Βιώσιμη κινητικότητα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η βιώσιμη κινητικότητα ορίζεται ως η βιώσιμη μετακίνηση ανθρώπων και αγαθών[1] στο αστικό και περιαστικό περιβάλλον. Η βιωσιμότητα έχει τρεις βασικές συνιστώσες: την περιβαλλοντική, την κοινωνική και την οικονομική. Αντιστοίχως μπορούν να αποδοθούν περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις στην έννοια της βιώσιμης κινητικότητας.

Ορισμοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εφαρμόζοντας τη βασική αρχή του ορισμού για τη βιώσιμη ανάπτυξη στην κινητικότητα, είναι δυνατόν να διατυπωθεί ότι βιώσιμη κινητικότητα είναι η κινητικότητα που ικανοποιεί τις ανάγκες μετακίνησης των σημερινών γενεών χωρίς να θέτει σε κίνδυνο το δικαίωμα των επόμενων γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες κινητικότητας. Όμως ο ορισμός αυτός είναι ασαφής και πιθανώς λανθασμένος. Π.χ. το γεγονός ότι κατασκευάζονται σήμερα σε μία πόλη αυτοκινητόδρομοι δεν στερεί το δικαίωμα στην επόμενη γενιά να τους χρησιμοποιήσει ως ποδηλατόδρομους, ως διαδρόμους για τη δημόσια συγκοινωνία, ως πεζόδρομους, ως χώρους πρασίνου, εν τέλει να διαχειριστεί τις ανάγκες κινητικότητάς της με τις δικές της αξίες και εμπνεύσεις.

Για μία σαφέστερη προσέγγιση της βιώσιμης κινητικότητας, θα πρέπει να αναζητηθούν οι πιθανές παράμετροι που χαρακτηρίζουν τη περιβαλλοντική, κοινωνική και οικονομική διάσταση της έννοιας:

  • Περιβαλλοντική βιωσιμότητα: αναφέρεται στην πρόκληση ρύπανσης από τις μεταφορικές δραστηριότητες σε ρυθμούς βιώσιμους, καθώς και στην χρήση ανανεώσιμων και μη φυσικών πηγών σε ρυθμούς βιώσιμους.
  • Κοινωνική βιωσιμότητα: αναφέρεται στην κοινωνική δικαιοσύνη σε αυτή τη γενιά στον τομέα των μεταφορών, δηλαδή στο δικαίωμα στην κινητικότητα των ανθρώπων. Αφορά όμως και μία ισοκατανομή του κόστους και των ωφελειών της κινητικότητας (όσο και της ίδιας της κινητικότητας) ανάμεσα στα αναπτυσσόμενα και τα αναπτυγμένα κράτη καθώς και ανάμεσα στα διάφορα κοινωνικά στρώματα.
  • Οικονομική βιωσιμότητα: αναφέρεται στην αναπροσαρμογή των έως σήμερα οικονομικών θεωρήσεων των μεταφορών (π.χ. τις φορολογήσεις και τις επιδοτήσεις των διαφόρων μεταφορικών μέσων, τις οικονομικές αναλύσεις που γίνονται για την εύρεση της οικονομικής σκοπιμότητας επενδύσεων σε μεταφορικά μέσα και υποδομές, τις αναλύσεις που γίνονται με στόχο τον υπολογισμό των οικονομικών ωφελειών από κάποιο νέο έργο υποδομής στον τομέα μεταφορών κ.ά.) ώστε να λαμβάνεται υπόψη το κριτήριο της ρύπανσης του περιβάλλοντος και της εξάντλησης των φυσικών πηγών. Όσον αφορά την τιμολόγηση του συστήματος των μεταφορών, το ζήτημα είναι αν ο κάθε χρήστης πληρώνει ή όχι το οριακό κοινωνικό κόστος της επιλογής του, ώστε να υπάρξει μια διαφοροποίηση στις τιμές των διάφορων μεταφορικών επιλογών που να αντικατοπτρίζει τις διαφορετικής σοβαρότητας περιβαλλοντικές επιπτώσεις κάθε μεταφορικού μέσου.

Η έννοια της βιώσιμης κινητικότητας μπορεί να είναι αντιφατική και αμφιλεγόμενη, ενώ πολλές φορές χρησιμοποιείται για την υλοποίηση πολιτικών μεταφορών που είναι αντικρουόμενες μεταξύ τους, τόσο στις αστικές όσο και στις υπεραστικές μεταφορές.

Η μετάβαση σε ένα βιώσιμο σύστημα μεταφορών στην Ευρώπη είναι μία διαδικασία ρευστή, η οποία έρχεται σε σύγκρουση με τη δραστηριότητα της αυτοκινητοβιομηχανίας και την εξάπλωση της ιδιοκτησίας και της χρήσης του ΙΧ αυτοκινήτου στις επιβατικές μεταφορές, καθώς και με τη διόγκωση των οδικών μεταφορών στις εμπορευματικές μεταφορές.

Για να υπάρξει βιώσιμη κινητικότητα, η πόλη του 21ου αιώνα πρέπει να εγκαταλείψει το μοντέλο του 20ού που στηριζόταν στο αυτοκίνητο και να στραφεί στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, στο ποδήλατο, στους πεζούς. Αυτό προϋποθέτει συνολική αναμόρφωση του οδικού περιβάλλοντος της πόλης, που µπορεί να επιτευχθεί µέσω χρηματοδότησης η οποία θα προέλθει από το ίδιο το αυτοκίνητο.[2]

Δράσεις και πολιτικές[3] που προάγουν τη βιώσιμη κινητικότητα εντοπίζονται σε πολεοδομικό επίπεδο (π.χ. πολιτικές χρήσεων γης, συνδυασμένου πολεοδομικού και κυκλοφοριακού σχεδιασμού), σε κυκλοφοριακό επίπεδο (π.χ. πολιτικές ήπιας κυκλοφορίας, ενίσχυσης ποδηλάτου-περπατήματος, προώθηση βιώσιμης δημόσιας συγκοινωνίας) και σε περιβαλλοντικό (π.χ. πολιτικές βελτίωσης του μικροκλίματος των οδών, μείωση φαινομένου αστικής θερμικής νησίδας, πράσινα οχήματα).

Ένα πρόσφατο εργαλείο στρατηγικού σχεδιασμού για τη βιώσιμη κινητικότητα στις ευρωπαϊκές πόλεις είναι το Σχέδιο Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Booz & Company (Μάρτιος 2012). «Study on the financing needs in the area of sustainable urban mobility» (PDF). ec.europa.eu/transport/themes/urban/studies. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουνίου 2016. 
  2. Βλαστός Θάνος, Μπακογιάννης Ευθύμιος (25 Σεπτεμβρίου 2009). «Βιώσιµη κινητικότητα, ποδήλατο και τοπική δηµοκρατία» (PDF). www.rhodes.gr. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουνίου 2016. [νεκρός σύνδεσμος]
  3. Interreg IVC- CYCLECITIES (24 Νοεμβρίου 2014). «PIRAEUS' CYCLING IMPLEMENTATION PLAN | Interreg IVC- CYCLECITIES». www.pireasnet.gr. Municipality of Piraeus. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουνίου 2016. [νεκρός σύνδεσμος]