Οίκος των Οθωνιδών

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Δυναστεία των Οθωνιδών)

Ο Οίκος των Οθωνιδών ή Σαξονική δυναστεία ή δυναστεία των Λιουντολφιδών (απογόνων του Λιούντολφ), ήταν ένας ηγεμονικός Οίκος, που μέλη του ήταν δούκες της Σαξονίας. Μετά τον εκφυλισμό του Φραγκικού κράτους (της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας) του Καρλομάγνου, ήταν η πρώτη δυναστεία της Ανατολικής Φραγκίας (της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους, Α.Ρ.Α.Γ.Ε.), δηλ. της Γερμανίας. Έδωσε τέσσερις βασιλείς: τον Όθωνα Α΄, τον γιο αυτού Όθωνα Β΄, τον γιο αυτού Όθωνα Γ΄ και τον 2ο εξάδελφο αυτού Ερρίκο Β΄, που κυβέρνησαν τη Γερμανία από το 919 ως το 1024.

Ιστορία του Οίκου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιδρυτής της δυναστείας ήταν ο Λιούντολφ, δούκας της Σαξονίας, απόγονος υπουργών (ministeriales) του κράτους του Καρλομάγνου, που το 852 νυμφεύτηκε την Όντα των Μπίλλουνγκ. Η κόρη τους Λιούτγκαρντ παντρεύτηκε τον Λουδοβίκο Γ΄ των Καρολιδών βασιλιά της Σαξονίας και ο γιος τους Όθων ακολούθησε τον Αρνούλφο των Καρολιδών της Γερμανίας στην εκστρατεία του στην Ιταλία. Ο Όθων πάντρεψε την κόρη του με τον γιο του Αρνούλφου, ενώ ο γιος του Ερρίκος Α΄ ο ορνιθοθήρας τον διαδέχθηκε ως δούκας της Σαξονίας.

Η άνοδος της δυναστείας στην βασιλική αρχή της Γερμανίας πραγματοποιήθηκε από τον Ερρίκο τον Ορνιθοθήρα, δούκα της Σαξονίας, ο οποίος το 919 έγινε βασιλιάς του Ανατολικού τμήματος της Αυτοκρατορίας (Ανατολικής Φραγκίας) που ίδρυσε ο Καρλομάγνος, της Γερμανίας δηλαδή, ως Ερρίκος Α΄, όταν εξέλιπε ο οίκος των Καρολιγγείων. Ο Ερρίκος Α΄ κατάφερε οι Γερμανοί δούκες να τον αναγνωρίσουν ως πρώτο μεταξύ ίσων και το 919 ανακηρύχθηκε Rex Francorum, εγκατέλειψε όμως την ιδέα βλέποντας το κράτος του Καρλομάγνου να διαλύεται. Αρκέστηκε στην υποστήριξη των δουκών της Φραγκονίας, Βαυαρίας, Σουαβίας και Λοθαριγγίας.

Ένα από τα σημαντικότερα έργα του Ερρίκου ήταν η υπεράσπιση της αυτοκρατορίας από τις συνεχείς επιδρομές των Μαγιάρων (Ούγγρων), τους οποίους κατανίκησε το 933 στις όχθες του ποταμού Ούνστρουτ. Τον ίδιο χρόνο υπέταξε επίσης τους Σλάβους της περιοχής του ποταμού Elbe (τους λεγόμενους Βένδους) καθώς και τους Βοημούς (τους σημερινούς Τσέχους). Με τις επιτυχημένες αυτές τις πολεμικές ενέργειες κατάφερε να σταθεροποιήσει την αυτοκρατορία και να ασχοληθεί με την ενοποίηση τoυ κράτους. Για τον σκοπό αυτό εξέδωσε το 929 στο Κβέντλινμπουρκ τον Κανόνα διαδοχής του Οίκου (Quedlinburger Hausordnung), με τον οποίο ανακήρυξε άμεσο διάδοχό του τον δευτερότοκο γιο του Όθωνα Α΄. Τους υπόλοιπους γιους του τούς έκανε δούκες. Ο Όθων Α΄, που έγινε βασιλιάς το 936, ήταν ο ιδρυτής της Α.Ρ.Α.Γ.Ε. .

