Διδασκαλία του Ζακ Λακάν
Η διδασκαλία του Ζακ Λακάν υπήρξε μια μοναδική στην ιστορία ανανέωση, εμβάθυνση και συνέχεια της φροϋδικής ψυχαναλυτικής θεωρίας.[1][2][3] Ο Λακάν ξεκίνησε τη διαδρομή του στις αρχές της δεκαετίας του 1950 με σύνθημα την «επιστροφή στον Φρόυντ», ενώ μέχρι τον θάνατό του το 1981 δήλωνε αμετανόητα «φροϋδικός». Αλλά όπως το φροϋδικό έργο, έτσι και η λακανική διδασκαλία δεν έπαψε να αποτελεί ένα γίγνεσθαι, μια διαρκή αναπροσαρμογή, έναν ακάματο στοχασμό πάνω στα ίδια τα θεμέλια της ψυχαναλυτικής εμπειρίας. Από την περίφημη «Εισήγηση της Ρώμης» του 1953 ως τα τελευταία σεμινάρια των τελών της δεκαετίας του 1970, ο Λακάν, «υπονομεύοντας μεθοδικά την ταύτιση της ψυχανάλυσης με τον εαυτό της και το ιδίωμά της»,[4] διένυσε την απόσταση από μια εντελώς πρωτότυπη στρουκτουραλιστική και γλωσσολογική μεταγραφή της φροϋδικής θεωρίας ως την επαναδιατύπωση του ψυχαναλυτικού διακυβεύματος με όρους αρχικά τυπικής λογικής και τελικά βορρόμειας τοπολογίας.[5] Η διδασκαλία του έχει αποτυπωθεί κυρίως στα 25 ετήσια προφορικά σεμινάριά του (τα περισσότερα από τα οποία έχουν εκδοθεί), καθώς και στον τόμο με τα Γραπτά του.
Στη συνέχεια, επιχειρείται μια σύντομη περιγραφή ορισμένων καίριων σημείων της λακανικής ψυχαναλυτικής θεωρίας, με την υποσημείωση ότι μια πλήρης παρουσίασή της στα πλαίσια ενός εγκυκλοπαιδικού λήμματος αποκλείεται εκ προοιμίου. Ούτως ή άλλως, η εγκυκλοπαίδεια δεν αποτελεί παρά έναν θησαυρό, του οποίου την μη πληρότητα ο λακανικός αντιλαμβάνεται καλύτερα από τον καθένα.[6]
Συμβολικό, εικονοφαντασιακό, πραγματικό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λακάν επέτρεψε μια σε βάθος κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί η ψυχανάλυση διακρίνοντας στην ψυχική εμπειρία του ανθρώπου τρία πεδία ή τάξεις.[7] Η συμβολική (symbolique) τάξη περιλαμβάνει την διάσταση του λόγου, του σημαίνοντος ως τέτοιου, της άρθρωσης των σημαινόντων μεταξύ τους σε σημαίνουσα αλυσίδα, και του νόμου εν γένει. Το εικονοφαντασιακό (imaginaire) πεδίο, αντιθέτως, περιλαμβάνει ό,τι είναι της τάξης της εικόνας, δηλαδή κυρίως σχέσεις κατοπτρικές, ναρκισσιστικές, αλλοτριωτικές. Το πεδίο του πραγματικού (réel), τέλος, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ό,τι είναι αδύνατο να συμβολοποιηθεί, να ειπωθεί. Εδώ εγγράφονται ζητήματα όπως το τραύμα και η απόλαυση υπό την λακανική έννοια (jouissance).[8][9][10]
