Βωμός του Δομίτιου Αηνόβαρβου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βωμός του Δομίτιου Αηνόβαρβου
Χάρτης
Είδοςγλυπτό
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°53′41″N 12°28′27″E
ΤοποθεσίαLouvre storage (depot)[1]
Έναρξη κατασκευής1ος αιώνας π.Χ.[2]
ΙδιοκτήτηςFrench State
Πλάτος565 εκατοστά
Ύψος78 εκατοστά
Υλικάμάρμαρο
Commons page Πολυμέσα

Ο Βωμός του Δομίτιου Αηνόβαρβου, που πιο σωστά ονομάζεται η βάση αγαλμάτων του Δομιτίου Αηνοβάρβου είναι μία σειρά από τέσσερις ανάγλυφες μαρμάρινες πλάκες, που πιθανώς διακοσμούσαν μία βάση, που στήριζε λατρευτικά αγάλματα στον σηκό ενός ναού του Ποσειδώνα, που βρισκόταν στη Ρώμη στο Άρεως Πεδίον (Campus Martius).

Η ζωφόρος χρονολογείται στα τέλη του 2ου αι. π.Χ.,[3] γεγονός που την καθιστά το δεύτερο παλαιότερο ρωμαϊκό ανάγλυφο, που είναι σήμερα γνωστό.[4] Ωστόσο υπάρχει επίσης ένα ανάγλυφο της ίδιας εποχής, που απεικονίζει μία ρωμαϊκή ναυτική διήρη με ένοπλους ναύτες, από ναό της Παλαιστρίνας, που κτίστηκε π. 120 π.Χ.[5]

Οι ανάγλυφες πλάκες έχουν διασωθεί, με την πίσω πλάκα (1ο τμήμα των πλακών) να εκτίθεται στο Λούβρο (Ma 975 [m 1]) και τις άλλες τρεις (2ο τμήμα των πλακών) στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου (Inv. 239). Ένα αντίγραφο αυτού του δεύτερου μέρους βρίσκεται στο Μουσείο Πούσκιν στη Μόσχα.

Συμφραζόμενα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βάση βρέθηκε στον Ναό του Ποσειδώνα, που κτίστηκε κοντά στον Ιππόδρομο του Φλαμίνιου,[a 1][6] δίπλα στο Άρεως Πεδίον. Τα ερείπια αυτού του ναού μάλλον είναι αυτά, που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα κάτω από την εκκλησία της Σάντα Μρία ιν Πουμλικόλις, αλλά η ταύτισή τους παραμένει αβέβαιη. [7]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχαιότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ανάγλυφα φαίνεται να έχουν δημιουργηθεί κατά την κατασκευή ενός ναού του Ποσειδώνα στο Άρεως Πεδίον. Ένας στρατηγός, πιθανότατα ο Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος, ορκίστηκε να κτίσει έναν ναό για τον θεό της θάλασσας μετά από μία ναυτική νίκη, ίσως αυτή που κέρδισε στη Σάμο το 129 ή 128 π.Χ. εναντίον του Αριστόνικου, που είχε προσπαθήσει να αντιταχθεί στη δωρεά της Περγάμου στη Ρώμη σύμφωνα με τη θέληση του βασιλιά Άτταλου Γ΄. Η ανέγερση του ναού (ή η αποκατάσταση ενός προϋπάρχοντος ναού) χρονολογείται μόλις στο 122 π.Χ., έτος κατά το οποίο ο Δομίτιος Αηνόβαρβος ανέλαβε την υπατεία. [7] [8]

Τα ανάγλυφα από τη βάση του λατρευτικού αγάλματος, που αρχικά ήταν τρία, αποτελούντο μόνο από μυθολογικές σκηνές· ολοκληρώθηκαν μετά τη θητεία ως κήνσωρα του Δομίτιου Αηνόβαρβου το 115 π.Χ. με τέταρτη πλάκα. Άλλες υποθέσεις ωστόσο υποδηλώνουν τη θητεία ως κήνσωρα του Λεύκιου Βαλέριου Φλάκκου και του Mάρκου Αντωνίου του ρήτορα, οι οποίοι θα μπορούσαν εξίσου να συνδεθούν με τα μοτίβα των αναγλύφων. [9]

