Γάιος Λουκίλιος
Γάιος Λουκίλιος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 180 π.Χ. (περίπου)[1] Sessa Aurunca |
Θάνατος | 102 π.Χ.[1] Νάπολη |
Χώρα πολιτογράφησης | Αρχαία Ρώμη |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Λατινικά[1] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ποιητής συγγραφέας[2] |
Αξιοσημείωτο έργο | Saturae |
Οικογένεια | |
Αδέλφια | Marcus Lucilius[3] |
Ο Γάιος Λουκίλιος, λατιν.: Gaius Lucilius (180, 168 ή 148 π.Χ. – 103 π.Χ.) ήταν ο παλαιότερος Ρωμαίος σατιρικός, από τα γραπτά του οποίου σώζονται μόνο θραύσματα. Ρωμαίος πολίτης της τάξης των ιππέων, γεννήθηκε στη Σουέσα Αουρούνκα της Καμπανίας και ήταν μέλος του Σκιπιωνικού Κύκλου.
Η ημερομηνία γέννησής του
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι ημερομηνίες που όρισε ο Ιερώνυμος για τη γέννηση και τον τέλος του Λουκίλιου είναι 148 π.Χ. και 103 π.Χ. Αλλά είναι αδύνατο να συμβιβαστεί η πρώτη από αυτές τις ημερομηνίες με άλλα γεγονότα που έχουν καταγραφεί γι' αυτόν, και η ημερομηνία που έδωσε ο Ιερώνυμος πρέπει να οφείλεται σε λάθος, καθώς η πραγματική ημερομηνία είναι περίπου το 180 π.Χ. [4] Αδελφή του ήταν η Λουκιλία, μητέρα του Ρωμαίου πολιτικού Σέξτου Πομπηίου και γιαγιά του Ρωμαίου Πομπήιου Μάγνου, της Α΄ Τριανδρίας.
Σύμφωνα με τον Βελλήιο Πατέρκουλο, υπηρέτησε υπό τον Σκιπίωνα Αιμιλιανό στην πολιορκία της Nουμαντία το 134 π.Χ. Ο Οράτιος σημειώνει ότι έζησε με τους πιο οικείους όρους φιλίας με τον Σκιπίωνα και τον Λαίλιο (Σάτιρα ii.1), και ότι εόρταζε τα κατορθώματα και τις αρετές του πρώτου στις σάτιρές του. [4]
Αποσπάσματα από εκείνα τα βιβλία των σατίρων του, που φαίνεται ότι δόθηκαν για πρώτη φορά στον κόσμο (XXVI–XXIX), δείχνουν ξεκάθαρα ότι γράφτηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του Σκιπίωνα. Κάποια από αυτά φέρνουν τον ποιητή μπροστά μας είτε σαν να αλληλογραφεί, είτε να διαλέγεται σε συνομιλία με τον μεγάλο του φίλο. (βλ. 621 Marx, "Percrepa pugnam Popilli, facta Corneli cane" ("Ούρλιαξε για τη μάχη του Ποπίλιου και τραγούδησε τα κατορθώματα του Κορνήλιου") όπου η ήττα του Mάρκος Ποπίλιος Λαίνας, το 138 π.Χ., σε αντίθεση με τη μετέπειτα επιτυχία του Σκιπίωνα, φέρει τη σφραγίδα ότι γράφτηκε όσο ήταν ακόμη νωπή η είδηση για την κατάληψη της Νουμαντίας. [4]
Είναι στον υψηλότερο βαθμό απίθανο ο Λουκίλιος να υπηρέτησε στο στρατό σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών. Είναι ακόμη πιο απίθανο να μπορούσε να είχε γίνει δεκτός στη γνώριμη οικειότητα του Σκιπίωνα και του Λαίλιου σε εκείνη την ηλικία. Φαίνεται επίσης αδύνατον μεταξύ των 15 και 19 ετών -δηλαδή μεταξύ 133 π.Χ. και 129 π.Χ., το έτος του τέλους του Σκιπίωνα— να μπορούσε να είχε έρθει μπροστά στον κόσμο ως ο συγγραφέας με ένα εντελώς νέο είδος σύνθεσης, και με μια σύνθεση που, για να είναι συνολικά επιτυχημένη, απαιτεί ιδιαίτερη ωριμότητα κρίσης και εμπειρίας. [4]
Μπορεί περαιτέρω να ειπωθεί ότι τα γνωστά λόγια του Οράτιου (Σάτιρες, ii. 1, 33), στα οποία χαρακτηρίζει τη ζωηρή προσωπογραφία της ζωής, του χαρακτήρα και των σκέψεών του, που κληροδότησε ο Λουκίλιος στον κόσμο, «quo fit ut omnis Votiva pateat veluti descripta tabella Vita senis (όπου ολόκληρη η ζωή ενός "ηλικιωμένου/μεγάλου" ανθρώπου μπορεί να στρωθεί σαν επάνω σε μια επιτύμβια πλάκα) χάνουν μεγάλο μέρος της δύναμής τους, εκτός και αν το "senis" πρόκειται να ληφθεί με τη συνηθισμένη του έννοια, κάτι που δεν μπορεί να συμβεί, αν ο Λουκίλιος απεβίωσε σε ηλικία 46 ετών. [4]
