Βυζαντινο-Βενετικός πόλεμος του 1171

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Βυζαντινο-Βενετικός πόλεμος του 1171 διεξήχθη μεταξύ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της Δημοκρατίας της Βενετίας ως αποτέλεσμα της φυλάκισης Βενετών εμπόρων και πολιτών σε όλη την Αυτοκρατορία από τους Ρωμαίους. Τότε 10.000 Βενετοί φυλακίστηκαν μόνο στη Ρωμαϊκή πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη. Παρά την προφανή βούληση του δόγη Mικιέλ να επιδιώξει μία ειρηνική λύση, η οργή στη Βενετία έστρεψε την κοινή γνώμη υπέρ του πολέμου πλήρους κλίμακας εναντίον της Ρωμανίας. Ο δόγης Mικιέλ δεν είχε άλλη επιλογή παρά να ξεκινήσει για πόλεμο, κάτι που έκανε στα μέσα του 1171. Μετά από αναποφάσιστες μάχες στην Εύβοια, ο Μικιέλ αναγκάστηκε να αποσύρει τον στόλο του στη Χίο. Μετά από αρκετούς μήνες στη Χίο, περιμένοντας την αποδοχή της Βενετικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη, άρχισε η πανώλη. Ωστόσο ο Αυτοκράτορας των Ρωμαίων Μανουήλ Α΄ Κομνηνός, που γνώριζε καλά την εξέλιξη του λοιμού, έπαυσε τις διαπραγματεύσεις. Οι Βενετοί προσπάθησαν να μετακινηθούν από νησί σε νησί για να αποφύγουν την επιδημία. Οι προσπάθειες του δόγη Μικιέλ ωστόσο απέβησαν άκαρπες και τον Μάιο του 1172 επέστρεψε στη Βενετία με ό,τι είχε απομείνει από τον στόλο. Οι Βενετοί ηττήθηκαν αποφασιστικά. [1]

Ο Μανουήλ Α΄ χρονοτρίβησε στις διαπραγματεύσεις του δόγη Μικιέλ, ώσπου η πανώλη αποδεκάτισε τον Βενετικό στόλο στο Αιγαίο.

