Αμαξιτός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αμαξιτός
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Αμαξιτός
39°32′18″N 26°5′35″E
ΧώραΤουρκία[1]
Διοικητική υπαγωγήΕπαρχία Τσανάκκαλε
Ζώνη ώραςUTC+03:00 (επίσημη ώρα)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Στην Αρχαία Ελλάδα η Αμαξιτός ήταν πόλη που βρισκόταν στο νοτιοδυτικό άκρο της Τρωάδας στη Μικρά Ασία, στα σύνορα ανάμεσα στην Τρωάδα και την Αιολίδα, η γύρω σε αυτήν περιοχή ονομαζόταν Αμαξιτία.[2][3] Η Αμαξιτός περιείχε ναό του Απόλλωνος Σμινθέως και μια αλμυρή επίπεδη πεδιάδα στην Τράγασο, βρίσκεται στον Νομό Αϊβατσίκ, στην Επαρχία του Τσανάκκαλε στην Τουρκία.[4] Η περιοχή γύρω από την πόλη ήταν γνωστή ως Αμαξιτία και περιλάμβανε τον ναό του Σμινθέως Απόλλωνος, τις αλυκές στη γείτονα πόλη Τραγασές και τον Σατνιόεντα ποταμό (σύγχρονο Tuzla Cay). Η τοποθεσία της Αμαξιτού, εντοπίζεται στο ύψωμα που ονομάζεται Μπεσίκτεπε (Besiktepe) κοντά στο χωριό Γκιουλπουνάρ. Η πόλη εμφανίζεται για πρώτη φορά στις λίστες των φόρου υποτελής στην Αθήνα πόλεων το 425 π.Χ. υπό τον τύπο ΗΑΜΑΧΣΙΤΟΣ στην αττική διάλεκτο. Επειδή όμως στα μέρη της αρχαίας Αιολίδος ομιλείτο η αιολική διάλεκτος, η ονομασία της πόλεως έγινε ΑΜΑΞΙΤΟΣ, λόγω του φαινομένου της ψιλώσεως που παρουσιάζει η διάλεκτος αυτή (αποβολή των δασέων -χσ- και -h- και τροπή σε -ξ-). Στα νομίσματα της πόλεως του 4ου αιώνα π.Χ. υπάρχουν οι επιγραφές ΑΜΑΞΙ και η ονομασία της πόλεως προήλθε μάλλον από την αρχαία ελληνική λέξη ?μαξα (=κάρο). Επομένως Αμαξιτός σημαίνει: πόλη που μπορεί να μεταφερθεί με κάρα.

Ο ναός του Απόλλωνος Σμινθέως[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μπρούτζινο νόμισμα της Αμαξιτού (4ος αιώνας π.Χ.) με παράσταση του Απόλλωνος Σμινθέως

Στην αρχαιότητα όλοι οι μύθοι για την Αμαξιτό σχετίζονται με την ίδρυση του ναού του Απόλλωνος Σμινθέως. Ο Όμηρος γράφει στην Ιλιάδα ότι ο ιερέας του Απόλλων Χρύσης παρακαλούσε τον θεό να στείλε πανούκλα στους Έλληνες επειδή ο Αγαμέμνων είχε απαγάγει την κόρη του Χρυσηίδα και αρνήθηκε να την ελευθερώσει.[5] Η ετυμολογία του ονόματος "Σμινθεύς" δεν έχει διευκρινιστεί επειδή θεωρείται ξένο προς τους Έλληνες, μερικοί το χρεώνουν στους Πελασγούς ή στους κατοίκους της Μυσίας.[6] Το πρόθεμα "νθ" σύμφωνα με τους μη Έλληνες γλωσσολόγους προέρχεται από τη Λουβική γλώσσα.[7] Η αναφορά του Ομήρου δεν βοηθάει περισσότερο, καταγράφει το όνομα χωρίς να διευκρινίζει τίποτα για την προέλευση του. Την αρχαιότερη παράδοση τον 7ο αιώνα π.Χ. μας παρέχει ο Καλλίνος σε ένα Ελεγειακό ποίημα που σχετίζεται με την Έφεσο. Την εποχή που οι Τεύκριοι με καταγωγή από την Κρήτη εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Αμαξιτού τους επιτέθηκαν μια ομάδα ποντίκια που βγήκαν από τη γη. Ο χρησμός τους είχε συμβουλεύσει να ιδρύσουν αποικία εκεί που θα δεχτούν μια υπόγεια επίθεση, θεώρησαν την επίθεση των ποντικιών θεικό σημάδι και αποφάσισαν να ιδρύσουν πόλη. Ο μύθος σχετίζει τον όρο "Σμίνθιος" με το "ποντίκι", ο Απόλλων εξόντωσε τα ποντίκια για να τους προστατέψει ώστε να εγκατασταθούν με ασφάλεια, για αυτό ο Χρύσης στην Ιλιάδα αποκαλεί τον Απόλλωνα Σμίνθιο.[8] Ο Στράβων γράφει ότι ο Απόλλων λατρευόταν σε όλη την Ελλάδα με πολλά ονόματα που σχετίζονταν με μικρά ζώα, δεν είναι βέβαιο ότι Σμίνθιος έχει σχέση με το ποντίκι.[9] Ο όρος εμφανίστηκε σε ένα θραύσμα που έγραψε τον 5ο αιώνα π.Χ. ο τραγικός ποιητής Αισχύλος, φανερώνει ότι η ορολογία του Καλλίνου σχετικά με το ποντίκι βρισκόταν σε ένα τοπικό λεξικό της εποχής.[10]