Το 41 π.Χ. ο Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος (απόγονος των προαναφερθέντων), υποστηρικτής του Δημοκρατικού κόμματος και των δολοφόνων του Καίσαρα, έκοψε ένα χρυσό νόμισμα (aureus) με αφορμή μία νίκη επί ενός υποστηρικτή του Οκταβιανού, το οποίο είχε την εικόνα τού προγόνου του στην εμπρός πλευρά και έναν τετράστηλο ναό στην πίσω πλευρά, με την επιγραφή NEPT CN DOMITIUS L F IMP (Τω Ποσειδώνι, ο Γναίος Δομίτιος, του Λεύκιου γιος, Αυτοκράτωρ).[m 2]

Μετά την Αναγέννηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ανάγλυφα αναφέρονται το 1629 και το 1631, αφού αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των εργασιών, που ανέλαβε η Ρωμαϊκή οικογένεια Σαντακρότσε (Santacroce) μεταξύ των ετών 1598 και 1641, οι οποίες περιελάμβαναν κυρίως την κατασκευή και την επέκταση ενός παλατιού κοντά στον Τίβερη από τον αρχιτέκτονα Πεπαρέλλι. Τα ανάγλυφα επαναχρησιμοποιήθηκαν ως διακόσμηση στην αυλή του παλατιού, [9] όπου μαρτυρούνται το 1683 [10].

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σύνολο των τριών με μυθολογικά θέματα πλακών, Μουσείο Πούσκιν.

Παρά το κοινό τους όνομα, τα ανάγλυφα πιθανότατα δεν αποτελούσαν αρχικά μέρος ενός βωμού, αλλά μία μεγάλη ορθογώνια βάση (5,6 μ. μήκος, 1,75 μ. πλάτος και 0,8 μ. ύψος), [11] που προοριζόταν να στηρίξει λατρευτικά αγάλματα. [7] Αυτά περιλάμβαναν έργα, που αποδίδονται στον Έλληνα γλύπτη Σκόπα,[12] όπως η σημαντική ομάδα αγαλμάτων με τον Neptunus (Ποσειδώνα), τη Θέτιδα, τον Αχιλλέα, τις Νηρηίδες, τους Τρίτωνες και τον Φόρκυνα, με θαλάσσια τέρατα και άλλα φανταστικά πλάσματα.[a 1]

Τα ανάγλυφα αποτελούνται από δύο μεγάλες πλάκες στις μακριές πλευρές της βάσης και δύο μικρότερες για τις κοντές πλευρές. Η μία μεγάλη πλάκα (το 1ο τμήμα) που διατηρείται στο Λούβρο, είναι χαρακτηριστικό της ρωμαϊκής τέχνης του άστεως και απεικονίζει μία σκηνή, που θα συναντούσε κανείς μόνο στη Ρώμη αυτή την περίοδο: την απογραφή. Οι άλλες τρεις πλάκες (το 2ο τμήμα) απεικονίζουν ένα μυθολογικό θέμα σε ελληνιστική τεχνοτροπία: τον γάμο του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης. Δεδομένης της διαφοράς στην τεχνοτροπία, τα θέματα και τα υλικά, πιστεύεται ότι τα δύο τμήματα δεν είναι σύγχρονα. [10] Το 2ο μυθολογικό τμήμα φαίνεται ότι είχε εκτελεστεί νωρίτερα, καλύπτοντας τις τρεις ορατές πλευρές της βάσης, οι οποίες αρχικά θα ήταν συνδεδεμένες με τον πίσω τοίχο του σηκού. Μερικά χρόνια αργότερα, η βάση θα είχε μετατοπιστεί μακριά από τον τοίχο, ελευθερώνοντας την τέταρτη πλευρά για την πλάκα που απεικονίζει την απογραφή. [7] [11]

