Γονδεβαύδος
| Γονδεβαύδος | |
|---|---|
| Γενικές πληροφορίες | |
| Γέννηση | 450 (περίπου) Γαλατία |
| Θάνατος | 516 |
| Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο των Βουργουνδών |
| Θρησκεία | Αρειανισμός[1] |
| Εκπαίδευση και γλώσσες | |
| Ομιλούμενες γλώσσες | Burgundian λατινικά |
| Πληροφορίες ασχολίας | |
| Ιδιότητα | μονάρχης Στρατηγός πατρίκιος |
| Οικογένεια | |
| Σύζυγος | Caretene |
| Τέκνα | Γοδομάρος Γ΄ Σιγισμόνδος της Βουργουνδίας |
| Γονείς | Γονδίοχος |
| Αδέλφια | Γοδομάρος Β΄ Γοδεγισήλος Χιλπέριχος Β΄ της Βουργουνδίας Κλοτίλδη |
| Οικογένεια | Παλαιός Οίκος της Βουργουνδίας |
Ο Γονδεβαύδος ή Φλάβιος Γονδεβαύδος (λατινικά: Flavius Gundobadus, π. 452 - 516), βασιλιάς των Βουργουνδών (473 - 516) ήταν τρίτος γιος του βασιλιά Γονδίοχου. Κατείχε τον τίτλο του πατρίκιου στην Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (472 - 473) τρία χρόνια πριν την κατάρρευση της· διαδέχθηκε στον τίτλο τον θείο του Ρικίμερος. Παρέμεινε διάσημος για τη δημιουργία του "Βουργουνδιακού Νομικού Κώδικα", που συνδύαζε το Ρωμαϊκό Δίκαιο με παλαιά Γερμανικά έθιμα. Η σύζυγος του ήταν η Καριτηνή.
Ρωμαίος Πατρίκιος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Γονδεβαύδος κληρονόμησε τον τίτλο του πατρίκιου, όταν πέθανε ο θείος του Ρικίμερος (18 Αυγούστου 472), ήταν η πραγματική δύναμη εξουσίας πίσω από τον θρόνο στην Δυτική Αυτοκρατορία. Ο χρονογράφος Ιωάννης Αντιοχεύς γράφει ότι ο αυτοκράτορας Ανθέμιος εκτελέστηκε από τον Γονδεβαύδος με προτροπή του θείου του.[2] Ο Γονδεβαύδος σαν πραγματική δύναμη πίσω από τον θρόνο ανέβασε αυτοκράτορα τον κόμη των Δομέστικων Γλυκέριο. Σε λίγο καιρό ο Γονδεβαύδος αναχώρησε για το Βασίλειο της Βουργουνδίας προκειμένου να διαδεχτεί τον πατέρα του στον θρόνο που πέθανε· η ακριβής ημερομηνία δεν είναι γνωστή, πιθανότατα είναι η διετία 473-474. Στην Βουργουνδία o Γονδεβαύδος και οι τρεις αδελφοί του οι μεγαλύτεροι Χιλπέριχος Β΄ της Βουργουνδίας, Γοδεγισήλος και ο μικρότερος Γοδομάρος Β΄ μοίρασαν το βασίλειο. Ο ιστορικός Ίαν Γουντ σημειώνει ότι ο Γονδεβαύδος αναχώρησε, επειδή την ίδια εποχή έφτασε ο Ιούλιος Νέπως, νέος διορισμένος αυτοκράτορας από την Αυλή τού Λέοντα Α΄ στην Κωνσταντινούπολη.[3] Ο Ιούλιος Νέπως αποβιβάστηκε τον Ιούνιο του 474 στο Πόρτους και εκθρόνισε τον Γλυκέριο, που αποσύρθηκε σαν επίσκοπος στα Σαλώνα.[4]