Το έργο του Καλλίνου αντικατοπτρίζει όλες τις μυθικές παραδόσεις που κυκλοφορούσαν στην αρχαιότητα σχετικά με την ίδρυση της Αμαξιτού. Τα νομίσματα που έκοβαν στην πόλη είχαν απεικόνιση του Απόλλωνος Σμινθέως, η παραγωγή τους συνεχίστηκε με την ίδια μορφή σε ολόκληρη την Αλεξάνδρεια Τρωάς μέχρι την εποχή που έγινε αυτοκράτορας ο Γαλλιηνός (260-267).[11] Ο Στράβων περιγράφει τον 1ο αιώνα μ.Χ. τον ανδριάντα του Απόλλωνα Σμινθέως που ανήγειρε ο γλύπτης Σκόπας από την Πάρο (395 π.Χ. - 350 π.Χ.), ο Ρωμαίος Κλαύδιος Αιλιανός σχετίζει τον ανδριάντα με τα ποντίκι που βρισκόντουσαν στον θάλαμο κάτω από το ιερό.[12] Τα ερείπια του Ελληνιστικού ναού είναι διακριτά και σήμερα στη σύγχρονη πόλη.[13] Οι πρόσφατες Τουρκικές ανασκαφές έδειξαν ότι ο Ελληνιστικός ναός ανηγέρθη την περίοδο 150 π.Χ.-125 π.Χ., την ίδια εποχή η μεγάλη γιορτή που γινόταν στην Αλεξάνδρεια Τρωάς άλλαξε το όνομα της από "Πυθία" σε "Σμυνθία".[14] Η λατρεία εξαπλώθηκε στο νησί της Ρόδου στο οποίο ένας μήνας πήρε το όνομα Σμίνθιος", όπως έγραψε ο Φιλομνήστης στο έργο του "Σμίνθια στη Ρόδο" γινόταν παρόμοια γιορτή.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ασημένιο δίδραχμο από την Αλεξάνδρεια Τρωάς με παράσταση του Απόλλωνος Σμινθέως

Αν και λέγεται πως ιδρύθηκε από Μυτιληνιούς (Αιολείς) αποίκους του 8-7ου αιώνα π.Χ., ωστόσο οι ανεπαρκείς ανασκαφές δεν αποδεικνύουν ακόμη κάτι. Το 427 π.Χ. την πήραν οι Αθηναίοι από τους Μυτιληναίους και την κατέταξαν στις παραλιακές τρωαδικές πόλεις που πλήρωναν τον ?κτα?ον φόρον. Εμφανίζεται ως φόρου υποτελής την περίοδο 425-4 π.Χ. και 421-0 π.Χ. και σε σύγκριση με τις άλλες πόλεις πλήρωνε φόρο 4 ταλάντων. Ένα μεγάλο μέρος των φόρων θα προερχόταν από τις αλυκές των Τραγασών που ήταν ιδιαίτερα παραγωγικές.

Μετά τη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου, απόλαυσε μια σύντομη περίοδο ανεξαρτησίας και το 399 π.Χ. κατελήφθη από τους Πέρσες. Ένα έτος αργότερα την απελευθέρωσε ο Σπαρτιάτης στρατηγός Δερκυλίδας. Από τον αιώνα αυτό άρχισε και η κοπή των νομισμάτων της Αμαξιτού. Στην πρόσθια όψη έφερε τον Απόλλωνα με τη λύρα, ή τον Σμινθέα Απόλλωνα και στην πίσω πλευρά την επιγραφή ΑΜΑΞΙ. Έτσι γίνεται έμμεση αναφορά για τον ναό του Σμινθέως Απόλλωνος στη γειτονική πόλη Σμίνθειον και τέτοια νομίσματα έχουν βρεθεί σε όλη την Τρωάδα. Πλην των αλυκών των Τραγασών, η πόλη εμπλουτίστηκε με ένα εμπορικό λιμάνι. Εκεί βρέθηκαν χιώτικοι και θάσιοι αμφορείς οίνου, που δηλώνουν την εμπορική δραστηριότητα στο Αιγαίο, ενώ μια επιγραφή των μέσων του 4ου αιώνα π.Χ. τιμά έναν έμπορο από την Κίο με τη δωρεάν εισαγωγή-εξαγωγή αγαθών από την Αμαξιτό είτε από την ξηρά, είτε από τη θάλασσα.