Ιστορική σκηνή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πίσω πλάκα (1ο τμήμα) της βάσης, μήκους 5,65 μ., ύψους 0,80 μ. και πάχους 0,015 μ., είναι ανάγλυφο από Παριανό μάρμαρο, που απεικονίζει τα διάφορα στάδια σε μία απογραφή του συνόλου των Ρωμαίων πολιτών. [7] Το ανάγλυφο, που είναι ένα από τα πρώτα παραδείγματα του συνεχούς αφηγηματικού ύφους, [m 3] διαβάζεται από αριστερά προς τα δεξιά και μπορεί να χωριστεί σε τρεις σκηνές: την καταγραφή των Ρωμαίων πολιτών στο μητρώο του κήνσορα, την κάθαρση του στρατού μπροστά σε ένα βωμό αφιερωμένο στον Mars (Άρη) και την εισφορά των στρατιωτών.

Η πίσω πλάκα της βάσης του Δομίτιου Αηνόβαρβου με την ιστορική σκηνή. Λούβρο.
Η αριστερή σκηνή: η απογραφή Ρωμαίων πολιτών.

Πρώτη σκηνή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα αριστερά του ανάγλυφου, ένας καθήμενος αξιωματούχος που συμμετείχε στην απογραφή (census) -ο δικαστής (jurator) ή ο ορκοφόρος- καταγράφει την ταυτότητα και τα περιουσιακά στοιχεία ενός πολίτη, ο οποίος στέκεται μπροστά του κρατώντας κηρωμένες πινακίδες στο ένα χέρι και απλώνοντας το άλλο στη χειρονομία του όρκου (professio). Οι δηλώσεις του πολίτη καταγράφονται από τον δικαστή σε έναν κώδικα (codex), που αποτελείται από δύο ξύλινους πίνακες (tabulae), τους οποίους ο δικαστής έχει στα γόνατά του. Άλλοι έξι από αυτούς τους κώδικες φαίνονται στοιβαγμένοι στα πόδια του. [m 4] Η ταυτότητα του καθήμενου άνδρα δεν είναι απολύτως βέβαιη, η ταύτισή του ως δικαστή αμφισβητείται από μία λεπτομέρεια: φαίνεται να φοράει calcei, ειδικά παπούτσια που προορίζονται για άτομα της τάξης των Συγκλητικών. Άρα μπορεί να είναι ακόμη και ένας από τους δύο κήνσορες (censor). [10]

Αυτή η σκηνή σηματοδοτεί την έναρξη της ρωμαϊκής απογραφής, την περίοδο που καταγράφοντο όλοι οι Ρωμαίοι πολίτες. Με βάση τον πλούτο κάθε ατόμου, ο κήνσωρ, ο Ρωμαίος δικαστής που παρουσιάζεται εδώ στα δεξιά του πολίτη που ασκεί το επάγγελμα (professio), καθόριζε ποιος θα έμπαινε στη Σύγκλητο και ποιος θα υπηρετούσε στον στρατό, κάτι που οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τιμή. Ο κήνσωρ (εικονίζεται για 2η φορά) απεικονίζεται με το ένα χέρι στον ώμο του πολίτη (εικονίζεται για 2η φορά), που φοράει τήβενο (toga). Με αυτή τη χειρονομία (manumissio), ο κήνσωρ αποδέχεται τη δήλωση τού πολίτη και εκδίδει την κρίση του (discriptio, ταξιθέτηση), η οποία ολοκλήρωσε τη διαδικασία τοποθέτησης του πολίτη σε μία τάξη. Ο πολίτης δείχνει με το χέρι του δύο πεζικάριους, υποδεικνύοντάς του τον λόχο (centuria) στον οποίο θα ανήκει.[m 5] Η σκηνή μπορεί να απεικονίζει τη θητεία ως κηνσόρων του Γαίου Δομίτιου Αηνόβαρβου και του Λεύκιου Κορνήλιου Μέτελλου το 115 π.Χ..

