Φέντορ φον Μποκ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: tr:Fedor von Bock
μ Προσθήκη φωτο
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
[[Image:Bundesarchiv_Bild_183-1986-0226-500,_Bock,_Fedor_von.jpg|right|thumb|200px|Φέντορ φον Μποκ (6.4.1940). <small>Φωτ. Deutsches Bundesarchiv</small>]]
Ο '''Φέντορ φον Μποκ''' (Moritz Albrecht Franz Friedrich Fedor von Bock) ήταν Γερμανός Στρατάρχης ([[1880]]-[[1945]]). Γεννήθηκε στις [[3 Δεκεμβρίου]] [[1880]] στο Κύστριν (Küstrin). Ήταν γιος στρατηγού και έλαβε μέρος στον [[Α' Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]], στον οποίο και διακρίθηκε, το [[1916]], ως διοικητής συντάγματος. Υπήρξε προσωπικός φίλος του Διαδόχου (Κρόνπριντς) με τον οποίο και συνδέθηκε τον Νοέμβριο του [[1918]] στο [[Σπα]], προκειμένου να πείσει τον Αυτοκράτορα Γουλιέλμο να επανέλθει στο [[Βερολίνο]], χωρίς όμως να το κατορθώσει. Μετά την ανακωχή καίτοι φανατικός εχθρός της επανάστασης του Νοεμβρίου, παρέμεινε στο στρατό και διορίσθηκε στρατιωτικός διοικητής του Βερολίνου.
Ο '''Φέντορ φον Μποκ''' (Moritz Albrecht Franz Friedrich Fedor von Bock) ήταν Γερμανός Στρατάρχης ([[1880]]-[[1945]]). Γεννήθηκε στις [[3 Δεκεμβρίου]] [[1880]] στο Κύστριν (Küstrin). Ήταν γιος στρατηγού και έλαβε μέρος στον [[Α' Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]], στον οποίο και διακρίθηκε, το [[1916]], ως διοικητής συντάγματος. Υπήρξε προσωπικός φίλος του Διαδόχου (Κρόνπριντς) με τον οποίο και συνδέθηκε τον Νοέμβριο του [[1918]] στο [[Σπα]], προκειμένου να πείσει τον Αυτοκράτορα Γουλιέλμο να επανέλθει στο [[Βερολίνο]], χωρίς όμως να το κατορθώσει. Μετά την ανακωχή καίτοι φανατικός εχθρός της επανάστασης του Νοεμβρίου, παρέμεινε στο στρατό και διορίσθηκε στρατιωτικός διοικητής του Βερολίνου.



Έκδοση από την 13:23, 22 Ιανουαρίου 2009

Φέντορ φον Μποκ (6.4.1940). Φωτ. Deutsches Bundesarchiv

Ο Φέντορ φον Μποκ (Moritz Albrecht Franz Friedrich Fedor von Bock) ήταν Γερμανός Στρατάρχης (1880-1945). Γεννήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 1880 στο Κύστριν (Küstrin). Ήταν γιος στρατηγού και έλαβε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο και διακρίθηκε, το 1916, ως διοικητής συντάγματος. Υπήρξε προσωπικός φίλος του Διαδόχου (Κρόνπριντς) με τον οποίο και συνδέθηκε τον Νοέμβριο του 1918 στο Σπα, προκειμένου να πείσει τον Αυτοκράτορα Γουλιέλμο να επανέλθει στο Βερολίνο, χωρίς όμως να το κατορθώσει. Μετά την ανακωχή καίτοι φανατικός εχθρός της επανάστασης του Νοεμβρίου, παρέμεινε στο στρατό και διορίσθηκε στρατιωτικός διοικητής του Βερολίνου.

