Γεώργιος Φιλάρετος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γεώργιος Φιλάρετος
Ο Γεώργιος Φιλάρετος στο Ημερολόγιον Σκόκου του 1889.
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Γεώργιος Φιλάρετος (Ελληνικά)
Γέννηση1848
Χαλκίδα
Θάνατος11  Ιουλίου 1929[1]
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
ΣπουδέςΕθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
δικηγόρος
εκδότης
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΥπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας
Υπουργός Δικαιοσύνης της Ελλάδας
μέλος της Βουλής των Ελλήνων (εκλογική περιφέρεια Βόλου)
μέλος της Βουλής των Ελλήνων (εκλογική περιφέρεια Λάρισας)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Γεώργιος Φιλάρετος (Χαλκίδα 1848 - Αθήνα, 11 Ιουλίου 1929) υπήρξε διακεκριμένος νομικός και σημαντική πολιτική προσωπικότητα της Ελλάδας του 19ου αιώνα και των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, υπουργός, γερουσιαστής και εκδότης. Ανήκει στις προδρομικές μορφές της ελληνικής δημοκρατικής παράδοσης. Υπήρξε από τους πρώτους υποστηρικτές της αβασίλευτης δημοκρατίας στην Ελλάδα[2] και αποκλήθηκε τιμητικά από τον Ελευθέριο Βενιζέλο «Πατέρας της Ελληνικής Δημοκρατίας»[3] στον Μεσοπόλεμο, στο πλαίσιο των προσπαθειών, των συγκρούσεων και αναζητήσεων για την εγκαθίδρυση της πρώτης αβασίλευτης ελληνικής δημοκρατίας. Ιστορική η συμβολή του στις αρχές του 1909 όταν για πρώτη φορά εξέδωσε την ιστορική εφημερίδα "Ριζοσπάστης" ως «εβδομαδιαία εφημερίδα δημοκρατικών αρχών», μετέπειτα όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οικογενειακό περιβάλλον[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γεώργιος Φιλάρετος γεννήθηκε στη Χαλκίδα στις 3 Ιουλίου του 1848 . Ήταν γιος του Νικολάου Φιλάρετου, με Πηλιορείτικη καταγωγή, και της Μαριγίτσας Συμεώνος, η οποία καταγόταν από την Προύσα της Μικράς Ασίας. Η πατρική οικογένεια ήταν οικογένεια προκρίτων του Προμυρίου, κωμόπολης του ανατολικού Πηλίου, την οποία εγκατέλειψε μετά την καταστροφή της από τον Δράμαλη τον Μάιο του 1823. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε, μαζί με άλλους πρόσφυγες, στην Ιστιαία, στη βόρεια Εύβοια. Η αγωνιστική δράση των μελών της οικογένειας ξεκινά με την επανάσταση του 1821 στο Πήλιο, όταν ο Νικόλαος Φιλάρετος συμμετείχε, μαζί με τον αδελφό του Δημήτριο και ομάδα ατάκτων, σε μάχες της περιοχής. Αναπτύσσει δράση μέχρι το τέλος της επανάστασης στην Εύβοια και τις βόρειες Σποράδες, τηνΎδρα, την Πελοπόννησο και τη Στερεά.

Κατά την περίοδο της βασιλείας του Όθωνα εντάσσεται στο νεοσύστατο σώμα της Χωροφυλακής (από όπου αποστρατεύθηκε με το βαθμό του ταγματάρχη) και υπηρετεί σε διάφορα μέρη της Στερεάς, της Αττικής και της Εύβοιας, κατευθύνοντας τη δράση του κυρίως στην καταστολή της ληστείας. Το 1854, και ενώ είχε μόνιμα εγκατασταθεί στην Ιστιαία, εκμεταλλεύεται την έκρηξη του Κριμαϊκού πολέμου, συγκροτεί σώμα εθελοντών και, με την ανοχή της ελληνικής κυβέρνησης, κηρύσσει την επανάσταση στο Πήλιο.[4]