Το ασυνείδητο δομημένο σαν γλώσσα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Φρόυντ ανακάλυψε όχι μόνο το ασυνείδητο, αλλά και τους μηχανισμούς με τους οποίους αυτό εργάζεται παράγοντας μορφώματα όπως το όνειρο. Τους κυριότερους από αυτούς τους μηχανισμούς τους ονόμασε συμπύκνωση και μετάθεση.[11] Ο Λακάν ανέδειξε κάτι που ήταν προφανές στο φροϋδικό έργο, δηλαδή τον θεμελιωδώς γλωσσικό χαρακτήρα του ασυνειδήτου και των μορφωμάτων του. Αξιοποιώντας τα νεότερα πορίσματα της γλωσσολογίας μετέφρασε τους μηχανισμούς αυτούς ως, αντίστοιχα, μεταφορά και μετωνυμία, και διακήρυξε ότι το ασυνείδητο είναι δομημένο σαν μια γλώσσα.[7][12]
To υποκείμενο του ασυνειδήτου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Χάρη στην γλωσσολογική μεταγραφή της φροϋδικής ανακάλυψης του ασυνειδήτου, ο Λακάν μπόρεσε να ανατρέψει την παραδοσιακή έννοια του υποκειμένου (της ψυχολογίας, της φιλοσοφίας) κάνοντας λόγο για το υποκείμενο του ασυνειδήτου ως όχι πρωταρχικό αλλά παράγωγο, ως επιτέλεσμα του σημαίνοντος, ως διχασμένο υποκείμενο, διχασμένο και αλλοτριωμένο ενώπιον της γλωσσικής πραγματικότητας.[7] Διαφωτιστικός ως προς αυτό είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Λακάν ορίζει το σημαίνον: «σημαίνον είναι εκείνο που εκπροσωπεί (représente) το υποκείμενο για ένα άλλο σημαίνον». Ή, με άλλα λόγια, το αθρώπινο ον «εμφανίζεται ως διχασμένο υποκείμενο στα μεσοδιαστήματα της σημαίνουσας αλυσίδας». Ως τέτοιο, το λακανικό υποκείμενο, το οποίο εγγράφεται στο συμβολικό πεδίο, διακρίνεται σαφώς από και αντιπαρατίθεται στο εγώ, το οποίο, για τον Λακάν, εμπίπτει στην εικονοφαντασιακή τάξη.[13][14][15]
Η έννοια του Άλλου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εντελώς θεμελιώδης και αντίστοιχη προς την διάκριση μεταξύ συμβολικού και εικονοφαντασιακού είναι η διάκριση μεταξύ (μεγάλου) Άλλου και (μικρού) άλλου.[7] Ο Άλλος, μολονότι μπορεί να ενσαρκώνεται από διάφορα πρόσωπα όπως οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι φορείς εξουσίας κλπ., εντούτοις ορίζεται ως ένας τόπος, ο τόπος της γλώσσας, του σημαίνοντος, του νόμου. Απεναντίας, ο μικρός άλλος δεν είναι παρά ο όμοιος – για το μικρό παιδί, για παράδειγμα, εξίσου το κατροπτρικό ομοίωμα και το άλλο παιδί. Ως εκ τούτου, ο μικρός άλλος είναι εικονοφαντασιακής τάξης.[16] Η έννοια του Άλλου σχετίζεται άμεσα με την περιγραφή του ασυνειδήτου από τον Φρόυντ ως Άλλης σκηνής (eine andere Schauplatz, έκφραση δανεισμένη από τον Γκούσταβ Τέοντορ Φέχνερ). Έτσι, ο Άλλος είναι και ο τόπος του ασυνειδήτου, αποτελώντας συγχρόνως και το σύνολο ή θησαυρό των σημαινόντων. Στην «Εισήγηση της Ρώμης», ο Λακάν διευκρινίζει ότι το ασυνείδητο είναι «ο αρθρωμένος λόγος του άλλου», ότι δεν είναι μια «ατομική πραγματικότητα», αλλά «το τμήμα του συγκεκριμένου αρθρωμένου λόγου ως υπερ-ατομικού, το οποίο δεν έχει στην διάθεσή του το υποκείμενο για να αποκαταστήσει τη συνέχεια του συνειδητού του λόγου». Έτσι, ο κλασικός λακανικός ορισμός για το ασυνείδητο είναι ότι «το ασυνείδητο είναι λόγος του Άλλου [discours de l'Autre]».[17]
