Εδουάρδος ο Πρεσβύτερος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εδουάρδος ο Γηραιός
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Ēadweard se Ieldra (Παλαιά Αγγλικά)
ΓέννησηΙουνίου 874[1]
Wantage
Θάνατος17  Ιουλίου 924[2]
Farndon
Τόπος ταφήςΚαθεδρικός του Ουίντσεστερ
Χώρα πολιτογράφησηςΟυέσσεξ
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΈκγκουίν[3][4]
Έλφλεντ του Ουέσεξ (από 901)[3][4]
Εαντγκίφου του Κέντ (από 920)[3][4]
ΤέκναΈθελσταν[5][3]
Εαντγκίφου του Ουέσεξ[3]
Έλφγουιρντ της Αγγλίας[3]
Ήντιθ της Αγγλίας[3]
Έντουιν του Εδουάρδου του Πρεσβύτερου[5][3]
Εδμόνδος Α΄ της Αγγλίας[3]
Έντρεντ της Αγγλίας[5][3]
Έντμπουρ του Γουίντσεστερ[5][3]
Ίντχιλντ[3]
Εντίθ του Πόλεσγουορθ[5][3]
Άλφρεντ[5]
Eadgifu[5][3]
Eadflæd[5]
Æthelhilda (?)[5]
Ælfgifu[5][3]
Elfleda (?)[5]
Ethelfleda[5]
ΓονείςΑλφρέδος του Ουέσσεξ[3] και Ίαλσουιθ[3]
ΑδέλφιαΈλφθριθ της Φλάνδρας[3]
Έθελγκιφου[3]
Έθελουερντ[3]
Έθελφλαεντ[3]
ΟικογένειαΟίκος του Ουέσσεξ
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαβασιλιάς (899–924)
μονάρχης (918–924)
Μονάρχης της Αγγλίας (899–924)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Εδουάρδος ο Πρεσβύτερος (Edward the Elder, περί το 870 - 17 Ιουλίου 924) βασιλιάς των Αγγλοσαξόνων (899 – 924) από τον Οίκο του Ουέσσεξ ήταν γιος και διάδοχος του Αλφρέδου του Μέγα και της Ίαλσουιθ. Κατέλαβε την ανατολική Αγγλία και τa ανατολικά Μίνλαντς από τους Δανούς (917) και στην συνέχεια έγινε βασιλιάς της Μερκίας μετά τον θάνατο της αδελφής του Έθελφλιντ. Τα δυο καταστατικά τα οποία υπέγραψε στην διάρκεια της βασιλείας του αποδίδουν στον Εδουάρδο τον τίτλο του "βασιλιά των Αγγλοσαξόνων" έναν τίτλο που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον πατέρα του Αλφρέδο τον Μέγα.[6] Το Αγγλοσαξονικό χρονικό αναφέρει ότι οι βασιλείς της Σκωτίας, του Στραθκλάιντ και οι κυβερνήτες της Νορθουμβρίας επέλεξαν τον Εδουάρδο σαν "βασιλιά και αφέντη τους" (920) αν και η αναφορά αμφισβητήθηκε από τους σύγχρονους ιστορικούς.[7] Ο Εδουάρδος αναφέρεται ως πρεσβύτερος στο έργο του Βούλφσταν "η ζωή του Αγίου Έθελγουλντ" (996) για να τον διακρίνει από τον εγγονό του μετέπειτα βασιλιά Εδουάρδο τον Μάρτυρα.

Η Μερκία ήταν το κυρίαρχο βασίλειο στην Αγγλία τον 8ο αιώνα, παρέμεινε σε αυτή την θέση μέχρι την ήττα της από το Ουέσσεξ στη Μάχη του Ελλαντάν (825). Τα δυο βασίλεια στην συνέχεια έγιναν σύμμαχοι με αμοιβαία μεταξύ τους υποστήριξη απέναντι στις επιδρομές των Βίκινγκ.[8] Το 865 ο Μεγάλος Δανικός Στρατός χρησιμοποίησε την Ανατολική Αγγλία σαν ορμητήριο για τις επιθέσεις του, οι κάτοικοι της Ανατολικής Αγγλίας πιέστηκαν να εξαγοράσουν την ειρήνη γι' αυτό την επόμενη χρονιά οι Βίκινγκ επιτέθηκαν στην Νορθουμβρία διορίζοντας στην περιοχή έναν υποτελή τους βασιλιά (867). Στην συνέχεια οι Βίκινγκ επιτέθηκαν στη Μερκία στην οποία πέρασαν τον χειμώνα του 867-868. Ο βασιλιάς Μπούργκρεντ της Μερκίας συμμάχησε με τον Έθελρεντ του Ουέσσεξ και του Κεντ και τον μικρότερο αδελφό του τον μελλοντικό Αλφρέδο τον Μέγα προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους Βίκινγκ οι οποίοι αρνήθηκαν οποιαδήποτε συμφωνία, στο τέλος οι κάτοικοι της Μερκίας αναγκάστηκαν να αγοράσουν την ειρήνη. Την επόμενη χρονιά οι Δανοί κατέκτησαν την Ανατολική Αγγλία, στην συνέχεια έδιωξαν τον βασιλιά Μπούργκρεντ απο τη Μερκία τοποθετώντας νέο δικό τους υποτελή βασιλιά τον Κέολγουλφ (874), αργότερα οι Βίκινγκ μοίρασαν τη Μερκία στα δυο επιτρέποντας στον Κέολγουλφ να κυβερνήσει στο δυτικό τμήμα ενώ οι ίδιοι κράτησαν το ανατολικό (877). Την επόμενη χρονιά ο Αλφρέδος συνέτριψε τους Δανούς στη Μάχη του Έντινγκτον κατορθώνοντας να κερδίσει από τους Βίκινγκ το Ουέσσεξ και την δυτική Μερκία ενώ οι ίδιοι διατήρησαν την ανατολική Μερκία, την Νορθουμβρία και την Ανατολική Αγγλία. [9]

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παιδικά χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Εδουάρδος ο πρεσβύτερος σε ένα γενεαλογικό δέντρο του 13ου αιώνα.

