Αστεροσκοπείο του Βελιγραδίου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 44°48′13.0″N 20°30′28.8″E / 44.803611°N 20.508000°E / 44.803611; 20.508000

Ο θόλος του μεγάλου διοπτρικού τηλεσκοπίου. Πάνω από τη θύρα διακρίνεται ανάγλυφο που παριστάνει τον αρχαιοελληνικό θεό Ήλιο με το άρμα του

Το Αστεροσκοπείο του Βελιγραδίου είναι ένα αστεροσκοπείο που βρίσκεται στο ανατολικό μέρος του Βελιγραδίου, στη Σερβία, μέσα στο φυσικό περιβάλλον του δάσους του λόφου Ζβέζνταρα. Το υψόμετρο της τοποθεσίας είναι 253 μέτρα πάνω από τη μέση επιφάνεια της θάλασσας, ενώ οι γεωγραφικές συντεταγμένες του είναι πλάτος 44° 48΄ 13΄΄ βόρειο και μήκος 20° 30΄48΄΄ ανατολικό.

Από τα παλαιότερα αστρονομικά ερευνητικά κέντρα στα Βαλκάνια, το Αστεροσκοπείο του Βελιγραδίου διακρίθηκε κατά το παρελθόν για τις έρευνές του στους τομείς της αστρομετρίας, της γεωδαισίας και των ανακαλύψεων αστεροειδών, ενώ το μεγάλο διοπτρικό του τηλεσκόπιο των 65 εκατοστών είναι ένα από τα μεγαλύτερα διοπτρικά της Ευρώπης.

Ιστορικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κτήριο που στέγαζε το «Αστρονομικό και μετεωρολογικό παρατηρητήριο» του Βελιγραδίου από το 1891 μέχρι το 1924.

Το διάταγμα της ιδρύσεως του Αστεροσκοπείου υπογράφηκε στις 26 Μαρτίου 1887 από τον υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων του Βασιλείου της Σερβίας Μίλαν Κούγιουντζιτς. Η ίδρυσή του ήταν μία πρωτοβουλία του Μίλαν Νεντέλκοβιτς, καθηγητή στη «Μεγάλη Σχολή» (το σημερινό Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου), ο οποίος με την ίδρυση του αστεροσκοπείου, διορίσθηκε ως ο πρώτος διευθυντής του. Τα πρώτα 4 χρόνια, μέχρι την άνοιξη του 1891, το Αστεροσκοπείο στεγαζόταν προσωρινά σε μία ενοικιασμένη οικία, στην οποία είχε αρχίσει τις αστρονομικές του δραστηριότητες ο Νεντέλκοβιτς ήδη από το 1871. Στη συνέχεια, το ίδρυμα απέκτησε δικό του κτήριο, που είχε κατασκευασθεί στο μεταξύ: πρόκειται για το σημερινό «Μετεωροσκοπείο» στο Πάρκο Καραγεώργη (Karadjordje). Στο μικρό μουσείο αυτού του κτίσματος υπάρχει, από τον εορτασμό της εκατονταετηρίδας του Αστεροσκοπείου και μετά, μια αίθουσα αφιερωμένη στις ρίζες της Αστρονομίας στη Γιουγκοσλαβία. Εκτός από την αστρονομία και τη μετεωρολογία, το νέο ίδρυμα υπήρξε το λίκνο των σεισμολογικών και γεωμαγνητικών ερευνών στη Σερβία. Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, και ειδικότερα της Αυστροουγγρικής Κατοχής, το Αστεροσκοπείο του Βελιγραδίου ήταν υπό τη διοίκηση του Βιεννέζου Βίκτορ Κόνραντ. Κατά την αποχώρησή τους από το Βελιγράδι, οι Αυστριακοί πήραν μαζί τους ή κατέστρεψαν όλα τα όργανα. Ωστόσο, ο Νεντέλκοβιτς κατόρθωσε να αποκτήσει στη Γερμανία, υπό μορφή πολεμικών αποζημιώσεων, έναν αριθμό οργάνων κατάλληλων για το αστεροσκοπείο. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει το μεγάλο διοπτρικό τηλεσκόπιο Zeiss, με διάμετρο αντικειμενικού φακού 65 εκατοστά και εστιακή απόσταση (που για τα διοπτρικά τηλεσκόπια αντιστοιχεί περίπου στο μήκος του οργάνου) 10,55 μέτρα. Είναι παρόμοιο με το μεγάλο διοπτρικό τηλεσκόπιο στην Πεντέλη, αλλά λίγο μεγαλύτερο (το ελληνικό έχει διάμετρο 62,5 εκατοστά και εστιακή απόσταση 9,1 μέτρα). Μόνο 6 διοπτρικά τηλεσκόπια στην Ευρώπη είναι μεγαλύτερα αυτού του Βελιγραδίου. Το 1924 το ίδρυμα χωρίσθηκε σε δύο: στο Αστεροσκοπείο και στο Μετεωρολογικό Παρατηρητήριο του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου. Διευθυντής του Αστεροσκοπείου διορίσθηκε το 1926 ο Βόισλαβ Μίσκοβιτς, που ήδη είχε αρχίσει τη σταδιοδρομία του στο εξωτερικό, στο Αστεροσκοπείο της Νίκαιας, και είχε την ίδια χρονιά τιμηθεί με ένα βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας για τις μελέτες του στη στατιστική των αστέρων. Το 1929 ο Μίσκοβιτς πέτυχε τη χρηματοδότηση της κατασκευής ενός νέου, σύγχρονου συγκροτήματος για το Αστεροσκοπείο σε εντελώς νέα τοποθεσία, σε απόσταση 6 χιλιομέτρων νοτιοανατολικά του κέντρου της πόλεως και σε έκταση 45 στρεμμάτων. Επρόκειτο για τον ύψους 253 μέτρων λόφο Βέλικι Βράτσαρ, που από τότε ονομάστηκε, μαζί με το γειτονικό του τμήμα του Βελιγραδίου, «Ζβέζνταρα» (= που αφορά τα άστρα, «Αστρινός»). Το νέο συγκρότημα σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Γιαν Ντούμποβι, ο οποίος χάρη σε αυτό ακριβώς το έργο πήρε το διδακτορικό του στην Πράγα. Οι κατασκευαστικές εργασίες έγιναν από το 1930 μέχρι το 1932, και τα όργανα τοποθετήθηκαν κατά την επόμενη διετία.