Ενώ αρχικά ο Λακάν περιέγραψε έναν λίγο πολύ πλήρη Άλλο, ενώπιον του οποίου το υποκείμενο παραμένει διχασμένο, στις 8 Απριλίου 1959 και στα πλαίσια μιας ανάλυσης του σαιξπηρικού Άμλετ ανακοίνωσε ότι ο Άλλος δεν είναι πλήρης, ότι από τον Άλλο λείπει το σημαίνον της πληρότητάς του, ότι από τον Άλλο απουσιάζει η εγγύηση, με άλλα λόγια δεν υπάρχει Άλλος του Άλλου, προσθέτοντας μάλιστα ότι «αυτό είναι το μυστικό της ψυχανάλυσης», αλλά και ότι ακριβώς αυτό καθιστά τόσο δύσκολη την έξωθεν κατανόηση της ψυχανάλυσης.[18]
Το Όνομα-του-Πατρός, η πατρική μεταφορά, η διάκλειση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η πρώτη αναφορά του Λακάν στο Όνομα-του-Πατρός ως συμβολικής βαθμίδας ήταν στην «Εισήγηση της Ρώμης». Εκεί έλεγε: «Όντως, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε το όνομα του πατρός ως βάση της συμβολικής λειτουργίας, η οποία, από την απαρχή των ιστορικών χρόνων, ταυτίζει το πρόσωπό του με τη φιγούρα του νόμου».[7] Την ακαδημαϊκή χρονιά 1955-1956 ο Λακάν πραγματοποίησε το φημισμένο σεμινάριό του με θέμα τις Ψυχώσεις.[19] Εκεί, καθώς επίσης στα επόμενα δύο σεμινάριά του (IV και V) και στο γραπτό του για τις ψυχώσεις, μετέφρασε το φροϋδικό οιδιπόδειο με όρους μεταφοράς, την πατρική λειτουργία ως πατρική μεταφορά, και υποστήριξε ότι στην κλινική περίπτωση μιας ψύχωσης υπάρχει ένα θεμελιώδες δομικό ελάττωμα το οποίο, μεταφράζοντας τον φροϋδικό όρο Verwerfung, ονόμασε διάκλειση (forclusion).[20] Εν προκειμένω, αυτό το οποίο συμβαίνει να έχει διακλειστεί, είναι η πατρική μεταφορά ή η πατρική λειτουργία ή το Όνομα-του-Πατρός, όροι που είναι συνώνυμοι.[21][22]
Η διαλεκτική της επιθυμίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κοινός τόπος της λακανικής ψυχανάλυσης είναι το ότι «είχε ανέκαθεν και διατηρεί ως αντικείμενό της την αποκάλυψη μιας επιθυμίας».[23] H έννοια της επιθυμίας κατέχει δεσπόζουσα θέση σε όλες τις λακανικές επεξεργασίες και είναι από τις πλέον θεμελιώδεις στην λακανική ψυχανάλυση.