Δεύτερη σκηνή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μεσαία σκηνή: η κάθαρση των στρατεύσιμων.
Η δεξιά σκηνή: η στρατολόγηση.

Ακολουθεί στο κέντρο μία θρησκευτική σκηνή, η τελετή της κάθαρσης (lustrum), που νομιμοποίησε η απογραφή και της οποίας προεδρεύει ένας από τους δύο κήνσωρες, ο οποίος αγγίζει τον βωμό του Άρη με το δεξί του χέρι. Ο θεός παριστάνεται με πλήρη πανοπλία στα αριστερά του βωμού. Δεξιά, οδηγούνται τρία θύματα θυσίας: ένας ταύρος (taurus), ένα κριάρι (ovis) και ένας χοίρος (sus) (η suovetaurilia), που έπρεπε να θυσιαστούν προς τιμήν του θεού, για να εξασφαλιστεί η καλή τύχη κατά την αναχώρηση του στρατού. Ο κήνσωρ βοηθείται κατά τη διάρκεια της τελετής από νεαρούς βοηθούς (camilla), ο ένας εκχέει το για την κάθαρση νερό. Πίσω από τον Άρη, δύο μουσικοί συνοδεύουν τη θυσία: ο ένας παίζει λύρα και ο άλλος αυλό (tibia). Αυτό για να συνοδεύουν τον βοηθό (camilus), που στέκεται πίσω από τον βωμό και τραγουδά την προσευχή (precatio). [m 6] Ο δεύτερος κήνσωρ προχωρά πίσω από τα θύματα, κρατώντας ένα λάβαρο (vexillum). [7]

Τρίτη σκηνή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τέλος, στο δεξιό άκρο του ανάγλυφου υπάρχουν δύο πεζικάριοι και ένας ιππέας (eques) με το άλογό του. Μαζί με τους άλλους δύο πεζικάριους που απεικονίζονται μεταξύ πρώτης και δεύτερης σκηνής, η σκηνή εδώ υπενθυμίζει την ύπαρξη τεσσάρων τάξεων κινούμενων πεζικαρίων (pedites) και μίας τάξης ιππικού, που σχηματιζόταν από την αριστοκρατία. [7] Έτσι ολοκληρώνεται η σκηνή της στρατολόγησης.

Μυθολογική σκηνή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πλάκες που φέρουν τη μυθολογική σκηνή, έναν θαλάσσιο θίασος ύστερου ελληνιστικού ρυθμού, είναι κατασκευασμένες από διαφορετικό μάρμαρο, προερχόμενο από τη Μικρά Ασία. [11] [7] Διατηρούνται στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Τα ανάγλυφα απεικονίζουν πιθανώς τον γάμο του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης.

Η εμπρός πλάκα της βάσης του Δ. Αηνόβαρβου με τον θαλάσσιο θίασο στον γάμο του Ποσειδώνα. Γλυπτοθήκη του Μονάχου.

