Γκρατσιέλα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γκρατσιέλα
Γκρατσιέλα (1836) πίνακας του Οράς Βερνέ
ΣυγγραφέαςΑλφόνς ντε Λαμαρτίν
ΤίτλοςGraziella
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1852
Μορφήμυθιστόρημα

H Γκρατσιέλα (γαλλικός τίτλος: Graziella) είναι μυθιστόρημα του Αλφόνς ντε Λαμαρτίν που εκδόθηκε μόνο του το 1852, εμπνευσμένο από το πρώτο του νεανικό ταξίδι στην Ιταλία. Αναφέρεται στην ιστορία ενός νεαρού Γάλλου αριστοκράτη που ερωτεύτηκε μια φτωχή κοπέλα από οικογένεια ψαράδων κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στη Νάπολη της Ιταλίας.[1]

Το βιβλίο, χαρακτηριστικό του Ρομαντισμού στη γαλλική λογοτεχνία του 19ου αιώνα, διασκευάστηκε σε όπερα και κινηματογραφικές ταινίες και επηρέασε πίνακες, ποιήματα και μυθιστορήματα.[2]

Το μυθιστόρημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Γκρατσιέλα αρχικά περιλαμβάνονταν στο αυτοβιογραφικό έργο του Λαμαρτίν Εξομολογήσεις το 1849, εκδόθηκε αυτοτελώς το 1852 και είναι το πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο του συγγραφέα. Αναφέρεται στην Ιταλία και ιδιαίτερα στην περιοχή της Νάπολης, όπου ο συγγραφέας έμεινε δύο φορές, πρώτα κατά τη διάρκεια της νεότητάς του, το 1811 και το 1812 και αργότερα το 1844, με τη σύζυγό του.

Το έργο περιλαμβάνει ορισμένα θέματα χαρακτηριστικά του ρομαντισμού: την πλήξη, τα πάθη, την ορμή και τα ιδανικά της νεότητας, τα ταξίδια, την αρμονία ανθρώπου και φύσης, τον έρωτα και τον θάνατο. Πέραν της ρομαντικής ιστορίας, χαρακτηρίζεται από τη γραφική ποίηση των περιγραφών, ιδιαίτερα του νησιού Προτσίντα, της Νάπολης και του Βεζούβιου. Ο Λαμαρτίν περιγράφει την Ιταλία των χωρικών και των ψαράδων, που ζουν στις ακτές και τα αμπέλια τους τόσο απλά στη φαντασία του όσο στις ωραιότερες μέρες του αρχαίου κόσμου.

Ο Λαμαρτίν εκφράζει επίσης στο έργο την αγάπη του για τη ρομαντική λογοτεχνία, αναφέρει έργα όπως την Κορίννα ή η Ιταλία της Μαντάμ ντε Σταλ, Τα χρόνια της μαθητείας του Βίλχελμ Μάιστερ (1796) καιΤα πάθη του νεαρού Βέρθερου (1774) του Γκαίτε, τις Τελευταίες επιστολές του Γιάκοπο Όρτις (1802-1803) του Ούγκο Φόσκολο και εξομολογείται τον θαυμασμό του για το μυθιστόρημα Παύλος και Βιργινία (1788) του Μπερναρντέν ντε Σαιν-Πιερ.[3]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο δεκαοχτάχρονος αφηγητής ταξιδεύει από το σπίτι του στη Βουργουνδία στην Ιταλία. Μένει πρώτα στη Φλωρεντία, έπειτα στη Ρώμη. Στη συνέχεια φεύγει για τη Νάπολη όπου συναντά έναν Γάλλο παλιό φίλο του με τον οποίο περνάει τον χρόνο του με περιπάτους και συζητήσεις. Παρακολουθούν τους ψαράδες στην παραλία να βγαίνουν στη θάλασσα με τις βάρκες τους και μια μέρα αποφασίζουν να ρωτήσουν έναν από αυτούς αν μπορούν να επιβιβαστούν και εκείνος να τους μάθει το ψάρεμα. Για αρκετές εβδομάδες ψαρεύουν κάθε μέρα μέχρι τη μέρα που κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης καταιγίδας που έθεσε τη ζωή τους σε κίνδυνο, αναγκάζονται να καταφύγουν στο σπίτι του Αντρέα στην Προτσίντα, όπου περνούν τη νύχτα. Καθώς η καταιγίδα συνεχίζεται, μένουν στο νησί για 9 ημέρες και συναντούν την υπόλοιπη οικογένεια του ψαρά. Εδώ ο αφηγητής συναντά για πρώτη φορά την εγγονή του ψαρά, τη 16χρονη Γκρατσιέλα.[4]