Ο Αλφρέδος ο Μέγας παντρεύτηκε την βασίλισσα της Μερκίας Ίαλσουιθ (868) κόρη του Έθελρεντ Μούκελ, κόμη του Γκαινί και της Ίντμπουρ η οποία ήταν μέλος της βασιλικής οικογένειας της Μερκίας. Ο Αλφρέδος και η Ίαλσουιθ απέκτησαν πέντε παιδιά, το μεγαλύτερο παιδί τους Έθελφλαεντ παντρεύτηκε τον Έθελρεντ, λόρδο της Μερκίας και έγινε η ίδια κυρία της Μερκίας μετά τον θάνατο του. Ο Εδουάρδος ήταν το δεύτερο παιδί τους, η δεύτερη κόρη και τρίτο παιδί τους Έθελγκιφου έγινε ηγουμένη στο Σάφτεσμπουρι. Η τρίτη τους κόρη Έλφθριθ της Φλάνδρας παντρεύτηκε τον Βαλδουίνο Β΄ της Φλάνδρας και το μικρότερο παιδί τους Έθελουερντ είχε πλούσια σχολική εκπαίδευση και εκμάθηση της Λατινικής. Ο Αλφρέδος και η Ίαλσουιθ απέκτησαν πολλά άλλα παιδιά ακόμα που πέθαναν σε βρεφική ηλικία, το όνομα του Εδουάρδου μεταφράζεται ως "προστάτης της υγείας". Η συγγραφέας Μπάρμπαρα Γιόρκ (γεν. 1951) αναφέρει ότι το όνομα του προέρχεται από την γιαγιά του από μητέρα Ίντμπουρ κάτι που αντανακλά την επέκταση της σαξονικής πολιτικής αποκτώντας δεσμούς με την Μερκία. Η μεγαλύτερη κόρη τους Έθελφλαεντ γεννήθηκε την επόμενη χρονιά μετά τον γάμο των γονέων τους, ο Εδουάρδος μεγάλωσε μαζί με την μικρότερη αδελφή του Έλφθριθ με την οποία βρισκόταν πιο κοντά στην ηλικία. Το 893 ωστόσο που οδήγησε τα στρατεύματα του πατέρα του σε μάχη πρέπει να ήταν ενήλικας, ο μεγαλύτερος γιος του Έθελσταν γεννήθηκε την επόμενη χρονιά (894) γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η πιθανή ημερομηνία γέννησης του Εδουάρδου βρισκόταν στα μέσα της δεκαετίας του 870. [10] Σύμφωνα με το έργο του Ασσέρ "Η ζωή του βασιλιά Αλφρέδου" ο Εδουάρδος και η Έλφθριθ έλαβαν πλούσια εκκλησιαστική εκπαίδευση με ψαλμούς και παλιά αγγλικά ποιήματα, διδάχθηκαν να είναι ευγενείς και ταπεινόφρονες, σύμφωνα με τον Ασσέρ ήταν υπάκουοι απέναντι στον πατέρα τους και ευγενείς στους επισκέπτες. Αυτή ήταν η μοναδική περίπτωση ενός Αγγλοσάξονα πρίγκιπα και πριγκίπισσας που έλαβαν την ίδια ανατροφή.[11]

Αντιδράσεις στο θέμα της διαδοχής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σαν γιος βασιλιά και μάλιστα μεγαλύτερος διδάχθηκε από τα χρόνια της ζωής του τις βασιλικές υποχρεώσεις παρ' όλα αυτά η θέση του στον θρόνο δεν ήταν εξασφαλισμένη επειδή τον διεκδικούσαν τα ξαδέλφια του Έθελχελμ και Έθελγουλντ γιοι του Έθελρεντ του Ουέσσεξ και του Κεντ μεγαλύτερου αδελφού του Αλφρέδου ο οποίος είχε διατελέσει και βασιλιάς πριν από τον πατέρα του. Τα περισσότερα που είναι γνωστά από την παιδική του ηλικία αναφέρουν οτι έλαβε κανονική ανατροφή Αγγλοσάξονα πρίγκιπα σε μια περίοδο που ήταν έντονη η επίδραση των Καρολιδών.[12] Ο Έθελχιλμ καταγράφεται στον κατάλογο του Αλφρέδου στα μέσα της δεκαετίας του 880 και πέθανε πιθανότατα την επόμενη δεκαετία αλλά ο Έθελγουλντ καταγράφεται στο μοναδικό καταστατικό που εμφανίζεται μαζί με τον Εδουάρδο να κατέχει πολύ ψηλή θέση. Ο Έθελγουλντ είχε επιπλέον το πλεονέκτημα να εμφανίζεται σε καταστατικό η μητέρα του ως βασίλισσα αντίθετα η μητέρα του Εδουάρδου Ίαλσουιθ δεν καταγράφηκε ποτέ ως σύζυγος του βασιλιά αλλά ο Αλφρέδος φρόντισε από την αρχή να έχει ο γιος του τα απαραίτητα προσόντα για να τον διαδεχτεί. Ο Αλφρέδος άφησε μια σειρά από ακίνητα και τίτλους στους ανιψιούς του ενώ το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του το άφησε στον γιο του Εδουάρδο ακολουθώντας την τακτική που είχε ξεκινήσει ο παππούς του Εγβέρτος του Ουέσσεξ για να εξασφαλίσει τα δικαιώματα του γιου του Έθελγουλφ του Ουέσσεξ στον θρόνο των δυτικών Σαξόνων με την δήλωση του σαν βασιλιά του Κεντ.[13] Ο Αλφρέδος είχε να αντιμετωπίσει και άλλους διεκδικητές του θρόνου απέναντι στον γιο του όπως ο κουνιάδος του ένας κόμης από την Μερκία με το όνομα Έθελγουλφ και ο γαμπρός του Έθελριντ και έναν συγγενή του με το όνομα Οσφέρθ πιθανότατα νόθος γιος του Αλφρέδου. Ο Αλφρέδος όταν ενηλικιώθηκε ο Εδουάρδος φρόντισε να του μάθει όλα τα βασιλικά καθήκοντα, εμφανιζόταν σε όλα τα καταστατικά δίπλα απο τον πατέρα του τον οποίο συνόδευε σε όλες τις μάχες.[14]

Ο Εδουάρδος ο πρεσβύτερος νίκησε τους Βίκινγκ στη μάχη του Φάρναμ (893) αλλά η υπηρεσία του στρατού του είχε λήξει και χρειαζόταν ενισχύσεις, ο ανανεωμένος αγγλικός στρατός ήρθε από το Λονδίνο υπό την ηγεσία του γαμπρού του Έθελρεντ. Οι Άγγλοι νίκησαν τους Βίκινγκ και στις νέες επιδρομές τους (893, 896), ο συγγραφέας Ρίτσαρντ Αμπελς (γεν. 1951) αναφέρει ότι η μεγάλη νίκη οφείλεται στον Έθελρεντ και τον Εδουάρδο.[15] Η Γιορκ αναφέρει ότι ο Αλφρέδος είχε συνειδητοποιήσει το γεγονός ότι θα ήταν άχρηστη οποιαδήποτε διαδοχή στον θρόνο αν ο γιος του δεν είχε τις κατάλληλες ικανότητες να κυβερνήσει. [16]

Τελική επικράτηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η διαθήκη του Αλφρέδου του Μέγα στον Εδουάρδο τον πρεσβύτερο

Η ιστορικός Τζάνετ Νέλσον (γεν. 1942) αναφέρει το γεγονός ότι υπήρχε σύγκρουση ανάμεσα στον Αλφρέδο και στον γιο του Εδουάρδο την δεκαετία του 890. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από το ότι το Αγγλοσαξονικό χρονικό το οποίο συντάχθηκε υπό την επίβλεψη του Αλφρέδου δεν αναφέρει τις μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες του Εδουάρδου, δεν αναφέρουν καν την παρουσία του σε σπουδαίες μάχες όπως η μάχη του Φάρναμ στην οποία ήταν πρωταγωνιστής. Τα στρατιωτικά κατορθώματα του Εδουάρδου τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του πατέρα του τα γνωρίζουμε περισσότερο από τα Χρονικά του Έθελγουιρντ τα οποία είχαν συγγραφεί τον 10ο αιώνα. Ο Τζάνετ Νέλσον αναφέρει ότι ο Αλφρέδος τίμησε σε μεγαλοπρεπή τελετή τον εγγονό του Έθελσταν της Αγγλίας επειδή πιθανότατα αυτόν είχε στόχο να χρίσει σαν διάδοχο του αντί για τον Εδουάρδο τον έστειλε στην Μερκία στην αυλή του θείου του Έθελρεντ και της θείας του Έθελφλιντ αλλά δεν γνωρίζουμε αν ήταν ιδέα του Αλφρέδου ή του Εδουάρδου. Άλλη μια απόδειξη για την εχθρότητα που υπήρχε μεταξύ πατέρα και γιου ήταν το γεγονός ότι η μητέρα του Εδουάρδου Ίλσγουιθ η οποία δεν υπήρχε στα καταστατικά της βασιλείας του Αλφρέδου αναφέρεται στα πρώτα χρόνια του Εδουάρδου.[17] Το 893 ο Εδουάρδος ο πρεσβύτερος παντρεύτηκε την Έκγκουιν με την οποία απέκτησε δυο παιδιά τον μετέπειτα τον μετέπειτα βασιλιά Έθελσταν και μια κόρη η οποία παντρεύτηκε τον Σίτρικ τον Βίκινγκ βασιλιά της Γιορκ. Ένας αντίπαλος του Έθελσταν ισχυριζόταν ότι η μητέρα του ήταν ερωμένη ευτελούς καταγωγής για να τον υποτιμήσει αλλά τα Χρονικά του Αγίου Ντάνσταν αναφέρουν ότι ήταν συγγενής του αγίου, ο Γουλιέλμος του Μαλμέσμπουρι αναφέρει επιπλέον ότι ήταν ευγενής. Η Έκγκουιν πέθανε γύρω στο 899 και ο Εδουάρδος παντρεύτηκε την εποχή που πέθαινε ο πατέρας του την δεύτερη σύζυγο του Έλφλεντ κόρη του κόμη Έθελχελμ του Γουίλτσαιρ.[18]