Επίσης ο Μίσκοβιτς άρχισε την έκδοση των πρώτων εντύπων του Αστεροσκοπείου, της επετηρίδας Annuaire de l’ Observatoire Astronomique de Belgrade (6 τόμοι, 1929-1934) και των Memoires de l’ Observatoire Astronomique de Belgrade (5 τόμοι, από το 1932 ως το 1949), που περιείχαν μεταξύ άλλων τους νέους αστεροειδείς που ανακαλύπτονταν. Ταυτόχρονα εκδίδονταν δύο αλμανάκ, το Nauticki godisnjak («Ναυτικό αλμανάκ», 1934-1941) και το Godisnjak Naseg Neba («Αλμανάκ των ουρανών μας», περίοδοι 1930-1941 και 1948-1952). Το 1935 οργανώθηκε η Υπηρεσία Χρόνου και Γεωγραφικού Μήκους, ενώ το 1936 ο Μίσκοβιτς, βοηθούμενος από τον Μίλοραντ Πρότιτς, οργάνωσε την Υπηρεσία Αστεροειδών και Ηλιακών Παρατηρήσεων. Η ανακάλυψη του αστεροειδούς 1564 Σερβία το ίδιο έτος σημείωσε την αρχή μιας σειράς ανακαλύψεων 40 συνολικά από αυτούς τους μικρούς πλανήτες του Ηλιακού Συστήματος από αστρονόμους του Βελιγραδίου. Μάλιστα ο αστεροειδής υπ' αριθ. 1700 ονομάσθηκε «Ζβέζνταρα».

Από τον Ιούλιο του 1941, στο Αστεροσκοπείο είχαν καταλύσει Γερμανοί στρατιωτικοί. Κατά την αποχώρηση των Γερμανικών στρατευμάτων κατοχής το 1944, ιδιαίτερα σοβαρές ζημιές έπαθαν το κύριο οικοδόμημα, ο πύργος της υδατοδεξαμενής και το οικοδόμημα που στέγαζε το μεγάλο διοπτρικό τηλεσκόπιο. Η ανακατασκευή τους, καθώς και η αποκατάσταση των υπόλοιπων ζημιών, άρχισε αμέσως μετά τον πόλεμο. Το Αστεροσκοπείο υπαγόταν, όπως και προπολεμικά, στο Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου, αλλά στη συνέχεια πέρασε στη δικαιοδοσία της Σερβικής Ακαδημίας Επιστημών (μέχρι τον Δεκέμβριο του 1950), κατόπιν της Επιτροπής Επιστημονικών Ιδρυμάτων και Ανώτερων-Ανώτατων Σχολών της Σερβίας, και τέλος από τις 27 Μαρτίου 1954 αποτελεί αυτόνομο ίδρυμα με ανεξάρτητη χρηματοδότηση κατευθείαν από τον δημόσιο προϋπολογισμό της Σερβίας (από τις 12/5/1992 από το Υπουργείο Επιστήμης και Τεχνολογίας).