Το ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σχέσεις μεταξύ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της Δημοκρατίας της Βενετίας είχαν πάρει μία απότομη τροπή προς το χειρότερο κατά τον 12ο αι. Μεταξύ των εκτεταμένων μεταρρυθμίσεων της Βενετικής Εκκλησίας και της άρνησης της Βενετίας να βοηθήσει τη Ρωμανία σε μία εισβολή στη νότια Ιταλία, ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Μανουήλ Α΄ Κομνηνός (κυβ. 1143–1180) ήταν όλο και πιο εχθρικός απέναντι στη βενετική κυβέρνηση. Κατ' αρχήν ο Mανουήλ Α΄ άρχισε να καλλιεργεί σχέσεις με τους κύριους εμπορικούς αντιπάλους της Βενετίας: τη Γένοβα και την Πίζα. Παραχώρησε επίσης σε αυτούς τους Ιταλούς τη δική τους συνοικία στην Κωνσταντινούπολη, πολύ κοντά στη Βενετική συνοικία, ανεβάζοντας ουσιαστικά τις ομάδες στην ίδια κοινωνική θέση εντός της Αυτοκρατορίας. Μία ημέρα ένας όχλος Βενετών εισέβαλε δραστικά στη συνοικία των Γενουατών, λεηλατώντας και σκοτώνοντας τους Γενουάτες, μέχρι που έφτασε η Αυτοκρατορική φρουρά για να αποκαταστήσει την τάξη. Αυτή η κατάφωρη πράξη ανυπακοής έπεισε τον Μανουήλ Α΄ ότι η Ρωμανία δεν χρειάζεται πλέον τη Βενετία ως σύμμαχο. Η γενουατική δύναμη ταίριαζε τώρα αντί αυτή της Βενετίας και φάνηκε ότι η Γένουα μπορούσε να προστατεύσει εξίσου αποτελεσματικά τα ελληνικά νερά όπως η Βενετία, και χωρίς την εμφανή αλαζονεία εκείνης. Στις αρχές του 1171 ο Μανουήλ Α΄ άρχισε να αναπτύσσει το σχέδιό του για τιμωρία. Έστειλε μυστικά μηνύματα σε αξιωματούχους σε όλη την Αυτοκρατορία να φυλακίσουν και να κατασχέσουν την περιουσία κάθε Βενετού που μπορούσαν να βρουν. Το σχέδιο κρατήθηκε μυστικό, ενώ ο Μανουήλ Α΄ συνέχισε να δέχεται Βενετούς πρεσβευτές, που απέστελνε ο δόγης Mικιέλ (κυβ. 1156–1172), λέγοντας ότι μετά τη λεηλασία των Γενουατών ένα τρίμηνο νωρίτερα, η Ρωμανία δεν θα επιδιώξει να εκδικηθεί τη Βενετία. Οι πρεσβευτές επέστρεφαν στη Βενετία με τα καλά νέα. Στις 12 Μαρτίου 1171 ο Μανουήλ Α΄ έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιό του. Βενετοί άνδρες, γυναίκες και παιδιά σε όλη την Αυτοκρατορία φυλακίστηκαν, η περιουσία τους κατασχέθηκε και τα αγαθά κρατούνταν από τοπικούς Ρωμαίους αξιωματούχους. Μόνο μία δράκα Βενετοί διέφυγαν. [2] Όταν έφτασαν τα νέα στη Βενετία, οι κάτοικοι ένοιωσαν έκπληξη, οργή και, τουλάχιστον, από την πλευρά του δόγη και των πρέσβεων, αμηχανία. Ο δόγης Μικιέλ κάλεσε σύσκεψη των υψηλών συμβούλων του, τους σοφούς (sapienti), για συνάντηση. Συνιστούσαν συντριπτικά στον δόγη να προχωρήσει με προσοχή. Πολλές από τις αναφορές που λάμβαναν από τη Ρωμανία ήταν φανταστικές, και θεώρησαν φρόνιμο να διαπιστώσουν πρώτα αν πολλά από αυτά τα γεγονότα ήταν αληθινά, και στη συνέχεια να εκτιμήσουν τη ζημιά. Ο δόγης συμφώνησε με αυτή την πορεία δράσης. Ωστόσο καθώς ο Mικιέλ άρχισε να εκθέτει τα σχέδιά του για να προσπαθήσει να λύσει το ζήτημα διπλωματικά, μία συνοδεία 20 βενετσιάνικων σκαφών, με μερικούς τυχερούς στρατιώτες που κατάφεραν να γλιτώσουν από τις συλλήψεις, έφτασαν στη βενετική λιμνοθάλασσα. Έλεγαν σπουδαίες ιστορίες για την προδοσία των Ρωμαίων και, καθώς οι πολίτες άρχισαν να βγαίνουν από τα σπίτια τους για να ακούσουν τις ιστορίες, οι ναύτες μπόρεσαν να ξεσηκώσουν την οργή του λαού, παρακινώντας τους ουσιαστικά να ζητήσουν εκδίκηση. Ο κόσμος συγκεντρώθηκε έξω από το δουκατικό Παλάτι, ζητώντας από τον δόγη να αναλάβει αντίποινα εναντίον των Ελλήνων. Ο Μικιέλ δεν είχε πολλές επιλογές και, ενάντια στην κρίση του ίδιου και των σαπιέντι, ξεκίνησε για πόλεμο. [3]

Η πορεία του Πολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Mικιέλ απέπλευσε με την αρμάδα του πρώτα στη Δαλματία, προκειμένου να ενισχύσει γρήγορα την κυριαρχία των Βενετών εκεί. Στη συνέχεια ο στόλος έπλευσε γύρω από την Πελοπόννησο και έδεσε σε ένα λιμάνι στο Νεγροπόντε (Εύβοια). Εκεί ο στόλος αποβιβάστηκε και άρχισε να πολιορκεί την πρωτεύουσα της νήσου, τον Εύριπο (νυν Χαλκίδα). Γρήγορα έγινε σαφές ότι η πόλη θα έπεφτε και, βλέποντας αυτό ο Ρωμαίος κυβερνήτης στο Νεγροπόντε οργάνωσε μία συνάντηση με τους Βενετούς ηγέτες. Σε αυτή τη συνάντηση οι Βενετοί κατέστησαν σαφές ότι επιθυμούν την ειρήνη. Έτσι, ως αντάλλαγμα για τους Βενετούς να άρουν την πολιορκία στον Εύριπο, ο κυβερνήτης συμφώνησε να στείλει ένα μήνυμα στην Κωνσταντινούπολη, προτρέποντας τον Αυτοκράτορα να κάνει ειρήνη. Περιμένοντας την απάντηση του Μανουήλ Α΄, ο Μικιέλ διέταξε τον στόλο του να αποσυρθεί στο νησί της Χίου στο ανατολικό Αιγαίο, όπου θα περίμεναν τον χειμώνα αναμένοντας την απάντηση του Μανουήλ Α΄. [4]

