Γεωγραφία της Εσθονίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χάρτης της Εσθονίας
Δορυφορική απεικόνιση της Εσθονίας τον Απρίλιο του 2004
Στον λειμώνα Λάελατου (Laelatu) βρέθηκαν 76 είδη φυτών σε μόλις 1 τετραγωνικό μέτρο. Αυτός είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος αριθμός ειδών σε 1 m2 στον κόσμο

Η Εσθονία βρίσκεται στις ανατολικές ακτές της Βαλτικής Θάλασσας, στο επίπεδο βορειοδυτικό τμήμα της ανυψούμενης Ανατολικοευρωπαϊκής Πλατφόρμας, σε γεωγραφικό πλάτος από 57,3 έως 59,5 μοίρες Βόρειο και γεωγραφικό μήκος από 21,5 έως 28,1 μοίρες Ανατολικό. Βρέχεται από τον Φιννικό Κόλπο στα βόρεια, ενώ ανατολικά συνορεύει με τη Ρωσία και νότια με τη Λετονία. Το μέσο υψόμετρο της χώρας πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας είναι μόλις 50 μέτρα.

Το κλίμα είναι θαλάσσιο: υγρό με σχετικώς ήπιους χειμώνες και δροσερά καλοκαίρια. Τα αποθέματα πετρελαιούχων σχιστόλιθων και ασβεστόλιθων, μαζί με τα δάση που καλύπτουν το 47% της εκτάσεως της χώρας, έχουν σημαντικό οικονομικό ρόλο σε αυτή τη γενικώς φτωχή σε φυσικούς πόρους χώρα. Η Εσθονία έχει περισσότερες από 1.400 λίμνες (φυσικές και τεχνητές), πολλούς τυρφώνες, 2.355 νησιά και ακτογραμμή μήκους 3.794 χιλιομέτρων, με πολυάριθμους όρμους και στενά. Το εμπορικό λιμάνι Μούουγκα του Τάλιν προσφέρει ένα από τα καλύτερα από απόψεως εγκαταστάσεων ελεύθερα πάγου λιμάνια της Ευρώπης.

Η γεωστρατηγική θέση της Εσθονίας προκάλεσε πολλούς πολέμους στο έδαφός της μεταξύ άλλων αντίπαλων δυνάμεων. Το 1944, υπό τη σοβιετική κατοχή, οι περιφέρειες Γιάανιλιν και Πέτσερι προσαρτήθηκαν στην επικράτεια της Ρωσικής ΣΟΣΔ. Το νομικό καθεστώς αυτών των εδαφών δεν έχει ακόμη πλήρως διευθετηθεί, αν και ούτε η Εσθονία ούτε η Ρωσία δεν έχουν εδαφικές αξιώσεις.

Φυσική γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Εσθονία είναι μια πεδινή χώρα με έκταση 45.228 τ.χλμ.. Η Εσθονία έχει μακρά ακτογραμμή με αβαθή νερά κατά μήκος της Βαλτικής Θάλασσας, με λίγα μεγάλα και πολλά μικρά νησιά (νησίδες). Τα δύο μεγαλύτερα νησιά είναι το Σάαρεμαα (ονομασία που σημαίνει «νησιωτική γη»), που είναι το δεύτερο σε έκταση ολόκληρης της Βαλτικής, και το Χιίουμαα, αμφότερα δημοφιλείς τόποι διακοπών για τους Εσθονούς. Το υψηλότερο σημείο της χώρας βρίσκεται στα νοτιοανατολικά, όπου υπάρχουν λόφοι. Η Εσθονία έχει περί τα 18.000 τ.χλμ. δάσους, 9.260 τ.χλμ. αρόσιμης γης, 2.520 τ.χλμ. λειβαδιών και περίπου 1.810 τ.χλμ. βοσκοτόπων. Η μεγαλύτερη από τις λίμνες της Εσθονίας είναι η Πέιπους (έκταση 3.555 τ.χλμ., η πέμπτη μεγαλύτερη της Ευρώπης), την οποία όμως μοιράζεται με τη Ρωσία, σχηματίζοντας μεγάλο μέρος των μεταξύ τους συνόρων. Η δεύτερη μεγαλύτερη λίμνη της Εσθονίας, η Βόρτσγιαρβ, βρίσκεται στο κέντρο της χώρας, αλλά είναι 13 φορές μικρότερη της Πέιπους. Οι σημαντικότεροι από τους πολλούς (αλλά μικρούς) ποταμούς της χώρας είναι ο Νάρβα (επίσης στα σύνορα με τη Ρωσία) και ο Έμαγιγκι.

Μια μικρή ομάδα από πρόσφατους κρατήρες από προσκρούσεις μετεώρων, ο μεγαλύτερος από τους οποίους ονομάζεται Κάαλι, βρίσκεται στη Σάαρεμαα. Πιστεύεται ότι η πτώση των μετεώρων παρατηρήθηκε από τους κατοίκους της περιοχής κατά την Εποχή του Σιδήρου.