[7][24] Σύμφωνα με τον Λακάν, «η επιθυμία του ανθρώπου είναι η επιθυμία του Άλλου», όπου μπορεί κανείς να διαβάσει την γενική πτώση τόσο ως αντικειμενική (επιθυμία για τον Άλλο), όσο και υποκειμενική: «δηλαδή, ότι επιθυμεί ως Άλλος». Η επιθυμία διακρίνεται από το αίτημα, και για την ακρίβεια είναι «ένα αίτημα που δεν αφορά σε καμία ανάγκη». Η επιθυμία είναι «σχέση του είναι με την έλλειψη», η οποία νοείται ως έλλειψη του Άλλου, ως αυτό που λείπει από τον Άλλο. Η επιθυμία εκδηλώνεται, αναδύεται, με την ομιλία και τον συμβολισμό: «σημαδεύετε τις έξι πλευρές του ζαριού, ρίχνετε το ζάρι - από αυτό το ρίξιμο αναδύεται η επιθυμία».[25] H επιθυμία συνδέεται άρρηκτα με τον νόμο, σε βαθμό μάλιστα που «επιθυμία και νόμος είναι ένα και το αυτό». Η διάσταση της προσταγής βρίσκεται στην καρδιά της δομής της επιθυμίας, δηλαδή «επιθυμεί κανείς με μία προσταγή», και αυτό είναι φανερό στον μύθο του Οιδίποδα όπως αξιοποιήθηκε από την ψυχανάλυση. Στήριγμα της επιθυμίας είναι η ασυνείδητη φαντασίωση, αντικείμενο της επιθυμίας υπό την έννοια του αιτίου είναι, όπως θα δούμε παρακάτω, το αντικείμενο α, ενώ το άγχος ως φαινόμενο συνδέεται θεμελιωδώς με την επιθυμία ως επιθυμία του Άλλου.[26] Ο Λακάν θα συνδέσει την επιθυμία με την ηθική της ψυχανάλυσης στο 7ο Σεμινάριό του. Εκεί, αφού διαπιστώσει ότι «στην θεωρητική άρθρωση του Φρόυντ, η γέννηση της ηθικής διάστασης δεν εντοπίζεται πουθενά αλλού, παρά στην ίδια την επιθυμία»,[27] θα αφιερώσει μέρος του Σεμιναρίου στην Αντιγόνη του Σοφοκλή,[28] για να καταλήξει ότι, εντός των ψυχαναλυτικών συμφραζομένων και μόνο, είναι δυνατή μια επανεξέταση της ηθικής με κριτήριο την επιθυμία.
Το αντικείμενο α αίτιο της επιθυμίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά την σεμιναριακή χρονιά 1962-1963, ο Λακάν εισήγαγε την έννοια του αντικειμένου μικρό α, έννοια που αποτέλεσε, σύμφωνα με τον ίδιο, την πιο πρωτότυπη συνεισφορά του στην ψυχανάλυση και, επίσης, μια ουσιαστική διαφοροποίηση τόσο από την στενά στρουκτουραλιστική οπτική, όσο και από την παραδοσιακή φιλοσοφική έννοια της αιτιότητας.[7][29] Πράγματι, η εισαγωγή της έννοιας του αντικειμένου α υπήρξε για την λακανικη ψυχανάλυση αποφασιστικός σταθμός, καθώς της επέτρεψε να απεγκλωβιστεί στη θεωρία και στην πράξη από την καθολική κυριαρχία της συμβολικής τάξης, και να αναγνωρίσει την σπουδαιότητα της διάστασης του πραγματικού. Συνοπτικά, για το αντικείμενο α μπορεί κανείς να πει ότι αποτελεί:
- το αντικείμενο-αίτιο της επιθυμίας του υποκειμένου. Είναι αυτό με το οποίο το διχασμένο υποκείμενο βρίσκεται αντιμέτωπο εντός της φαντασίωσης.
- το υπόλοιπο, το υπόλειμμα που αφήνει η εμπλοκή του υποκειμένου στην σημαίνουσα διαδικασία και η σχέση του με τον μεγάλο Άλλο, και το οποίο παραμένει ουσιωδώς εκτός αυτής της σχέσης.
- κάτι που αποκόπτεται από το σώμα υπό την έννοια της απόλαυσης που δεν συμβολοποιείται.