Ο Μανουήλ Α΄ ωστόσο δεν είχε στο μυαλό του την ειρήνη. Αρνήθηκε να δει τον απεσταλμένο του Mικιέλ και σε αντάλλαγμα, έστειλε έναν πρεσβευτή στον Βενετικό στόλο στη Χίο, ο οποίος μετέφερε στους Βενετούς ότι ο Αυτοκράτορας ήλπιζε να συνάψει ειρήνη και ότι ίσως στέλνοντας ο δόγης έναν άλλο απεσταλμένο στην Κωνσταντινούπολη, θα μπορούσε να επιλυθεί το θέμα. Το πραγματικό σχέδιο του Μανουήλ Α΄ ήταν να αποτρέψει την προώθηση των Βενετών, ενώ κέρδιζε χρόνο για να οργανώσει τις δυνάμεις του και να δημιουργήσει έναν στόλο ικανό να αντιμετωπίσει τους Βενετούς. Η οξύνοιά του λειτούργησε καλύτερα από το αναμενόμενο. Οι Βενετοί έστειλαν έναν άλλο απεσταλμένο στην Κωνσταντινούπολη και, λίγο μετά την αναχώρηση της πρεσβείας, ενέσκηψε μία καταστροφική επιδημία πανώλης στο βενετικό στρατόπεδο, που σκότωσε χιλιάδες μέσα στην πρώτη ημέρα. Η κοινή γνώμη στο βενετικό στρατόπεδο είχε αρχίσει επίσης να κλονίζεται εναντίον του δόγη, ο οποίος στην πρώτη του συνάντηση με τις Ρωμαϊκές δυνάμεις αποσύρθηκε ειρηνικά, χωρίς να προκαλέσει πραγματική ζημιά στον εχθρό· ο δόγης ήταν υπέρ μίας διπλωματικής λύσης και τώρα, μετά από μήνες αναμονής, είχε επισυμβεί ένας φοβερός λοιμός, καθώς όλοι περίμεναν μία ακόμη (πιθανή) διπλωματική λύση.

Τον Μάρτιο ο στόλος μετακινήθηκε στο νησί της Παναγίας, αλλά ακολούθησε η πανώλη. Αργότερα εκείνον τον μήνα η βενετική αντιπροσωπεία επέστρεψε από την Κωνσταντινούπολη με άσχημα νέα: της είχε αρνηθεί για άλλη μία φορά ακρόαση ο Μανουήλ Α΄, ωστόσο, ο Αυτοκράτορας υποσχέθηκε ότι εάν ο δόγης έστελνε μία τρίτη πρεσβεία, θα τη δεχόταν. Σε αυτό το σημείο ο δόγης ήταν σε άσχημη κατάσταση. Όλο και περισσότεροι από τους άνδρες του πέθαιναν κάθε μέρα και η επιδημία δεν είχε υποχωρήσει. Είχε λάβει ψιθύρους για ένα σχέδιο ρωμαϊκής επίθεσης στους Βενετούς στη θάλασσα ή στη Χίο, οπότε δεν πίστεψε ότι ο Μανουήλ Α΄ σκόπευε να κάνει ειρήνη μαζί του. Ωστόσο, αν ήταν σε θέση να αποτινάξει την πανώλη, ο στόλος του Mικιέλ ήταν ακόμη αρκετά μεγάλος, για να προκαλέσει προβλήματα στη Ρωμανία στο Αιγαίο. Ήλπιζε ότι με μία ακόμη πρεσβεία -και παρά την απειλή του λοιμού- θα ήταν δυνατό να πείσει τον Μανουήλ Α΄ να απελευθερώσει τουλάχιστον τους Βενετούς αιχμαλώτους. Έστειλε τον Ενρίκο Ντάντολο (τον μελλοντικό δόγη και αρχιτέκτονα της Δ΄ Σταυροφορίας ) και τον Φιλίππο Γκρέκο στην Ελληνική Αυλή. Ο Mικιέλ στη συνέχεια μετέφερε τον στόλο πρώτα στη Λέσβο και μετά στη Σκύρο. Τίποτε δεν επιβράδυνε την επιδημία. Καθώς όλο και περισσότεροι Βενετοί στρατιώτες πέθαιναν στο στρατόπεδο, έγινε ολοένα και πιο σαφές ότι ο στόλος δεν αποτελούσε πλέον καμία απειλή για τη Ρωμανία. Στην πραγματικότητα ο στόλος κινδύνευε πλέον ο ίδιος. Οι υπόλοιποι καταθλιμμένοι Βενετοί διέταξαν τον δόγη τους να τους επιστρέψει στην πατρίδα. [5]

Συνέπεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με την ολοκληρωτική καταστροφή του στόλου τους, οι Βενετοί έπλευσαν στην πατρίδα τους με ντροπή. Μπήκαν συνεσταλμένοι στο βενετικό λιμάνι τον Μάιο του 1172 και η κοινή γνώμη τέθηκε αμέσως εναντίον του δόγη. Αυτός κατηγορήθηκε όχι μόνο για την απώλεια ζωών και πλοίων, αλλά για το απόλυτο αίσχος και τον ευτελισμό της Βενετίας· ένας όχλος άρχισε να σχηματίζεται στον δρόμο. Ο δόγης είχε σπαταλήσει τον χρόνο των Βενετών με άχρηστους αντιπροσώπους και απεσταλμένους σε μία άκαρπη προσπάθεια να λύσει διπλωματικά ένα στρατιωτικό ζήτημα και δεκάδες χιλιάδες Βενετοί ήταν ακόμα φυλακισμένοι σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ο Mικιέλ προσπάθησε να αιτιολογηθεί στον όχλο, ωστόσο βρέθηκε μόνος και προσπάθησε να διαφύγει σε ένα θρησκευτικό ιερό στην πόλη, όπου τελικά τον πρόλαβε και τον μαχαίρωσε μοιραία ένας άνδρας, που ονομαζόταν Μάρκο Καζόλο. Αυτή η δολοφονία δεν βοήθησε στο να εκτονωθεί η οργή του βενετικού λαού. Αν μη τι άλλο, τον έθλιψε μόνο. Ο δολοφόνος του Μικιέλ εκτελέστηκε τότε δημόσια, αλλά και αυτό δεν έκανε τίποτε για να καθησυχάσει τον βενετικό λαό, ο οποίος τώρα είχε νιώσει λύπη. Το τέλος του δόγη είχε ως αποτέλεσμα την εκλογή 11 ανδρών σε μία επιτροπή, αποτελούμενη από τους παλιούς σαπιέντι, οι οποίοι με τη σειρά τους θα εξέλεγαν τον επόμενο δόγη. Η καταστροφική ήττα της Βενετίας σε αυτόν τον πόλεμο ήταν μία από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές γκάφες στην ιστορία αυτής της πόλης-κράτους και άλλαξε οριστικά τη θέση της Βενετίας στις εξωτερικές υποθέσεις. Μία επίσημη ανακωχή μεταξύ των δύο δυνάμεων δεν επικυρώθηκε παρά το 1177, με μικρές συμπλοκές να συνεχίζονται μέχρι τότε. [6]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Madden (2013). Venice: A New History. Penguin Group. σελίδες 85–92. ISBN 978-0147509802. 
  2. Herrin (2009). Byzantium: The Surprising Life of a Medieval Empire. Penguin Group. σελίδες 260. ISBN 978-0691143699. 
  3. Madden (2013). Venice: A New History. Penguin Group. σελίδες 85–87. ISBN 978-0147509802. 
  4. Madden (2013). Venice: A New History. Penguin Group. σελίδες 88. ISBN 978-0147509802. 
  5. Madden (2013). Venice: A New History. Penguin Group. σελίδες 89. ISBN 978-0147509802. 
  6. Madden (2013). Venice: A New History. Penguin Group. σελίδες 90–91. ISBN 978-0147509802. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Herrin, Judith (2007). Byzantium: The Surprising Life of a Medieval Empire. Great Britain: Penguin Group. ISBN 978-0691143699.
  • Madden, Thomas (2012). Venice: A New History. United States: Penguin Group. ISBN 978-0147509802.