Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Guillaume du Villaret (Γαλλικά)
Γέννηση13ος αιώνας[1]
Allenc
ΘάνατοςΣεπτέμβριος 1306 (περίπου)[2]
Λεμεσός[3]
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
ΘρησκείαΚαθολικισμός
Θρησκευτικό τάγμαΤάγμα του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολεμιστής μοναχός
θρησκευόμενος (καθολικισμός)
στρατιωτικός
πολιτικός
ΣυγγενείςΦουλκ ντε Βιλαρέ (ανιψιός εξ αδελφού)
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαgrand prior of Saint-Gilles (1270–1300)[4]
Μεγάλος Μάγιστρος του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ (1296–1306)
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ (περί το 1235 - 1305) ήταν ο 24ος Μέγας Μάγιστρος των Ιωαννιτών Ιπποτών (1296 - 1305), διαδέχθηκε τον Εντ ντε Πεν.[5][6] Τον διαδέχθηκε ο ανεψιός του Φουλκ ντε Βιλαρέ με τον οποίον το Τάγμα σημείωσε σημαντικές προόδους.[7]

Μέγας Μάγιστρος των Ιπποτών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ ήταν Γάλλος γηγενής από το Λανγκντόκ-Ρουσιγιόν, πριν την ανάδειξη του διετέλεσε ηγούμενος του Σαιν-Ζιλ, τα πρώτα χρόνια τα πέρασε σε περιοδείες του Τάγματος. Ο Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ είχε έναν ανεψιό για τον οποίο πίστευε ότι ήταν αδελφός του και έναν θείο στο Τάγμα των Ιωαννιτών που είχε το ίδιο όνομα με τον ίδιο. Ο Φουλκ ντε Βιλαρέ έγινε Στρατηγός του Τάγματος (1299), Υπολοχαγός του Γκιγιώμ (1303) μέχρι την χρονιά που τελικά τον διαδέχθηκε ως Μέγας Μάγιστρος (1305). Ο θείος του Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ ήταν Πρεσβύτερος του Τάγματος στην Μιγιώ (Αβερόν) (1239-1260).[7] Με την υποδοχή του στο Τάγμα των Ιωαννιτών Ιπποτών των Ιεροσολύμων διετέλεσε από τον Οκτώβριο του 1266 Μέγας Συντηρητής. Αργότερα (1269) διορίστηκε Υπολοχαγός της μονής του Σαιντ-Ζιλ και προϊστάμενος (1270), Την θέση αυτή διατήρησε μέχρι την εποχή που εξελέγη Μέγας Μάγιστρος (1296), η προσφορά του ήταν πολύτιμη στις διαπραγματεύσεις του τάγματος με τον πάπα.[7] Ο Φίλιππος Γ΄ της Γαλλίας παραχώρησε στον πάπα Γρηγόριο Ι΄ την περιοχή στην οποία ανήκε το Κομιτάτο Προβηγκία-Άλπεις-Κυανή Ακτή (19 Φεβρουαρίου 1274). Ο πάπας που γνώριζε την περιοχή αλλά και τις διοικητικές ικανότητες του Γκιγιώμ τον διόρισε ρέκτορα του Κομιτάτου (27 Απριλίου 1274). Ο Γκιγιώμ τοποθέτησε δύο ιππότες σε κάθε κάστρο, ο επίσκοπος της Καρπαντράς ήταν ο πρώτος που του έδωσε όρκο υποτέλειας. Ο ρέκτορ συγκάλεσε Σύνοδο στην οποία συμμετείχαν οι τρεις επίσκοποι και οι ευγενείς του Κομιτάτου, παρέμεινε στην θέση αυτή την περίοδο (29 Μαρτίου 1284 - 9 Οκτωβρίου 1287). Ο Κάρολος ο Ανδεγαυός τον προσκάλεσε ως Σύμβουλο του (1277), παρέμεινε σύμβουλος τόσο στον ίδιον όσο και στον γιο και διάδοχο του Κάρολο τον Χωλό που του έδωσε επιπλέον εξουσίες.[7] Ο Μέγας Μάγιστρος Εντ ντε Πεν πέθανε (26 Μαρτίου 1296), το Τάγμα βρισκόταν στην Λεμεσό και αποφάσισε σε Συνέδριο να αναθεωρήσει την εξουσία των Μεγάλων Μαγίστρων που μέχρι τότε έκαναν υπέρβαση των νόμιμων δικαιωμάτων τους. Το Τάγμα αποφάσισε κατόπιν να επιλέξει τον προιστάμενο του Σαιν Ζιλ Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ ως νέο Μέγα Μάγιστρο. Η επιστολή της εκλογής του έφτασε στον ίδιο ενώ βρισκόταν στην Προβηγκία (3 Απριλίου 1296), δεν βιάστηκε ωστόσο να αναχωρήσει για να αναλάβει την θέση του.

