Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αντώνιος Κομούτος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αντώνιος Κομούτος
Ο Αντώνιος Κομούτος στο Εθνικόν Ημερολόγιον του Κωνσταντίνου Σκόκου του 1896
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Αντώνιος Κομούτος (Ελληνικά)
Γέννηση1748
Ζάκυνθος
Θάνατος1833
Ζάκυνθος
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός

Ο Αντώνιος Δημητρίου Κομούτος (1748 - 1833) ήταν Ζακυνθινός λόγιος του 18ου αιώνα.

Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1748, γόνος της ιστορικής οικογένειας των Κομούτων. Με Βυζαντινή καταγωγή οι Κομούτοι, έφυγαν μετά την άλωση της Πόλης και κατέφυγαν στην Κρήτη. Ύστερα πέρασαν στη Μεθώνη και το 1500, λίγο πριν πέσει το κάστρο, στη Ζάκυνθο. Το όνομά τους καταγράφηκε στο Libro d'oro (Χρυσή Βίβλος) το 1520. Από τότε και για τρεις αιώνες, η οικογένεια έδωσε στην κοινωνία πολλούς επιστήμονες, στρατιωτικούς, πολιτικούς και λόγιους. Ο Αντώνιος Δημητρίου Κομούτος ήταν ο τελευταίος των Κομούτων. Νομικός και φιλόλογος, τιμήθηκε μετά το θάνατο του Σπυρίδωνος-Γεωργίου Θεοτόκη, το 1803, με το υπέρτατο αξίωμα του Πρίγκηπος της Επτανήσου Πολιτείας και Προέδρου της Γερουσίας. Υπήρξε στυλοβάτης της αγγλόφιλης πολιτικής παράταξης στη Ζάκυνθο. Το 1815, επειδή δεν είχε παιδιά, υιοθέτησε το Γεώργιο Δατσέντο, ταπεινής καταγωγής, στον οποίο κληροδότησε το όνομά του και όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του.

Ο γιος του, κόμης Γεώργιος Κομούτος πλέον, πήρε μεγάλη μόρφωση, εξελέγη δε και βουλευτής το 1845 και πέθανε το 1865. Εικάζεται ότι ήταν ο πρώτος που εφάρμοσε τη θείωση των σταφιδάμπελων στα Επτάνησα.

Το αρχοντικό Κομούτου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το αρχοντικό Κομούτου ήταν ένα από τα παλαιότερα, μεγαλύτερα και χαρακτηριστικότερα αρχοντικά, διατηρημένο σε πολύ καλή κατάσταση, η κατασκευή του οποίου μπορεί να τοποθετηθεί στα τέλη του 17ου ή τις αρχές του 18ου αιώνα. Χτισμένο στα δυτικά της πλατείας Αγίου Μάρκου Ζακύνθου στη γωνία των σημερινών οδών Μαντζάρου και Κομούτου, ξεχώριζε για τον ιδιότυπο και χαρακτηριστικό ρυθμό του. Καταλάμβανε όλη τη βορειοδυτική γωνία που σχηματίζουν οι σημερινοί οδοί Κολυβά και Μαντζάρου και αποτελείτο από ισόγειο, μεσοπάτωμα. α' και β' όροφο με εξωτερικές διαστάσεις περίπου 16x27 μέτρα. Απέναντί του, σε οικόπεδο όπου σήμερα παραμένει άκτιστο και υπάρχει μόνο ένας σταυρός, υπήρχε ο ναός του Αγ. Γεωργίου των Κομούτων και το Γραιοκομείον Κομούτου που ίδρυσε ο Δημήτριος Αντωνίου Κομούτος (1719 - 1805).

