Βασίλειος Βουδούρης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βασίλειος Βουδούρης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1840
Χαλκίδα
Θάνατος19  Νοεμβρίου 1910
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
καινοτόμος επιχειρηματίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΕυφροσύνη Μελά
ΓονείςΝικόλαος Μπουντούρης
ΑδέλφιαΣταμάτης Μπουντούρης
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΠρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων (1892–1895)
Υπουργός Ναυτικών της Ελλάδας (Μάρτιος 1905 – Ιουλίου 1905)
Υπουργός Στρατιωτικών της Ελλάδας (1905–1906)
μέλος της Βουλής των Ελλήνων
ΒραβεύσειςΧρυσός Σταυρός του Σωτήρος
Ταξιάρχης του Σωτήρος

Ο Βασίλειος Βουδούρης (1840 - 19 Νοεμβρίου 1910) ήταν Έλληνας επιχειρηματιας, κτηματίας και πολιτικός που διετέλεσε πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στη Χαλκίδα και ήταν γιος του Νικολάου Μπουντούρη, κτηματία και βουλευτή, και της Βασιλικής Γιουρδή. Καταγόταν από παραδοσιακές ναυτικές οικογένειες της Ύδρας και ήταν εγγονός του Βασίλειου Μπουντούρη. Το οικογενειακό επίθετο ήταν Μπουντούρης αλλά ο ίδιος, όπως και τα αδέρφια του, εμφανίζονται με το επώνυμο "Βουδούρης".

Κατά τη διάρκεια της ζωής του τιμήθηκε[1] με τον Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος και με τον Σταυρό των Ταξιαρχών.

Απεβίωσε στην Αθήνα στις 19 Νοεμβρίου 1910. Η νεκρώσιμη δοξολογία πραγματοποιήθηκε στη Μητρόπολη Αθηνών ενώ ανάμεσα σε αυτούς που την παρακολούθησαν ήταν ο τότε πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος. Ενταφιάστηκε στο μνήμα της οικογένειας στο κτήμα του Βατώντα Εύβοιας. Ήταν παντρεμένος με την Ευφροσύνη Μελά, κόρη του Λεόντος Μελά, και δεν είχαν αποκτήσει παιδιά. Ανίψια του ήταν οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας Νικόλαος Στράτος και Νικόλαος Καλογερόπουλος ενώ κληρονόμος της τεράστιας περιουσίας του ήταν ο αδελφός του Δημήτριος Μπουντούρης, υποναύαρχος του Πολεμικού Ναυτικού.

Πολιτική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1866 εξελέγη δημαρχιακός πάρεδρος στο δήμο Χαλκίδας. Εξελέγη[2] για πρώτη φορά βουλευτής Χαλκίδας στις εθνικές εκλογές του 1868 με το κόμμα του Δημήτριου Βούλγαρη. Επανεξελέγη[2] στις εκλογές του 1872 με το ίδιο κόμμα αλλά στη συνέχεια πολιτεύθηκε με το κόμμα του Επαμεινώνδα Δεληγεώργη, με το οποίο και εξελέγη βουλευτής στις εκλογές του 1873 και 1875. Μετά το θάνατο του Δεληγεώργη συνεργάστηκε[1] με το κόμμα του Χαριλάου Τρικούπη εκλεγόμενος[2] βουλευτής στις εκλογές του 1879, του 1881, του 1882, του 1885, του 1887 και του 1892. Στις εκλογές του 1890 αν εξελέγη, η εκλογή του ακυρώθηκε. Μετά τον θάνατο του Τρικούπη συνεργάστηκε με τον Γεώργιο Θεοτόκη και τον Δημήτριο Ράλλη εκλεγόμενος[3] βουλευτής στις εκλογές του 1899, του 1902, του 1905, του 1906 και του 1910.

Το 1892 εξελέγη πρόεδρος[1] της Βουλής των Ελλήνων, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι και το 1895. Προηγουμένως είχε διατελέσει γραμματέας και αντιπρόεδρος του προεδρείου της Βουλής. Στην κυβέρνηση Γεωργίου Θεοτόκη είχε χρηματίσει υπουργός ναυτικών (1899 - 1901) ενώ σε αυτή του Δημήτριου Ράλλη υπουργός ναυτικών (1905) και αργότερα υπουργός στρατιωτικών.

Επιχειρηματική δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπήρξε ιδιοκτήτης[1] τεράστιων εκτάσεων στον Βατώντα της Εύβοιας, όπου και διατηρούσε έπαυλη, η οποία υπάρχει μέχρι και σήμερα. Παράλληλα συμμετείχε[1] σε αρκετές μεταλλευτικές επιχειρήσεις στον Βατώντα και το Μαντούδι με κύριο εξορυσσόμενο μετάλλευμα τον λευκόλιθο, τον οποίο εξήγαγε στην Ευρώπη και την Αμερική. Από την δραστηριότητά του αυτή σε συνδυασμό με άλλου είδους[1] επενδύσεις (τοκογλυφία, μεσολάβηση στην εκτέλεση δημοσίων έργων) είχε καταφέρει να αποκτήσει τεράστια περιουσία, με την οποία και στήριζε την πολιτική του καριέρα. Από το 1877 ήταν τακτικό μέλος του Γεωργικού Συμβουλίου Εύβοιας.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]