Το 1948 τη θέση του διευθυντή του Αστεροσκοπείου του Βελιγραδίου κατέλαβε ο διασημότερος από τους κατά καιρούς διευθυντές του, ο ακαδημαϊκός Μιλουτίν Μιλάνκοβιτς (1879–1958). Ο Μιλάνκοβιτς κατέχει μία θέση στην ιστορία της Επιστήμης για την εξήγηση του φαινομένου των Εποχών των Παγετώνων («Κύκλοι του Μιλάνκοβιτς»). Στη διάρκεια της θητείας του (1949) ολοκληρώθηκε το Περίπτερο της Αστρογεωδαισίας, που είχε αρχίσει να κτίζεται προπολεμικά.

Το 1951 ο Π. Ντζούρκοβιτς οργάνωσε την ομάδα για τους διπλούς αστέρες, η οποία έχει ανακαλύψει ως τώρα πάνω από 200 διπλούς και πολλαπλούς αστέρες. Επίσης συστήθηκε Υπηρεσία για την έρευνα των μεταβλητών αστέρων από τον Βασίλιε Οσκανιάν, που απετέλεσε τη βάση για μία αιφνίδια ανάπτυξη των αστροφυσικών ερευνών, οι οποίες αργότερα προσανατολίσθηκαν προς την ηλιακή φυσική και τη φασματοσκοπία. Το 1973 άρχισαν έρευνες των μακροπερίοδων πολωσιμετρικών μεταβολών σε θερμούς αστέρες με γραμμές εκπομπής (γνωστοί ως αστέρες Be), με στόχο τη μελέτη των φυσικών χαρακτηριστικών των ατμοσφαιρών και των θυλάκων αερίου αυτών των σωμάτων. Το 1984 άρχισε έρευνα στη Φασματοσκοπία αστροφυσικών πλασμάτων, με ιδιαίτερη έμφαση των επιδράσεων των συγκρούσεων σωματιδίων στα σχήματα των φασματικών γραμμών, στο ηλιακό και στα αστρικά φάσματα. Το 1985 ο Γκόικο Ντζουράσεβιτς ξεκίνησε τη δημιουργία προτύπων (μοντέλων) για διπλά αστρικά συστήματα των οποίων τα μέλη βρίσκονται πολύ κοντά το ένα στο άλλο.

Η έμφαση που προσέδιδε παραδοσιακά το Αστεροσκοπείο του Βελιγραδίου στον μάλλον ασυνήθιστο κλάδο της Αστρογεωδαισίας επιβραβεύθηκε, όταν η Υπηρεσία Χρόνου και Γεωγραφικού Μήκους άρχισε από το 1962 να συνεργάζεται με τη Διεθνή Υπηρεσία Κινήσεων του Πόλου. Το 1963, μετά από συμφωνία με το στρατιωτικό γεωγραφικό ίδρυμα, το Αστεροσκοπείο απέκτησε μια συστοιχία ωρολογίων χαλαζία μαζί με τον σχετικό εξοπλισμό, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα το Αστεροσκοπείο να συγκαταλέγεται ανάμεσα στα 10 κορυφαία της Ευρώπης από αυτή την πλευρά. Το 1991, ατομικά ωρολόγια καισίου του Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Μέτρων και Πολύτιμων Μετάλλων εγκαταστάθηκαν σε ένα μονωμένο υπόγειο 10 μέτρα κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, στο κύριο οικοδόμημα του Αστεροσκοπείου, μέχρι το 1997. Με αυτά το Αστεροσκοπείο κρατούσε για την περίοδο εκείνη τον γιουγκοσλαβικό πρότυπο χρόνο.