- Είναι μη κατροπτρικό, δηλαδή δεν μπορεί να συλληφθεί ως εικόνα.[30]
Το αντικείμενο α έχει τέσσερις εκδοχές: στοματική, πρωκτική, σκοπική και επικλητική. Δηλαδή, στα δύο γνωστά φροϋδικά προγεννητικά αντικείμενα (μαστό, σκύβαλο), ο Λακάν, έχοντας ως αφετηρία κυρίως την κλινική των ψυχώσεων, εισήγαγε επιπλέον δύο: το βλέμμα και την φωνή. Η κλινική σπουδαιότητα αυτών των αντικειμένων και της ανακάλυψής τους φαίνεται κυρίως από την λειτουργία τους σε σχέση προς το φαινόμενο του άγχους: «η μόνη υποκειμενική μετάφραση αυτού του αντικειμένου είναι το άγχος». Στο περίφημο 11ο σεμινάριό του με τίτλο Οι τέσσερις θεμελιώδεις έννοιες της ψυχανάλυσης, ο Λακάν θα διευκρινίσει περαιτέρω την έννοια του αντικειμένου α, συνδέοντάς την με εκείνη της ενόρμησης και της ερωτογόνου ζώνης ως χείλους.[31] Και 9 χρόνια μετά, στο σεμινάριο με τίτλο Ακόμη (Encore), ο Λακάν θα διευκρινίσει ότι το αντικείμενο α δεν είναι παρά ένα κενό: «Το αντικείμενο α δεν είναι κανένα ον. Το αντικείμενο α είναι το κενό που ένα αίτημα υποθέτει [...] στην επιθυμία τού κάθε αιτήματος υπάρχει μονάχα η αναζήτηση του αντικειμένου α, του αντικειμένου που θα ερχόταν να ικανοποιήσει την απόλαυση [...] Ακριβώς ως υποκατάστατα του Άλλου διεκδικούνται αυτά τα αντικείμενα, και γίνονται αίτια της επιθυμίας».[32]
Η έννοια της απόλαυσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η λακανική έννοια της απόλαυσης (jouissance) αποτελεί μεταγραφή της φροϋδικής αρχής, σύμφωνα με την οποία το σύμπτωμα είναι υποκατάστατη ικανοποίηση. Για τον Λακάν, σύμπτωμα ίσον απόλαυση.[33] Η απόλαυση περνάει από το σώμα, είναι αδιανόητη χωρίς το σώμα.[33] Δεν αποτελεί ακριβώς συνώνυμο της ηδονής ή της ευχαρίστησης, αλλά αποτελεί μάλλον συνδυασμό ευχαρίστησης και πόνου, ή, μάλλον, ευχαρίστηση στον πόνο.[2] Συνδέεται με το πραγματικό, στο βαθμό που το τελευταίο είναι το αδύνατο μιας συνάντησης (rencontre) και, επίσης, ο τραυματικός χαρακτήρας αυτού του αδύνατου.[2] Η απόλαυση συνδέεται με το αδύνατο της ικανοποίησης, και συγκεκριμένα της ικανοποίησης της ενόρμησης.[34] Συνδέεται όμως στενά με την έννοια της ενόρμησης και, ειδικότερα, με την φροϋδική ενόρμηση θανάτου.[2]
Από το 4ο Σεμινάριο, όπου εισήγαγε την έννοια του φαλλού, και μέχρι το 7ο Σεμινάριο, ο Λακάν επεξεργάστηκε τη βαθμίδα της απόλαυσης κυρίως με βάση το σημαίνον, ανάγοντας την ενόρμηση στην επιθυμία, με αποτέλεσμα στις επεξεργασίες του η έννοια της ενόρμησης να καταστεί δευτερεύουσα. Διαπιστώνοντας βαθμιαία ότι η έννοια του φαλλού δεν μπορεί να εξαντλήσει όλα όσα άπτονται της απόλαυσης, ο Λακάν επισήμανε ότι ο Φρόιντ έκανε λόγο για ηδονή που ξεπερνάει τα όρια της ευχαρίστησης. Υπ’ αυτή την έννοια, ό,τι υπερβαίνει τα όρια αυτά συνιστά τη λακανική απόλαυση. Η απόλαυση συνδέεται στενά με την έννοια του αντικειμένου α. Καθώς υπάρχει πάντοτε ένα υπόλειμμα απόλαυσης το οποίο δεν αφομοιώνεται από τις σημαίνουσες αναπαραστάσεις, απομένουν υπολείμματα που δεν απορροφώνται, δεν συρρικνώνονται, και δεν εντάσσονται στο φαλλικό σημαίνον. Αυτό το αμετάκλητο λιβιδινικό υπόλειμμα είναι το αντικείμενο α. Σύμφωνα με τον Ζακ-Αλαίν Μιλέρ, αντικείμενο α είναι το μη αναγώγιμο στο φαλλικό σημαίνον λιβιδινικό υπόλειμμα. Με άλλα λόγια, αν το σημαίνον και η σχέση του υποκειμένου με τον Άλλο έρχεται να ακυρώσει την απόλαυση, ένα πλεόνασμα απόλαυσης παραμένει πάντοτε, το οποίο ο Λακάν ονομάζει «υπερ-απολαμβάνειν» (plus-de-jouir). Επομένως, η απόλαυση πάντα πλεονάζει, πάντα περισσεύει από την σημαίνουσα διαδικασία.