Βιογραφία και σάτιρα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λουκίλιος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Ρώμη και απεβίωσε, σύμφωνα με τον Ιερώνυμο, στη Νάπολη. Ανήκε στην τάξη των ιππέων, γεγονός που υποδεικνύεται από την αναφορά του Οράτιου για τον εαυτό του ως infra Lucili censum. Αν και ο ίδιος δεν ανήκε σε κάποια από τις μεγάλες συγκλητικές οικογένειες, ήταν σε θέση να συναναστραφεί μαζί τους επί ίσοις όροις. Ως ιππέας ήταν «ένας από τους λίγους εξέχοντες ποιητές της περιόδου, που δεν ήταν ταπεινός». Αυτή η συγκυρία συνέβαλε στην τόλμη, την πρωτοτυπία και τον απόλυτα εθνικό χαρακτήρα του λογοτεχνικού του έργου. Αν ήταν ημι-Έλληνας, όπως ο Έννιος και ο Πακούβιος, ή ταπεινής καταγωγής, όπως ο Πλαύτος, ο Τερέντιος ή ο Λ. Άκκιος, δύσκολα θα είχε τολμήσει, σε μια εποχή που η συγκλητική εξουσία βρισκόταν έντονα στην άνοδο, να αναβιώσει τον ρόλο, που είχε αποδειχθεί καταστροφικός για τον Ναίβιο. Ούτε θα είχε την οικεία γνώση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της εποχής του, που του ταίριαζε να είναι ο ζωγράφος της. Μία άλλη περίσταση που καθόρισε την κλίση της σκέψεις του, ήταν ο χαρακτήρας της εποχής. Η προέλευση της ρωμαϊκής πολιτικής και κοινωνικής σάτιρας πρέπει να εντοπιστεί στις ίδιες ενοχλητικές και αποδιοργανωτικές δυνάμεις, που οδήγησαν στα επαναστατικά σχέδια και τη νομοθεσία των Γράκχων. [4]
Η φήμη που απολάμβανε ο Λουκίλιος στις καλύτερες εποχές της ρωμαϊκής λογοτεχνίας, αποδεικνύεται από τους όρους, με τους οποίους ο Κικέρων και ο Οράτιος μιλούν γι' αυτόν. Ο Πέρσιος, ο Γιουβενάλης και ο Κουιντιλιανός εγγυώνται τον θαυμασμό, με τον οποίο τον αντιμετώπιζαν τον πρώτο αιώνα της Αυτοκρατορίας. Η δημοτικότητα που απολάμβανε στην εποχή του, μαρτυρείται από το γεγονός ότι κατά το τέλος του, αν και δεν είχε αναλάβει κανένα από τα αξιώματα του κράτους, έλαβε την τιμή της δημόσιας κηδείας. Ο κύριος ισχυρισμός του για διάκριση είναι η λογοτεχνική του πρωτοτυπία. Μπορεί να ονομαστεί ο εφευρέτης της ποιητικής σάτιρας, καθώς ήταν ο πρώτος που εντυπωσίασε το αγενές άτεχνο σύνθετο, γνωστό στους Ρωμαίους με το όνομα satura, εκείνο το χαρακτήρα της επιθετικής και λογοκριτικής κριτικής προσώπων, ηθών, τρόπων, πολιτικής, λογοτεχνίας κ.λπ. που υποδηλώνει έκτοτε η λέξη σάτιρα. [4]
Ως προς τη μορφή, η σάτιρα του Λουκίλιου δεν χρωστούσε κάτι στους Έλληνες. Ήταν μια θεμιτή ανάπτυξη μιας γηγενούς δραματικής ψυχαγωγίας, δημοφιλής στους Ρωμαίους πριν από την πρώτη εισαγωγή των μορφών ελληνικής τέχνης μεταξύ τους. Επίσης, φαίνεται σε μεγάλο βαθμό να έχει χρησιμοποιήσει τη μορφή της γνωστής επιστολής. Αλλά το ύφος, η ουσία και το πνεύμα των γραπτών του ήταν προφανώς τόσο πρωτότυπα, όσο και η μορφή. Φαίνεται ότι ξεκίνησε την ποιητική του σταδιοδρομία γελοιοποιώντας και παρωδώντας τη συμβατική γλώσσα της επικής και τραγικής ποίησης, και ότι χρησιμοποίησε τη γλώσσα που χρησιμοποιείται συνήθως στις κοινωνικές συναναστροφές μορφωμένων ανδρών. Ακόμη και η συχνή του χρήση ελληνικών λέξεων, φράσεων και αποσπασμάτων, που καταδικάστηκε από τον Οράτιο, προήλθε πιθανώς από την πραγματική πρακτική των ανθρώπων, οι οποίοι έβρισκαν τον δικό τους λόγο ανεπαρκή, για να εκφράσουν ελεύθερα τις νέες ιδέες και εντυπώσεις, που άντλησαν από την πρώτη τους επαφή με την ελληνική φιλοσοφία, ρητορική και ποίηση. [4]
