Γκαμπριέλε Αντολοράτα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Saint Gabriel Possenti of Our Lady of Sorrows C.P
Προσωπογραφία του Αγίου Γκαμπριέλε Αντολοράτα να φορά την στολή των πασσιονιστών. Το σύμβολο των πασσιονιστών, σήμα κατατεθέν της Τάγματος, βρίσκεται στο μπράτσο του.
Confessor
Γέννηση1 Μαρτίου 1838 (1838-03-01)
Ασίζη, Παπικά Κράτη (σήμερα Ιταλία)
Γενέτειρα πόληΑσίζη, Παπικά Κράτη (σήμερα Ιταλία)
Κοίμηση27 Φεβρουαρίου 1862 (23 ετών)
Isola del Gran Sasso, Βασίλειο της Ιταλίας (1861–1946)
Τιμάται απόΚαθολική Εκκλησία
Μακαριοποίηση31 Μαΐου 1908, Ρώμη, Ιταλία
Αγιοκατάταξη13 Μαΐου 1920, Ρώμη, Ιταλία
Μείζον ιερόΣαν Γκάμπριελ, Τέραμο, Αμπρούτζι
Εορτασμός27 Φεβρουαρίου
Σύμβολαπασσιονιστής

Ο Γκαμπριέλε Αντολοράτα (Saint Gabriel of Our Lady of Sorrows C.P ; ιταλικά Gabriele dell'Addolorata ; γεννήθηκε Francesco Possenti ; 1 Μαρτίου 1838 - 27 Φεβρουαρίου 1862) ήταν Ιταλός Πασσιονιστής κληρικός. Γεννημένος σε μια οικογένεια της κοσμικής τάξης, εγκατέλειψε τις φιλοδοξίες για μια καριέρα αντάξια της κοινωνικής του τάξης προκειμένου να μπει στους πασσιονιστές. Η ζωή του στο μοναστήρι δεν ήταν εξαιρετική, ωστόσο ακολούθησε τους κανόνες της εκκλησίας και έγινε γνωστός για την πιστή αφοσίωσή του στην Παναγία. Πέθανε από φυματίωση σε ηλικία 23 ετών στο Isola del Gran Sasso, στην επαρχία Τέραμο. Αγιοποιήθηκε από τον πάπα Βενέδικτο XV το 1920.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φραντσέσκο Ποσσέντι γεννήθηκε την 1η Μαρτίου 1838 στην Ασίζη της Ιταλίας και ήταν το ενδέκατο από τα δεκατρία παιδιά της Άγκνες και του Σάντε. Η οικογένεια κατοικούσε τότε στην Ασίζη όπου ο Σάντε εργαζόταν για την τοπική κυβέρνηση. Ο Ποσσέντι βαπτίστηκε την ημέρα που γεννήθηκε με τον ίδιο τρόπο που είχε βαπτιστεί ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης. Λίγες μέρες μετά την γέννηση του Φράνσις, ο Σάντε Ποσσέντι βρήκε δουλειά στην Μοντάλτα και ύστερα στο Σπολέτο όπου το 1841 διορίστηκε ως αξιολογητής επί των νομικών υποθέσεων. Στο Σπολέτο η οικογένεια ήρθε αντιμέτωπη με μια σειρά θανάτων : της Ρόζας που πέθανε βρέφος τον Δεκέμβριο 1841, της επτάχρονης Αντέλ τον Ιανουάριο 1842 και της Άγκνες το 1842.