Γκρατσιέλα, πίνακας του Ζυλ Ζοζέφ Λεφέβρ (1878)

Ζουν μαζί τους, τους βοηθούν στις δουλειές, κάνουν βόλτες στο νησί και το βράδυ τους διαβάζουν ιστορίες, ιδιαίτερα τον Παύλο και Βιργινία του Μπερναρντέν ντε Σαιν-Πιερ που συγκινεί όλη την οικογένεια και ιδιαίτερα τη Γκρατσιέλα. Όταν ο καιρός βελτιώθηκε, όλοι επιστρέφουν στη Νάπολη και ο φίλος του αφηγητή καλείται πίσω στη Γαλλία για τον γάμο της αδερφής του.

Ο νεαρός παραμένει μόνος στη Νάπολη και αρρωσταίνει. Η Γκρατσιέλα έρχεται να τον φροντίσει και ανακτά τις δυνάμεις του. Στη συνέχεια πηγαίνει να επισκεφθεί την οικογένεια του ψαρά στο σπίτι τους στη Νάπολη, όπου τον υποδέχονται θερμά. Περνούν μήνες και ο αφηγητής θεωρεί ότι η οικογένεια του Αντρέα είναι δική του. Ο αφηγητής επιχειρεί να αντιμετωπίσει τη Γκρατσιέλα σαν αδερφή του. Τη συνοδεύει στην εκκλησία και της μαθαίνει να διαβάζει και να γράφει, και εκείνη του ζητά να περνά περισσότερο χρόνο μαζί της, μιλώντας και μαθαίνοντας να σκαλίζει κοράλλια παρά να γράφει ποίηση. Ωστόσο, ο νεαρός συνειδητοποιεί τα αισθήματά του όταν, λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα, η Γκρατσιέλα πρόκειται να παντρευτεί τον εξάδερφό της Τσέκο, γράφει: «Η ζωή μου χωρίς την παρουσία της δεν θα ήταν τίποτε». Η επικείμενη απώλεια της Γκρατσιέλα οδηγεί τον αφηγητή να εγκαταλείψει τη Νάπολη και να περιπλανηθεί στη γύρω περιοχή, επιστρέφοντας μόνο μετά το νέο έτος.[5]

Αν και η Γκρατσιέλα δέχεται τον προτεινόμενο γάμο την ημέρα που ο αφηγητής επιστρέφει, αργότερα δραπετεύει μέσα στη νύχτα, με σκοπό να πάει σε ένα μοναστήρι. Την επόμενη μέρα η οικογένεια την αναζητά μάταια. Τελικά, ο αφηγητής καταλαβαίνει ότι πρέπει να επέστρεψε στο νησί και σπεύδει εκεί, όπου πράγματι βρίσκει τη Γκρατσιέλα και εξομολογούνται τον έρωτά τους.

Για τρεις μήνες απολαμβάνουν τον έρωτά τους, κρυφά από την οικογένεια της Γκρατσιέλα. Ωστόσο, η κοπέλα υποφέρει στη σκέψη της επιστροφής του στη Γαλλία και προβληματίζεται για την κοινωνική τους διαφορά. Όταν οι γονείς του τον καλούν πίσω στη Γαλλία, η Γκρατσιέλα καταρρέει και ο αφηγητής - αν και αποκαρδιωμένος - δεν μπορεί να παραμείνει. Αρχίζουν να αλληλογραφούν, αλλά ο αφηγητής όταν βρέθηκε στη γαλλική κοινωνία και στο περιβάλλον του νιώθει ντροπή για τον έρωτά του για την εγγονή του φτωχού ψαρά. Ένα βράδυ μετά την επιστροφή του από έναν χορό, λαμβάνει ένα γράμμα. Η Γκρατσιέλα του ανακοινώνει την ασθένειά της και τον επικείμενο θάνατό της και του ζητά να μην την ξεχάσει ποτέ. Ο αφηγητής θα κρατήσει αυτό το γράμμα για όλη του τη ζωή μαζί με τη μνήμη της πρώτης του αγάπης. Το μυθιστόρημα κλείνει με ένα ποίημα, Le Premier Regret (Η πρώτη λύπη), αφιερωμένο στη μνήμη της.[6]

Μετάφραση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γκρατσιέλλα, μετάφραση: Γιώργος Τσουκαλάς, εκδόσεις ΄Αγκυρα, 1969
  • Γκρατσιέλλα, μετάφραση: Άννα Μαρουδιά, εκδόσεις Σίγμα Λι Λάμδα, 2022[7]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]