Επιπλέον, όχι μόνο δημιούργησε ένα δικό του ύφος, αλλά, αντί να πάρει την ουσία των γραπτών του από την ελληνική ποίηση ή από ένα μακρινό παρελθόν, ασχολήθηκε με τα γνωστά θέματα της καθημερινής ζωής, της πολιτικής, των πολέμων, της απονομής της δικαιοσύνης, του φαγητού και του ποτού, της κερδοσκοπίας και του χρήματος, των σκανδάλων και των κακών του τελευταίου τετάρτου του του 2ου αι. π.Χ.. Αυτό το έκανε με ένα ιδιαίτερα ειλικρινές, ανεξάρτητο και θαρραλέο πνεύμα, χωρίς προσωπική φιλοδοξία να υπηρετήσει ή κομματικό λόγο για να ανελιχθεί, αλλά με μια ειλικρινή επιθυμία να αποκαλύψει την ανομία ή την ανικανότητα του κυβερνώντος σώματος, τους άθλιους στόχους της μεσαίας τάξης, και τη διαφθορά και τη μιζέρια του όχλου της πόλης. Δεν υπήρχε τίποτε από στωική λιτότητα ή ρητορική αγανάκτηση στον τόνο, με τον οποίο αντιμετώπιζε τις κακίες και τις ανοησίες της εποχής του. [4]
Ο χαρακτήρας και τα γούστα του έμοιαζαν πολύ περισσότερο με αυτά του Οράτιου, από αυτά είτε του Πέρσιου, είτε του Γιουβενάλη. Αλλά ήταν αυτό, που δεν ήταν ο Οράτιος: ένας πολύ καλός μισητής. Και έζησε σε μια εποχή, που η απόλυτη ελευθερία του λόγου, και η πιο ασυγκράτητη απόλαυση της δημόσιας και ιδιωτικής εχθρότητας, ήταν τα χαρακτηριστικά των ανδρών που έπαιρναν εξέχοντα ρόλο στις υποθέσεις. Αν και ο Λουκίλιος δεν συμμετείχε ενεργά στη δημόσια ζωή της εποχής του, τη θεωρούσε με το πνεύμα ενός ανθρώπου του κόσμου και της κοινωνίας, καθώς και ενός ανθρώπου των γραμμάτων. Το ιδανικό του για τη δημόσια αρετή και την ιδιωτική του αξία είχε διαμορφωθεί, από τη στενή σχέση με τους μεγαλύτερους και καλύτερους στρατιωτικούς και πολιτικούς μιας παλαιότερης γεναιάς. [4]
Τα λογοτεχνικά κατάλοιπα του Λουκίλιου εκτείνονται σε περίπου έντεκα εκατοντάδες, ως επί το πλείστον ασύνδετες γραμμές, οι περισσότερες από τις οποίες διατηρούνται από ύστερους γραμματικούς, ως ενδεικτικά ιδιόμορφων λεκτικών χρήσεων. Ήταν, για την εποχή του, ένας παραγωγικός αλλά και με ανάμεικτο έργο συγγραφέας. Άφησε πίσω του τριάντα βιβλία σατιρών, και υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι κάθε βιβλίο, όπως και τα βιβλία του Οράτιου και του Γιουβενάλη, αποτελούνταν από διαφορετικά κομμάτια. Η σειρά, με την οποία ήταν γνωστά στους γραμματικούς, δεν ήταν αυτή με την οποία γράφονταν. Οι παλαιότερες κατά σειρά συνθέσεις ήταν πιθανώς αυτές που αριθμήθηκαν από το xxvi έως xxix, οι οποίες ήταν γραμμένες στα τροχαϊκά και ιαμβικά μέτρα, που είχαν χρησιμοποιήσει ο Έννιος και ο Πακούβιος στις Σάτυρές (Saturae) τους. [4]
Σε αυτές, έκανε εκείνες τις κριτικές για τους παλαιότερους τραγικούς και επικούς ποιητές, για τις οποίες μιλούν ο Οράτιος και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς. Και σε αυτά μιλάει για τον Νουμαντινό πόλεμο που τελείωσε πρόσφατα, και για τον Σκιπίωνα ως ακόμη ζωντανό. Το βιβλίο i, από την άλλη πλευρά, στο οποίο ο φιλόσοφος Καρνεάδης, ο οποίος απεβίωσε το 128, αναφέρεται ως νεκρός, πρέπει να γράφτηκε μετά το θάνατο του Σκιπίωνα. [4]