Ως παιδί και νέος άνδρας, ο Φραντσέσκο Ποσσέντι ήταν πολύ αγαπητός από τους συνομηλίκους του και είχε την φήμη του μεγάλου φιλάνθρωπου και ευσεβή. Ήταν γνωστός για την φροντίδα που λάμβανε στην εμφάνισή του και ξόδευε αρκετές ώρες προετοιμασίας για τα πάρτι. Ο Φραντσέσκο μπορούσε να γίνει ένα δύσκολο παιδί και να θυμώνει εύκολα. Ασχολήθηκε εις βάθος με τις κοινωνικές εκδηλώσεις της πόλης του Σπολέτο και σύντομα κέρδισε το ψευδώνυμο "ο χορευτής". Ήταν συνοδός κυριών και είχε αρκετές ερωτικές σχέσεις ενώ την νύχτα πήγαινε στους πασσιονιστές. Υπήρχε η φήμη ότι ίσως θα αρραβωνιαζόταν με μια ντόπια κοπέλα, την Μαρία Παναχέτι, η οποία ήταν ερωτευμένη μαζί του και είχαν βγει αρκετά ραντεβού. (Η ίδια συμμετείχε αργότερα στην αγιοποίηση του Ποσσέντι) Εκπαιδεύτηκε από την Χριστιανική Αδελφοσύνη και από τους Ιησουίτες στο κολέγιο της πόλης, στο οποίο διακρίθηκε, κυρίως στα λατινικά. Το 1851 ο Φράνσις αρρώστησε βαριά και υποσχέθηκε να μπει στην μοναστική ζωή μόλις αναρρώσει. Μόλις όμως ανάρρωσε, η υπόσχεσή του ξεχάστηκε. Το ίδιο συνέβη όταν γλίτωσε από μια αδέσποτη σφαίρα που πέρασε ξυστά από δίπλα του κατά την διάρκεια ενός κυνηγιού με φίλους. Ο αδερφός του Πωλ πέθανε το 1848 και ο αδερφός του Λώρενς αυτοκτόνησε το 1853. Το 1853 ο Φραντσέσκο αρρώστησε ξανά ; αυτή την φορά υπέφερε από απόστημα στον λαιμό. Απέδωσε την ανάρρωσή του στην πρόσφατη αγιοποίηση του Άντριου Μπόμπολα. Για ακόμη μια φορά είχε υποσχεθεί να μπει στην μοναστική ζωή μετά την ανάρρωσή του και ξεκίνησε πράγματι την διαδικασία. Έκανε αίτηση για να ενταχθεί στους Ιησουίτες αλλά για κάποιο άγνωστο λόγο η αίτηση δεν προχώρησε ποτέ. Η τραγωδία χτύπησε ξανά την οικογένεια όταν η αδερφή του Μαίρη Λουίζα, η οποία είχε φροντίσει τον Φραντσέσκο μετά τον θάνατο της μητέρας τους, πέθανε από χολέρα.

Κλίση προς τα θεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά το πέρας της χολέρας που σκότωσε την αδερφή του Φραντσέσκο, οι κληρικοί και οι πολιτικές αρχές του Σπολέτο οργάνωσαν μια λιτανεία της εικόνας της Παναγίας στον καθεδρικό ναό του Σπολέτο. Ο Φραντσέσκο παρακολούθησε την λιτανεία και μόλις η εικόνα πέρασε από μπροστά του, ένιωσε μια εσωτερική φωνή να τον ρωτά γιατί παραμένει στον κόσμο των ανθρώπων. Αυτό το γεγονός υπήρξε η κινητήρια δύναμη πίσω από τα πρώτα σοβαρά βήματα που έκανε ο Φραντσέσκο για την ένταξή του στην θρησκευτική ζωή. Μετά την λιτανεία, ζήτησε την συμβουλή ενός ιερέα και αποφάσισε να μπει στους πασσιονιστές. Δεδομένου ότι δεν υπήρχε σπίτι πασσιονιστών κοντά στο Σπολέτο, είναι πιθανό ότι αυτή η επιλογή του Φραντσέσκο έγινε με βάση την προσωπική αφοσίωσή του στα Πάθη του Χριστού. Ο πατέρας του αρνήθηκε να του δώσει την άδεια να εισέλθει στους πασσιονιστές και προσκάλεσε πολλούς συγγενείς να αποτρέψουν τον Φραντσέσκο από αυτήν την επιλογή. Οι προσπάθειές τους ήταν ανεπιτυχείς και σύντομα ο πατέρας του πείστηκε ότι οι προθέσεις του Φραντσέσκο ήταν ειλικρινείς και όχι ιδιότροπες.