Ο Αλφρέδος πέθανε στις 26 Οκτωβρίου 899, τον διαδέχθηκε ο Εδουάρδος αλλά ο Έθελγουλντ αμφισβήτησε τη διαδοχή. [19] Πολιόρκησε τις βασιλικές εκτάσεις στο Γουίμπορν με συμβολική σημασία επειδή ήταν η περιοχή που τάφηκε ο πατέρας του και το Κράισττσερτς. Ο Εδουάρδος βάδισε στο φρούριο του Μπάντμπουρρι και ο Έθελγουλντ δήλωσε ότι θα μείνει και θα πεθάνει στο Γουίμπορν παρόλα αυτά δραπέτευσε για την Νορθουμβρία στην οποία έγινε δεκτός από τους Δανούς οι οποίοι τον έστεψαν βασιλιά. [20] Ο Εδουάρδος και αυτός με την σειρά του στέφτηκε βασιλιάς στο Γουίντσεστερ στις 8 Ιουνίου 900. Ο Έθελγουλντ ήρθε με τον στόλο του στο Έσσεξ (901), την επόμενη χρονιά ξεκίνησε τις επιδρομές στην Μερκία και το βόρειο Ουέσσεξ, μετά την οπισθοχώρηση του Εδουάρδου οι άντρες του Κεντ δήλωσαν την πίστη τους στους Δανούς. Οι δυο στρατοί συναντήθηκαν στη μάχη του Χολμ στις 13 Δεκεμβρίου 902, οι Δανοί νίκησαν με πολύ βαριές απώλειες ανάμεσα στις οποίες και ο ίδιος ο Έθελγουλντ, ο Εδουάρδος ήταν ελεύθερος να αναλάβει χωρίς αντιδράσεις τον θρόνο.[21]

Στρατιωτικές δραστηριότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άνοδος στον θρόνο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο Λονδίνο ο πατέρας του Αλφρέδος (886) δέχθηκε την υποταγή "ολόκληρου του Αγγλικού λαού εκτός εκείνων οι οποίοι ήταν υποτελείς στους Δανούς" από τότε δέχθηκε τον τίτλο του "βασιλιά των Αγγλοσαξόνων". Ο συγγραφέας Σιμόν Κέινες (γεν. 1952) αναφέρει ότι τον υποστήριξαν όλοι οι ευγενείς από την Δυτική Σαξονία και την Μερκία με σημαντικότερο τον Πλέγκμουντ, αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπερι. Ο Εδουάρδος ο πρεσβύτερος εξέδωσε τρία καταστατικά (903) στα οποία αναγνώριζε τον Έθελρεντ και την σύζυγο του Έθελφλιντ σαν βασιλείς της Μερκίας.[22] Ο Ράιαν Μαρτίν αναφέρει ότι η Έθελφλιντ και ο σύζυγος της μοίρασαν την βασιλική εξουσία στην ανατολική Μερκία αλλά άλλοι ιστορικοί διαφωνούν. [23] Η συγγραφέας Πολίν Στάφορντ (γεν. 1946) αναφέρει την Έθελφλιντ ως την "τελευταία βασίλισσα της Μερκίας", ο Τσάρλς Ίνσλει αντίστοιχα αναφέρει την ανεξαρτησία της Μερκίας μέχρι τον θάνατο της Έθελφλιντ (918).[24][25] Ο Ντάβιντσον αναφέρει ότι σε καταστατικό του 903 ο Έθελρεντ και η Έθελφλιντ ονομάζονται "βασιλείς ολόκληρου του λαού της Μερκίας με την χάρη του θεού" κάτι που εξηγεί ως ανικανότητα των Σαξόνων βασιλέων να κυβερνήσουν την Μερκία ή κάποιο πραξικόπημα.[26] Το Αγγλοσαξωνικό χρονικό άρχισε να γράφεται στην βασιλική αυλή μετά την δεκαετία του 890 σε αυτό αναφέρεται ότι "ο Αλφρέδος και ο Εδουάρδος είχαν στην βασιλική αυλή εξειδικευμένους γιατρούς".[27]

Ο Αγγλοσαξονικός νόμος καθιερώθηκε αυστηρά στα τέλη του 9ου αιώνα από τον Αλφρέδο, λόγιοι από την Μερκία όπως ο Πλέγκμουντ είχαν καθοριστικό ρόλο στην εφαρμογή του, η διάλεκτος της Μερκίας έγινε η βασική διάλεκτος στους δυτικούς Σάξονες.[28] Τα πιο εντυπωσιακά κεντήματα χρονολογούνται από την εποχή του Εδουάρδου του πρεσβύτερου ανάμεσα στα οποία συμπεριλαμβάνονταν μια στολή και μια ζώνη τα οποία βρέθηκαν στον τάφο του Αγίου Κάθμπερτ. Δωρήθηκαν από τον Έθελσταν (934) αλλά η πρώτη δωρεά έγινε από την Έλφλιντ δεύτερη σύζυγο του Εδουάρδου στον Φρίθεσταν, αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπερι, πιθανότατα δεν έφτασαν στον προορισμό τους επειδή η κατάσταση στο Γουίντσεστερ ήταν εναντίον του Έθελσταν.[29] Στα τέλη του 9ου αιώνα και στις αρχές του 10ου ξεκίνησαν στενά οι συνδέσεις του Αλφρέδου με τους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης μετά τον γάμο της κόρης του Έλφθριθ με τον Βαλδουίνο Β΄ της Φλάνδρας και στην συνέχεια πάντρεψε την κόρη του Έντζιφου της Αγγλίας με τον Κάρολο τον Απλό βασιλιά των δυτικών Φράγκων (919). Το 925 μια άλλη κόρη του Εδουάρδου του πρεσβύτερου η Ήντιθ παντρεύτηκε τον Όθων Α΄ της Γερμανίας.[30] Δεν καταγράφονται άλλες μάχες ανάμεσα στους Αγγλοσάξονες και τους Δανούς για μερικά χρόνια μετά την μάχη του Χόλμ, το 906 ο Εδουάρδος υπέγραψε ειρήνη με την ανατολική Αγγλία και τους Νορθούμπριους της Δανίας με την εγγύηση ότι δεν θα υπάρχει μεταξύ τους σύγκρουση. Σύμφωνα με μια έκδοση των Άγγλο-Σαξονικών χρονικών έκλεισε ειρήνη μαζί τους αφού πιέστηκε να τους εξαγοράσει. [31] Μετέφερε Άγγλους σε Δανικές περιοχές ενώ σώθηκαν από την εποχή του δυο καταστατικά που αφορούσαν το Μπέντφορντσερ και το Ντέρμπισαϊρ.[32]

