Γκρίζα φώκια

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γκρίζα φώκια
Αρσενικό
Αρσενικό
Θηλυκό με μικρό
Θηλυκό με μικρό
Κατάσταση διατήρησης

Ελαχίστης Ανησυχίας (IUCN 3.1) [1]
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Υποσυνομοταξία: Σπονδυλωτά (Vertebrata)
Ομοταξία: Θηλαστικά (Mammalia)
Τάξη: Σαρκοφάγα (Carnivora)
Οικογένεια: Φωκίδες (Phocidae)
Γένος: Αλίχοιρος (Halichoerus)
Nilsson, 1820

Είδος: Αλίχοιρος ο γρυπός
Halichoerus grypus
(O.Fabricius, 1791)


Γεωγραφική κατανομή της γκρίζας φώκιας[1]

Η γκρίζα φώκια (επιστημονική-λατινική ονομασία Halichoerus grypus, ελληνικό αντίστοιχο αλίχοιρος ο γρυπός) είναι θαλάσσιο θηλαστικό ζώο που ζει και στις δύο ακτές του βόρειου Ατλαντικού Ωκεανού. Η επιστημονική του ονομασία σημαίνει «θαλάσσιος χοίρος με γαμψό ρύγχος». Είναι μεγάλη φώκια (πτερυγιόποδο) της οικογένειας φωκίδες, που αντιστοιχεί στις «πραγματικές φώκιες». Αποτελεί το μοναδικό είδος του γένους αλίχοιρος. Είναι γνωστή επίσης ως φώκια του Ατλαντικού[2] και παλαιότερα ως φαιά φώκια[3].

Ταξινομική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν δύο αναγνωρισμένα υποείδη γκρίζας φώκιας[4], τα εξής:

Εικόνα Υποείδη Γεωγραφική κατανομή
Halichoerus grypus grypus, Fabricius, 1791 Βαλτική Θάλασσα
Halichoerus grypus atlantica, Nehring, 1886 Υποδιαιρείται στον πληθυσμό του δυτικού Β. Ατλαντικού (ανατολ. Καναδάς και βορειοανατολ. ΗΠΑ) και τον πληθυσμό του δυτικού Β. Ατλαντικού (Βρετανικές Νήσοι, Ισλανδία, Νορβηγία, Δανία, Νήσοι Φερόες και Ρωσία)[5]

Το δείγμα με βάση το οποίο ορίσθηκε το υποείδος H. g. grypus (Ζωολογικό Μουσείο της Κοπεγχάγης, κωδ. δείγματος ZMUC M11-1525) θεωρείτο χαμένο επί πολλά έτη, αλλά ξαναβρέθηκε το 2016, οπότε ένας έλεγχος του DNA του έδειξε ότι προερχόταν από τη Βαλτική Θάλασσα, και συγκεκριμένα από τα νερά κοντά στη νήσο Άμεγια της ανατολικής Δανίας, αντί της Γροιλανδίας όπως μέχρι τότε πιστευόταν (επειδή είχε περιγραφεί πρώτα στο βιβλίο του Ότο Φαμπρίκιους για τα ζώα της Γροιλανδίας, το Fauna Groenlandica). Η ονομασία H. g. grypus μεταφέρθηκε έτσι στο υποείδος της Βαλτικής (αντικαθιστώντας την H. g. macrorhynchus), ενώ η ονομασία H. g. atlantica που ήταν σε αχρηστία επαναφέρθηκε για το υποείδος του Ατλαντικού.[6]

Μοριακές μελέτες έχουν υποδείξει ότι ο ανατολικός και ο δυτικός πληθυσμός του Β. Ατλαντικού έχουν διαχωρισθεί γενετικώς εδώ και τουλάχιστον ένα εκατομμύριο έτη και δυνητικώς θα μπορούσαν να θεωρηθούν ξεχωριστά υποείδη.[7]