Η παιδική ηλικία του Γεωργίου Φιλάρετου έχει συνδεθεί με την Ιστιαία. Η μνήμη του λίγες εμπειρίες έχει διασώσει απ’ αυτή την περίοδο της ζωής του, όπως η αυστηρή ανατροφή του από την αδελφή του πατέρα του, σύζυγο του οπλαρχηγού Γεωργίου Δάμτσα ή Ζορμπά, ανατροφή που αργότερα εντάχθηκε στις αρχές του περί αγωγής, εκπορευόμενες από το πρότυπο της αρχαίας ελληνικής παιδείας. Η παρουσία του πατέρα στη μνήμη του είναι, επίσης, η εικόνα ενός σκληροτράχηλου στρατιωτικού, ενώ η εικόνα της μητέρας ανταποκρίνεται σε μια μειλίχια και αγαθή ύπαρξη, με την οποία διατήρησε μια τρυφερή σχέση μέχρι τον θάνατό της, τον Ιούλιο του 1878. Οι σχέσεις με την ευρύτερη οικογένεια ήταν θερμές. Οι περισσότεροι συγγενείς ήταν άνθρωποι του εμπορικού και επιχειρηματικού κόσμου της Ελλάδας και της διασποράς, την υποστήριξη των οποίων δέχθηκε ο Φιλάρετος στα νεανικά του χρόνια .

Σπουδές, Επαγγελματική εξέλιξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φιλάρετος μαθήτευσε στο αλληλοδιδακτικό σχολείο της Ιστιαίας, από το οποίο αποφοίτησε το 1858 και αργότερα εγκαταστάθηκε στη Χαλκίδα για τη φοίτησή του στο εκεί Γυμνάσιο, από όπου αποφοίτησε το 1866.

Τον Σεπτέμβριο του 1866 εγγράφεται στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, οικονομικές, όμως, δυσκολίες τον ανάγκασαν να διακόψει την παρακολούθηση των μαθημάτων μετά από ένα έτος και να στραφεί στην οδό του βιοπορισμού. Με την υποστήριξη του εξάδελφου Αχιλλέα Τιόπουλου πήγε στη Μασσαλία και απασχολήθηκε για μερικούς μήνες στο εμπορικοτραπεζικό γραφείο των «Ζαφειρόπουλου – Ζαρίφη». Τον Ιούνιο του 1868 επανήλθε στην Ελλάδα, αποφασισμένος να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Παρέμεινε, όμως, στην Ιστιαία μέχρι το 1871, αναλαμβάνοντας ο ίδιος την επιμέλεια των γεωργικών εργασιών των κτημάτων, λόγω οικογενειακών ατυχιών, μελετώντας παράλληλα για την απόκτηση του πτυχίου του.

Τον Νοέμβριο του 1871 αναγορεύθηκε διδάκτωρ της Νομικής επιστήμης, την οποία ομολογεί ότι αγάπησε πολύ. Αποτέλεσμα αυτής της ροπής του υπήρξε η διάκρισή του σε έγκριτο δημοσιολόγο και καρπούς των μελετών του αποτελούν τα έργα του Σύνταγμα της Ελλάδος (1889), Κώδιξ χαρτοσήμου (1889) και Συμπλήρωμα κώδικος χαρτοσήμου (1893), καθώς και ο ογκώδης τόμος Δικαστικός οργανισμός (1894). Υπήρξε, επίσης, μέλος της Εταιρίας Συγκριτικής Νομοθεσίας (“Societé de Legislation Comparée”) και τακτικός συνεργάτης στην επετηρίδα που εξέδιδε (Annuaire de Legislation Étrangère) δημοσιεύοντας σ’ αυτήν ετήσια έκθεση της ελληνικής κοινοβουλευτικής και νομοθετικής κίνησης, με τίτλο “Notice sur les travaux du Parlement hellenique”, κατά τα έτη 1887 – 1900. Κείμενα με παρόμοια θέματα δημοσιεύει και στη γαλλική Revue Politique et Parlementaire, κατά τα έτη 1895–1897. Θέματα κυρίως δημοσίου και αστικού δικαίου αποτελούν το περιεχόμενο και των δημοσιεύσεών του σε ελληνικά νομικά περιοδικά, όπως Η Θέμις, η Νομική, η Εφημερίς Νομολογίας, η Δικαστική Εφημερίς Ναυπλίου, η Νομική Επιθεώρησις κ.ά., ήδη από το 1881, ενημερώνοντας το ελληνικό κοινό και για την πρόοδο της αλλοδαπής νομοθεσίας σε ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος. Ελαβε μέρος, επίσης, σε διεθνή συνέδρια, τα σημαντικότερα από τα οποία ήταν τα διεθνή συνέδρια συγκριτικής νομοθεσίας, που οργανώθηκαν στα πλαίσια της παγκόσμιας έκθεσης του Παρισιού, το 1889 και το 1900 αντίστοιχα.