Το 1929 ο Φέντορ φον Μποκ προήχθη σε στρατηγό[1] και συνδέθηκε φιλικά με τον Χίτλερ, από τον οποίον αργότερα τέθηκε επικεφαλής των γερμανικών στρατευμάτων, τα οποία, το 1938, κατέλαβαν την Αυστρία. Κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου ήταν αυτός που ηγείτο των γερμανικών στρατευμάτων τα οποία μέσω Ολλανδίας και Βελγίου εισήλθαν το 1940 στα γαλλικά εδάφη παρακάμπτοντας και ουσιαστικά αχρηστεύοντας την περίφημη "Γραμμή Μαζινό και αφήνοντας έκπληκτους τους Γάλλους ν΄ αναφωνούν το περίφημο εκείνο "Πουρκουά"; (= Γιατί;).

Ένα έτος αργότερα, το φθινόπωρο του 1941, ο φον Μποκ, ως στρατάρχης πλέον, ηγείτο των γερμανικών στρατευμάτων (Ομάδα Στρατιών Mitte (Κέντρου)), που εισήλθαν νικηφόρα στις ρωσικές πόλεις Μινσκ, Σμολένσκ και Βιάζμα. Μολονότι είχε αντιληφθεί τη μεγάλη καθυστέρηση της έναρξης των επιχειρήσεων αυτών, λόγω της απρογραμμάτιστης εμπλοκής στα Βαλκάνια και κυρίως στην Ελλάδα, καθώς και την επικείμενη αναμέτρησή του προς τις ιδιαίτερα αντίξοες καιρικές συνθήκες για την κατάληψη της Μόσχας, εντούτοις, αντί να προβεί σε αναδιοργάνωση των δυνάμεών του και στον ανεφοδιασμό τους, επεχείρησε, (μάλλον κατόπιν διαταγής του Χίτλερ) επίθεση τον Νοέμβριο του 1941 κατά της Μόσχας, προκειμένου να προλάβει να καταλάβει τις ρωσικές πετρελαιοπηγές. Υπό τη σθεναρή, όμως, αντίσταση των Μοσχοβιτών και της πλήρους ακινητοποίησης, από τις καιρικές συνθήκες των μονάδων του, διείδε το αδύνατο της επίτευξης του αντικειμενικού σκοπού και ζήτησε την απόσυρσή τους σε λιγότερο προωθημένες θέσεις. Ύστερα από αυτό αντικαταστάθηκε - με το πρόσχημα της ασθένειας - από τον Στρατάρχη Γκύντερ φον Κλούγκε (Δεκέμβριος 1941)[2]. Toν Ιανουάριο του 1942 ο Στρατάρχης Βάλτερ φον Ράιχεναου, επικεφαλής της Ομάδας Στρατιών Νότου, έπαθε συμφόρηση και πέθανε. Ο φον Μποκ τοποθετήθηκε ως αντικαταστάτης του πλην όμως είχε ήδη αρχίσει να ζητά την ολοσχερή απαλλαγή του και την απομάκρυνσή από την Βέρμαχτ και από περαιτέρω ευθύνες για τις επιχειρήσεις στη Ρωσία, τις οποίες θεωρούσε ήδη καταδικασμένες. Τελικά απομακρύνθηκε και από εκείνη τη θέση, τον Νοέμβριο του 1942, και αντικαταστάθηκε από τον Μαξιμίλιαν φον Βάιχς (Maximilian von Weichs).

Ο Φέντορ φον Μποκ αποσύρθηκε στη Γερμανία. Όταν πληροφορήθηκε (από τον Έριχ φον Μάνσταϊν) ότι ο Ναύαρχος Καρλ Νταίνιτς βρισκόταν κοντά στο Αμβούργο και σχημάτιζε νέα Κυβέρνηση, ξεκίνησε αμέσως για εκεί, άγνωστο για ποιούς λόγους. Στο δρόμο του Κιέλου, όμως, το αυτοκίνητό του δέχθηκε επίθεση από βρετανικό αεροσκάφος και καταστράφηκε, ενώ ο ίδιος, η σύζυγός του και η κόρη τους σκοτώθηκαν. Ήταν 4 Μαΐου του 1945.

Αναφορές

  1. Axis Biographical Research
  2. Ρεϊμόν Καρτιέ, Ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, Πάπυρος, Αθήνα, χ.χ