Άνοδος στον θρόνο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα γεγονότα σχετικά με τις πρώτες δεκαετίες της βασιλείας του Γονδεβαύδος δεν είναι γνωστά, η μοναδική διαθέσιμη πηγή είναι ο Γρηγόριος Τουρώνης, που έγραψε περίπου έναν αιώνα αργότερα. Ο Γρηγόριος Τουρώνης γράφει ότι δολοφόνησε τους αδελφούς του, ο πρώτος που θανατώθηκε είναι ο Γοδομάρος Β΄, αλλά δεν υπάρχουν λεπτομέρειες σχετικά με αυτό.[5] Ο επόμενος αδελφός του που θανατώθηκε, ήταν ο Χιλπέριχος Β΄, η γυναίκα του πνίγηκε με μία πέτρα, που της έδεσε ο Γονδεβαύδος γύρω από τον λαιμό της και οι δύο κόρες του εξορίστηκαν. Η μεγαλύτερη κόρη του Χρόνα έγινε μοναχή και η μικρότερη Κλοτίλδη απήχθη από άνδρες τού Βασιλιά των Σαλίων Φράγκων Κλόβι Α΄· οι Φράγκοι μίλησαν με ενθουσιασμό στον βασιλιά τους για την ομορφιά και την εξυπνάδα της Κλοτίλδης. Όταν ο Κλόβις Α΄ ζήτησε από τον Γονδεβαύδος το χέρι της ανιψιάς εκείνου, ο Βουργουνδός βασιλιάς του απάντησε ότι δεν μπορούσε να αρνηθεί την πρόταση.[5] Την εποχή εκείνη ο επίσκοπος της Βιέν Σέξτος Άλκιμος Εκδίκιος Άβιτος έστειλε επιστολή στον Γονδεβαύδος, με την οποία τον παρηγορούσε για τον θάνατο κάποιας κόρης του, έτσι δίνει περισσότερες λεπτομέρειες γι' αυτό. Ο ιστορικός Ίαν Γουντ αναφέρει ότι ο επίσκοπος, σε μία δύσκολη Λατινική διάλεκτο, έγραψε "στο παρελθόν θρηνούσατε με βαριά καρδιά τους θανάτους των αδελφών σας".[6] Ο Σέξτος Άλκιμος Εκδίκιος Άβιτος τονίζει στην συνέχεια την πρόθεση του Γονδεβαύδος να παντρέψει την κόρη τού δολοφονημένου του αδελφού με κάποιον ξένο μεγάλο ηγεμόνα, τονίζοντας ότι "Ο Κλόβις ήταν πραγματικά ο μόνος υποψήφιος γαμπρός για την Κλοτίλδη λίγο μετά το 501".[7] Αν η πληροφορία είναι αληθής, σημαίνει ότι ο γάμος της Κλοτίλδης, μετέπειτα Αγίας, με τον Κλόβι Α΄ έγινε πιθανότατα για διπλωματικούς λόγους.
Οστρογότθοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η πρώτη επιβεβαιωμένη ημερομηνία της βασιλείας τού Γονδεβαύδος καταγράφεται τη χρονιά, που ο Οδόακρος και ο Θεοδώριχος ο Μέγας πολεμούσαν για τον έλεγχο στην Παβία (490)· τότε οι Βουργουνδοί επιτέθηκαν στην βορειοδυτική Ιταλία. Οι Βουργουνδοί λεηλάτησαν τη Λιγυρία και αιχμαλώτισαν έναν μεγάλο αριθμό από θύματα.[8] Ο Θεοδώριχος δολοφόνησε τελικά τον Οδόακρο, εδραιώνοντας την εξουσία του στην Ιταλία (493). Έστειλε κατόπιν τον επίσκοπο Επιφάνιο της Παβίας σε αποστολή, με εντολή να ελευθερώσει όσο το δυνατό περισσότερους αιχμαλώτους· τον Μάιο διέσχισε τις Άλπεις, τον συνόδευσε ο επίσκοπος Βίκτωρ τού Τορίνο.