Οριστική υποταγή των Δανών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 909 ο Εδουάρδος έστειλε στρατό να λεηλατήσει την Νορθούμπρια, οι Βίκινγκ απάντησαν με επιδρομές στην Μερκία αλλά στον δρόμο τους συνάντησαν τον στρατό της Μερκίας και των Δυτικών Σαξόνων από τον οποίο συνετρίβησαν στην μάχη του Τέττενχωλ. Μετά την μάχη αυτή οι Δανοί δεν βρέθηκαν ποτέ νότια του Χάμπερ, ο Εδουάρδος και οι σύμμαχοι του στην Μερκία αφοσιώθηκαν στην κατάληψη του Ντάνελαου στην ανατολική Αγγλία και των πέντε επαρχών της Δανίας οι οποίες ήταν : Ντέρμπι, Λέστερ, Λίνκολν, Νότιγχαμ και Στάμφορντ. [33] Ο Έθελρεντ, λόρδος της Μερκίας πέθανε (911) και ο Εδουάρδος απέκτησε τον έλεγχο στις περιοχές γύρω από το Λονδίνο και την Οξφόρδη. Τον Έθελρεντ διαδέχτηκε η χήρα του Έθελφλιντ η οποία ήταν πραγματική κυβερνήτης του βασιλείου τα τελευταία του χρόνια επειδή ο ίδιος ήταν ανίκανος.[34] Ο Εδουάρδος και η Έθελφλιντ ξεκίνησαν την κατασκευή οχυρώσεων για προστασία από τις επιθέσεις των Βίκινγκ, έκτισε ένα κάστρο στην νότια όχθη του ποταμού Λί στο Χέρτφορντ για την προστασία από τις επιθέσεις των Δανών του Μπέντφορντ και του Κέιμπριτζ. Στην συνέχεια βάδισε με τον στρατό του στο Μάλντον στο Έσσεξ (912) στο οποίο έκτισε μια νέα οχύρωση για προστασία μαζί με την προηγούμενη. Το 914 ένας στρατός των Βίκινγκ λεηλάτησε την περιοχή του Σέβερν, ηττήθηκαν από τον στρατό της Μερκίας και ο Εδουάρδος διατήρησε έναν στρατό στο νότιο τμήμα της περιοχής. Το φθινόπωρο οι Βίκινγκ μετακινήθηκαν στην Ιρλανδία, τον Νοέμβριο του 914 ο Εδουάρδος έκτισε δυο κάστρα στο Μπάκιγχαμ ενώ πολλοί Δανοί του Μπέντφορντ και του Νορθάμπτον του δήλωσαν την υποταγή του, άλλοι Δανοί εγκατέλειψαν την Αγγλία. Το 916 ο Εδουάρδος ο πρεσβύτερος έκτισε άλλο ένα κάστρο στο Μάλντον για προστασία από τους Δανούς του Κόλτσεστερ.[35]

Η αποφασιστική χρονιά για την μάχη ήταν το 917, τον Απρίλιο ο Εδουάρδος έκτισε ένα φρούριο στο Τόρκεστερ για άμυνα απέναντι στους Δανούς του Νορθάμπτον και ένα άλλο σε μια θέση με το όνομα Γουίγκιγκειμερ. Οι Δανοί ξεκίνησαν τις επιδρομές στο Τόρκεστερ, το Μπέντφορτ και το Γουίγκιγκειμερ, η Έθελφλιντ κυρίευσε το Ντέρμπι εμφανίζοντας τον βαθμό που η Αγγλική άμυνα ήταν έτοιμη να τους αντιμετωπίσει. Οι Δανοί έκτισαν το δικό τους φρούριο στο Τέμπσφορντ αλλά στο τέλος του καλοκαιριού οι Άγγλοι εισέβαλαν και σκότωσαν τον τελευταίο Δανό βασιλιά της Ανατολικής Αγγλίας, οι Άγγλοι κατέλαβαν το Κόλτσεστερ αλλά δεν προσπάθησαν να το κρατήσουν. Οι Δανοί έστειλαν άλλον έναν στρατό να πολιορκήσει το Μάλντον αλλά οι Άγγλοι πρόλαβαν να στείλουν ενισχύσεις και τους συνέτριψαν για άλλη μια φορά, ο Εδουάρδος επέστρεψε στο Τόουκεστερ και το ενίσχυσε με ένα ισχυρό πέτρινο τείχος, οι Δανοί του Νορθάμπτον δήλωσαν την υποταγή τους σε αυτόν. Οι στρατοί του Καίημπριτζ και της ανατολικής Αγγλίας υποτάχθηκαν όλοι, στα τέλη του χρόνου οι μόνες περιοχές της Αγγλίας που δεν είχαν δηλώσει ακόμα την υποταγή τους στον Εδουάρδο ήταν οι τέσσερις επαρχίες της Δανίας : Λέστερ, Στάμφορντ, Νότιγχαμ και Λίνκολν.[36]

Προσάρτηση της Μερκίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 918 η Έθελφλιντ κατόρθωσε να πετύχει την υποταγή του Λέστερ χωρίς μάχη, οι Δανοί της Νορβουμπριανής Γιορκ της πρόσφεραν την υποστήριξη τους απέναντι στις επιδρομές των Νορβηγών Βίκινγκ που έκαναν επιθέσεις από την Ιρλανδία, η Έθελφλιντ πέθανε στις 12 Ιουνίου πριν δεχτεί την πρόταση. Την ίδια προσφορά έκαναν και στον Εδουάρδο αλλά οι Νορβηγοί Βίκινγκ κατέλαβαν την Γιορκ (919). Την Έθελφλιντ διαδέχθηκε η κόρη της Έλφγουιν αλλά το Αγγλοσαξωνικό χρονικό καταγράφει ότι τον Δεκέμβριο του 918 ο Εδουάρδος ο πρεσβύτερος "της στέρησε όλη την κληρονομιά στην Μερκία και την προσάρτησε στο Ουέσσεξ", η Μερκία κυβερνήθηκε πλέον απ'ευθείας από τον βασιλιά Εδουάρδο. Το Στάμφορντ παραδόθηκε στον Εδουάρδο πριν από τον θάνατο της Έθελφλιντ και η Νότιγχαμ αμέσως μετά. Το Αγγλοσαξονικό χρονικό για το έτος 918 καταγράφει "όλοι οι λαοί που είχαν εγκατασταθεί στην Μερκία, τόσο οι Δανοί όσο και οι Άγγλοι είχαν υποταχθεί σε αυτόν". Στο θέμα του Λίνκολν δεν υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα επειδή στην συγκεκριμένη πόλη το 920 οι Δανοί Βίκινγκ έκοβαν ακόμα νομίσματα.[37] Σε μερικούς Δανούς Γιαρλ τους επετράπη να κρατήσουν την γη τους, ο Εδουάρδος έδωσε γη στους οπαδούς του ενώ κράτησε μεγάλα τμήματα για τον εαυτό του, τα νομίσματα της εποχής του αποδεικνύουν την ισχυροποίηση της εξουσίας του σε ολόκληρη την Ανατολική Αγγλία.[38]