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αλίχοιρος είναι μια μεγάλη φώκια, με τα αρσενικά στον πληθυσμό του ανατολικού Ατλαντικού να φθάνουν σε μήκος το 1,95 έως 2,3 μέτρα και σε βάρος τα 170 έως 310 κιλά. Τα θηλυκά είναι αρκετά μικρότερα: συνήθως έχουν μήκος 1,6 έως 1,95 μέτρο και βάρος 100 έως 190 κιλά. Στον δυτικό Β. Ατλαντικό αμφότερα τα φύλα είναι συχνά πολύ μεγαλύτερα, με τα αρσενικά να έχουν μέσο μήκος περί τα 2,7 μ. και βάρος μέχρι 400 κιλά, και τα θηλυκά να έχουν μέσο μήκος 2,05 μ. και μέγιστο βάρος τα 250 κιλά. Η μεγαλύτερη αρσενική γκρίζα φώκια που έχει καταγραφεί είχε μήκος 3,3 μέτρα.[8][9][10] Η γκρίζα φώκια ξεχωρίζει από τη μικρότερη «φώκια των λιμανιών» ή κοινή φώκια (είδος Phoca vitulina) επειδή έχει ρουθούνια μακριά το ένα από το άλλο και λιγότερες βούλες στο σώμα της.[11][12] Επίσης οι «κουκουλοφόρες φώκιες» (γένος Cystophora) συγχέονται κάποτε όταν ξεχειμωνιάζουν με τις γκρίζες φώκιες, καθώς έχουν το ίδιο περίπου μέγεθος και ως ένα βαθμό το ίδιο μακρύ ρύγχος, αλλά οι κουκουλοφόρες έχουν πιο ανοικτόχρωμο βασικό χρώμα, που κάνει τις σκούρες βούλες τους να ξεχωρίζουν εντονότερα.[13] Οι γκρίζες φώκιες, ως «πραγματικές φώκιες», δεν έχουν εξωτερικά πτερύγια στα αυτιά τους. Επίσης έχουν χαρακτηριστικά μεγάλο ρύγχος.[14] Τα αρσενικά έχουν μεγαλύτερα ρύγχη και λιγότερο καμπύλο σώμα από όσο τα αρσενικά της κοινής φώκιας. Τα αρσενικά είναι γενικώς πιο σκουρόχρωμα από τα θηλυκά, με πιο ανοικτόχρωμα τμήματα γύρω από τον λαιμό. Τα θηλυκά έχουν χρώμα ασημόγκριζο προς το φαιό, με σκουρόχρωμες βούλες.

Ενδιαίτημα και γεωγραφική κατανομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ομάδα από αλίχοιρους στην άμμο, στο Νόρφοκ της Αγγλίας
Νεκρή γκρίζα φώκια που πνίγηκε επειδή μπλέχτηκε σε δίχτυα ψαράδων στο Ύσταντ και δεν μπορούσε να ανέλθει στην επιφάνεια για να αναπνεύσει, όπως δηλαδή ακριβώς θα συνέβαινε και με έναν άνθρωπο.
Γκρίζες φώκιες στην παγετωνική λίμνη Γιέκυλσάουρλοουν της Ισλανδίας

Στις Βρετανικές Νήσους η γκρίζα φώκια αναπαράγεται σε αρκετές αποικίες της ανά τις ακτές. Οι μεγαλύτερες αποικίες είναι αυτές του Ακρωτηρίου Μπλάκνυ (Blakeney Point) στο βόρειο Νόρφοκ, του Ντόνα Νουκ στο Λίνκολνσιρ, των Νήσων Φαρν (με περίπου 6.000 ζώα), των Ορκάδων και της απομονωμένης νησίδας Νορθ Ρόνα[15] πέρα από τις βόρειες ακτές της Σκωτίας, της Νήσου Λάμπεϋ έξω από το Δουβλίνο και της Νήσου Ράμσυ στα νότια της ακτής της Ουαλίας. Στην ανατολική Βόρεια Θάλασσα υπάρχουν αποικίες γκρίζας φώκιας έξω από τα νησιά Ζυλτ, Άμρουμ και Χέλγκολαντ.[16]