Όπως επισημαίνει ο Μιλέρ, από το 11ο και ιδίως από το 17ο Σεμινάριο και μετά, την πρωτοκαθεδρία στην λακανική διδασκαλία την έχει, όχι το σημαίνον, αλλά η ενόρμηση. Ενώ το υποκείμενο θεωρείτο ως τότε προϊόν της σημαίνουσας άρθρωσης, τελικά θεωρείται ως προϊόν της σχέσης που υπάρχει ανάμεσα σε αυτή την άρθρωση σημαινόντων (S1 - S2 ) και στο αντικείμενο α. Αυτό φαίνεται παραστατικά στον περιστρεφόμενο αλγεβρικό τύπο με τον οποίον ο Λακάν στο 17ο Σεμινάριο περιγράφει τους λόγους του Κυρίου, της υστερικής, του Πανεπιστημίου και του αναλυτή. Με αυτό τον τρόπο αναδεικνύεται ο πρωταρχικός χαρακτήρας της απόλαυσης, καθώς το σημαίνον και η άρθρωση των σημαινόντων υποβιβάζονται σε καθεστώς προσποιητών.[35][36]
Η γυναικεία απόλαυση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η γυναικεία σεξουαλικότητα αποτέλεσε ανέκαθεν ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα για την ψυχανάλυση, κάτι που πρώτος ομολογούσε ο ίδιος ο Φρόυντ. Πολύ πριν το 20ο Σεμινάριό του, ο Λακάν έδειξε πως δεν του διέφευγε η γυναικεία ιδιαιτερότητα, κάτι που του επέτρεπε ήδη στα πλαίσια της προβληματικής του 10ου σεμιναρίου να υποστηρίζει ότι «η γυναίκα είναι πολύ πιο πραγματική και πολύ πιο αληθινή από τον άνδρα».[37][38] Όμως η πιο ουσιαστική και πιο πρωτότυπη συνεισφορά του στο ζήτημα ήταν καρπός της διαδρομής που άρχισε στο 18ο σεμινάριο και που ολοκληρώθηκε στο περίφημο 20ο σεμινάριο. Εκεί, ο Λακάν κατένειμε την έμφυλη πραγματικότητα του ανθρώπου σε έναν δίπτυχο πίνακα, γνωστό και ως πίνακα της έμφυλης διαφοροποίησης, όπου οι δύο πλευρές, ανδρική και γυναικεία, διακρίνονται ως προς την σχέση τους με την φαλλική λειτουργία, και όπου η σχέση αυτή τυποποιείται σύμφωνα με όρους και σύμβολα της τυπικής λογικής.[39] Το πόρισμα το οποίο μορφοποίησε ο Λακάν μέσω αυτής της διαδικασίας είναι ότι, ενώ ο άνδρας βρίσκεται όλος εντός της φαλλικής λειτουργίας (και συνεπώς στον ευνουχισμό), η γυναίκα, αντιθέτως, βρίσκεται μη-όλη σε αυτόν, διατηρώντας παράλληλα με την φαλλική απόλαυση και μία άλλη, παραπληρωματική, η οποία είναι γνωστή και ως άλλη γυναικεία απόλαυση. Η τελευταία δεν διακρίνεται από την απόλαυση των μυστικών ανεξαρτήτως φύλου, και πρόκειται για μία εμπειρία για την οποία μία γυναίκα δεν γνωρίζει τίποτε πέρα από το ότι (ενδέχεται να) την βιώνει. Ο Λακάν θα μπορέσει να πει τότε ότι για τις γυναίκες ως φορείς απόλαυσης δεν μπορεί να γίνει καμία γενίκευση, καμία ολοποίηση. Και στο βαθμό που το κεφαλαίο οριστικό άρθρο Η θα προσδιόριζε την δυνατότητα μιας τέτοιας γενίκευσης, προκύπτει το πολυσυζητημένο λακανικό συμπέρασμα ότι Η γυναίκα δεν υπάρχει.[40][41][42]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ J.-M. Rabaté (ed.), The Cambridge Companion to Lacan, Cambridge, 2003
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 S. Homer, Jacques Lacan, Routledge, 2005.
