Γραφική παρτιτούρα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γραφική παρτιτούρα του Μποντ Κορντιέ
Γραφική παρτιτούρα του Τόσι Ιτσιγιανάγκι για το Μουσική για Ηλεκτρικούς Μετρονόμους, 1960

Η Γραφική παρτιτούρα (ή γραφική σημειογραφία) είναι μία μέθοδος μουσικής σημειογραφίας που χρησιμοποιεί οπτικά σύμβολα, σχήματα, χρώματα, λέξεις, συλλαβές και σημάδια, για να περιγράψει κοφτούς ή συνεχόμενους ήχους, εντάσεις, τονικά ύψη, πυκνότητα, υφές και χροιές. Διαφέρει από τη συμβατική σημειογραφία με νότες σε πεντάγραμμο,[1] αλλά οι δύο μέθοδοι μπορούν να συνδυαστούν. Η γραφική σημειογραφία εξελίχθηκε κατά τη δεκαετία του 1950 από συνθέτες όπως ο Πεντερέτσκι, ο Στοκχάουζεν, ο Ξενάκης ο Λίγκετι και πολλοί άλλοι.[2][3] Οι συνθέτες προτιμούν τις γραφικές παρτιτούρες όταν πειραματίζονται με τη μουσική, και ο τυπικός μουσικός συμβολισμός αποδεικνύεται αναποτελεσματικός. Έχει χρησιμοποιηθεί στην αλεατορική και την απροσδιόριστη μουσική, από τους πρωτοπόρους της τεχνικής, όπως ο Ερλ Μπράουν και ο Τζων Κέιτζ, που στόχευαν να ενεργοποιήσουν τη δημιουργικότητα των ερμηνευτών και να τους απελευθερώσουν από τους περιορισμούς της συμβατικής σημειογραφίας.[4][5]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την αρχαιότητα η μουσική μεταδίδεται με δύο τρόπους, μέσω της προφορικής παράδοσης (από στόμα σε στόμα, ακουστικά) και με την γραπτή παράδοση. Οι μεγάλοι πολιτισμοί κατέγραφαν τη μουσική του πολιτισμού τους με μία μουσική γλώσσα. Η σημειογραφία του πενταγράμμου πρωτοεμφανίστηκε τον 9ο αιώνα. Μέχρι τότε, ήδη υπήρχε πληθώρα συστημάτων καταγραφής της μουσικής, όπως η βυζαντινή παρασημαντική που χρησιμοποιεί η εκκλησία, και η νευματική.[1]

Η μουσική σημειογραφία απασχόλησε τους σημαντικότερους μουσικοπαιδαγωγούς, όπως τον Καρλ Ορφ, (1895-1982) τον Εμίλ Νταλκρόζ (1865-1950) και τον Ζόλταν Κόνταϊ (1882-1967).[1]

Οι γραφικές παρτιτούρες αναδύθηκαν το '50 με το επαναστατικό κίνημα της Απροσδιόριστης (Ιndeterminacy) μουσικής, όπως πρωτοστατήθηκε από τον Τζων Κέιτζ. Την τεχνική ενστερνίστηκαν πρώτα οι αβάν-γκαρντ μουσικοί, και εκδηλώθηκε ως χρήση συμβόλων για την καταγραφή πληροφοριών που δεν μπορεί να καλύψει η συμβατική σημειογραφία, ως επέκταση αυτής.[1] Οι γραφικές παρτιτούρες διακρίθηκαν σε δύο κατηγορίες: σε αυτές που σχηματίστηκαν από έρευνες για νέα συστήματα μουσικής σημειογραφίας, π.χ. το Projection του Φέλντμαν και το Prozession του Καρλχάιντς Στοκχάουζεν,[6] και σε αυτές που στόχευαν στον αυτοσχεδιασμό του καλλιτέχνη[7], π.χ. το Δεκέμβριος του 1952 του Ερλ Μπράουν και το Treatise του Καρντιου, που γράφτηκε ως απάντηση στο 4'33 " του Κέιτζ, του οποίου η παρτιτούρα περιλάμβανε 193 γραμμές και ορθογώνια σε λευκό φόντο.[8] Στην Ευρώπη, οι γραφικές παρτιτούρες του Σιλβάνο Μπουσότι συχνά έχουν παρουσιαστεί ως έργα εικαστικής τέχνης από τους οπαδούς του είδους.[9] Το 1969 οι Τζων Κέιτζ και Άλισον Νόουλες, στο πλαίσιο του κινήματος αποσπασματικής σημειογραφίας, δημοσίευσαν μία συλλογή με αποσπάσματα από τις παρτιτούρες 269 συνθετών με την πρόθεση να δείξουν «την πληθώρα κατευθύνσεων που ανοίγονται για τον συμβολισμό». [10]

