Αυλικό Συμβούλιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Συνάντηση του Αυλικού Συμβουλίου, περίπου του 1700.

Το Αυλικό Συμβούλιο (από το λατινικό aula, δικαστήριο στη φεουδαρχική γλώσσα) ήταν αρχικά ένα εκτελεστικό-δικαστικό συμβούλιο στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.[1]

Γνωστό στα γερμανικά ως Reichshofrat (κυριολεκτικά σημαίνει Δικαστικό Συμβούλιο της Αυτοκρατορίας) ήταν ένα από τα δύο ανώτατα δικαστήρια της αυτοκρατορίας, ενώ το άλλο ήταν το Αυτοκρατορικό Δικαστικό Επιμελητήριο (γερμανικά: Reichskammergericht).[1] Είχε όχι μόνο συντρέχουσα αρμοδιότητα με το τελευταίο αυτό δικαστήριο, αλλά σε πολλές περιπτώσεις αποκλειστική δικαιοδοσία, σε όλες τις φεουδαρχικές διαδικασίες, και σε ποινικές υποθέσεις, έναντι των φοιδεράτων του αυτοκράτορα και σε υποθέσεις που αφορούσαν την αυτοκρατορική κυβέρνηση.

Δημιουργημένο κατά τον Ύστερο Μεσαίωνα ως έμμισθο Συμβούλιο του Αυτοκράτορα, οργανώθηκε στη μεταγενέστερη μορφή του από τον Μαξιμιλιανό Α' το 1497, ως αντίπαλο προς το Δικαστήριο του Αυτοκρατορικού Επιμελητηρίου, το οποίο του είχε επιβληθεί από την Αυτοκρατορική Δίαιτα.[2] Αποτελούνταν από έναν πρόεδρο, έναν αντιπρόεδρο, ένα πρύτανη, και 18 συμβούλους, οι οποίοι ήταν όλοι επιλεγμένοι και πληρώνονταν από τον αυτοκράτορα,[1] με εξαίρεση τον πρύτανη, ο οποίος διοριζόταν από τον Εκλέκτορα του Μάιντς.[2] Από τους 18 συμβούλους, οι έξι ήταν Προτεστάντες, των οποίων οι ψήφοι, όταν ήταν ομόφωνοι, ήταν ένα αποτελεσματικό βέτο, έτσι ώστε διατηρούνταν σε κάποιο βαθμό μια θρησκευτική ισοτιμία.[2] Η έδρα του Αυλικού Συμβουλίου ήταν στην Αυτοκρατορική κατοικία, στην Βιέννη. Μετά το θάνατο του Αυτοκράτορα, το Συμβούλιο διαλύονταν και έπρεπε να ανασυσταθεί από τον διάδοχό του.[2] Τα κέρδη του Ναπολέοντα μετά την μάχη του Άουστερλιτς και την Ειρήνη του Πρέσμπουργκ κορυφώθηκαν με το τέλος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και το Αυλικό Συμβούλιο έπαψε να υφίσταται το 1806.[2] Ένα πολεμικό συμβούλιο με το ίδιο όνομα δημιουργήθηκε στην Αυστριακή Αυτοκρατορία.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Barker, Ernest (1911). «Aulic Council». Encyclopædia Britannica 2. https://en.wikisource.org/wiki/1911_Encyclop%C3%A6dia_Britannica/Aulic_Council. Ανακτήθηκε στις 2015-12-02. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Gilman, D. C., Thurston, H. T., Colby, F. M., επιμ. (1905). «Aulic Council». The New International Encyclopaedia 2: 253. https://archive.org/stream/newinternational02gilm#page/n297/mode/2up. Ανακτήθηκε στις 2015-12-02. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές και αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμα: Gilman, D. C., Thurston, H. T., Colby, F. M., επιμ. (1905). "Aulic Council". New International Encyclopedia (1η έκδοση). Νέα Υόρκη: Dodd, Mead.
  •  Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμαChisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Aulic Council» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press