Στον δυτικό Βόρειο Ατλαντικό η γκρίζα φώκια συναντάται συνήθως σε μεγάλους αριθμούς στα παράλια ύδατα του Καναδά και νότια μέχρι τη Ναντουκέτη των ΗΠΑ. Στον Καναδά βρίσκεται συνήθως στον Κόλπο του Αγίου Λαυρεντίου, τη Νέα Γη και το Κεμπέκ. Η μεγαλύτερη αποικία γκρίζας φώκιας σε όλη τη Γη βρίσκεται στη Νήσο Σαμπλ, στα ανοικτά της Νέας Σκωτίας. Στις ΗΠΑ βρίσκεται όλο το έτος στις ακτές της Νέας Αγγλίας, ιδίως του Μέιν και της Μασαχουσέτης. Αρχαιολογικά ευρύματα βεβαιώνουν την ύπαρξή τους και νοτιότερα πριν από αιώνες, συγκεκριμένα στη Νήσο Μπλοκ, στο Μάρθας Βάινγιαρντ και κοντά στο στόμιο του ποταμού Κουίνιπιακ στο Νιου Χέιβεν (Κονέκτικατ).[17] Ωστόσο σήμερα πλέον έχουν εξακριβωθεί παρατηρήσεις του είδους πολύ πιο νότια, στη Βόρεια Καρολίνα. Πέρα από αυτές τις πολύ μεγάλες αποικίες υπάρχουν και πολλές μικρότερες, κάποιες από τις οποίες είναι γνωστές στους τουρίστες που συγκεντρώνονται για να τις παρατηρήσουν, παρά το μικρό τους μέγεθος, π.χ. στους βράχους Κάρακς της Κορνουάλης.

Ο πληθυσμός του υποείδους της Βαλτικής Θάλασσας θεωρείται ενιαίος και απομονωμένος.[1]

Τον χειμώνα οι γκρίζες φώκιες συναντώνται και «αποτραβηγμένες» πάνω σε βράχους, νησίδες και σκοπέλους κοντά στην ακτή. Την άνοιξη προσφάτως απογαλακτισθέντα «κουτάβια» τους συναντώνται κάποτε απομονωμένα σε ακτές αφότου χωρίστηκαν από τη μητρική ομάδα τους.

Οι γκρίζες φώκιες τρώγονται από τους συνήθεις θηρευτές των πτερυγιόποδων θηλαστικών. Οι μεγάλοι καρχαρίες είναι γνωστό ότι τις τρώνε στις θάλασσες του Καναδά, ιδίως λευκοί καρχαρίες, αλλά με καταγεγραμμένη επίθεση και από καρχαρία της Γροιλανδίας.[18][19] Στα νερά της Μεγάλης Βρετανίας οι γκρίζες φώκιες αποτελούν αρκετά κοινό είδος διατροφής για την όρκα.[20][21] Φαίνεται ότι σε σπάνιες περιπτώσεις νεογέννητες γκρίζες φώκιες αρπάζονται ζωντανές από θαλασσαετούς.[1]

Διατροφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι αλίχοιροι τρέφονται με μεγάλη ποικιλία ψαριών, κυρίως ψάρια του βυθού ή της βαθιάς ενδιάμεσης ζώνης, τα οποία συλλαμβάνουν σε βάθη μεγαλύτερα των 70 μέτρων. Σε πολλές περιοχές οι αμμοδύτες (Ammodytes) αποτελούν σημαντικό στοιχείο της δίαιτάς τους. Τοπικές προτιμήσεις είναι επίσης ο μπακαλιάρος του Ατλαντικού και τα συγγενικά του είδη, η γλώσσα και άλλα επίπεδα ψάρια, η ρέγγα[22], οι λαυρίδες[23] και τα σαλάχια[24]. Ωστόσο είναι βέβαιο ότι η γκρίζα φώκια θα φάει οτιδήποτε είναι διαθέσιμο, ακόμα και χταπόδια[25] και αστακούς.[26] Η μέση ημερήσια ανάγκη για τροφή εκτιμάται στα 5 χιλιόγραμμα, αν και η φώκια δεν τρώει κάθε μέρα, ούτε κατά την εποχή της ανατροφής των μικρών της.