Το βασικό νόμισμα το οποίο χρησιμοποιούσε ο Εδουάρδος ήταν η ασημένια λίρα μερικές από τις οποίες είχαν χαραγμένη την εικόνα του βασιλιά. Υπήρχαν νομισματοκοπεία σε αναρίθμητες τοποθεσίες όπως στο Καντέρμπερι, στο Μπαθ, στο Τσέστερ, στο Ντέρμπι, στο Έξετερ, στο Λονδίνο, στην Οξφόρδη, στο Σαουθάμπτον, στο Γουάρεχαμ και στο Γουίντσεστερ. Δεν κόπηκαν νομίσματα με το όνομα του Έθελρεντ και της Έθελφλιντ στα 910 νομίσματα τα οποία βρέθηκαν στην ανατολική Μερκία μερικά από τα οποία είχαν περίεργη διακόσμηση στην μια πλευρά, αυτό δείχνει τις προθέσεις της Έθελφλιντ να διατηρήσει ξεχωριστό νομισματικό σύστημα. Μερικά μικρότερα νομίσματα είχαν το όνομα του Πλέγκμουντ, αρχιεπισκόπου του Καντέρμπερι. Υπήρχε μια αλματώδη αύξηση του αριθμού των νομισματοκοπείων την περίοδο της βασιλείας του Εδουάρδου, στον νότο από 25 τα πρώτα δέκα χρόνια ανέβηκαν στα 67 τα τελευταία 10 χρόνια, τα 5 στην ανατολική Μερκία αυξήθηκαν σε 23 ενώ περισσότερα από 27 δημιουργήθηκαν στην κατακτημένη Ντάνελοου.[39]

Εσωτερική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θρησκευτική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νόμισμα του Εδουάρδου του πρεσβύτερου

Το 908 ο Πλέγκμουτ μετέφερε τα αιτήματα του Άγγλου βασιλιά και του Αγγλικού λαού στον πάπα στην πρώτη επίσκεψη αρχιεπισκόπου του Καντέρμπερι ύστερα από έναν αιώνα, το ταξίδι του έδωσε την παπική έγκριση για την αναδιοργάνωση της εκκλησίας των δυτικών Σαξόνων.[40] Όταν ο Εδουάρδος ο πρεσβύτερος ανέβηκε στον θρόνο του Ουέσσεξ υπήρχαν δυο επισκοπές : η επισκοπή του Γουίντσεστερ υπό τον Ντένεγουλφ και η επισκοπή του Σέρμπορν υπό τον Ασσέρ.[41] Ο Ντένεγουλφ πέθανε την επόμενη χρονιά και αντικαταστάθηκε από τον Φρίθεσταν, αμέσως μετά το Γουίντσεστερ χωρίστηκε σε δύο επισκοπές δημιουργήθηκε η επισκοπή του Ράμσμπερρυ η οποία περιείχε το Γουιλσάιρ και το Μπέρκσαϊρ ενώ το Γουίντσεστερ περιείχε το Χαμσάιρ και το Σάρρεϋ. Βρέθηκαν καταστατικά τα οποία αναφερόντουσαν στην διαίρεση του 909 αλλά δεν είναι ακριβή. Ο Ασσέρ πέθανε την ίδια χρονιά και το Σέρμπορν την περίοδο 909 - 918 χωρίστηκε σε τρεις νέες επισκοπές, η επισκοπή του Κρέντιτον κάλυπτε το Ντέβον και την Κορνουάλη, η επισκοπή του Γουέλ κάλυπτε το Σάμερσετ ενώ στην ίδια την επισκοπή του Σέρμπορν παρέμεινε μονάχα το Ντόρσετ.[42] Οι διαιρέσεις αυτές έγιναν με στόχο να αυξηθούν οι εξουσίες της αρχιεπισκοπής του Καντέρμπερι ώστε να μπορεί ο βασιλιάς να έχει μεγαλύτερη επέμβαση στα εκκλησιαστικά θέματα.[43]

Στις αρχές της βασιλείας του Εδουάρδου η μητέρα του Ίλσγουιθ ίδρυσε το αβαείο της Αγίας Μαρίας για μοναχές, το γνωστό Νούνναμινστερ στο Γουίντσεστερ.[44] Η κόρη του Εδουάρδου του πρεσβύτερου Έαντμπουρ έγινε εκεί μοναχή και στην συνέχεια αγιοποιήθηκε όπως καταγράφει ο αγιογράφος Όζμπερτ του Κλάρε τον 12ο αιώνα.[45] Το 901 ο Εδουάρδος ξεκίνησε την οικοδόμηση ενός νέου μεγαλύτερου καθεδρικού ναού για άντρες σύμφωνα με τις επιθυμίες του πατέρα του, ο νέος καθεδρικός ναός βρισκόταν δίπλα στον υπάρχων καθεδρικό ναό του Γουίντσεστερ ο οποίος έγινε ο παλιός καθεδρικός ναός ενώ το οικοδόμημα του Εδουάρδου ονομάστηκε καθεδρικός ναός. Ο νέος καθεδρικός ναός ήταν μεγαλύτερος από το παλιό ενώ κατασκευάστηκε μέσα σε αυτόν βασιλικό μαυσωλείο.[46] Περιείχε τα οστά του Βρετανού αγίου Γιούντοκ που έφτασε στην Αγγλία από το Πονθιέ (901) και τα οστά ενός βασικού συμβούλου του Αλφρέδου του Γκρίμαλντ που πέθανε την ίδια χρονιά και καθιερώθηκε ως άγιος. Η μητέρα του Εδουάρδου πέθανε το 902 και τάφηκε εκεί, μεταφέρθηκαν και τα οστά του πατέρα του από το παλαιό καθεδρικό ναό στον νέο, στο ίδιο τάφηκε αργότερα και ο ίδιος ο Εδουάρδος, ο αδελφός του Έθελγουιρντ και ο γιος του Έλφγουιρντ. Ο γιος του Έθελσταν ωστόσο όταν έγινε βασιλιάς της Αγγλίας προτίμησε να μην ταφεί στην κατασκευή του πατέρα του επειδή το Γουίντσεστερ του είχε αντισταθεί σκληρά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, η τελευταία βασιλική ταφή η οποία έγινε στο νέο καθεδρικό ναό ήταν του Έντουι της Αγγλίας (959).[47]

Αντιδράσεις από την εκκλησία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η απόφαση του Εδουάρδου να μην επεκτείνει τον παλιό καθεδρικό ναό αλλά να προσθέσει ένα νέο κτίσμα δίπλα σε αυτόν τον έφερε σε σύγκρουση με τον επίσκοπο Ντένεγουλφ και αναγκάστηκε να παραχωρήσει εκτάσεις γης στο Μπέντιγκτον προκειμένου να προμηθευτεί εισοδήματα για τον νέο καθεδρικό ναό. Ο Εδουάρδος απομνημονεύτηκε στον νέο καθεδρικό ναό σαν ευεργέτης και στον παλιό σαν αχάριστος βασιλιάς.[48] Ο Αλάν Θάκερ αναφέρει :

"Η μέθοδος του Εδουάρδος να ευνοήσει τον νέο καθεδρικό ναό ήταν τμήμα της γενικής εκκλησιαστικής του πολιτικής, όπως ο πατέρας του έδωσε ελάχιστη σημασία στην εκκλησία κάτι που φαίνεται στα καταστατικά που εξέδωσε στα οποία δεν υπάρχουν αναφορές για αυτή. Η βασιλεία του Εδουάρδου ήταν η επιτομή της πολιτικής των βασιλέων του Ουέσσεξ να εκμεταλλευτούν όλους τους πόρους προς όφελος τους ακόμα και αυτούς της εκκλησίας."[49] Ο συγγραφέας Πάτρικ Ουόρμαλντ (1947 - 2004) αναφέρει : "Τα γεγονότα που συνέβησαν στον καθεδρικό ναό του Γουίντσεστερ την εποχή του Εδουάρδου και του πατέρα του Αλφρέδου ήταν η αιτία που μετέφερε ο Εδουάρδος τα οστά του πατέρα του στον νέο ναό, τα μετέφερε επειδή στο παλιό οι ιερείς δεν θα τον μνημόνευαν".[50]