Οι περισσότερες από τις σάτιρες του Λουκίλιου γράφτηκαν με εξάμετρα, αλλά -στον βαθμό που μπορεί να σχηματιστεί γνώμη από πολλά ασύνδετα θραύσματα- φαίνεται ότι έγραψε το τροχαϊκό τετράμετρο με μια ομαλότητα, καθαρότητα και απλότητα, που ποτέ δεν είχε επιτευχθεί στον χειρισμό του εξάμετρου. Τα μακρύτερα θραύσματα δημιουργούν την εντύπωση μεγάλης λογικότητας και μείξης, αλλά ταυτόχρονα και σημαντικής ισχύος. Φαίνεται, στη σύνθεση των διαφόρων κομματιών του, να χειρίζεται ό,τι του συνέβαινε με τον πιο μεικτό τρόπο, υιοθετώντας άλλοτε τη μορφή διαλόγου, άλλοτε επιστολής ή φανταστικού λόγου, και συχνά να μιλούσε με το όνομά του, αναφέροντας τα ταξίδια και τις περιπέτειές του, ή διασκεδαστικές σκηνές που είχε δει, ή εκφράζοντας τα αποτελέσματα της δικής του αναπόλησης και εμπειρίας του. [4]
Όπως και ο Οράτιος, σε μεγάλο βαθμό απεικόνισε τις δικές του παρατηρήσεις με προσωπικά ανέκδοτα και μύθους. Τα αποσπάσματα δείχνουν ξεκάθαρα, πόσο συχνά τον μιμήθηκε ο Οράτιος, όχι μόνο στην έκφραση, αλλά και στη μορφή των σατιρών του (βλ. 5 και ii.2), στο θέμα που πραγματεύεται, και την τάξη των κοινωνικών κακών και τους τύπους χαρακτήρων που σατιρίζει. [4]
Εκδόσεις των αποσπασμάτων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Dousa, F : Leiden (1597), 2η έκδοση Άμστερνταμ (1661)
- Marx, F: C. Lucili Carminum Reliquiae (Teubner, Λειψία)
- τόμ. I Προλεγόμενα και κείμενο (1904)
- τόμ. II Σχόλιο (1905)
Η καλύτερη και στάνταρ έκδοση από την εμφάνισή της και ακόμα έναν αιώνα μετά
- Loeb Classical Library (L329, 1938), Remains of Old Latin, vol. III: Lucilius, The Twelve Tables, επιμέλεια με λατινικό κείμενο και αγγλική μετάφραση από τον EH Warmington. ISBN 0-674-99363-2
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 11913597c. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ «Library of the World's Best Literature». Library of the World's Best Literature. 1897.
- ↑ «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλική) 4230. Ανακτήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 2023.
- ↑ 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 4,10 4,11 4,12 4,13 Sellar & Anonymous 1911, σελ. 104.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αρχαίες πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Stangl, Thomas : Ciceronis Orationum Scholiastae : Asconius. Scholia Bobiensia. Scholia Pseudoasconii Sangallensia. Scholia Cluniacensia et πρόσφατα Ambrosiana ac Vaticana. Scholia Lugdunensia sive Gronoviana et eorum excerpta Lugdunensia (Βιέννη, 1912, ανατύπωση Georg Olms, Hildesheim, 1964)
- ο Ασκόνιος. Caesar Giarratano (επιμ.) Q. Asconii Pediani Commentarii (Ρώμη, 1920· ανατύπωση Adolf M. Hakkert, Άμστερνταμ, 1967)
Σύγχρονα έργα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Cichorius, C: Untersuchungen zu Lucilius (Βερολίνο, 1908).
- Christes, J: "Lucilius. Ein Bericht über die Forschung seit F. MARX (1904/5)", στο H.Temporini (επιμ.) ANRW I.2 (1972), 1182–1239.
- Krenkel, WA: "Zur Biographie des Lucilius", στο H. Temporini (επιμ.) ANRW I.2 (1972), 1240–1259.
- Gruen, Erich S: Culture and National Identity in Republican Rome (Cornell University Press, 1992), ειδικά κεφάλαιο 7: «Lucilius and the Contemporary Scene», pp. 272–317.
- Αυτό το άρθρο ενσωματώνει κείμενο από μια δημοσίευση που είναι πλέον
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]