Πασσιονιστές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συνοδευόμενος από τον αδερφό του Αλοΰσιο, ο Φραντσέσκο ξεκίνησε για τους Πασσιονιστές στην Μοροβάλε. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού τους συναντήθηκαν με αρκετούς συγγενείς που είχαν στρατολογηθεί από τον Σάντε για να ενθαρρύνουν τον Φραντσέσκο να επιστρέψει στο Σπολέτο αλλά δεν προέκυψε κανένα αποτέλεσμα. Στις 19 Σεπτεμβρίου 1856 έφτασε στους πασσιονιστές.

Δυο μέρες αργότερα εντάχθηκε επίσημα στο σώμα των πασσιονιστών και έλαβε το όνομα "Γαβριήλ της Παναγίας των Θλίψεων". Το επόμενο έτος εκφώνησε τους όρκους του. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, και μέχρι τον θάνατό του, η πνευματική ζωή του Γαβριήλ βρισκόταν υπό την προστασία και την φροντίδα του πατέρα Νόρμπερτ.

Τον Ιούνιο 1858 ο Γαβριήλ και οι υπόλοιποι μαθητές μετακόμισαν στην Πιετβετορίνα για να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Οι τοπικές διαμάχες σήμαιναν ότι θα μπορούσαν να μείνουν εκεί για έναν χρόνο και τον Ιούλιο 1859, οι πασσιονιστές μετακόμισαν στο μοναστήρι στην Isola del Gran Sasso, στην επαρχία Τέραμο.

Ο Γαβριήλ αποδείχθηκε εξαιρετικός μαθητής και η άριστη ακαδημαϊκή ζωή του ξεπεράστηκε μόνο από την πρόοδο που έκανε στην πνευματική ζωή του. Ταυτόχρονα άρχισε να εμφανίζει τα πρώτα σημάδια φυματίωσης. Αυτά τα νέα δεν τον ανησυχούσαν καθώς ήταν πραγματικά χαρούμενος ; είχε προσευχηθεί για έναν αργό θάνατο ώστε να μπορέσει να προετοιμαστεί πνευματικά. Καθ'όλη την διάρκεια της ασθένειάς του παρέμεινε χαρούμενος και συνέχισε την καθημερινότητά του. Αποτέλεσε πηγή μεγάλης διαπαιδαγώγησης και έμπνευσης για τους υπόλοιπους μαθητές, οι οποίοι φρόντισαν να περάσουν χρόνο μαζί του στο νεκροκρέβατό του. Ο Γαβριήλ απέδειξε ότι ήταν ένας υποδειγματικός οπαδός των πασσιονιστών, καθώς ήταν ιδιαίτερα αφοσιωμένος στην Παναγία.

Καθηλωμένος στο νεκροκρέβατό του, διέταξε να καούν τα γραπτά του επειδή θα τον κατηγορούσαν ότι περηφανεύεται. Μόνο οι επιστολές του έχουν διασωθεί, μαζί με τις Απόψεις του, που χαρτογραφούν την πνευματική πρόοδο που έκανε στα λίγα χρόνια ως πασσιονιστής.

Προτού προλάβει να χειροτονηθεί ιερέας, ο Γαβριήλ πέθανε στο Isola den Gran Sasso τις πρώτες πρωινές ώρες της 27ης Φεβρουαρίου 1862, παρουσία της κοινότητας, κρατώντας μια εικόνα της Παναγίας των Θλίψεων και χαμογελώντας ειρηνικά. Όσοι βρίσκονταν με τον Γαβριήλ την ώρα που πέθανε, ανέφεραν ότι την ώρα του θανάτου του καθόταν στο κρεβάτι και το πρόσωπό του έλαμψε καθώς πλησίαζε σε μια κατά τα άλλα αόρατη φιγούρα που έμπαινε στο δωμάτιο. Αυτή ήταν η άποψη του πατέρα Νόρμπερτ ότι ο Άγιος Γαβριήλ είχε δει την Παναγία την στιγμή του θανάτου του.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Περιλαμβάνει υλικό από την ιστοσελίδα [1] με την έγκριση των συντακτών αυτής.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]