- ↑ D. Evans, An Introductory Dictionary of Lacanian Psychoanalysis, Routledge, 1996.
- ↑ Δ. Βεργέτης, Ν. Περτέση, Β. Σκούμπη, «Εισαγωγικό σημείωμα», αληthεια, τεύχος 1, Άνοιξη 2007.
- ↑ D. Nobus, Lacan’s science of the subject: between linguistics and topology, στο J.-M. Rabate (ed.) The Cambridge Companion to Lacan, Cambridge, 2003.
- ↑ Βλέπε ενότητα "Η έννοια του Άλλου".
- ↑ 7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 7,5 7,6 D. Evans, An Introductory Dictionary of Lacanian Psychoanalysis, ό.π.
- ↑ Ζ. Λακάν, Λειτουργία και πεδίο της ομιλίας και της γλώσσας στην ψυχανάλυση, μτφρ. Ν. Λινάρδου-Μπλανσέ, Ρ. Μπλανσέ, Αθήνα: Εκκρεμές, 2005.
- ↑ J. Lacan. The Seminar of Jacques Lacan; Book 1, Freud's Papers on Technique 1953-1954. New York: Norton, 1991.
- ↑ Ζ. Λακάν. Σεμινάριο Τρίτο, Οι ψυχώσεις, μτφρ. Ρ. Χριστοπούλου, Βλ. Σκολίδης. Αθήνα: Ψυχογιός, 2013.
- ↑ J. Laplance, J.-B. Pontalis, Λεξιλόγιο της Ψυχανάλυσης, Κέδρος, 2008.
- ↑ J.-C. Milner. Από τη γλωσσολογία στη Linguisterie, στο Ο Λακάν, το Γραπτό, η Εικόνα (συλλογικό), Ψυχογιός, 2003.
- ↑ J. Lacan, Écrits, Paris: Éditions du Seuil, 1966. Στα αγγλικά: J. Lacan (2006). Écrits: The first complete edition in English. New York: Norton.
- ↑ J. Lacan, Le Séminaire livre VΙ, Le désir et son interprétation, Paris, Éditions de La Martinière et Le Champ Freudien, 2013. Στα αγγλικά: J. Lacan, The seminar of Jacques Lacan: Book VI: Desire and its interpretation: 1958-1959. Cambridge: Polity, 2019.
- ↑ Ζ. Λακάν. Σεμινάριο Τρίτο, Οι ψυχώσεις, ό.π.
- ↑ Bruce Fink, Lacan to the Letter, University of Minnesota Press, 2004.
- ↑ J. Lacan, Écrits, op. cit..
- ↑ J. Lacan, Le Séminaire livre VΙ, Le désir et son interprétation, op. cit.
- ↑ Ζ. Λακάν (2013). Σεμινάριο Τρίτο, Οι ψυχώσεις, ό.π.