Κατά την περίοδο 1957-1959 τοποθετήθηκαν τα τρία μεγάλα θεμελιώδη όργανα, με τα οποία το Αστεροσκοπείο κατέστη ένα από τα καλύτερα εξοπλισμένα σε όλο τον κόσμο για έρευνα στο πεδίο της θεμελιώδους αστρομετρίας. Επιπρόσθετα, κατασκευάστηκε ένας αριθμός από βοηθητικά εργαλεία, ένα κτήριο κατοικίας και ένας δρόμος, ενώ η έκταση του χώρου του Αστεροσκοπείου αυξήθηκε από 45 στα σημερινά 100 στρέμματα. Η έρευνα στην αστρομετρία μοιράσθηκε σε τρεις νέες επιστημονικές ομάδες: την Ομάδα Σχετικών Συντεταγμένων, την Ομάδα Απόλυτων Ορθών Αναφορών (με το μεγάλο όργανο διαβάσεων) και την Ομάδα Απόλυτων Αποκλίσεων (με τον μεγάλο κάθετο κύκλο). Στην πορεία των τελευταίων 30 ετών, επτά παρατηρησιακοί κατάλογοι θέσεων άστρων συντάχθηκαν με τον μεγάλο μεσημβρινό κύκλο, όλοι τους ως μέρη διεθνών παρατηρησιακών προγραμμάτων. Το 1989 άρχισαν συντονισμένες διεπιστημονικές έρευνες σχετικά με τη μεταβολή των μέσων γεωγραφικών συντεταγμένων του Βελιγραδίου. Αυτές οι έρευνες διεξάγονται τόσο στο ίδιο το Αστεροσκοπείο όσο και σε ορισμένα ιδρύματα που ασχολούνται με το πεδίο της Γεωδαισίας, του Γεωμαγνητισμού και της Σεισμολογίας.

Το 1970, σύμφωνα με ένα σχέδιο που συνέλαβε ο Λιούμπισα Α. Μίτιτς, το μεγάλο όργανο διαβάσεων εφοδιάσθηκε με ένα σύστημα σημείων κενού, μοναδικό στον κόσμο, που οδήγησε την ακρίβεια των μετρήσεών του να φθάσει στο θεωρητικό της όριο. Με αυτό το όργανο εκπονήθηκε ο πρώτος κατάλογος Απόλυτων Ορθών Αναφορών του Αστεροσκοπείου, που περιέχει 308 αστέρες.

Το 1994 έγινε μια αναδιοργάνωση της εσωτερικής δομής του ιδρύματος και δημιουργήθηκαν τα εξής τρία τμήματα: Τμήμα Αστροφυσικής, Τμήμα Δυναμικής Αστρονομίας και Τμήμα Αστρομετρίας. Από το 1997 και εξής, το δελτίο Bulletin astronomique de Belgrade βρίσκεται στο διαδίκτυο μέσα από το διεθνές Σύστημα Αστρονομικών Δεδομένων (Astronomical Data System, ADS).

Σημερα το Αστεροσκοπείο του Βελιγραδίου απασχολεί περίπου 52 εργαζόμενους, από τους οποίους οι 39 είναι ερευνητές.

Στο όρος Βιντογιέβιτσα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σήμερα έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή ενός νέου Αστρονομικού Σταθμού του Αστεροσκοπείου του Βελιγραδίου στην κορυφή του βουνού Βιντογέβιτσα (υψόμετρο 1155 μέτρα) στη νότια-κεντρική Σερβία, όπου εγκαταστάθηκε ένα κατοπτρικό τηλεσκόπιο 60 εκατοστών από την άνοιξη του 2011.[1] Το νέο τηλεσκόπιο ονομάστηκε «Νεντέλκοβιτς», στη μνήμη του ιδρυτή και πρώτου διευθυντή του Αστεροσκοπείου. Στην επόμενη φάση, στόχος είναι να εγκατασταθεί στην κορυφή Βιντογέβιτσα ένα ρομποτικό τηλεσκόπιο 1,5 μέτρου[2], στο οποίο θα δοθεί το όνομα του Μιλάνκοβιτς[3] και θα είναι ενσωματωμένο στο παγκόσμιο δίκτυο ρομποτικών τηλεσκοπίων. Οι γεωγραφικές συντεταγμένες του νέου Σταθμού είναι πλάτος 43° 08΄ 25΄΄ και μήκος 21° 33΄ 20΄΄.

Διατελέσαντες διευθυντές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Dimitrijevic, Milan S. & Μανιμάνης, Βασίλειος Ν.: «Το Αστεροσκοπείο του Βελιγραδίου», Περισκόπιο της Επιστήμης, τεύχος 246 (Ιανουάριος 2001), σσ. 88-93

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]