Γκέτο της Γουάχβα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 52°12′43″N 27°5′44″E / 52.21194°N 27.09556°E / 52.21194; 27.09556

Γκέτο της Γουάχβα
Χάρτης του Γκέτο της Γουάχβα
Χάρτης
Είδοςγκέτο στην κατεχόμενη από τη Ναζιστική Γερμανία Ευρώπη[1][2]
Γεωγραφικές συντεταγμένες52°13′0″N 27°6′0″E
Διοικητική υπαγωγήLachvienski Sieĺsaviet
ΤοποθεσίαΛάχβα και Luniniec District
ΧώραΛευκορωσία
Commons page Πολυμέσα

Το Γκέτο της Γουάχβα ήταν ναζιστικό γκέτο στη Δυτική Λευκορωσία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Βρισκόταν στη Γουάχβα της Πολωνίας (τώρα Λάχβα στη Λευκορωσία). Το γκέτο δημιουργήθηκε με στόχο τον διωγμό και την εκμετάλλευση των ντόπιων Εβραίων.[3] Το γκέτο υπήρχε μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1942. Μια από τις πρώτες εξεγέρσεις των γκέτο από τους Εβραίους είχε συμβεί εκεί.[4]

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πρώτοι Εβραίοι εγκαταστάθηκαν στη Γουάχβα, στο Στέμμα του Βασιλείου της Πολωνίας, μετά την Εξέγερση του Χμελνίτσκι (1648-1650). Το 1795 υπήρχαν 157 φορολογούμενοι Εβραίοι πολίτες στη Γουάχβα, ήδη η πλειοψηφία των κατοίκων της. Οι κύριες πηγές εισοδήματος ήταν το εμπόριο αγροτικών προϊόντων και η αλιεία, που επεκτάθηκε στην παραγωγή κρέατος και κεριού, στην ραπτική και στις υπηρεσίες μεταφοράς. Αρκετές δεκαετίες μετά το διαμελισμό της Πολωνίας από τη Ρωσία, την Πρωσία και την Αυστρία, η σιδηροδρομική γραμμή Βίλνα-Λουνινέτς-Ρίβνε επεκτάθηκε στη Γουάχβα, βοηθώντας τις τοπικές οικονομίες να αντέξουν την ύφεση. Το 1897 υπήρχαν 1.057 Εβραίοι στην πόλη.[5]

Μετά τον σχηματισμό της Δεύτερης Πολωνικής Δημοκρατίας στον απόηχο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1918, η Γουάχβα έγινε μέρος του Βοεβοδάτου Πολεσίας στην περιοχή Κρέσι της Πολωνίας. Σύμφωνα με την πολωνική απογραφή του 1921, το 33% τους πληθυσμού της Γουάχβα ήταν Εβραίοι. Ο Ελιέζερ Λίχτενσταϊν ήταν ο τελευταίος ραβίνος πριν από τη σοβιετική εισβολή στην Πολωνία το 1939.[5] Μετά τη σοβιεο-γερμανική εισβολή στην Πολωνία, η Γουάχβα προσαρτήθηκε από τη Σοβιετική Ένωση και έγινε μέρος της Λευκορωσικής ΣΣΔ.

Ιστορία του γκέτο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ντοβ-Μπερλ Λοπάτιν

Στις 22 Ιουνίου 1941, η Γερμανία εισέβαλε στη Σοβιετική Ένωση στην Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα. Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 8 Ιουλίου 1941, η γερμανική Βέρμαχτ κατέλαβε την πόλη. Μία Γιούντενρατ ιδρύθηκε από τους Γερμανούς, με επικεφαλής έναν πρώην σιωνιστή ηγέτη, τον Ντοβ-Μπερλ Λοπάτιν.[6][4] Ο ραβίνος Χαγίμ Ζάλμαν Οσερόβιτς συνελήφθη από την αστυνομία. Η απελευθέρωσή του εξασφαλίστηκε αργότερα, μόνο μετά την καταβολή υψηλών λύτρων.[7]

Ο Γιτσάκ Ρόχτσιν, αρχηγός του υπόγειου κινήματος στο γκέτο της Γουάβτσα, διοικητής της εξέγερσης

Την 1η Απριλίου 1942, οι Εβραίοι κάτοικοι της πόλης μεταφέρθηκαν βιαίως σε ένα νέο γκέτο που αποτελείτο από δύο δρόμους και 45 σπίτια και περιβάλλονταν από έναν φράχτη με συρματοπλέγματα.[8] [9] Το γκέτο στέγαζε περίπου 2.350 άτομα, που ανερχόταν σε περίπου 1 τ.μ. ανά άτομο.[7]