Στο κέντρο της σκηνής ο Ποσειδώνας και η Αμφιτρίτη κάθονται σε ένα άρμα, που το σύρουν αριστερά δύο Τρίτωνες, οι οποίοι χορεύουν με μουσική. Συνοδεύονται από ένα πλήθος φανταστικών πλασμάτων, Τρίτωνες και Νηρηίδες, που αποτελούν μία ακολουθία για το γαμήλιο ζευγάρι. Στα αριστερά, μία Νηρηίδα επάνω σε έναν θαλάσσιο ταύρο φέρει ένα δώρο σε κουτί. Στα δεξιά της, η μητέρα της Αμφιτρίτης, η Δωρίς, προχωρά προς το ζευγάρι, ιππεύοντας ένα θαλάσσιο άλογο και κρατώντας δάδες γάμου σε κάθε χέρι, για να φωτίσει τον δρόμο της πομπής. [m 7] Στα δεξιά της είναι ένας ερωτιδεύς, πλάσμα που σχετίζεται με την Αφροδίτη. Πίσω από το γαμήλιο ζεύγος μία Νηρηίδα, συνοδευόμενη από δύο ακόμη ερωτιδείς και επάνω σε θαλάσσιο ίππο, φέρει άλλο ένα δώρο.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις και παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 010304645. Ανακτήθηκε στις 29  Ιανουαρίου 2023.
  2. 010304645. Ανακτήθηκε στις 26  Μαΐου 2022.
  3. The armour of the soldiers and horseman (from before the Marian Reforms of 107 BC), permits the scene to be dated to the second century BC (Coarelli (1968) and Stilp (2001))
  4. The first appears on the column erected by the consul Lucius Aemilius Paullus Macedonicus in honour of his victory at the Battle of Pydna in 168 BC
  5. Coarelli, Filippo (1987), I Santuari del Lazio in età repubblicana. NIS, Rome, pp 35-84.
  6. The context of the reliefs, their function and their date are not known with precision; numerous contradictory hypotheses have been produced on this subject.
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 7,5 7,6 7,7 Cels Saint-Hilaire 2011.
  8. Coarelli 2007, σελ. 267.
  9. 9,0 9,1 Coarelli 1968.
  10. 10,0 10,1 10,2 Stilp 2001.
  11. 11,0 11,1 11,2 De Chaisemartin 2003.
  12. The identity of the sculptor behind the statuary group is debated; the work is sometimes attributed to Scopas "the Elder" and sometimes to Scopas "the Younger" (Scopas Minor), a second century sculptor of the same name, and sometimes to neither sculptor without any other name being suggested. Only the Greek origin of sculptor seems to have consensus.

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύγχρονες πηγές :

Άλλες σύγχρονες πηγές :

  1. Bas-relief de Domitius Ahenobarbus au Louvre sur la base Atlas.
  2. M. Crawford, Roman Republic Coinage, Cambridge, 1974, p. 525
  3. André Piganiol, Ara Martis dans Mélanges d'archéologie et d'histoire, Vol. 51, 1934, p. 29
  4. Ségolène Demougin, La mémoire perdue : à la recherche des archives oubliées, publiques et privées, de la Rome antique, Publications de la Sorbonne, 1994, p. 132
  5. Elisabeth Deniaux, Rome, de la Cité-Etat à l'Empire : institutions et vie politique, IIème-Ier siècle av. J.-C., Hachette Éducation Technique, 2001
  6. J. Paul Getty Museum, Thesaurus Cultus Et Rituum Antiquorum, Getty Publications, 2004, p. 407
  7. Albert Grenier, Le Génie romain dans la religion, la pensée, l'art, Albin Michel, 1969, p. 278

Αρχαίες πηγές :

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γενικά Έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Cels Saint-Hilaire, Janine (2011). La République romaine: 133-44 av. J.-C. (στα Γαλλικά). Armand Colin. 
  • De Chaisemartin, Nathalie (2003). Rome - Paysage urbain et idéologie: Des Scipions à Hadrien (IIe s. av. J.-C.-IIe s. ap. J.-C.) (στα Γαλλικά). Armand Colin. 
  • Coarelli, Filippo (2007). Rome and environs: an archaeological guide. University of California Press. ISBN 978-0-520-07961-8. 

Ανάλυση των ανάγλυφων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Stilp, Florian (2001). Mariage et Suovetaurilia: étude sur le soi-disant " Autel de Domitius Ahenobarbus " (στα Γαλλικά). Rome: Giorgio Bretschneider. 
  • Coarelli, Filippo (1968). «L'" Ara di Domizio Enobarbo " e la cultura artistica in Roma nel II secolo a.C.» (στα it). Dialoghi di Archeologia 3: 302–368. 
  • Torelli, Mario (1992). Typology and Structure of Roman Historical Reliefs. University of Michigan Press. σελίδες 5–16.