Πιο πρόσφατες παρατηρήσεις και μελέτες από τη Σκωτία, την Ολλανδία και τη Γερμανία υποδεικνύουν ότι στην ανάγκη οι γκρίζες φώκιες θα κυνηγήσουν και μεγάλα θηράματα, όπως οι κοινές φώκιες και οι φώκαινες του λιμανιού.[27][28][29] Το 2014 μια αρσενική γκρίζα φώκια στη Βόρεια Θάλασσα καταγράφηκε να σκοτώνει και να τρώει 11 μικρά του δικού της είδους μέσα σε μία εβδομάδα. Παρόμοιες πληγές που ανακαλύπτονται πάνω στα πτώματα μικρών στη Βόρεια Θάλασσα υποδεικνύουν ότι ο κανιβαλισμός και η παιδοκτονία μπορεί να μην είναι σπάνια φαινόμενα στη γκρίζα φώκια.[30]

Επικοινωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρά το ότι ήταν γνωστό ότι τα θαλάσσια θηλαστικά επικοινωνούν μεταξύ τους φωνητικά, νέες έρευνες επιστημόνων αποκαλύπτουν ότι οι γκρίζες φώκιες κτυπούν τα πτερύγιά τους (μια μορφή «χειροκροτήματος») ως μορφή επικοινωνίας, αλλά και (μόνο υποβρυχίως) για να αποθαρρύνουν κάποιον θηρευτή. Κατά την εποχή του ζευγαρώματος το «χειροκροτήμα» μπορεί να αποτελεί έναν τρόπο αναζητήσεως συντρόφου. Οι ερευνητές υποδεικνύουν ότι οι φώκιες είναι γνωστό ότι «χειροκροτούν»,οπότε αυτή η συμπεριφορά μπορεί να μη θεωρείται έκπληξη, αλλά το κτύπημα που ήταν γνωστό ως τώρα συνέβαινε σε κατάσταση αιχμαλωσίας και δεν είχε παρατηρηθεί ποτέ στη φύση. Οι ερευνητές εξεπλάγησαν από το πόσο δυνατά μπορούσαν να κτυπήσουν τα πτερύγιά τους οι φώκιες κάτω από την επιφάνεια του νερού.[31]

Αναπαραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θηλυκή (αριστερά) και αρσενική (δεξιά) γκρίζα φώκια ζευγαρώνουν στο Ντόνα Νουκ (Λίνκολνσιρ Μεγάλης Βρετανίας)

Οι αλίχοιροι κυνηγούν και τρώνε περισσότερο από το κανονικό πριν την εποχή ανατροφής, ώστε να αποθηκεύσουν λίπος στο σώμα τους, το οποίο καταναλώνουν όταν αναθρέφουν και θηλάζουν τα μικρά τους, καθώς δεν κυνηγούν για τροφή αυτό το χρονικό διάστημα. Τα θηλυκά γεννούν ένα μόνο μικρό κάθε έτος, με την αναπαραγωγική ηλικία να αρχίζει στο τέταρτο έτος 4 και να φθάνει μέχρι το τριακοστό. Κατά την ανατροφή, όλη η φροντίδα παρέχεται από το θηλυκό.[32] Τα μικρά γεννιούνται με βάρος περί τα 14 κιλά.[33] Γεννιούνται το φθινόπωρο στον ανατολικό Ατλαντικό και τον χειμώνα (Ιανουάριο και Φεβρουάριο) στον δυτικό Ατλαντικό, φέροντας λευκή μαλακή γούνα. Μεγαλώνουν γρήγορα πίνοντας το γάλα των μητέρων τους, που είναι εξαιρετικά πλούσιο σε λιπαρά (περιέχει μέχρι και 60% λίπη).[33] Γίνονται γρήγορα αυτοδύναμα, με τις μητέρες τους να επιστρέφουν στη θάλασσα για να τραφούν, αμέσως μετά τον απογαλακτισμό. Τα νήπια περνούν και εκείνα μια περίοδο νηστείας μετά τον απογαλακτισμό τους, προτού εγκαταλείψουν τη στεριά και μάθουν να κολυμπούν.[34] Μέσα σε έναν μήνα η γούνα τους έχει αποβληθεί και αναπτύσσεται το πυκνό υδατοστεγές ενήλικο τρίχωμα. Τότε φεύγουν για τη θάλασσα.