Άλλοι αξιοσημείωτοι πρωτοπόροι της γραφικής σημειογραφίας είναι οι συνθέτες: Μαουρίτσιο Κάγκελ, Γκιέργκι Λίγκετι (Artikulation ), Κρίστοφ Πεντερέτσκι, Καρλχάιντς Στοκχάουζεν, και οι Ιάννης Ξενάκης, Μόρτον Φέλντμαν και Κρίστιαν Βολφ.

Το 2008, η Τερέζα Σάουερ επιμελήθηκε μια επιτομή με γραφικές παρτιτούρες από συνθέτες πάνω από 50 χωρών, [11] αποδεικνύοντας πόσο διαδεδομένη είναι η πρακτική αυτή.

Παραδείγματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως σύστημα σημειογραφίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Εικονογραφημένες παρτιτούρες με χρονική βάση. Π.χ. το Waterwalk του Τζων Κέιτζ, όπου τα σύμβολα είναι εντολές για τον τρόπο και τον χρόνο εκτέλεσης ορισμένων ενεργειών.
Από το Waterwalk του Τζων Κέιτζ
  • Γραμμές που δείχνουν μόνο κατά προσέγγιση τα ύψη των τόνων, τα οποία τελικά αποφασίζονται κατά την εκτέλεση.
  • Τροποποιημένη σημειογραφία. Όπως φαίνεται στο έργο του Τζορτζ Κραμπ[12] όπου χρησιμοποιεί συμβατική σημειογραφία αλλά παρουσιάζει τη μουσική παρτιτούρα εικονογραφημένη με μη παραδοσιακό τρόπο.[13] Αυτή η επινόηση, ωστόσο, δεν είναι καινοτομία του 20ου αιώνα. Δείγματά της έχουν βρεθεί από τα τέλη του 14ου αιώνα σε ορισμένα κομμάτια του Μποντ Κορντιέρ,[14] και σε ένα κομμάτι του Γιόζεφ Χάυντν από τα τέλη του 18ου αιώνα.[15]
Belle, bonne, sage (Όμορφο, καλό, σοφό) του Μποντ Κορντιέρ
  • Νέο ειδικό σύστημα σημειογραφίας. Δηλαδή ένα νέο σύνολο από συγκεκριμένες και συμβολογραφημένες μουσικές ενέργειες, όπως το Ψάπφα του Ξενάκη.[16]

Ως αφηρημένη οπτική αναφορά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αφηρημένη αναπαράσταση με χρονική βάση. Π.χ. η παρτιτούρα του Χανς-Κριστοφ Στέινερ για το Solitude (Μοναξιά), όπου ο άξονας του χρόνου είναι οριζόντιος με κατεύθυνση από αριστερά προς τα δεξιά και τα τονικά ύψη απεικονίζονται με σύμβολα και εικονογραφήσεις.
    Η παρτιτούρα του Χανς-Κριστόφ Στέινερ για το Solitude, που δημιουργήθηκε με το Pure Data.
  • Αφηρημένη σημειογραφία με χρονική βάση. Π.χ. το Chanson του Ρούντολφ Κομόρους που χρησιμοποιεί αφηρημένη σημειογραφία ως συνάρτηση του χρόνου. [17]
  • Ελεύθερες Αφηρημένες Αναπαραστάσεις, όπως το Δεκέμβριος του 1952 του Μπράουν, όπου η μορφή, τα τονικά ύψη και τα μουσικά όργανα επιλέγονται από τον ερμηνευτή.[18]
  • Ελεύθερη αφηρημένη σημειογραφία, όπως «Η Μεταφυσική της Σημειογραφίας» του Μαρκ Απλμπάουμ όπου στοιχεία της συμβατικής μουσικής σημειογραφίας συνδυάζονται με αφηρημένα σχέδια.[19][20]