Οι αγγλικές υποτροφίες κατέρρευσαν κατά την διάρκεια του 9ου αιώνα και ο Εδουάρδος ήταν υπεύθυνος για την αναβίωση τους την τελευταία δεκαετία του αιώνα, οι Αγγλικές μεταφράσεις των έργων στα Λατινικά συνεχίστηκαν αλλά λίγα αυθεντικά έργα είναι γνωστά. Το Αγγλοσαξωνικό χρονικό άρχισε να γράφεται εκτενώς τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Εδουάρδου, τα σπουδαιότερα κέντρα των υποτροφιών του ήταν οι καθεδρικοί ναοί του Καντέρμπερι, του Γουίντσεστερ και του Γουόρκεστερ αλλά τα μοναστήρια δεν ήταν σε τόσο ψηλό σημείο μέχρι την βασιλεία του Έθελσταν.[51] Το μόνο καταστατικό που διατηρήθηκε από την εποχή του Εδουάρδου (901) ήταν μια δωρεά από τον Έθελρεντ και την Έθελφλιντ της Μερκίας αλλά δεν έχει σχέση με τον ίδιο τον Εδουάρδο.[52] Την ίδια χρονιά συγκάλεσε σε συνέλευση στο Σαουθάμπτον την οικογένεια του, τους επισκόπους αλλά όχι τους κόμητες με θέμα την δωρεά γης από την αρχιεπισκοπή του Γουίντσεστερ για την κατασκευή του νέου καθεδρικού ναού της πόλης. Δεν υπήρχαν καταστατικά του Εδουάρδου την περίοδο 910 - 924 κάτι που κάνει σημαντικά δύσκολο το έργο των ιστορικών. Ο λόγος είναι πιθανότατα ότι δεν έκανε ο ίδιος ο βασιλιάς δωρεές γης κάτι το οποίο ήταν χρηματική σπατάλη, κρατούσε όλα τα χρήματα για τον εαυτό του επειδή τα είχε μεγάλη ανάγκη για τις στρατιωτικές του εκστρατείες.[53] Ο Εδουάρδος άλλαξε την ρήτρα 3 του ποινικού κώδικα με νέα του εισήγηση ότι οι άνθρωποι που κατηγορούνται για ψευδορκία θα δίνουν μαρτυρία με δοκιμασία αντί για όρκο, η εξέταση με δοκιμασία εισηγήθηκε για πρώτη φορά από τον Ίνε του Ουέσσεξ αλλά δεν εμφανίζεται πουθενά σε μετέπειτα νόμους όπως αυτούς του Αλφρέδου.[54] Το διοικητικό και νομοθετικό σύστημα του Εδουάρδου δεν έχει επιβιώσει σε γραπτές πηγές.[55] Ο Εδουάρδος ήταν από τους ελάχιστους βασιλείς που εξέδωσαν νόμους με κώδικες οι οποίοι χάθηκαν αργότερα, υπάρχει μεγάλη σύγχυση στους ιστορικούς σχετικά με το τι ήταν οι συγκεκριμένοι κώδικες.[56]

Τελευταία χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ασημένιο νόμισμα του Εδουάρδου του πρεσβύτερου που βρέθηκε στη Ρώμη με απεικόνιση του βασιλιά (920)

Το Αγγλοσαξονικό χρονικό καταγράφει την υποταγή των βασιλέων της Βρετανίας στον Εδουάρδο το 920 αναφέροντας: "Ο Εδουάρδος πήγε στην συνέχεια στο Μπέικουελ και διέταξε την οικοδόμηση ενός προαστίου στην ευρύτερη περιοχή. Στην συνέχεια ο βασιλιάς και ο λαός των Σκωτσέζων, όλοι οι λαοί των Δανών και των Βρετανών, οι λαοί της Νορθούμπριας όπως επίσης ο βασιλιάς και ο λαός του Ουαλικού Στραθκλάιντ τον εξέλεξαν άρχοντα και βασιλιά τους".[57] Το απόσπασμα αυτό θεωρείται ως απλή αναφορά για τους περισσότερους ιστορικούς μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα.[58] Ο Φρανκ Στέντον τονίζει ότι οι περισσότεροι από τους ευγενείς κάτι θα είχαν να κερδίσουν με την αναγνώριση της ηγεμονίας του Εδουάρδου.[59] Ο σκεπτικισμός αυτός στους ιστορικούς δημιουργήθηκε επειδή η αναφορά αυτή υπάρχει μονάχα στο Αγγλοσαξωνικό χρονικό, δεν επιβεβαιώνεται από άλλες πηγές ή νομίσματα.[60] Ο ιστορικός Άλφρεντ Σμιθ (1942 - 2016) αναφέρει ότι ο Εδουάρδος δεν μπορούσε να θέσει υπό την εξουσία του όλους τους λαούς της Βρετανίας όπως επιβεβαιώνεται από άλλες πηγές ή τα νομίσματα, το χρονικό παρουσιάζει μια συμφωνία μεταξύ των βασιλέων σαν μια μορφή υποταγής στο Ουέσσεξ.[61] Η Πολίν Στάφορντ τονίζει ότι η συνάντηση στο Μπέικουελ ήταν μια μορφή συμφωνίας για τον καθορισμό των συνόρων ανάμεσα στην Νορθούμπρια και την Μερκία αλλά αυτό παρουσιάζεται σαν μια μορφή υποταγής.[62] Ο Ντάβιντσον από την πλευρά του αναφέρει:

"Η ιδέα της συνάντησης παρουσιάζεται ως "υποταγή", τα συγκεκριμένα κείμενα του χρονικού εμφανίζονται ύποπτα αφού δεν υπάρχει καμιά αναφορά σε άλλες πηγές, ο Εδουάρδος δεν ήταν ακόμα σε θέση να επιβάλει την υποταγή των υπόλοιπων βασιλέων της Βρετανίας"

Ο Εδουάρδος συνέχισε την πολιτική ίδρυσης προαστίων στα βορειοδυτικά με την ίδρυση του Θέλουολ, του Μάντσεστερ (919) και το Ρούντλαν στην βόρεια Ουαλία (921).[63] Δεν έχουν διασωθεί καταστατικά της βασιλείας του Εδουάρδου μετά το 909 και δεν είναι τίποτα γνωστό σχετικά με τις σχέσεις του με την Μερκία στο τέλος της ζωής του όταν κατέστειλε ένα πραξικόπημα στο Τσέστερ από κατοίκους της Μερκίας και του Τσέστερ. Ο έλεγχος του Εδουάρδου στην Μερκία ήταν πλήρης και οι κάτοικοι ήταν έντονα δυσαρεστημένοι από την σκληρή βασιλεία του, την βαριά φορολογία και για το ότι τους κυβερνούσε από το μακρινό Ουέσσεξ αγνοώντας τα τοπικά έθιμα και τα προβλήματα τους. Το αποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσει η εξέγερση στο Τσέστερ, ο Εδουάρδος ο πρεσβύτερος πέθανε αμέσως μετά την καταστολή της στις 24 Ιουλίου 924 και τάφηκε στον νέο καθεδρικό ναό του Γουίντσεστερ τον οποίο οικοδόμησε ο ίδιος.[64]

Ιστορικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι μεσαιωνικοί χρονικογράφοι έγραφαν εντυπωσιακά λόγια για τον Εδουάρδο, ο Ιωάννης του Γουόρκεστερ τον περιγράφει ως "ο πιο ανίκητος βασιλιάς της Αγγλίας, κατώτερος από τον Αλφρέδο στην εκμάθηση των βιβλίων αλλά ισάξιος του στην ισχύ και στις στρατιωτικές ικανότητες."[65] Ο Νίκολας Χιγκάμ αναφέρει ότι "ο Εδουάρδος ήταν ο πιο παραμελημένος από τους Άγγλους βασιλείς, απέκτησε μια ισχυρή κεντρική εξουσία για 25 χρόνια αλλά παραμελήθηκε μετά τον θάνατο του". Το 1999 μια διάσκεψη στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ ασχολήθηκε με τις πηγές τις σχετικές με τον Εδουάρδο τον πρεσβύτερο, τα αποτελέσματα της διάσκεψης δημοσιοποιήθηκαν σε βιβλίο (1001). Πριν την διάσκεψη αυτή η βασιλεία του είχε υποτιμηθεί σημαντικά σε σχέση με αυτήν του πατέρα του, ο σημαντικότερος λόγος είναι η έλλειψη καταστατικών τα οποία δεν είχαν διασωθεί από την εποχή της βασιλείας του.[66] Ο Γουέινγουαιτ αναφέρει: "Χωρίς να υποτιμούμε την βασιλεία του μεγάλου πατέρα του ο Εδουάρδος ήταν ο μοναδικός βασιλιάς που κατέκτησε τα Δανικά Μίνλαντς και εξουδετέρωσε όλους τους κινδύνους που υπήρχαν μέχρι τότε από τις επιθέσεις των Δανών"[67] Ο Χάιγκμαν με την σειρά του συνοψίζει : "Υπό την βασιλεία του Εδουάρδου τα περιφερειακά κέντρα εξουσίας είχαν σημειώσει σημαντική παρακμή, το κοινοβούλιο της Μερκίας είχε διαλυθεί οι Δανοί οπλαρχηγοί διώχθηκαν και εξορίστηκαν. Οι Ουαλοί διαλύθηκαν, σταμάτησαν τις πολεμικές τους δραστηριότητες, οι επισκοπές διαλύθηκαν και ήρθαν υπό την εξουσία του βασιλιά. Ο Εδουάρδος μπορεί να θεωρηθεί ο ιδρυτής της μεσαιωνικής Αγγλίας".[68]

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με την πρώτη σύζυγο του Έκγκουιν (893) απέκτησε :[69]

Με την δεύτερη σύζυγο του Έλφλεντ (900) απέκτησε :[71]

Με την τρίτη σύζυγο του Εαντγκίφου (919), κόρη τού Σίγκεχελμ κόμη του Κεντ, απέκτησε :[80]