Νεογνό λίγες ημέρες μετά τη γέννησή του

Οι πιθανότητες να επιβιώσει ένα μικρό γκρίζας φώκιας το πρώτο έτος της ζωής του εκτιμώνται από 85%[35][36] μέχρι και κάτω από 50%[37], ανάλογα με την τοποθεσία και τις συνθήκες. Η κυριότερη αιτία θανάτου σε αυτή την ηλικία είναι ο αργός θάνατος από ασιτία.[37]

Κατάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά από μια περίοδο μεγάλης μειώσεως πληθυσμών της γκρίζας φώκιας στις ΗΠΑ εξαιτίας κυνηγιού από τον άνθρωπο για λίπος, κρέας και γούνες, το είδος άρχισε να ανακάμπτει στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Μέχρι το 1945 στο Μέιν και μέχρι το 1962 στη Μασαχουσέτη πλήρωναν ανταμοιβή για κάθε φώκια, επειδή κατέστρεφαν τα δίχτυα των ψαράδων.[38] Το 1973, και ενώ ένα έτος νωρίτερα το αμερικανικό Κογκρέσο είχε περάσει την Πράξη Προστασίας Θαλάσσιων Θηλαστικών, μια επισκόπηση ολόκληρης της ακτογραμμής του Μέιν βρήκε μόνο 30 γκρίζες φώκιες.[38] Αρχικώς οι πληθυσμοί του ζώουν αυξάνονταν με βραδύ ρυθμό, αλλά κατόπιν αναβίωσαν σε νησιά, από τις ακτές του Μέιν μέχρι νοτίως του Ακρωτηρίου Κοντ. Σύμφωνα με μια μελέτη γενετικής, ο νέος πληθυσμός γκρίζας φώκιας των ΗΠΑ προήλθε από «επανεποικισμό» από φώκιες του Καναδά.[39] Το 2011 μετρήθηκαν 15.756 γκρίζες φώκιες μόνο στα παράλια ύδατα της νοτιοανατολικής Μασαχουσέτης.[40] Τώρα πλέον εμφανίζονται όλο και συχνότερα στα νερά της Νέας Υόρκης και του Νιου Τζέρσεϊ, και αναμένεται να σχηματίσουν αποικίες και ακόμα νοτιότερα.

Η ηχορύπανση συνεχίζει να επηρεάζει την επικοινωνία των θαλάσσιων ζώων, γεγονός ιδιαιτέρως σημαντικό στην περίπτωση των θαλάσσιων θηλαστικών. Είναι δύσκολο να προστατευθούν οι συμπεριφορές ζώων όπως η γκρίζα φώκια αν δεν είναι γνωστοί όλοι οι λόγοι της κάθε συμπεριφοράς. Π.χ. η πρόσφατη ανακάλυψη της επικοινωνίας με κτύπημα των πτερυγίων αποτελεί έναν ακόμα παράγοντα που πρέπει να ληφθεί υπόψη όταν εξετάζεται η σημασία της μειώσεως των ανθρωπογενών θορύβων στη θάλασσα.[31]

Στο Ηνωμένο Βασίλειο οι φώκιες γενικώς προστατεύονται από ειδικό νόμο του 1970, ο οποίος όμως δεν ισχύει στις ακτές της Βόρειας Ιρλανδίας. Στο Ηνωμένο Βασίλειο υπάρχουν επίσης διαμαρτυρίες από ψαράδες ότι οι ψαριές τους έχουν μειωθεί εξαιτίας της αυξήσεως του πληθυσμού της γκρίζας φώκιες.