Αναδιοργάνωση του Τάγματος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ θεωρούσε ζημιογόνο για το Τάγμα την παραμονή του στην Κύπρο, επιθυμούσε να το μεταφέρει σε άλλες περιοχές όπως η Ιταλία, η Γαλλία ή ακόμα και η Ισπανία. Την εποχή που απουσίαζε ακόμα από την Κύπρο ίδρυσε την μονή του Φιέ στο Κερσί, προιστάμενο τοποθέτησε την αδελφή του Ζουρνταίν ντε Βιλαρέ.[7] Η παραμονή του μακριά από την Κύπρο καθυστέρησε σημαντικά με αποτέλεσμα οι Ιππότες του Τάγματος να δυσαρεστηθούν έντονα. Την εποχή που συγκαλούσε Σύνοδο στην Μασσαλία (1197) δέχτηκε έντονες διαμαρτυρίες επειδή απείχε από τα καθήκοντα του, τους υποσχέθηκε ότι θα συγκαλέσει Σύνοδο μέχρι τον Αύγουστο του 1299. Ο Ιωάννης της Τουλούζης έστειλε επιστολή με την οποία παρουσίασε τα σχέδια του Μεγάλου Μαγίστρου να συγκαλέσει Σύνοδο στην Αβινιόν (1 Αυγούστου 1300) η οργή έφτασε στο αποκορύφωμα. Τα επιχειρήματα των απεσταλμένων έπεισαν τελικά τον Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ να πάει στην Λεμεσό (5 Νοεμβρίου 1300), εκεί ανακηρύχθηκε επίσημα Μέγας Μάγιστρος.[7] Το πρώτο καθήκον του ήταν να μειώσει τις υπερβολικές εξουσίες όπως απαιτούσαν οι υπόλοιποι Ιππότες, επέστρεψε στις ιδρυτικές αρχές του Τάγματος και επέβαλε έναν αυστηρό ενδυματολογικό κώδικα.[8] Οι κτήσεις του Τάγματος στην δυτική Ευρώπη διαιρέθηκαν στα επτά ανάλογα με την χώρα καταγωγής των Ιπποτών.[9]

Μάχες στους Αγίους Τόπους

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την απώλεια της Άκρας οι Μουσουλμάνοι βρέθηκαν σε σημαντικά πιο πλεονεκτική θέση απέναντι στους Χριστιανούς. Ο Χάνος των Μογγόλων της Περσίας Μαχμούντ Γκαζάν επιτέθηκε στους Μαμελούκους και τους έβγαλε από την δύσκολη θέση, κατόπιν έστειλε αντιπροσωπεία στην Λευκωσία για συμμαχία. Ο Ερρίκος Β΄ της Κύπρου, ο Δαβίδ Η΄ της Γεωργίας και ο τελευταίος Μέγας Μάγιστρος των Ιπποτών του Ναού Ζακ ντε Μολαί συμφώνησαν να συνοδεύσουν τον Μαχμούντ Γκαζάν στον πάπα, η συμμαχία τελικά πραγματοποιήθηκε (1300).[10] Την εποχή που περίμεναν να ανακοινωθούν τα αποτελέσματα της διαπραγμάτευσης ο Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ, ο Ερρίκος Β΄ και ο Ζακ ντε Μολαί έκαναν επιδρομή με τον στόλο τους στην Αίγυπτο. Οι χριστιανοί με 60 γαλέρες και με μια δωδεκάδα μικρά πλοία συνοδεύτηκαν με μια αποστολή των Μογγόλων, τον Ιούλιο του 1300, αφού λεηλάτησαν την Ροζέττα και την Αλεξάνδρεια επέστρεψαν στην Κύπρο. Οι χριστιανικές λεηλασίες έδωσαν το σύνθημα στον ηγεμόνα των Μογγόλων Μαχμούντ Γκαζάν ότι θα έχουν δυναμική συμμετοχή στην προγραμματισμένη μάχη.

