Βαν Γκογκ αυτοπροσωπογραφία (1889)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυτοπροσωπογραφία
ΟνομασίαΑυτοπροσωπογραφία
ΔημιουργόςQ5582
Έτος δημιουργίας1889
ΕίδοςΛάδι σε μουσαμά
Ύψος65 εκ.
Πλάτος54 εκ.
ΜουσείοMusée d'Orsay, Παρίσι
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα

Η Αυτοπροσωπογραφία είναι μια ελαιογραφία σε καμβά του 1889 του μετα-ιμπρεσιονιστή ζωγράφου Βίνσεντ βαν Γκογκ. Ο πίνακας, ο οποίος μπορεί να είναι η τελευταία αυτοπροσωπογραφία του Βαν Γκογκ, ζωγραφίστηκε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, λίγο πριν φύγει από το Σεν Ρεμί ντε Προβάνς στην Νότια Γαλλία.[1][2][3]

Πίνακας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτή η αυτοπροσωπογραφία ήταν μια από τις περίπου 40 που παρήγαγε ο Βαν Γκογκ κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 10 ετών και αποτελούν ένα σημαντικό μέρος του έργου του ως ζωγράφος.[1][2] Ζωγράφιζε τον εαυτό του γιατί συχνά δεν είχε χρήματα για να πληρώσει για μοντέλα.[4] Πήρε τον πίνακα μαζί του στο Auvers-sur-Oise κοντά στο Παρίσι, όπου τον έδειξε στον Δρ Πωλ Γκασέ που θεώρησε πως ήταν «απολύτως φανατικό».[2][5] Οι ιστορικοί της τέχνης είναι διχασμένοι ως προς το αν αυτός ο πίνακας ή η Αυτοπροσωπογραφία χωρίς γενειάδα είναι η οριστική αυτοπροσωπογραφία του Βαν Γκογκ. Ο Ίνγκο Φ. Ουάλθερ και ο Ιάν Χάλσκερ θεωρούν ότι αυτή είναι η τελευταία, με τον Χάλσκερ να θεωρεί πως ζωγραφίστηκε στην Αρλ μετά τον εγκλεισμό του Βαν Γκογκ στο άσυλο μετά τον ακρωτηριασμό του αυτιού του, όταν ο Ρόναλντ Πινκβάνς θεωρεί πως το έργο Αυτοπροσωπογραφία χωρίς γενειάδα ότι είναι η τελευταία του.[2][6]

Ο Βαν Γκογκ έστειλε αυτόν τον πίνακα στο νεώτερο αδελφό του, τον έμπορο έργων τέχνης Τεό. Η συνοδευτική επιστολή του έχει ως εξής: «Θα πρέπει να μελετήσεις [τον πίνακα] για λίγο χρόνο. Ελπίζω να παρατηρήσεις ότι οι εκφράσεις του προσώπου μου έχουν γίνει πολύ πιο ήρεμες, αν και τα μάτια μου έχουν το ίδιο ανασφαλές βλέμμα όπως και πριν, ή έτσι μου φαίνεται. ».[7]

Οι ιστορικοί της τέχνης Ίνγκο Φ. Ουάλθερ και Ράινερ Μέτζγκερ θεωρούν ότι «ο πίνακας δεν έχει μια όμορφη πόζα ούτε ρεαλιστική... [είναι] μια στάση που δείχνει μεγάλο κίνδυνο, μεγάλη αναταραχή, για να είναι σε θέση να κρατήσει την ταραχή και το τρέμουλό του υπό έλεγχο.»[8] Σύμφωνα με τον Μπέκετ τα χρώματα που διαλύονται και ταυτόχρονα τα ταραχώδη μοτίβα σηματοδοτούν μια αίσθηση έντασης και πίεσης, που συμβολίζουν την νοητική κατάσταση του καλλιτέχνη, η οποία είναι κάτω από μια ψυχική, σωματική και συναισθηματική πίεση.[9]

Το Μουσείο Musée d'Orsay στο Παρίσι, που έχει τον πίνακα από το 2015, θεωρεί ότι «η ακινησία του μοντέλου έρχεται σε αντίθεση με τα κυματιστά μαλλιά και γενειάδα, που αντηχεί και ενισχύεται από τα παραισθησιογόνα αραβουργήματα του φόντου».[1] Το μουσείο απέκτησε τον πίνακα το 1986.[10]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 «Vincent Van Gogh: Self-portrait». Musée d'Orsay. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Οκτωβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2015. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Walther 2000, σελ. 74.
  3. «Van Goghself-portrait». www.google.com. 
  4. «Vincent's Self-Portraits». Μουσείο Βαν Γκογκ. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Φεβρουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2015. 
  5. Denvir 1994, σελ. 100.
  6. Pickvance 1986, σελ. 130.
  7. Walther 2000, σελ. 72.
  8. Walther & Metzger 2000, σελ. 72.
  9. Beckett (1994), σελ. 273
  10. «Vincent Van Gogh: Portrait de l'artiste». Musée d'Orsay. Ανακτήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2015. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε ακόμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]