Ο πληθυσμός της Βαλτικής Θάλασσας έχει αυξηθεί κατά 8% κάθε έτος μεταξύ του 1990 και του 2005, ενώ από το 2005 παραμένει σταθερός. Από το 2011 το κυνήγι της γκρίζας φώκιας είναι νόμιμο στη Σουηδία και τη Φινλανδία, με το 50% του μέγιστου επιτρεπόμενου αριθμού να καλύπτεται. Υπάρχουν ωστόσο και άλλες αιτίες ανθρωπογενούς θανάτου, όπως ο θάνατος από πνιγμό όταν μπλέκονται σε δίχτυα ψαράδων και άλλα αλιευτικά εργαλεία.[41]

Σε αιχμαλωσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γκρίζα φώκια έχει αποδειχθεί ότι προσαρμόζεται σε ζωή σε αιχμαλωσία και συναντάται συχνά σε ζωολογικούς κήπους κοντά στις περιοχές όπου βρίσκεται στη φύση, ιδίως στην Ευρώπη. Παραδοσιακά αποτελούσαν δημοφιλή ζώα σε τσίρκα και παρουσιάζονται ακόμα να εκτελούν ασκήσεις ισορροπίας και άλλες επιδείξεις. Τουλάχιστον μία γκρίζα φώκια στην ιστορία φαίνεται ότι έχει αποδράσει από την αιχμαλωσία, έχοντας παρατηρηθεί στη Μαύρη Θάλασσα, κοντά στις ακτές της ανατολικής Κριμαίας, δηλαδή καθαρά εκτός της γεωγραφικής κατανομής της.[42] Πολλές φώκιες σε αιχμαλωσία διδάσκονται διάφορες πράγματα, όπως το «χειροκρότημα» με τα εμπρόσθια πτερύγιά τους.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Bowen, D.: «Halichoerus grypus» στην IUCN Red List of Threatened Species, 2016: e.T9660A45226042. doi:10.2305/IUCN.UK.2016-1.RLTS.T9660A45226042.en. Retrieved 19 November 2021.
  2. Sokolov, Vladimir (1984). Пятиязычный словарь названий животных. Млекопитающие. Μόσχα. 
  3. Το λήμμα «αλίχοιρος» στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 4
  4. Wozencraft, W. C. (2005). «Order Carnivora». Στο: Wilson, D. E.· Reeder, D. M. Mammal Species of the World (3rd έκδοση). Johns Hopkins University Press. ISBN 978-0-8018-8221-0. OCLC 62265494. 
  5. «Gray Seal». NOAA. 8 Ιουλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2021. 
  6. Olsen, Morten Tange; Galatius, Anders; Biard, Vincent; Gregersen, Kristian; Kinze, Carl Christian (Απρίλιος 2016). «The forgotten type specimen of the grey seal [Halichoerus grypus (Fabricius, 1791)] from the island of Amager, Denmark». Zoological Journal of the Linnean Society 178 (3): 713-720. doi:10.1111/zoj.12426. 
  7. Boskovic, R. (1996). «Geographic distribution of mitochondrial DNA haplotypes in grey seals (Halichoerus grypus. Canadian Journal of Zoology 74 (10): 1787-1796. doi:10.1139/z96-199. https://archive.org/details/sim_canadian-journal-of-zoology_1996-10_74_10/page/1787. 
  8. FAO Advisory Committee on Marine Resources Research (1982) Working Party on Marine Mammals; Mammals of the Sea, τόμ. 4, Food and Agriculture Organization of the United Nations, Ρώμη
  9. Naughton, D.: The Natural History of Canadian Mammals: Opossums and Carnivores, University of Toronto Press, 2014
  10. Bjärvall, A., & Ullström, S.: The mammals of Britain and Europe. εκδ. Croom Helm, Λονδίνο 1986
  11. «How to identify British seals». BBC Wildlife. BBC. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Σεπτεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 2015. 
  12. Middleton, Kevin. «Get the lowdown on seals». RSPB. Ανακτήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 2015. 
  13. Perrin, W. F., Würsig, B., & Thewissen, J.G.M. (επιμ.): Encyclopedia of marine mammals, Academic Press, 2009