  • Εδμόνδος Α΄ 921-946, βασιλιάς των Άγγλων.[81]
  • Έντρεντ 923-955, βασιλιάς των Άγγλων.[82]
  • Έντμπουρ απεβ. 960, Βενεδικτίνη μοναχή στο αβαείο του Γουίντσεστερ.[83]
  • (;) Εντγκίφου, ίσως πρόκειται για την Ελφγκίφου.[84]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. 123249767. Ανακτήθηκε στις 15  Οκτωβρίου 2015.
  2. Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage. p10244.htm#i102434. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,00 3,01 3,02 3,03 3,04 3,05 3,06 3,07 3,08 3,09 3,10 3,11 3,12 3,13 3,14 3,15 3,16 3,17 3,18 3,19 3,20 3,21 3,22 «Kindred Britain»
  4. 4,0 4,1 4,2 p10244.htm#i102434. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  5. 5,00 5,01 5,02 5,03 5,04 5,05 5,06 5,07 5,08 5,09 5,10 5,11 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  6. Keynes 2001, p. 57.
  7. Davidson 2001, pp. 200-209.
  8. Keynes and Lapidge 1983, pp. 11–12.
  9. Stenton 1971, pp. 245–257.
  10. Yorke 2001, pp. 25–26; Miller 2004.
  11. Yorke 2001, pp. 27–28.
  12. Yorke 2001, p. 25.
  13. Yorke 2001, pp. 29–32; Keynes and Lapidge 1983, p. 321, n. 66; ?thelhelm, PASE.
  14. Yorke 2001, pp. 31–35.
  15. Abels 1998, pp. 294–304.
  16. Yorke 2001, p. 37.
  17. Nelson 1996, pp. 53–54, 63–66.
  18. Yorke 2001, pp. 33–34.
  19. Miller 2004.
  20. Stenton 1971, p. 321; Lavelle 2009, pp. 53, 61.
  21. Stenton 1971, pp. 321–322; Hart 1992, p. 512–515; Stafford 2004.
  22. Keynes 2001, pp. 44–54.
  23. Ryan 2013, p. 298.
  24. Stafford 2001, p. 45.
  25. Insley 2009, p. 330.
  26. Davidson 2001, p. 205; Keynes 2001, p. 43.
  27. Davidson 2001, pp. 203–204.
  28. Gretsch 2001, p. 287.
  29. Coatsworth 2001, pp. 292–296.
  30. Sharp 2001, pp. 81–86.
  31. Miller 2004.
  32. Abrams 2001, p. 136.
  33. Miller 2004.
  34. Stenton 1971, p. 324, n. 1; Wainwright 1975, pp. 308–309; Bailey 2001, p. 113.
  35. Miller 2004; Stenton 1971, pp. 324–327.
  36. Miller 2004; Stenton 1971, pp. 327–329.
  37. Miller 2004; Stenton 1971, pp. 329–331.
  38. Abrams 2001, pp. 138–139.
  39. Lyon 2001, pp. 67–73, 77.
  40. Brooks 1984, pp. 210, 213.
  41. Rumble 2001, pp. 230–231
  42. Yorke 2004b; Brooks 1984, pp. 212–213.
  43. Rumble 2001, p. 243.
  44. Rumble 2001, p. 231.
  45. Thacker 2001, pp. 259–260.
  46. Rumble 2001, pp. 231–234.
  47. Miller 2001, pp. xxv–xxix; Thacker 2001, pp. 253–254.
  48. Rumble 2001, pp. 234–237, 244; Thacker 2001, p. 254.
  49. Thacker 2001, p. 254.
  50. Wormald 2001, pp. 274–275.
  51. Lapidge 1993, pp. 12–16.
  52. Lapidge 1993, p. 13.
  53. Keynes 2001, pp. 50–51, 55–56.
  54. Campbell 2001, p. 14.
  55. Campbell 2001, p. 23.
  56. Wormald 2001, pp. 264, 276.
  57. Davidson 2001, pp. 200–201.
  58. Davidson 2001, p. 201.
  59. Stenton 1971, p. 334.
  60. Davidson 2001, p. 206–207.
  61. Smyth 1984, p. 199.
  62. Stafford 1989, p. 33.
  63. Griffiths 2001, p. 168.
  64. Miller 2004; Griffiths 2001, pp. 167, 182–183.
  65. Keynes 2001, pp. 40–41.
  66. Higham 2001a, pp. 1–4.
  67. Wainwright 1975, p. 77.
  68. Higham 2001b, p. 311.
  69. Foot 2011, p. 11.
  70. Thacker 2001, pp. 257–258.
  71. Yorke 2001, p. 33.
  72. Foot 2011, p. 17.
  73. Foot 2011, p. 21.
  74. Foot 2011, p. 45.
  75. Foot 2011, p. 46; Stafford 2011.
  76. Foot 2011, p. 45.
  77. Foot 2011, p. 18.
  78. Stafford 2011.
  79. Foot 2011, p. 51.
  80. Stafford 2004.
  81. Foot 2011, p. xv.
  82. Foot 2011, p. xv.
  83. Yorke 2004a; Thacker 2001, pp. 259–260.
  84. Foot 2011, pp. 50–51; Stafford 2004.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Æthelhelm 4 (Male)". Prosopography of Anglo-Saxon England (PASE). Retrieved 31 December 2016.
  • Abels, Richard (1998). Alfred the Great: War, Kingship and Culture in Anglo-Saxon England. Harlow, UK: Longman.
  • Abrams, Lesley (2001). "Edward the Elder's Danelaw". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 128–143.
  • Bailey, Maggie (2001). "Ælfwynn, Second Lady of the Mercians". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 112–127.
  • Brooks, Nicholas (1984). The Early History of the Church of Canterbury. Leicester, UK: Leicester University Press.
  • Campbell, James (2001). "What is not Known About the Reign of Edward the Elder". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 12–24.
  • Coatsworth, Elizabeth (2001). "The Embroideries from the Tomb of St Cuthbert". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 292–306.
  • Davidson, Michael R. (2001). "The (Non)submission of the Northern Kings in 920". In Higham, N. J.; Hill, D. H. Edward the Elder, 899–924. London, UK: Routledge. pp. 200–211.
  • Foot, Sarah (2010). "Dynastic Strategies: The West Saxon Royal Family in Europe". In Rollason, David; Leyser, Conrad; Williams, Hannah. England and the Continent in the Tenth Century:Studies in Honour of Wilhelm Levison (1876-1947). Brepols.
  • Foot, Sarah (2011). Æthelstan: the First King of England. New Haven, Connecticut: Yale University Press.
  • Gretsch, Mechtild (2001). "The Junius Psalter Gloss: Tradition and Innovation". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 280–291.
  • Griffiths, David (2001). "The North-West Frontier". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 167–187.
  • Hart, Cyril (1992). The Danelaw. London, UK: The Hambledon Press.
  • Higham, Nick (2001a). "Edward the Elder's Reputation: An Introduction". In Higham, N. J.; Hill, D. H. Edward the Elder, 899–924. London, UK: Routledge. pp. 1–11.
  • Higham, Nick (2001b). "Endpiece". In Higham, N. J.; Hill, D. H. Edward the Elder, 899–924. London, UK: Routledge. pp. 307–311.
  • Insley, Charles (2009). "Southumbria". In Stafford, Pauline. A Companion to the Early Middle Ages: Britain and Ireland c.500- c.1100. Chichester, UK: Wiley-Blackwell. pp. 322–40.
  • Keynes, Simon; Lapidge, Michael, eds. (1983). Alfred the Great: Asser's Life of King Alfred & Other Contemporary Sources. London, UK: Penguin Classics.
  • Keynes, Simon (2001). "Edward, King of the Anglo-Saxons". In Higham, N. J.; Hill, D. H. Edward the Elder, 899–924. London, UK: Routledge. pp. 40–66.
  • Lapidge, Michael (1993). Anglo-Latin Literature 900–1066. London, UK: The Hambledon Press.
  • Lavelle, Ryan (2009). "The Politics of Rebellion: The Ætheling Æthelwold and the West Saxon Royal Succession, 899–902". In Skinner, Patricia. Challenging the Boundaries of Medieval History: The Legacy of Timothy Reuter. Turnhout, Belgium: Brepols. pp. 51–80.
  • Lyon, Stewart (2001). "The coinage of Edward the Elder". In Higham, N. J.; Hill, D. H. Edward the Elder, 899–924. London, UK: Routledge. pp. 67–78.
  • Miller, Sean (2001). "Introduction: The History of the New Minster, Winchester". In Miller, Sean. Charters of the New Minster, Winchester. Oxford, UK: Oxford University Press for The British Academy. pp. xxv–xxxvi.
  • Miller, Sean (2004). "Edward [called Edward the Elder] (870s?–924), king of the Anglo-Saxons". Oxford Dictionary of National Biography. Oxford University Press. doi:10.1093/ref:odnb/8514. Retrieved 6 October 2016. (subscription or UK public library membership required)
  • Nelson, Janet (1996). "Reconstructing a Royal Family: Reflections on Alfred from Asser, Chapter 2". In Wood, Ian; Lund, Niels. People and places in Northern Europe 500-1600 : essays in honour of Peter Hayes Sawyer. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 48–66.
  • Rumble, Alexander R. (2001). "Edward and the Churches of Winchester and Wessex". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 230–247.
  • Ryan, Martin J. (2013). "Conquest, Reform and the Making of England". In Higham, Nicholas J.; Ryan, Martin J. The Anglo-Saxon World. New Haven, Connecticut: Yale University Press. pp. 284–322.
  • Sharp, Sheila (2001). "The West Saxon Tradition of Dynastic Marriage, with Special Reference to the Family of Edward the Elder". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 79–88.
  • Smyth, Alfred P (1984). Warlords and Holy Men: Scotland AD 80–1000. London, UK: Edward Arnold.
  • Stafford, Pauline (1989). Unification and Conquest: A Political and Social History of England in the Tenth and Eleventh Centuries. London, UK: Edward Arnold.
  • Stafford, Pauline (2001). "Political Women in Mercia, Eighth to Early Tenth Centuries". In Brown, Michelle P.; Farr, Carol A. Mercia: An Anglo-Saxon Kingdom in Europe. London, UK: Leicester University Press. pp. 35–49.
  • Stafford, Pauline (2004). "Eadgifu (b. in or before 904, d. in or after 966), queen of the Anglo-Saxons". Oxford Dictionary of National Biography. Oxford University Press. doi:10.1093/ref:odnb/52307. Retrieved 4 January 2017. (subscription or UK public library membership required)
  • Stafford, Pauline (2011). "Eadgyth (c.911–946), queen of the East Franks". Oxford Dictionary of National Biography. Oxford University Press.
  • Stenton, Frank (1971). Anglo-Saxon England (3rd ed.). Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Thacker, Alan (2001). "Dynastic Monasteries and Family Cults". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge.
  • Wainwright, F. T. (1975). Scandinavian England: Collected Papers. Chichester, UK: Phillimore.
  • Williams, Ann (1982). "Princeps Merciorum Gentis: the Family, Career and Connections of Ælfhere, Ealdorman of Mercia 956-983". Anglo-Saxon England. Cambridge, UK: Cambridge University Press. 10.
  • Williams, Ann; Smyth, Alfred P.; Kirby, D. P. (1991). A Biographical Dictionary of Dark Age Britain: England, Scotland, and Wales. Routledge.
  • Wormald, Patrick (2001). "Kingship and Royal Property from Æthelwulf to Edward the Elder". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 264–279.
  • Yorke, Barbara (2001). "Edward as Ætheling". In Higham, Nick; Hill, David. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 25–39.
  • Yorke, Barbara (2004a). "Eadburh [St Eadburh, Eadburga] (921x4–951x3), Benedictine nun". Oxford Dictionary of National Biography. Oxford University Press.
  • Yorke, Barbara (2004b). "Frithestan (d. 932/3), bishop of Winchester". Oxford Dictionary of National Biography. Oxford University Press.
Εδουάρδος ο Πρεσβύτερος
Γέννηση: 870 Θάνατος: 17 Ιουλίου 924
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Αλφρέδος ο Μέγας
Βασιλιάς των Αγγλοσαξόνων

899 - 924
Διάδοχος
Έλφγουιρντ
Προκάτοχος
Ίλντριντ Α΄ του Μπάμπουργκ
Βασιλιάς της Νορθουμβρίας
914 - 918
Διάδοχος
Ραγκνάλ ουα Αιμάρ