[9] Ο Ίαν Γουντ πιστεύει ότι ο Επιφάνιους είχε συνδεθεί με μία αποστολή, η οποία είχε στόχο τον γάμο τού γιου τού Γονδεβαύδος Σιγισμόνδου με την κόρη τού Θεοδώριχου Οστρογότθα.[10] Ο Μάγκνους Φέλιξ Εννόδιους που συνόδευσε τον Επιφάνιο στην αποστολή, καταγράφει τον Γοδεγισήλο σαν "αδελφό Γερμανού βασιλιά" και όχι βασιλιά όπως κάνει σε μετέπειτα λογαριασμό του ο Γρηγόριος Τουρώνης.[11] Ο Εννόδιους σημειώνει ότι ελευθερώθηκαν "περισσότερο από 6.000 ψυχές", από τη Λυών μονάχα 400 άνδρες. [12]
Η δολοφονία του Γοδεγισήλου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Γρηγόριος Τουρώνης γράφει ότι η μάχη τού Γονδεβαύδος με τον τρίτο αδελφό του Γοδεγισήλο κράτησε πολύ· ο Κλόβις Α΄ αρχικά δεν ήταν πρόθυμος να συμμετέχει στον εμφύλιο πόλεμο, αν και πιέστηκε από τον Γοδεσίγελο να πολεμήσει εναντίον τού Γονδεβαύδος. Ο Κλόβις Α΄ υποστήριξε τελικά τον Γοδεγισήλο, που τού πρόσφερε φόρο υποτέλειας. Ο Ίαν Γουντ σημειώνει ότι η σύζυγος του Κλόβι Α΄ Κλοτίλδη, που ο πατέρας της είχε θανατωθεί από τον Γονδεβαύδος "δεν ήθελε με κανέναν τρόπο καλές σχέσεις ανάμεσα στον Γονδεβαύδος και τους Φράγκους".[13] Ο Κλόβις Α΄ και ο Γοδεγισήλος έσπασαν τις δυνάμεις τού Γονδεβαύδος που διέφυγε και καταδιώχθηκε στην Αβινιόν. Ο Γονδεβαύδος τρομοκρατήθηκε βλέποντας τον Κλόβις Α΄ στις πύλες της, έτσι έστειλε απεσταλμένο και τού ζήτησε να τού χαρίσει τη ζωή και να τού πληρώσει σαν αντάλλαγμα ετήσιο φόρο.[14] Ο χρονικογράφος Μάριος τού Αβάνς καταγράφει τη σύγκρουση αυτή το 500. Όμως ο Γονδεβαύδος ακύρωσε σύντομα όλες τις υποσχέσεις του, ανασύνταξε τις δυνάμεις του και πολιόρκησε τον Γοδεγισήλο, που παγιδεύτηκε στην πόλη Βιέν. Η πείνα θέριζε τη Βιέν και ο Γοδεγισήλος έδιωξε από την πόλη όλο τον λαό της από φόβο για την επιβίωσή του· ένας εξόριστος εξοργισμένος τεχνίτης πλησίασε τον Γονδεβαύδος, και τον βοήθησε να εισέλθει στην πόλη μέσα από το υδραγωγείο. Ο Γονδεβαύδος δολοφόνησε τον Γοδεγισήλο σε μία εκκλησία Αρειανιστών, μαζί με τον επίσκοπό της (501).[15]
Μάχη του Βουγιέ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η επόμενη σοβαρή πληροφορία που σχετίζεται με τον Γονδεβαύδος, αφορά τον ρόλο του στην Μάχη του Βουγιέ ανάμεσα στον Κλόβι Α΄ και τον Αλάριχο Β΄: ήταν ένας από τους βασιλείς, που ζήτησε ο Θεοδώριχος να μεσολαβήσουν για να κλείσει ειρήνη ανάμεσα στους δύο ηγέτες.[16] Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Θεοδώριχου η σύγκρουση έγινε, οι Φράγκοι νίκησαν και ο Κλόβις Α΄ σκότωσε τον Αλάριχο Β΄· ο Γονδεβαύδος υποστήριξε τον Κλόβι Α΄. Ο Γονδεβαύδος εκμεταλλεύτηκε τη συντριβή των Βησιγότθων και λεηλάτησε τη Ναρμπόν.