  14. Schuster, Marreno· Glen, Megan (2011). Marine Science: The Dynamic Ocean. US Satellite Laboratory: Pearson. σελ. 107. ISBN 978-0-13-317063-4. 
  15. Stewart, J.E. (2014). «Finescale ecological niche modeling provides evidence that lactating grey seals (Halichoerus grypus) prefer access to fresh water in order to drink». Marine Mammal Science 30 (4): 1456-1472. doi:10.1111/mms.12126. http://dro.dur.ac.uk/16508/1/16508.pdf. 
  16. Hahn, Melanie (13 Ιανουαρίου 2010). «Kegelrobben-Geburtenrekord auf Helgoland». Nordseewolf Magazin (στα Γερμανικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2011. 
  17. Waters, Joseph H. (Φεβρουάριος 1967). «Gray Seal Remains from Southern New England Archeological Sites». Journal of Mammalogy 48 (1): 139-141. doi:10.2307/1378182. https://archive.org/details/sim_journal-of-mammalogy_1967-02_48_1/page/139. 
  18. Brodie, P., & Beck, B.: «Predation by sharks on the grey seal (Halichoerus grypus) in eastern Canada», Canadian Journal of Fisheries and Aquatic Sciences, τόμ. 40(3), σσ.267-271, έτος 1983
  19. Lucas, Z.N. & Natanson, L.J. (2010): «Two shark species involved in predation on seals at Sable Island, Nova Scotia, Canada», Proceedings of the Nova Scotian Institute of Science, τόμ. 45(2), έτος 2010
  20. Weir, C.R.: «Killer whales (Orcinus orca) in UK waters», British Wildlife, τόμ. 14(2), σσ. 106-108 (2002)
  21. Bloc, D., & Lockyer, C. (1988). Killer whales (Orcinus area) in Faroese waters. Rit Fiskideildar.
  22. Stenman, Olavi (2007). «How does hunting grey seals (Halichoerus grypus) on Bothnian Bay spring ice influence the structure of seal and fish stocks?» (PDF). International Council for the Exploration of the Sea. Ανακτήθηκε στις 23 Ιανουαρίου 2017. 
  23. Ridoux, Vincent; Spitz, J.; Vincent, Cecile; Walton, M.J. (2007). «Grey seal diet at the southern limit of its European distribution: combining dietary analyses and fatty acid profiles». Journal of the Marine Biological Association of the United Kingdom 87 (1): 255-264. doi:10.1017/S002531540705463X. http://archimer.ifremer.fr/doc/2007/publication-3573.pdf. Ανακτήθηκε στις 24 January 2017. 
  24. Savenkoff, Claude· Morissette, Lyne· Castonguay, Martin· Swain, Douglas P.· Hammill, Mike O.· Chabot, Denis· Hanson, J. Mark (2008). «Interactions between Marine Mammals and Fisheries: Implications for Cod Recovery». Στο: Chen, Junying· Guo, Chuguang. Ecosystem Ecology Research Trends. Nova Science Publishers. σελ. 130. ISBN 978-1-60456-183-8. 
  25. «Grey seal». Wales Nature & Outdoors. BBC Wales. 25 Φεβρουαρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2011. 
  26. «The Grey Seal». Ask about Ireland. Ανακτήθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2011. 
  27. Leopold, Mardik F.; Begeman, Lineke; van Bleijswijk, Judith D.L.; IJsseldijk, Lonneke L.; Witte, Harry J.; Gröne, Andrea (2014). «Exposing the grey seal as a major predator of harbour porpoises». Proceedings of the Royal Society 282 (1798). doi:10.1098/rspb.2014.2429. PMID 25429021. 
  28. van Neer, Abbo; Jensen, Lasse F.; Siebert, Ursula (2015). «Grey seal (Halichoerus grypus) predation on harbour seals (Phoca vitulina) on the island of Helgoland, Germany». Journal of Sea Research 97: 1-4. doi:10.1016/j.seares.2014.11.006. Bibcode2015JSR....97....1V. 