Πεδίο της επαγγελματικής του εξέλιξης αποτέλεσε η δικηγορία, αν και η επιλογή αυτή δεν έγινε χωρίς σκεπτικισμό και ενδοιασμούς. Η ελληνική «δικηγοροπλημμύρα» από τη μια πλευρά, ίσως και η ιδιαίτερη κλίση του προς τη λογιοσύνη, αλλά και η επιθυμία γρήγορης διάκρισης, από την άλλη, τον απέτρεπαν από την επιλογή του δικηγορικού επαγγέλματος. Θα προτιμούσε θέση δικαστικού ή ανώτερου διπλωματικού υπαλλήλου. Ωστόσο, συμβιβάσθηκε με τη δικηγορία, κρατώντας στάση αναμονής για κάποια καλύτερη επαγγελματική ευκαιρία. Έτσι, ενώ άρχισε δειλά στην Αθήνα η εμφάνισή του ως δικηγόρου των «κατωτέρων δικαστηρίων» το 1871 και συνεχίσθηκε το 1872 στη Χαλκίδα, τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου προτίμησε τον διορισμό του ως λογιστή στη νεοϊδρυθείσα Γενική Πιστωτική Τράπεζα στην Αθήνα, με την υποστήριξη γνωστών ομογενών. Κι αυτή, όμως, τη θέση εγκατέλειψε γρήγορα, για να προσληφθεί στην Τράπεζα Βερναρδάκη στο Παρίσι τον Οκτώβριο του 1874, ελπίζοντας σε καλύτερη οικονομική εξέλιξη. Τελικά, η δικηγορία τον κέρδισε οριστικά, επιστρέφοντας στην Ελλάδα και αναλαμβάνοντας πάλι τις δικηγορικές ευθύνες, τον Οκτώβριο του 1875 στη Χαλκίδα. Η παραμονή του στην πόλη αυτή διήρκεσε μέχρι τον Ιούνιο του 1880 και υπήρξε αρκετά γόνιμη ως προς την επαγγελματική του ανέλιξη και τη δοκιμασία του για πρώτη φορά ως αρχισυντάκτη δικής του εφημερίδας: Η εφημερίδα Εύβοια εκδιδόταν στη Χαλκίδα κατά το διάστημα 1876 – 1880 με αποκλειστική ευθύνη του Γεωργίου Φιλάρετου και με χορηγία του εξαδέλφου του Κωνσταντίνου Φιλάρετου, έμπορου της Χαλκίδας.

Η ουσιαστική περίοδος της δικηγορικής του θητείας άρχισε με τη μετάθεσή του στην Αθήνα (Διάταγμα 11/6/1880) ως δικηγόρου «παρ’ άπασι τοις εν Αθήναις δικαστηρίοις και παρ’ Αρείω Πάγω». Αποδεχόμενος την πρόταση συνεργασίας του διακεκριμένου νομομαθούς και καθηγητή της Νομικής Σχολής Νικολάου Δαμασκηνού, παρέμεινε ένα περίπου χρόνο στο γραφείο του, που κατά την εκτίμησή του ήταν ίσως «το καλύτερον διδασκαλείον δικηγορίας». Έκτοτε, οργάνωσε ανεξάρτητο δικηγορικό γραφείο στην οδό Ομήρου 11α, που εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο αξιόπιστα της Αθήνας. Έτσι, οι αρχικοί φόβοι του για ενδεχόμενη αποτυχία στον δικηγορικό στίβο δεν επαληθεύθηκαν: Ο Γεώργιος Φιλάρετος αναδείχθηκε σε έναν από τους ικανότερους δικηγόρους των αθηναϊκών δικαστηρίων, υψηλού εισοδήματος και κοινωνικού γοήτρου, όπως φαίνεται, χάρη στην επαρκή νομομάθεια και τον επαγγελματισμό του.

Το δικηγορικό επάγγελμα υπηρέτησε με συνέπεια όχι μόνο με την παρουσία του στη μαχόμενη δικηγορία μέχρι το 1916, αλλά και με τους αγώνες του για τη χειραφέτηση του δικηγορικού κλάδου. Θεωρώντας αναγκαίο τον θεσμό των δικηγορικών συλλόγων για τη βελτίωση του δικηγορικού επαγγέλματος και την καλύτερη απονομή της δικαιοσύνης, κατέβαλλε προσπάθειες κατά τη διάρκεια της βουλευτικής θητείας του για τη νομοθετική θέσπισή του . Όταν, τελικά, στις 13/12/1908 ο θεσμός των δικηγορικών συλλόγων έγινε νόμος του κράτους, ο Γεώργιος Φιλάρετος θεώρησε την ψήφισή του άθλο, ενώ κατά τις πρώτες αρχαιρεσίες του δικηγορικού συλλόγου Αθηνών εκλέχθηκε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του. Το 1927, όντας προς το τέλος της ζωής του, δώρισε στον σύλλογο, για την περιωπή του οποίου εργάσθηκε ειλικρινώς κατά την επαγγελματική του πορεία, τη συλλογή “Dalloz” βιβλιοδετημένη και εκδόσεις της Εταιρείας Συγκριτικής Νομοθεσίας, της οποίας ήταν μέλος, με την επιθυμία, όπως ο ίδιος σημειώνει στη συνοδευτική επιστολή προς τον τότε πρόεδρο του συλλόγου, «να υπάρχη εν τω Δικηγορικώ Συλλόγω των Αθηνών ενθύμησίς τις εκ μέρους εμού».