Από το ισόγειο, διπλό συμμετρικό κλιμακοστάσιο οδηγούσε στο Piano Nobile, τον σπουδαιότερο όροφο του κτηρίου όπου περιελάμβανε αίθουσα χορού, σαλόνι των παλαιών ή πράσινο σαλόνι, χρυσό σαλόνι, αίθουσα καπνιστηρίου (fumoir), τραπεζαρία αλλά και ένα τυφλό δωμάτιο -παρόλο που βρισκόταν στην πρόσοψη- που επικοινωνούσε με κρυφή πόρτα καλυμμένη με ταπετσαρία από την τραπεζαρία. Το δωμάτιο αυτό ήταν η Alcove, ένα ιδιότυπο δωμάτιο νεονύμφων γνωστό μόνο στα μέλη της οικογένειας. Θολωτή οροφή στην αίθουσα χορού διακοσμημένο με επιχρυσωμένα διαζώματα μπαρόκ ρυθμού, σαλόνια με επιχρυσωμένες πόρτες, κρυστάλλινους πολυελαίους, βελούδινες κουρτίνες, μεταξωτές ταπετσαρίες σε τοίχους και έπιπλα, πορτραίτα και προτομές προγόνων, σπάνια έπιπλα, πίνακες ιταλικής, φλαμανδικής, επτανησιακής και σχολών, συλλογές πορσελάνινων ειδών οικοσκευής αλλά και η λεντίκα της οικογένειας κοσμούσαν τους χώρους αυτούς. Ανάμεσα σε άλλα υπήρχε και το πορτραίτο του Πρίγκηπα Αντώνιου Δ. Κομούτου, αγνώστου ζωγράφου, όπου ο εικονιζόμενος απεικονιζόταν να φορά τον αγγλικό μεγαλόσταυρο και να κρατά τη διαμαντένια ταμπακιέρα που του δώρησε ο Τσάρος Αλέξανδρος ο Α΄. Επίσης είχε 5 υπνοδωμάτια, ανεξάρτητα δωμάτια για τους καλεσμένους, μια διαδοχική σειρά από 3 αίθουσες που αποτελούσαν το γραφείο - βιβλιοθήκη - αρχείο, χώρους διαμονής του προσωπικού και αποθήκες. Υπήρχαν ακόμα, δυο νεώτερες πτέρυγες του χρησιμοποιούνταν ως βοηθητικοί χώροι η μία και ως μαγειρεία η δεύτερη όπου η επικοινωνία τους γινόταν με το κυρίως κτήριο με ξύλινη γέφυρα στο ύψος του μεσοπατώματος. Το όλο συγκρότημα συμπλήρωνε ο κήπος πίσω από το αρχοντικό που έφτανε μέχρι τη σημερινή οδό Φιλικών.

Κατά τη διάρκεια των σεισμών του 1953 κατέρρευσε η αίθουσα χορού παρασύροντας μαζί της και την πρόσοψη διατηρώντας όμως ανέπαφους, αλλά με σοβαρές ζημιές, τους υπόλοιπους χώρους του αρχοντικού, καθιστώντας έτσι δυνατή την απομάκρυνση των έργων τέχνης του, προτού πλησιάσει η πυρκαγιά που ξέσπασε στην κατεστραμμένη πόλη. Το αρχοντικό κατέστη μη κατοικήσιμο, οικοπεδοποιήθηκε κατά την ανέγερση της νέας πόλης της Ζακύνθου και δεν ξαναχτίστηκε ποτέ.[1]

  • Il Maestro disignannato, ossia Risposta all' Apologia del molto Reverendo patre Antonio Pozzo di Borgo
  • Ανδρόνικος Δημητρακόπουλος (1872). Ορθόδοξος Ελλάς : ήτοι περί των Ελλήνων των γραψάντων κατά Λατίνων και περί των συγγραμμάτων αυτών. Εν Λειψίαι: Τύποις Μέτζγερ και Βίττιγ. σελ. 176. Ανακτήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2010. 
  • Ντίνος Κονόμος, Ζάκυνθος (Πεντακόσια Χρόνια), τόμος Α΄: Καστρόλοφος και αιγιαλός, 1979.
  • Γιάννης Δ. Ανδρεόλας, Το «ημερολόγιον» ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΜΕΛΙΣΣΗΝΟΥ του Κεφαλλήνος, 2007
  • Διονύσης Α. Ζήβας, Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΣΤ΄ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΙΘ΄ ΑΙΩΝΑ, 2002