Τα χερσαία σύνορα της Εσθονίας με τη Λετονία διατρέχουν 333 χλμ. και τα ρωσικά σύνορα διατρέχουν 324 χιλιόμετρα. Από το 1920 έως το 1945, τα σύνορα της Εσθονίας με τη Ρωσία, που καθορίστηκαν από την ειρηνευτική συνθήκη του Τάρτου του 1920, εκτείνονταν πέρα από τον Ποταμό Νάρβα στα βορειοανατολικά και πέρα από την πόλη του Πετσέρι στα νοτιοανατολικά. Το έδαφος αυτό, έκτασης περίπου 2.300 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ενσωματώθηκε στη Ρωσία από τον Ιωσήφ Στάλιν στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Κλίμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Εσθονία έχει θαλάσσιο κλίμα: υγρό με σχετικώς ήπιους χειμώνες και δροσερά καλοκαίρια, ενώ οι 4 εποχές έχουν σχεδόν ίση διάρκεια. Οι μέσες θερμοκρασίες κυμαίνονται από 16,3 °C στα νησιά μέχρι 17,1 °C στο εσωτερικό τον Ιούλιο (ο θερμότερος μήνας) και από −3,5 °C στα νησιά μέχρι −7,6 °C στο εσωτερικό τον Φεβρουάριο (ο ψυχρότερος μήνας). Η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι 568 χιλιοστόμετρα, με την πιο βροχερή περίοδο να είναι τα τέλη του θέρους.

Αριθμητικά και άλλα δεδομένα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο κόλπος Χέλαμαα στη νήσο Χιίουμαα

Έκταση:
Ολική: 45.228 km²
Ξηρά: 42.288 km²
Εσωτερικά ύδατα: 2.840 km²

Χερσαία σύνορα:
Ολικό μήκος: 657 km
: Λετονία 333 km, Ρωσία 324 km

Μήκος ακτογραμμής: 3.794 km

Χωρικά ύδατα:12 ναυτικά μίλια (22,2 km)

Ακραία σημεία:
Χαμηλότερο σημείο: Βαλτική Θάλασσα, 0 m
Υψηλότερο σημείο: Σούουρ Μουναμιάγκι (= «Βουνό του Αυγού»), 317 m[1]

Τα δάση καλύπτουν περισσότερη από τη μισή έκταση της Εσθονίας.

Φυσικοί πόροι: Πετρελαιούχος σχιστόλιθος (ιδίως κουκερσίτης), τύρφη, φωσφορίτης, γαλάζιος πηλός, ασβεστόλιθος, άμμος, δολομίτης, καλλιεργήσιμη γη, δάση

Χρήσεις γης:
Αρόσιμη γη: 14,65%
Μόνιμες καλλιέργειες: 0,14%
Υπόλοιπο: 85,21% (2012)

Ολικοί ανανεώσιμοι υδάτινοι πόροι: 12,81 km3 (2011)

Κατανάλωση γλυκού νερού (οικιακή/βιομηχανική/αγροτική):
Εθνική: 1,8 km3/yr (3% / 97% / 0%)
Κατά κεφαλή: 1337 m3/yr (2009)

Περιβαλλοντικά θέματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σοβιετικός στρατός χρησιμοποιούσε τις νήσους Πάκρι ως χώρο για αεροπορικούς βομβαρδισμούς. Η συλλογή και καταστροφή χιλιάδων εκρηκτικών συσκευών είχε σχεδόν ολοκληρωθεί το 1997.