Ενδεικτικά σύμβολα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μήκος της γραμμής ενδεικνύει τη διάρκεια του συνεχόμενου ήχου
Η πυκνότητα ήχων ενδεικνύεται από τον αριθμό μπαστουνιών στη γραμμή
Οι τελείες συμβολίζουν κοφτούς ήχους
Οι γραμμές συμβολίζουν επιτάχυνση του ρυθμού
Αντίθετα, εδώ συμβολίζουν επιβράδυνση
Προσεγγιστικό τονικό ύψος: η νότα μπορεί να είναι υψηλότερη / χαμηλότερη
Γκλισάντο (μουσικό γλίστρημα)
Μακριά κορώνα

Αξιοσημείωτοι χρήστες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 «Πτυχιακή εργασία: Σημειογραφία και μουσική αγωγή - Τα σχολικά βιβλία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης» (PDF). ΤΕΙ Ηπείρου - Τμήμα λαϊκής και παραδοσιακής μουσικής. [νεκρός σύνδεσμος]
  2. «Γραφικές παρτιτούρες». Texnipedia. 2 Μαρτίου 2017. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Σεπτεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2019. 
  3. Pryer, Anthony. "Graphic Notation." The Oxford Companion to Music, edited by Alison Latham. Oxford Music Online. 12 April 2011
  4. Taruskin, Richard. «Chapter 2 "Indeterminacy."». Oxford History of Western Music. New York, USA: Oxford University Press. Ανακτήθηκε στις 7 Απριλίου 2018. 
  5. «Αισθητική Αγωγή: Μουσική (Α Γυμνασίου): Ηλεκτρονικό Βιβλίο». ebooks.edu.gr. Ανακτήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2019. 
  6. Pryer, Anthony. "Graphic Notation." The Oxford Companion to Music, edited by Alison Latham. Oxford Music Online. 12 Apr. 2011
  7. «Μουσική Γ' Γυμνασίου - Τετράδιο εργασιών» (PDF). Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, Αθήνα. 
  8. Taruskin, Richard. «Chapter 2: "Indeterminacy"». Oxford History of Western Music. New York, USA: Oxford University Press. Ανακτήθηκε στις 7 Απριλίου 2018. 
  9. Taruskin, Richard. «Chapter 2: "Indeterminacy"». Oxford History of Western Music. New York, USA: Oxford University Press. Ανακτήθηκε στις 7 Απριλίου 2018. 
  10. Cage, John (1969). Notations. New York, NY: Something Else Press. ISBN 978-0685148648. 
  11. Sauer, Theresa. Notations 21. Mark Batty Publisher. p. 010, 2008.
  12. http://www.upenn.edu/almanac/v46/n06/CrumbSpiral.gif
  13. http://lens.lib.uchicago.edu/?hreciid=%7Clibrary/marc/uc%7C2060598 [νεκρός σύνδεσμος]
  14. John Bergsagel, "Cordier's Circular Canon," The Musical Times 113, No. 1558 (December 1972): 1175–77 (passim); Ursula Günther, "Unusual Phenomena in the Transmission of Late 14th Century Polyphonic Music", Musica Disciplina 38 "Aspects of Music in Church, Court and Town from the Thirteenth to the Fifteenth Century" (1984): 87–118, citation on 91.
  15. Joseph Haydn, Heiligen zehn Gebote: 1, "Du sollst an einen Gott glauben", H. XXVIIa:1: autograph manuscript, 1791; Luciane Beduschi, Composer’s Opinions about the multiple Solutions for Their Puzzle Canons Αρχειοθετήθηκε 2020-09-19 στο Wayback Machine.”. EuroMac 2014, Leuven.
  16. Xenakis, I. (1975). Psappha, (p. 1)
  17. Cage, John (1969). Notations. New York, NY: Something Else Press. ISBN 978-0685148648. 
  18. Taruskin, Richard. «Chapter 2 "Indeterminacy."». Oxford History of Western Music. New York, USA: Oxford University Press. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2018. 
  19. Heigemeir, Ray. «The Metaphysics of Notation». Stanford Libraries. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2018. 
  20. http://www.ted.com/talks/lang/en/mark_applebaum_the_mad_scientist_of_music.html