[17] Οι Οστρογότθοι εκμεταλλεύτηκαν την καθυστέρηση της βοήθειας τού Βυζαντινού ναυτικού, που βρισκόταν στις Ιταλικές ακτές, και έφτασαν στην Αρλ για να βοηθήσουν την πόλη, που την πολιορκούσαν οι Βουργουνδοί.[18] Ο ιστορικός Χέργουιγκ Βόλφραμ (γεν. 1934) γράφει ότι οι Βουργουνδοί ήταν "τα μεγάλα θύματα της Οστρογοτθικής αντεπίθεσης", αμέσως μετά την ήττα των συγγενών τους Βησιγότθων στο Βουγιέ. Ο Χέργουιγκ Βόλφραμ συνεχίζει λέγοντας ότι "δεν έχασαν μόνο όλες τις κατακτήσεις τους, αφού είχαν την ελπίδα να καταλάβουν την Αρλ και την Αβινιόν, αλλά ολόκληρη η χώρα τους μέχρι το Οράνζ λεηλατήθηκε".[19]
Με το τέλος τού Κλόβι Α΄ (511) και τη διάσπαση του βασιλείου του, οι Βουργουνδοί έγιναν ο ισχυρότερος λαός στην Γαλατία. Ο Γονδεβαύδος ήταν ευνοούμενος της αυτοκρατορικής Αυλής στην Κωνσταντινούπολη και πήρε τον τίτλο τού "μαγίστρου τού στρατού".[20] Ο Γονδεβαύδος απεβίωσε ειρηνικά από φυσικά αίτια (516) και τον διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος γιος του Σιγισμόνδος της Βουργουνδίας. Είχε άλλον έναν γιο τον Γοδομάρος Γ΄, που θα διαδεχθεί τον μεγαλύτερο αδελφό του μετά την εκτέλεση εκείνου (524).
Νομοθεσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σε μερικά έγγραφα του "Βουργουνδιακού Νομικού Κώδικα" φαίνεται ότι ο Γονδεβαύδος τον δημοσιοποίησε στις 29 Μαρτίου, τον δεύτερο χρόνο της βασιλείας του (474 ή 475). Ένας μεγάλος αριθμός από ασυνέπειες σχετικά με αυτά τα έγγραφα οδήγησαν τον μεταφραστή του κώδικα στο συμπέρασμα, ότι η δημοσιοποίηση έγινε την εποχή που ήταν βασιλιάς ο γιος του Σιγισμόνδος. Η Κατερίνε Φίσερ Ντρου (γεν. 1923), χωρίς να αποκλείει το συμπέρασμα αυτό, τονίζει ότι ο βασικός πυρήνας του Κώδικα συντάχθηκε από τον ίδιο τον Γονδεβαύδος ή από ανθρώπους της αυλής του.[21] Οι επιστολές τού επισκόπου Σέξτου Άλκιμου Έκδικου Άβιτου και ο Κασσιόδωρος παρέχουν πολλές πληροφορίες σχετικά με την πνευματική δραστηριότητα του Γονδεβαύδος. Ο Άβιτος σαν Καθολικός επίσκοπος απαντά σε ερωτήσεις ενός Αρειανιστή, και από τις απαντήσεις φαίνεται ότι ο Γονδεβαύδος έδειξε μεγάλη θρησκευτική ανοχή, ίσως είχε προσηλυτιστεί μυστικά στην Καθολική Εκκλησία.[15] Ο Κασσιόδωρος, στο έργο του "Τα επίσημα έγγραφα του κράτους του Θευδέριχου", παρουσιάζει μία σειρά από επιστολές, τις οποίες έστειλαν στην αυλή του Γονδεβαύδος σαν διπλωματικό δώρο.[22]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 020776.