Εξέγερση και σφαγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα νέα για τις σφαγές των Εβραίων που διαπράχθηκαν σε όλη την περιοχή από τη γερμανική Einsatzgruppe B έφτασαν σύντομα στη Γουάχβα. Η εβραϊκή νεολαία οργάνωσε υπόγεια αντίσταση υπό την ηγεσία του Γιτσάκ Ρόχτσιν, ο οποίος ήταν ο επικεφαλής της τοπικής ομάδας της Μπετάρ. Με τη βοήθεια της Γιούντενρατ, το υπόγειο κίνημα κατάφερε να αποθηκεύσει τσεκούρια, μαχαίρια και σιδερένιες ράβδους, αν και οι προσπάθειες για την εξασφάλιση πυροβόλων όπλων ήταν σε μεγάλο βαθμό ανεπιτυχείς.[7]>[9]

Μέχρι τον Αύγουστο του 1942, οι Εβραίοι στη Γουάχβα γνώριζαν ότι τα κοντινά γκέτο στο Γουνίνιετς (Λουνινέτς) και στο Μικασεβίτσε (τώρα Μικασέβιτσι, Λευκορωσία) είχαν εκκαθαριστεί. Στις 2 Σεπτεμβρίου 1942, ο τοπικός πληθυσμός ενημερώθηκε ότι ορισμένοι αγρότες, που είχαν κληθεί από τους Ναζί, είχαν διαταχθεί να σκάψουν μεγάλους λάκκους λίγο έξω από την πόλη. Αργότερα την ίδια μέρα, 150 Γερμανοί στρατιώτες από μια ομάδα δολοφονίας της Einsatzgruppe με 200 Λευκορώσους και Ουκρανούς επικουρικούς περικύκλωσαν το γκέτο. Ο Ρόχτσιν και το υπόγειο κίνημα ήθελαν να επιτεθούν στον φράχτη του γκέτο τα μεσάνυχτα για να επιτρέψουν στον πληθυσμό να φύγει, αλλά άλλοι αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν τους ηλικιωμένους και τα παιδιά. Ο Λοπατίν ζήτησε να αναβληθεί η επίθεση μέχρι το πρωί.[7][9][10][11]

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1942, οι Γερμανοί ενημέρωσαν τον Λοπατίν ότι το γκέτο επρόκειτο να εκκαθαριστεί και διέταξαν τους κατοίκους του γκέτο να συγκεντρωθούν για «επανεγκατάσταση». Για να εξασφαλίσουν τη συνεργασία των ηγετών του γκέτο, οι Γερμανοί υποσχέθηκαν ότι τα μέλη της Γιούντενρατ, ο γιατρός του γκέτο και 30 εργάτες (τους οποίους ο Λοπατίν μπορούσε να επιλέξει προσωπικά) θα τους χάριζαν τη ζωή. Ο Λοπατίν αρνήθηκε την προσφορά, φέρεται να απάντησε: «Ή ζούμε όλοι, ή όλοι πεθαίνουμε».[7]

Όταν οι Γερμανοί μπήκαν στο γκέτο, ο Λοπατίν πυρπόλησε το αρχηγείο της Γιούντενρατ, το οποίο ήταν το σήμα για την έναρξη της εξέγερσης.[4] Πυρπολήθηκαν και άλλα κτίρια. Μέλη του υπόγειου κινήματος του Γκέτο επιτέθηκαν στους Γερμανούς κατά την είσοδό τους στο γκέτο, χρησιμοποιώντας τσεκούρια, ραβδιά, κοκτέιλ μολότοφ και τα γυμνά τους χέρια. Αυτή η μάχη πιστεύεται ότι αντιπροσώπευε την πρώτη εξέγερση των γκέτο του πολέμου. Περίπου 650 Εβραίοι σκοτώθηκαν στις μάχες ή στις φλόγες, ενώ άλλοι 500 περίπου μεταφέρθηκαν στους λάκκους και πυροβολήθηκαν. Έξι Γερμανοί στρατιώτες και οκτώ Γερμανοί και Ουκρανοί (ή Λευκορώσοι) αστυνομικοί σκοτώθηκαν επίσης. Ο φράκτης του γκέτο παραβιάστηκε και περίπου 1.000 Εβραίοι μπόρεσαν να δραπετεύσουν, από τους οποίους περίπου 600 κατάφεραν να καταφύγουν στα έλη του Πρίπετς (Πρίπετ). Ο Ρόχτσιν πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε καθώς πήδηξε στον ποταμό Σμιερτς, αφού σκότωσε έναν Γερμανό στρατιώτη με ένα τσεκούρι στο κεφάλι. Παρόλο που υπολογίζεται ότι 120 από τους δραπέτες μπόρεσαν να ενταχθούν στις σοβιετικές αντάρτικες μονάδες, οι περισσότεροι από τους άλλους τελικά εντοπίστηκαν και σκοτώθηκαν. Περίπου 90 κάτοικοι του γκέτο επέζησαν του πολέμου.[8] Ο Λοπατίν εντάχθηκε σε μια μονάδα παρτιζάνων και σκοτώθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 1944 από νάρκη ξηράς.