Οι Μογγόλος ηγεμόνας δέχτηκε την είδηση και τους προσκάλεσε στην Αρμενία για να οργανώσουν την κοινή εκστρατεία.[11] Ο βασιλιάς της Κύπρου έστειλε έναν στρατό στην Αρμενία με την συνοδεία 300 Ιπποτών και δύο Τάγματα με επικεφαλής τους ίδιους τους μεγάλους Μάγιστρους. Ο στρατός εισέβαλλε στο νησί Αρουάντ που βρισκόταν στην ακτή της Συρίας με στόχο να το χρησιμοποιήσει σαν βάση στις μετέπειτα εκστρατείες. Στην συνέχεια κατέλαβαν την πόλη Τορτόζα, λεηλάτησαν την περιοχή, συνέλαβαν πολλούς Μουσουλμάνους αιχμαλώτους και τους πούλησαν δούλους, δεν κατάφεραν ωστόσο τίποτε άλλο πέρα από την κατάληψη του Ρουάντ.[12] Την εποχή που οι Ιωαννίτες Ιππότες οπισθοχώρησαν την Κύπρο κυβερνούσε το νησί ο τιτουλάριος βασιλιάς της Ιερουσαλήμ Ερρίκος Β΄ της Κύπρου. Σύμφωνα με τους ιστορικούς του Τάγματος ο ίδιος ο Ερρίκος Β΄ έδωσε την ιδέα στον Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ να κατακτήσει τα Δωδεκάνησα. Το κατόρθωμα το πέτυχε τελικά ο ανεψιός και διάδοχος του Γκιγιώμ, οι Ιππότες κυβέρνησαν τα Δωδεκάνησα την περίοδο 1310-1522.[13] Ο Γκιγιώμ ντε Βιλαρέ πέθανε την περίοδο (23 Νοεμβρίου 1304 - 3 Νοεμβρίου 1305) ενώ βρισκόταν στην Κύπρο από τότε που έφτασε για πρώτη φορά. Το Τάγμα εξέλεξε σαν διάδοχο του τον ανεψιό του Φουλκ ντε Βιλαρέ αν και σύμφωνα με μερικές πηγές ήταν αδελφός του.[7]

  1. 1,0 1,1 gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k9647504x/f199.item.
  2. gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k9647504x/f244.item.
  3. gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k9647504x/f245.item.
  4. gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k9647504x/f203.item.
  5. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Απριλίου 2023. Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2023. 
  6. Vann 2006, σ. 604
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 7,5 7,6 Delaville Le Roulx 1904, σσ. 253–267
  8. Phillips, Walter Alison (1911). "St John of Jerusalem, Knights of the Order of the Hospital of". In Encyclopædia Britannica. 24. (11th ed.). Cambridge University Press. σσ. 12–19
  9. Flavigny 2006, σσ. 50–54
  10. Demurger 2009, σσ. 142–158
  11. Jackson 2005, σσ. 165–185
  12. Luke 1969, σσ. 340–343
  13. Nicholson 2001, σ. 54
  • Delaville Le Roulx, Joseph (1904). Les Hospitaliers en Terre Sainte et à Chypre (1100-1310). E. Leroux, Paris.
  • Demurger, Alain (2009). The Last Templar: The Tragedy of Jacques de Molay, Last Grand Master of the Temple. Profile Books.
  • Demurger, Alain (2013). Les Hospitaliers, De Jérusalem à Rhodes 1050-1317. Tallandier, Paris.
  • Flavigny, Bertrand Galimard (2006). Histoire de l'ordre de Malte. Perrin, Paris.
  • Harot, Eugène (1911). Essai d'armorial des grands maîtres de l'Ordre de Saint-Jean de Jérusalem. Collegio araldico.
  • Jackson, Peter (2005). The Mongols and the West, 1221-1410. Pearson Longman.
  • Josserand, Philippe (2009). Prier et combattre, Dictionnaire européen des ordres militaires au Moyen Âge. Fayard, Paris.
  • Lock, Peter (2006). The Routledge Companion to the Crusades. Routledge.
  • Luke, Harry (1969). The Kingdom of Cyprus, 1291–1369 (PDF). A History of the Crusades (Setton), Volume III.
  • Murray, Alan V. (2006). The Crusades—An Encyclopedia. ABC-CLIO.
  • Nicholson, Helen J. (2001). The Knights Hospitaller. Boydell & Brewer.
  • Runciman, Steven (1954). A History of the Crusades, Volume Three: The Kingdom of Acre and the Later Crusades. Cambridge University Press.
  • Setton, Kenneth M. (1969). A History of the Crusades. University of Wisconsin Press.
  • Vann, Theresa M. (2006). Order of the Hospital. The Crusades––An Encyclopedia.
  • Zaida, Mustafa (1969). The Mamluk Sultans, 1291–1517 (PDF). A History of the Crusades (Setton), Volume III.
Προκάτοχος
Εντ ντε Πεν
Μεγάλος Μάγιστρος του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ
Θυρεός του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ

1296 - 1305
Διάδοχος
Φουλκ ντε Βιλαρέ