Αξίζει να αναφερθεί και η μύηση του Γεωργίου Φιλάρετου στον τεκτονισμό, γεγονός που ολοκληρώνει την κοινωνική εικόνα του. Ακολουθώντας και αυτός τη συνήθεια των διακεκριμένων αστών του 19ου αι. και τη γοητεία του μυστικισμού, εντάχθηκε στη στοά «Πυθαγόρας». Και δεν είναι τυχαίο, ίσως, ότι στην ίδια στοά ανήκε ο ομόφρων και φίλος του Ρόκκος Χοϊδάς.[5]

Συγγράμματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Δικαστική αναδιοργάνωσις εις την Ελλάδα
  • Κώδιξ χαρτοσήμου
  • Προνομίαι και ατέλειαι των Ελλήνων εν Τουρκία
  • Ξενοκρατία και Βασιλεία εν Ελλάδι
  • Κρυπτογραφικόν Λεξικόν
  • Σημειώσεις από του 75ου υψώματος: 1848-1923[6]
  • πλήθος άλλων ιστορικών και φιλολογικών συγγραφών

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 105914576.
  2. Αντώνης Μακρυδημήτρης, Οι υπουργοί των εξωτερικών της Ελλάδας 1829-2000, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2000, σελ.65
  3. Σκριπ, Απέθανε χθες ο Γ. Φιλάρετος, 12/7/1929.
  4. Γιώργος Θωμάς, «Γεώργιος Φιλάρετος, πενήντα χρόνια από τον θάνατό του», εφημ. Θεσσαλία Βόλου, Οκτώβριος 1979: 14, 16, 21, 23, 28. και «Δημήτριος Φιλάρετος: ο Πηλιορίτης αγωνιστής του 1821 και κατοπινός δάσκαλος και βουλευτής», Αρχείο Θεσσαλικών Μελετών, περιοδική έκδοση της Εταιρείας Θεσσαλικών ερευνών, τ. 12ος, Βόλος 1999, σ. 29-55
  5. «Ελευθεροτέκτονες». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Οκτωβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουλίου 2011. 
  6. «Anemi - Digital Library of Modern Greek Studies - Search». Ανακτήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 2017. [νεκρός σύνδεσμος]
  • ανώνυμος (1908). Κωνσταντίνος Σκόκος, επιμ. Ημερολόγιον Σκόκου. Εν Αθήναις: Εκ του Τυπογραφείου των Καταστημάτων Ανέστη Κωνσταντινίδου. σελίδες 59–50. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαρτίου 2009. Ανακτήθηκε στις 5 Απριλίου 2010.  (pdf)[νεκρός σύνδεσμος]
  • Μαρία Παπαδάκη - Τζαβάρα, Ο Γεώργιος Φιλάρετος και το αίτημα της Δημοκρατίας. Πολιτική ιδεολογία και πρακτική των μεσαίων στρωμάτων στην Ελλάδα, διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα, 2002.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αντώνης Μακρυδημήτρης, Οι υπουργοί των εξωτερικών της Ελλάδας 1829-2000, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2000, σελ.65

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γιώργος Κόκκινος, Η διασπορά του πολιτικού ρομαντισμού στην Ελλάδα: η περίπτωση του Γεώργιου Φιλάρετου (1848-1929), στο:Ο Ρομαντισμός στην Ελλάδα-Επιστημονικό Συμπόσιο (12-13 Νοεμβρίου 1999), εκδ. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας(Σχολή Μωραΐτη), Αθήνα, 2001, σελ. 163 - 201.
  • Μαρία Παπαδάκη - Τζαβάρα, Georgios Filaretos and the demand for Democracy. Political Ideology and Practice of Middle Classes in Modern Greece (1876-1910), unpublished PhD thesis, 2002.