Επακόλουθα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μνημείο του 1946 για τους Εβραίους της Γουάχβα που σκοτώθηκαν από τους Ναζί σε αυτήν την τοποθεσία στις 3 Σεπτεμβρίου 1942.

Ο Κόκκινος Στρατός έφτασε στη Γουάχβα στα μέσα Ιουλίου 1944 κατά τη διάρκεια της Επιχείρησης Μπαγκρατιόν.[9] Η εβραϊκή κοινότητα δεν αποκαταστάθηκε ποτέ. Από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, η Λάχβα είναι μια από τις μικρότερες πόλεις στην περιοχή Λουνινέτς του Βόμπλαστ του Μπρεστ στην κυρίαρχη Λευκορωσία.[12][13]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «The Yad Vashem encyclopedia of the ghettos during the Holocaust» (Αγγλικά) Γιαντ Βασσέμ. Ιερουσαλήμ. 2009. ISBN-13 978-965-308-345-5. ISBN-10 965-308-345-7.
  2. Μουσείο Μνήμης του Ολοκαυτώματος των Ηνωμένων Πολιτειών: «Encyclopedia of Camps and Ghettos, 1933-1945» (Αγγλικά) Indiana University Press. 2009.
  3. Paul R. Bartrop (2016). Resisting the Holocaust: Upstanders, Partisans, and Survivors. ABC-CLIO. σελίδες 163–165. ISBN 978-1610698795. 
  4. 4,0 4,1 4,2 Lachva, Encyclopedia Judaica, 2η εκδ., Τόμος 12, σελ. 425–426 (Macmillan Reference USA, 2007)
  5. 5,0 5,1 «Łachwa». History of the Jewish community (στα Πολωνικά). Βαρσοβία: Virtual Shtetl, Μουσείο Ιστορίας των Πολωνοεβραίων. 2012. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Απριλίου 2012. 
  6. https://www.partisans.co.il/Site/site.card.aspx?id=4018 Αρχειοθετήθηκε 2022-09-20 στο Wayback Machine. [דב – ברל לופטין]
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 Pallavicini, Stephen and Patt, Avinoam. "Lachwa", An Encyclopedic History of Camps, Ghettos, and Other Detention Sites in Nazi Germany and Nazi-Dominated Territories, 1933–1945: Μουσείο Μνήμης του Ολοκαυτώματος των Ηνωμένων Πολιτειών
  8. 8,0 8,1 Suhl, Yuri (1967). They Fought Back: Story of the Jewish Resistance. Νέα Υόρκη: Paperback Library Inc. σελίδες 181–183. ISBN 0805235930. 
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 Lachva, Multimedia Learning Centre: The Simon Wiesenthal Center (τελευταία πρόσβαση στις 30 Σεπτεμβρίου 2006, χωρίς αρχείο). Timeline of the Holocaust.
  10. This Month in Holocaust History: 3 Σεπτεμβρίου 1942.
  11. Yad Vashem, The Holocaust Martyrs' and Heroes' Remembrance Authority Αρχειοθετήθηκε 2021-08-03 στο Wayback Machine.; πρόσβαση στις 27 Απριλίου 2014.
  12. Sylwester Fertacz (2005). «Carving of the Poland's new map» [Krojenie mapy Polski: Bolesna granica]. Magazyn Społeczno-Kulturalny Śląsk. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Απριλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 2017. 
  13. Simon Berthon, Joanna Potts (2007). Warlords: An Extraordinary Re-Creation of World War II. Da Capo Press. σελ. 285. ISBN 978-0306816505. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]