Ο στρατός του Όθωνα Α΄ επέτυχε αποφασιστική νίκη εναντίον των Ούγγρων το 955 στην μάχη του Λέχφελντ και έτσι σταμάτησε η απειλή στα νοτιοανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας· κέρδισε το προσωνύμιο μέγας. O Όθων Α΄ φιλοδόξησε να ενοποιήσει τις Γερμανικές φυλές σε βασίλειο: με επιγαμίες έκανε συγγενείς του τους δούκες και αύξησε την εξουσία του εις βάρος της αριστοκρατίας. Τις αντιδράσεις σε αυτό μπόρεσε να τις καταστείλει. Τελικά οι δούκες, από ίσοι με αυτόν, έγιναν υποτελείς του. Είναι ο ιδρυτής του βασιλείου της Γερμανίας. Έκανε την Εκκλησία της Γερμανίας ιδιοκτησία του βασιλιά, δηλ. αποφάσιζε για την εκλογή των μελών της. Κατέκτησε το βασίλειο των Λομβαρδών ("βασίλειο της Ιταλίας") και αναγνώρισε τη δωρεά του Πεπίνου (το Παπικό κράτος). Στέφθηκε το 962 από τον πάπα Ιωάννη ΙΒ΄ στη Ρώμη, καθώς θεώρησε τον εαυτό του διάδοχο του Καρλομάγνου (translatio imperii). Σύναψε συμφωνία με τον Ιωάννη Α΄ Τσιμισκή Αυτοκράτορα των Ρωμαίων και νύμφευσε τον γιο του Όθωνα Β΄ με την ανιψιά εκείνου Θεοφανώ. Ο ίδιος διέμενε στο Μαγδεβούργο.

Ο Όθων Β΄ εστέφθη συμβασιλέας και συναυτοκράτορας του πατέρα του και τον διαδέχτηκε το 973. Συνέχισε την πολιτική του πατέρα του και είχε επίσης μεγάλη επιτυχία. Προσπάθησε να επεκτείνει την εξουσία του στην Ιταλία, αντιτιθέμενος πρώτα στην Κωνσταντινούπολη και έπειτα με τους Σαρακηνούς της Σικελίας, από τους οποίους καταστράφηκε στη μάχη του Στίλο το 982. Απεβίωσε το 983 και τον διαδέχτηκε ο τρίχρονος γιος του Όθων Γ΄, ενώ η μητέρα του Θεοφανώ, που ανέλαβε την αντιβασιλεία ως το 991, ακολούθησε άλλη πολιτική στην Ιταλία. Ο Όθων Γ΄ εγκατέστησε τον έμπιστό του Σιλβέστρο Β΄ ως πάπα, ο οποίος όμως τον εξεδίωξε από τη Ρώμη. Πέντε χρόνια αργότερα εστέφθη και αυτοκράτορας. Ο Όθων Γ΄ πέθανε το 1002, άτεκνος.

Τον διαδέχθηκε ο 2ος εξάδελφός του Ερρίκος Β΄, από τον ίδιο Οίκο. Έγινε αυτοκράτορας το 1004, εκστράτευσε εναντίον των Πολωνών και στέφθηκε στη Ρώμη από τον πάπα Βενέδικτο Η΄. Ίδρυσε πολλές επισκοπές και ανακηρύχθηκε άγιος από τον πάπα Ευγένιο Γ΄ το 1146. Ήταν άτεκνος και όταν απεβίωσε το 1024, τον διαδέχθηκε ο Κορράδος Β΄ των Σαλίων, δισεγγονός του Όθωνα Α΄ του μεγάλου. Έτσι τελείωσε η δυναστεία των Οθωνιδών.