Οι επιστήμονες δεν είναι σίγουροι αν η πόλη συνέβαλε στον συνοικισμό της γειτονικής Αλεξανδρείας. Κατά την πρώιμη ελληνιστική περίοδο, η Αμαξιτός έκοψε μια σειρά από πιο περίτεχνα νομίσματα του Απόλλωνος Σμινθέως. Δεδομένου ότι η δημοτικότητα του Ολύμπιου θεού αυξήθηκε την περίοδο εκείνη, συνέρρεαν κατά χιλιάδες οι προσκυνητές στο λιμάνι της παραλιακής πόλης. Η κερδοφορία από τις γειτονικές αλυκές προκύπτει από την απόπειρα του βασιλιά Λυσιμάχου να τις φορολογήσει (γύρω στο 301-281 π.Χ.). Τελικά ο τελευταίος επέφερε τη φορολογική απαλλαγή από τις αλυκές για να μην βλάψει την οικονομία της πόλεως.

Η Αμαξιτός επιβίωσε μέχρι και την πρώιμη ρωμαϊκή περίοδο, όταν συνοικίστηκε με τη διπλανή Αλεξάνδρεια. Τότε περίπου ανοικοδομήθηκε και ο ναός του Απόλλωνος Σμινθέως (γεγονός που συνδέθηκε με την αύξηση της φήμης της ολύμπιας θεότητας), με τη μορφή του να απεικονίζεται στα νομίσματα ως τα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. Η αρχαία πόλη εντοπίζεται στο λιμάνι Besiktepe, το οποίο χρησιμοποιούνταν από τους προσκυνητές παρά την εξαφάνιση της Αμαξιτού.

Φωτοθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. (Αγγλικά) GeoNames. 2005. Ανακτήθηκε στις 6  Απριλίου 2015.
  2. Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, Φυσική Ιστορία, 5.124
  3. Στράβων, 10.3.21
  4. Cook (1973) 231
  5. Όμηρος, Ιλιάδα, 1.30
  6. Chantraine (1980) s.v. σμίνθος
  7. Finkelberg (2005) 42-64
  8. Στράβων, Γεωγραφικά, 13.1.48
  9. Στράβων, Γεωγραφικά, 13.1.54
  10. Αισχύλος, 277 (ed. Sommerstein)
  11. http://numismatics.org/collection/1944.100.43746
  12. Στράβων 13.1.48, Aelian, De Natura Animalium 12.5. Σκόπας: Grace (1932)
  13. https://web.archive.org/web/20130813132845/http://www.livius.org/sj-sn/smintheum/smintheum.html
  14. Bresson (2007) 154-5, citing the excavations reports of Özgünel (2001)

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • W. W. Goodwin, Greek Grammar Rev. ed. (London, 1894).
  • V. R. Grace, 'Scopas in Chryse' JHS 52 (1932) 228–232.
  • L. Robert, 'Villes de Carie et d'Ionie dans la liste des théorodoques de Delphes' BCH 70 (1946) 506–23.
  • P. Chantraine, Dictionnaire étymologique de la langue grecque: histoire des mots, 4 vols. (Paris, 1968–80)
  • J. M. Cook, The Troad: An Archaeological and Topographical Study (Oxford, 1973) 231–5.
  • L. Robert, 'Documents d'Asie Mineure' BCH 106 (1982) 309–78.
  • J. M. Cook, 'Cities in and around the Troad' ABSA 83 (1988) 7-19.
  • C. Dougherty, 'Archaic Greek foundation poetry: questions of genre and occasion' JHS 114 (1994) 35–46.
  • M. Ricl, The Inscriptions of Alexandreia Troas (Bonn, 1997) 196–201.
  • C. Özgünel, Smintheion, Troas’ta Kutsal bir Alan (Ankara, 2001).
  • O. Hekster, 'Of mice and emperors: a note on Aelian De natura animalium 6.40' CP 97.4 (2002) 365–70.
  • C. Carusi, Isole e Peree in Asia Minore (Pisa, 2003) 34–5.
  • S. Mitchell, 'Hamaxitus' in M. H. Hansen and T. H. Nielsen (eds), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford, 2004) no. 778.
  • M. Finkelberg, Greeks and Pre-Greeks: Aegean Prehistory and Greek Heroic Tradition (Cambridge, 2005).
  • A. Bresson, ‘Hamaxitos en Troade’ in J. Dalaison (ed), Espaces et pouvoirs dans l’Antqiuité de l’Anatolie à la Gaule. Hommages à Bernard Rémy (Grenoble, 2007) 139–58.


CC-BY-SA
Μετάφραση
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Hamaxitus της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).