Μία από τις πιο επαχθείς κληρονομιές της σοβιετικής εποχής είναι η εκτεταμένη ρύπανση του περιβάλλοντος.[2] Ο χειρότερος δράστης από αυτή την άποψη ήταν ο Σοβιετικός στρατός. Σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις που καλύπτουν πάνω από 800 τ.χλμ. της εσθονικής επικράτειας, ο στρατός κατέστρεψε εκατοντάδες χιλιάδες τόνους αεριωθούμενου καυσίμου στο έδαφος, διέθεσε λάθος τοξικές χημικές ουσίες και απέρριψε τα ξεπερασμένα εκρηκτικά και τα όπλα στα παράκτια και στα εσωτερικά ύδατα. Στη δεκαετία του 1990, κατά τη διάρκεια της αποχώρησης του στρατού από την Εσθονία, εκτεταμένες ζημίες σημειώθηκαν σε απορριπτόμενα κτίρια και εξοπλισμό. Τον Οκτώβριο του 1993, το Υπουργείο Περιβάλλοντος της Εσθονίας εξέδωσε μια προκαταρκτική έκθεση που συνόψιζε ένα μέρος της υποβάθμισης που είχε εξετάσει μέχρι στιγμής. Η έκθεση περιέγραψε τη χειρότερη ζημιά που είχε γίνει στην εδαφική και υπόγεια ύδρευση της Εσθονίας από το συστηματικό ντάμπινγκ αεριωθούμενων καυσίμων σε έξι αεροπορικές βάσεις του σοβιετικού στρατού. Στην αεροπορική βάση κοντά στην Τάπα, περιοχή με τις χειρότερες ζημιές, αξιωματούχοι εκτιμούν ότι έξι τετραγωνικά χιλιόμετρα γης καλύπτονταν από ένα στρώμα καυσίμου. 11 τετραγωνικά χιλιόμετρα υπόγειου νερού λέγεται ότι έχουν μολυνθεί. Το νερό στη γύρω περιοχή ήταν ακατάλληλο για κατανάλωση και μερικές φορές πυρπολιόταν από τους ντόπιους για να παράσχει θερμότητα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Με τη βοήθεια της Δανίας, τα εσθονικά πληρώματα άρχισαν να καθαρίζουν την περιοχή, αν και εκτιμούσαν ότι το πιθανό κόστος θα ανερχόταν στις 4 εκατομμύρια Εσθονικές κορώνες. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος δήλωσε χρηματικό κόστος άνω των 10 δισεκατομμυρίων κορώνων στις ζημιές που προκλήθηκαν στο έδαφος της χώρας και στην ύδρευση. Ωστόσο, το υπουργείο μπόρεσε να διαθέσει μόνο 5 εκατ. κορώνες το 1993 για εργασίες καθαρισμού.

Σε μια κυβερνητική έκθεση του 1992 προς τη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, η Εσθονία παρουσίασε άλλες σημαντικές περιβαλλοντικές ανησυχίες. Για παράδειγμα, επί σειρά συνεχών ετών η Εσθονία είχε οδηγήσει τον κόσμο στην κατά κεφαλήν παραγωγή διοξειδίου του θείου. Σχεδόν το 75% της ατμοσφαιρικής ρύπανσης της Εσθονίας αναφέρθηκε ότι προέρχεται από δύο θερμοηλεκτρικούς σταθμούς που λειτουργούν κοντά στη Νάρβα. Η εξόρυξη του σχιστολιθικού πετρελαίου στη βορειοανατολική Εσθονία έχει επίσης αφήσει μεγάλες εκσκαφές ασβεστολιθικών απορριμμάτων και τέφρας που διασπούν την περιοχή. Κοντά στην πόλη Σιλλαμάε, τοποθεσία πρώην εργοστασίου εμπλουτισμού ουρανίου, περίπου 1.200 τόνοι ουρανίου και περίπου 750 τόνοι θορίου είχαν πεταχτεί σε δεξαμενή στην ακτή του κόλπου της Φινλανδίας. Αυτό λέγεται ότι προκάλεσε σοβαρά προβλήματα υγείας στους κατοίκους της περιοχής. Στην παράκτια πόλη Παλντίσκι, η απομάκρυνση των αποβλήτων που άφησαν οι πυρηνικοί αντιδραστήρες του σοβιετικού στρατού ήταν επίσης μια μεγάλη ανησυχία. Το συνδυασμένο κόστος του καθαρισμού του περιβάλλοντος σε αμφότερες τις πόλεις ήταν μεγαλύτερο από 3,5 δισεκατομμύρια εσθονικές κορώνες.

Φυσικοί κίνδυνοι: Πλημμύρες συμβαίνουν συχνά κατά την άνοιξη σε ορισμένες περιοχές.

Τρέχοντα περιβαλλοντικά προβλήματα: Ρύπανση του αέρα με διοξείδιο του θείου από εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που καίνε πετρελαιούχο σχιστόλιθο στα βορειοανατολικά, ωστόσο η ποσότητα των εκπεμπόμενων αερίων μειώνεται σταθερά: οι εκπομπές του 2000 ήταν κατά 80% μικρότερες από αυτές του 1980. Τα παραλιακά θαλάσσια ύδατα είναι μολυσμένα σε μερικές περιοχές, όπως και αυτά μερικών μικρών λιμνών σε αγροτικές περιοχές (ευτροφισμός).

Διεθνείς περιβαλλοντικές συμφωνίες:
Η Εσθονία έχει υπογράψει τις εξής διεθνείς συμφωνίες: Συμφωνία της Ανταρκτικής, συμφωνία για τη βιοποικιλότητα, Δίκαιο της θάλασσας, Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις Κλιματικές Μεταβολές, Πρωτόκολλο του Κιότο, Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ, καθώς και συμφωνίες για την αέρια ρύπανση, τα κινδυνεύοντα είδη, τα επικίνδυνα απόβλητα, τη ρύπανση από τα πλοία και τους υγρότοπους
.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Topography Αρχειοθετήθηκε 2016-04-13 στο Wayback Machine. Estonica: Εγκυκλοπαίδεια για την Εσθονία
  2. Auer, M.R., Raukas, A. (2002). Determinants of environmental cleanup in Estonia. Environment and Planning C: Government and Policy, 20: 679–698.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]