  29. Hillmer, Angelika (16 February 2015). «Kegelrobben mit großem Appetit auf Schweinswale» (στα γερμανικά). Hamburger Abendblatt. 
  30. «First video footage of seal drowning and eating a pup», New Scientist, 15 Φεβρουαρίου 2016)
  31. 31,0 31,1 «Grey seals discovered clapping underwater to communicate». ScienceDaily. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2021. 
  32. Bubac, Christine M.; Coltman, David W.; Don Bowen, W.; Lidgard, Damian C.; Lang, Shelley L.C.; den Heyer, Cornelia E. (Ιούνιος 2018). «Repeatability and reproductive consequences of boldness in female gray seals». Behavioral Ecology and Sociobiology 72 (6). doi:10.1007/s00265-018-2515-5. ISSN 0340-5443. 
  33. 33,0 33,1 «Autumn spectacle: grey seal colonies». BBC Earth. 10 Οκτωβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2015. 
  34. Bowen, William D.; Heyer, Cornelia E. den; McMillan, Jim I.; Iverson, Sara J. (2015-04-01). «Offspring size at weaning affects survival to recruitment and reproductive performance of primiparous gray seals». Ecology and Evolution 5 (7): 1412-1424. doi:10.1002/ece3.1450. ISSN 2045-7758. PMID 25897381. 
  35. Ailsa, Hall; Bernie, Mcconnell; Richard, Barker (2008). «Factors affecting first-year survival in grey seals and their implications for life history strategy». Journal of Animal Ecology 70: 138-149. doi:10.1111/j.1365-2656.2001.00468.x. 
  36. Baker, J.R. (1984). «Mortality and morbidity in Grey seal pups (Halichoerus grypus). Studies on its causes, effects on the environment, the nature and sources of infectious agents, and the immunological status of pups». Journal of Zoology 203: 23-48. doi:10.1111/j.1469-7998.1984.tb06042.x. https://www.researchgate.net/publication/229788805. 
  37. 37,0 37,1 «Homepage». Friends of Horsey Seals. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2021. 
  38. 38,0 38,1 Barbara Lelli; David E. Harris; AbouEl-Makarim Aboueissa (2009). «Seal Bounties in Maine and Massachusetts, 1888 to 1962». Northeastern Naturalist 16 (2): 239-254. doi:10.1656/045.016.0206. 
  39. Wood, S.A.; Frasier, T.R.; McLeod, B.A.; Gilbert, J.R.; White, B.N.; Bowen, W.D.; Hammill, M.O.; Waring, G.T. και άλλοι. (2011). «The genetics of recolonization: an analysis of the stock structure of grey seals (Halichoerus grypus) in the northwest Atlantic». Canadian Journal of Zoology 89 (6): 490-497. doi:10.1139/z11-012. https://archive.org/details/sim_canadian-journal-of-zoology_2011-06_89_6/page/490. 
  40. Gray Seal (Halichoerus grypus grypus): Western North Atlantic Stock (Report). NMFS, NOAA. Απρίλιος 2014, pp. 342-350. http://www.nmfs.noaa.gov/pr/sars/2013/ao2013_grayseal-wna.pdf. Ανακτήθηκε στις 2015-06-15. 
  41. Bäcklin, Britt-Marie· Moraeus, Charlotta· Kunnasranta, Mervi· Isomursu, Marja (2 Σεπτεμβρίου 2011). «Health Assessment in the Baltic grey seal (Halichoerus grypus. HELCOM Indicator Fact Sheets 2011. HELCOM. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Νοεμβρίου 2011. 
  42. Marine Ecological Journal, Kovtun O.O. (2011): «Rare sightings and video-recording of the grey seal, Halichoerus grypus (Fabricius, 1791), in coastal grottoes of the eastern Crimea (Black Sea)» Αρχειοθετήθηκε 3 August 2012 στο Wayback Machine., τόμος 10(4), σελ. 22 (στη ρωσική γλώσσα)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]