Γενεαλογία των Οθωνιδών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Λιούντολφ
δούκας της Σαξονίας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Μπρούνο ο άγιος
δούκας της Σαξονίας
 
Όθων Α΄ ο Επιφανής
δούκας της Σαξονίας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Ερρίκος Α΄ ο Ορνιθοθήρας
δούκας της Σαξονίας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
(1) Τάνκμαρ
 
(2) Όθων Α΄ ο Μέγας
βασ. της Γερμανίας,
Α΄ δούκας της Σαξονίας
σύζ. Αδελαΐδα της Ιταλίας
 
 
 
 
 
(2) Ερρίκος Α΄
δούκας της Βαυαρίας
ΚΛΑΔΟΣ ΒΑΥΑΡΙΑΣ
 
(2) Μπρούνο ο Μέγας,
δούκας της Λωρραίνης,
αρχιεπίσκοπος της Κολωνίας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Κορράδος
δούκας της Λωρραίνης
ΟΙΚΟΣ ΣΑΛΙΩΝ
 
(1) Λιούτγκαρτ
 
 
 
 
 
(1) Λιούντολφ
δούκας της Σουαβίας
 
(2) Όθων Β΄
βασ. της Γερμανίας
σύζ. Θεοφανώ Σκληρού
 
(νόθος) Γουλιέλμος
αρχιεπίσκοπος του Μάιντς
 
Ερρίκος Β΄ o Εριστικός
δούκας της Βαυαρίας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Όθων Α΄
δούκας της Καρινθίας
 
Κορράδος Α΄
δούκας της Σουαβίας
ΟΙΚΟΣ ΚΟΡΡΑΔΙΔΩΝ
 
Ρίχλιντ
 
Όθων Α΄
δούκας της Σουαβίας,
Βαυαρίας
 
Όθων Γ΄
βασ. της Γερμανίας
 
 
 
 
 
Ερρίκος Β΄
βασ. της Γερμανίας,
δούκας της Βαυαρίας
 
Μπρούνο
επίσκοπος του Άουγκσμπουργκ
 
 
 
 
 
Ερρίκος
κόμης του Βορμς, Σπάυερ
 
 
 
 
Κορράδος Β΄
βασ. της Γερμανίας

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Karl Leyser, "Ottonian Government" The English Historical Review 96.381 (October 1981), pp 721–753.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Gerd Althoff: Die Ottonen. Königsherrschaft ohne Staat (Kohlhammer-Urban-Taschenbücher, 473), 2. erweiterte Auflage Stuttgart 2005, ISBN 3-17-018597-7.
  • Klaus G. Beuckers, Johannes Cramer, Michael Imhof (Hrsg.): Die Ottonen. Kunst, Architektur und Geschichte. Imhof, Petersberg 2002, ISBN 3-932526-91-0
  • Helmut Beumann: Die Ottonen. 5. Auflage. Kohlhammer, Stuttgart u. a. 2000, ISBN 3-17-016473-2.
  • Bernd Schneidmüller, Stefan Weinfurter: Ottonische Neuanfänge. Philipp von Zabern, Mainz 2001, ISBN 3-8053-2701-3
  • Jürgen Naumann: Sächsische Geschichte in Daten. Genehmigte Lizenzausgabe für Fourier Verlag GmbH, Wiesbaden, 2003 ISBN 3-932412-37-0
  • Gerhard Hartmann, Karl Schnith: Die Kaiser – 1200 Jahre europäische Geschichte. Genehmigte Lizenzausgabe für Verlagsgruppe Weltbild GmbH, Augsburg 2003, ISBN 3-8289-0549-8
  • Detlev Schwennicke: Europäische Stammtafeln. Band I.1. Die fränkischen Könige und die Könige und Kaiser, Stammesherzoge, Kurfürsten, Markgrafen und Herzoge des Heiligen Römischen Reiches Deutscher Nation. 2. verbesserte Auflage. Klostermann, Frankfurt am Main 2005, ISBN 3-465-03420-1

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πινακοθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]