- ↑ C.D. Gordon, The Age of Attila: Fifth-Century Byzantium and the Barbarians (Ann Arbor: University of Michigan, 1966), σ. 122
- ↑ Ian Wood, "Οι Μεροβίγγειοι Βασιλείς" (London: Longman, 1994), σ. 15
- ↑ Anonymus Valesianus, 7.36. Translated in J.C. Rolfe, Ammianus Marcellinus (Harvard: Loeb Classical Library, 1972), Τόμος. 3, σ. 531
- 1 2 Γρηγόριος Τουρώνης, "Ιστορία των Φράγκων", Βιβλίο 2, σ. 28
- ↑ Shanzer and Wood, Avitus of Vienne, letters and selected prose (Liverpool: University Press, 2002), σ. 210
- ↑ Shanzer and Wood, Avitus of Vienne, letters and selected prose (Liverpool: University Press, 2002), σ. 208
- ↑ Herwig Wolfram, History of the Goths, translated by Thomas J. Dunlap (Berkeley: University of California, 1988), σ. 281
- ↑ Ennodius, Vita Epifani, 136-147; translated in Sr. Genevieve Marie Cook, The Life of Saint Epiphanius by Ennodius: A translation with an introduction and commentary (Washington: Catholic University of America, 1942), σσ. 87-91
- ↑ Shanzer and Wood, Avitus of Vienne, letters and selected prose (Liverpool: University Press, 2002), σ. 17
- ↑ Ennodius, Vita Epifani, 174, μετάφραση από το βιβλίο του Cook "Η Ζωή του Αγίου Επιφάνιου", σ. 103
- ↑ Ennodius, Vita Epifani, 174, μετάφραση από το βιβλίο του Cook "Η Ζωή του Αγίου Επιφάνιου", σ. 101
- ↑ Ian Wood, "Οι Μεροβίγγειοι Βασιλείς", σ. 43
- ↑ Γρηγόριος Τουρώνης, "Ιστορία των Φράγκων", Βιβλίο 2, σ. 32
- 1 2 Γρηγόριος Τουρώνης, "Ιστορία των Φράγκων", Βιβλίο 2, σ. 33
- ↑ Κασσιόδωρος, "Τα επίσημα έγγραφα του κράτους του Θευδέριχου", Βιβλίο 2, σ. 3
- ↑ Guido Donini and Gordon B. Ford, Isidore of Seville's History of the Goths, Vandals, and Suevi, second revised edition (Leiden: E.J. Brill, 1970), σ. 18
- ↑ Peter Heather, The Goths (Oxford: Blackwell, 1996), σ. 232
- ↑ Wolfram, "Ιστορία των Γότθων", σ. 312
- ↑ Ian Wood, "Οι Μεροβίγγειοι Βασιλείς" (London: Longman, 1994), σ. 51
- ↑ Κατερίνε Φίσερ Ντρου, The Burgundian code: book of constitutions or law of Gundobad (Philadelphia: University of Pennsylvania, 1972), σσ. 5-8, 17
- ↑ Κασσιόδωρος, "Τα επίσημα έγγραφα του κράτους του Θευδέριχου", Βιβλίο 1, σ. 45-46
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Γρηγόριος Τουρώνης, "Ιστορία των Φράγκων", Βιβλίο 2
- Κασσιόδωρος, "Τα επίσημα έγγραφα του κράτους του Θευδέριχου"
- Κατερίνε Φίσερ Ντρου, The Burgundian code: book of constitutions or law of Gundobad (Philadelphia: University of Pennsylvania, 1972)
- Ennodius, Vita Epifani, 174, μετάφραση από το βιβλίο του Cook "Η Ζωή του Αγίου Επιφάνειου"
- Anonymus Valesianus, 7.36. Translated in J.C. Rolfe, Ammianus Marcellinus (Harvard: Loeb Classical Library, 1972), Τόμος. 3
- C.D. Gordon, The Age of Attila: Fifth-Century Byzantium and the Barbarians (Ann Arbor: University of Michigan, 1966)
- Herwig Wolfram, History of the Goths, translated by Thomas J. Dunlap (Berkeley: University of California, 1988)
- Ian Wood, "Οι Μεροβίγγειοι Βασιλείς" (London: Longman, 1994)
- Guido Donini and Gordon B. Ford, Isidore of Seville's History of the Goths, Vandals, and Suevi, second revised edition (Leiden: E.J. Brill, 1970)
- Peter Heather, The Goths (Oxford: Blackwell, 1996)
- Shanzer and Wood, Avitus of Vienne, letters and selected prose (Liverpool: University Press, 2002)
- Wolfram, "Ιστορία των Γότθων"