένοπλα SS) κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο[18].

Στις 3 Νοεμβρίου του 2008, 11 παγκοσμίου φήμης συγγραφείς ανακοίνωσαν την στήριξη τους στον Μίλαν Κούντερα. Ανάμεσα στους μυθιστοριογράφους που τον υποστήριξαν ήταν οι Σαλμάν Ρασντί, Φίλιπ Ροθ, Κάρλος Φουέντες, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, Τζον Μάξγουελ Κοτσί, Ορχάν Παμούκ, Ζορζ Σεμπρούν και Ναντίν Γκορντιμέρ. Ανάμεσα στους υπογράφοντες βρίσκονταν, επίσης, τέσσερις κάτοχοι του βραβείου Νόμπελ [19].

Βραβεύσεις

Το 1985 ο Κούντερα έλαβε το βραβείο Jerusalem Prize. Η διεύθυνση παραλαβής του βραβείου βρίσκεται τυπωμένη στη συλλογή δοκιμίων του "Η τέχνη του Μυθιστορήματος". Το 1987 Κέρδισε το Αυστριακό Κρατικό βραβείο (The Austrian State Prize) Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας. Το 2000, βραβεύτηκε με το Διεθνές Βραβείο Herder (Herder Prize). To 2007, τιμήθηκε με το Τσεχικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας [22]. Θρυλείται επίσης ότι είχε εξεταστεί η συμμετοχή του ως υποψήφιου βράβευσης για το Νόμπελ Λογοτεχνίας [20][21].

Παραπομπές