- ↑ E. Roudinesco, Ζακ Λακάν. Σχεδίασμα μιας ζωής, ιστορία ενός συστήματος σκέψης. Ίνδικτος, 2007, σ. 479.
- ↑ J.-A. Miller, Λακανική κλινική των ψυχώσεων, Αθήνα:Πατάκης, 2008.
- ↑ J.-C. Maleval, La Forclusion du Nom-du-Pere. Le concept et sa clinique, Seuil, 2000.
- ↑ J. Lacan, Le Séminaire livre X - L'angoisse, Éditions du Seuil, 2004. Στα αγγλικά: J. Lacan, Anxiety. The Seminar of Jacques Lacan, Book X. Cambridge: Polity, 2014.
- ↑ Bruce Fink, Κλινική Εισαγωγή στη Λακανική Ψυχανάλυση. Θεωρία και Τεχνική. Πλέθρον, 2006.
- ↑ J. Lacan, The Seminar of Jacques Lacan, Book II: The Ego in Freud's Theory and in the Technique of Psychoanalysis 1954-1955. Cambridge: Cambridge University Press, 1988.
- ↑ Bruce Fink, Κλινική Εισαγωγή στη Λακανική Ψυχανάλυση. Θεωρία και Τεχνική, ό.π.
- ↑ J. Lacan, Le Séminaire livre VII - L’éthique de la psychanalyse, Éditions du Seuil, 1986. Στα αγγλικά: J. Lacan, The Ethics of Psychoanalysis. The Seminar of Jacques Lacan, Book VII. London: Routledge, 2008.
- ↑ Βλ. «αφιέρωμα: Ζ. Λακάν: Η Αντιγόνη και η Ηθική της Ψυχανάλυσης», αληthεια, 10, 2019.
- ↑ Ζακ-Αλέν Μιλέρ, Ο Λακάν και η Ψυχανάλυση, Εκκρεμές, 2003.
- ↑ J. Lacan, Le Séminaire livre X - L'angoisse, op. cit.
- ↑ J. Lacan. The Four Fundamental Concepts of Psychoanalysis. London: Karnac, 2004.
- ↑ Ζ. Λακάν, Σεμινάριο Eικοστό, Encore. Ακόμη, μτφρ. Βλ. Σκολίδης, Αθήνα: Ψυχογιός, 2011.
- ↑ 33,0 33,1 Miller J.-A., Λακανική βιολογία. Έξι ψυχαναλυτικά μαθήματα για το σώμα, το σύμπτωμα, την απόλαυση, Αθήνα: Ψυχογιός, 2003.
- ↑ Braunstein N. A., Desire and jouissance in the teachings of Lacan, In: J.-M. Rabaté (ed.), The Cambridge Companion to Lacan, Cambridge, 2003, p. 102-115.
- ↑ Ζ. Λακάν, Σεμινάριο δέκατο έβδομο, Το αντίστροφο της ψυχανάλυσης, Αθήνα: Ψυχογιός, 2014.
- ↑ Ζ.-Α. Μιλέρ, Η απόλαυση ως άξονας της διδασκαλίας του Λακάν, Η Ψυχανάλυση, 5, Άνοιξη 2002, σ. 43-51.
- ↑ Βλ. αφιέρωμα "Dark Continent", Ornicar? Revue du Champ Freudien, 52, 2018.
- ↑ Κ. Σολέρ, Τι έλεγε ο Λακάν για τις Γυναίκες. Μια ψυχαναλυτική μελέτη. Ερατώ 2005.
- ↑ Ζακ-Αλαίν Μιλέρ, Ένας πίνακας κατανομής των έμφυλων στάσεων, αληthεια, τεύχος 7, Άνοιξη 2013.
- ↑ Ζ. Λακάν, Σεμινάριο Eικοστό, Encore. Ακόμη., ό.π.
- ↑ S. Homer, Jacques Lacan, Routledge, 2005
- ↑ C. Soler, Η κατάρα του φύλου, Πλέθρον, 2015.