Αεροπορία στον Μεσοπόλεμο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μερικές φορές ονομάζεται Χρυσή Εποχή της Αεροπορίας,[1] η περίοδος της ιστορίας της αεροπορίας μεταξύ του τέλους του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (1918) και της έναρξης του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου (1939) η οποία χαρακτηρίστηκε από την προοδευτική αλλαγή από τα αργά ξύλινα και υφασμάτινα διπλάνα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου σε γρήγορα, αεροδυναμικά μονοπλάνα, δημιουργώντας ρεύμα επανάστασης τόσο στην εμπορική όσο και τη στρατιωτική αεροπορία. Μέχρι το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το 1939 τα διπλάνα θεωρούνταν απαρχαιωμένα. Η επανάσταση έγινε με τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη των ελαφροβαρών αεροκινητήρων που είχαν περισσότερη ισχύ. Η ανάπτυξη των κινητήρων αεριώθησης ξεκίνησε επίσης κατά τη δεκαετία του 1930 αλλά αυτοί δεν έγιναν σύντομα λειτουργικοί.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η πολιτική αεροπορία επεκτάθηκε ευρύτατα και έλαβαν χώρα πολλά τολμηρά και δραματικά κατορθώματα όπως πτήσεις γύρω από όλο τον κόσμο, αγώνες αεροσκαφών καθώς και αεροπορικές επιδείξεις.[2] Πολλές εμπορευματικές αεροπορικές εταιρείες άρχισαν τη λειτουργία τους αυτή την περίοδο. Οι πτήσεις μεγάλων αποστάσεων ήταν πλέον δυνατές για τους χλιδάτους ταξιδιώτες για πρώτη φορά. Οι πρώτες εταιρείες χρησιμοποιούσαν αερόπλοια, αλλά μετά την καταστροφή του Χίντενμπουργκ, αυτά έπαυσαν να χρησιμοποιούνται και τα υδροπλάνα κυριάρχησαν.

Στη στρατιωτική αεροπορία, τα πρώτα πλήρως μεταλλικά μονοπλάνα εξοπλισμένα με ανασυρόμενο σύστημα προσγείωσης — το οποίο τοποθετήθηκε για πρώτη φορά στη Σοβιετική Ένωση στο αεροσκάφος Polikarpov I-16 του 1934 — αναδύθηκαν μέσω πολλών κλασικών μοντέλων όπως το Γερμανικό Messerschmitt Bf 109 και το Βρετανικό Supermarine Spitfire, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν και στον επακόλουθο πόλεμο.

Αερόπλοια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Αερόπλοιο
Το USS Akron πάνω από το Μανχάταν περίπου το 1932.

Αρκετά έθνη, μεταξύ των οποίων η Βρετανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Σοβιετική Ένωση και η Ιαπωνία χρησιμοποιούσαν αερόπλοια την περίοδο μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων.[3]

Αυτή η περίοδος χαρακτηρίστηκε ως η μεγάλη εποχή του αεροπλοίου. Πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, πρωτοπόροι όπως η Γερμανική εταιρεία Ζέπελιν παρείχε επιβατικές υπηρεσίες, αλλά τα αερόπλοια που κατασκευάστηκαν μετά τον πόλεμο ήταν κατ' ολοκληρίαν μεγαλύτερα και πιό δημοφιλή. Μεγάλα αερόπλοια δοκιμαζόταν επίσης και για στρατιωτική χρήση, με πιο αξιοσημείωτη την κατασκευή δύο αερομεταφερόμενων μεταγωγικών από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά το μέγεθος τους τα έκανε ευάλωτα και η ιδέα απορρίφθηκε. Σε αυτή την περίοδο επίσης εισήχθη το μη εύφλεκτο ήλιο ως ανυψωτικό αέριο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όσο το επικίνδυνο υδρογόνο συνέχιζε να χρησιμοποιείται μιας και οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν τις μοναδικές πηγές αερίου την περίοδο αυτη, και δεν πραγματοποιούσαν εξαγωγές.[4]

Το 1919 το Βρετανικό αερόπλοιο R34 πέταξε πάνω από τον Ατλαντικό[5] δύο φορές και το 1926 το Ιταλικό ημί-άκαμπτο αερόπλοιο, Norge ήταν το πρώτο επιβεβαιωμένο αεροσκάφος που πέταξε πάνω από τον Βόρειο Πόλο[6].

Το πρώτο Αμερικανικής κατασκευής άκαμπτο αερόπλοιο, το USS Shenandoah (ZR-1), πέταξε το 1923. Το Shenandoah ήταν το πρώτο που χρησιμοποίησε ήλιο, το οποίο καταναλωνόταν γρήγορα ώστε ένα τέτοιο αερόπλοιο χρειαζόταν σχεδόν το σύνολο τον παγκοσμίων αποθεμάτων ηλίου.[7]

Το αερόπλοιο USS Macon (ZRS-5) του Αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού πάνω από το Μόφετ Φιλντ το 1933.

Το Πολεμικό Ναυτικό των Ηνωμένων Πολιτειών ερεύνησε την ιδέα της χρήσης αεροπλοίων ως αερομεταφερόμενων μεταγωγικών αεροσκαφών. Ενώ οι Βρετανοί είχαν πειραματιστεί με ένα αεροσκάφος «τραπέζιο» πάνω στο R33 πολλά χρόνια πριν, οι Αμερικάνοι κατασκεύασαν υπόστεγα μέσα στα δύο νέα αερόπλοια ενώ ακόμη σχεδίασαν ειδικά αεροπλάνα για αυτά. Τα USS Akron και Macon ήταν τα μεγαλύτερα αερόπλοια της εποχής, με το καθένα να μεταφέρει τέσσερα μαχητικά F9C Sparrowhawk στο υπόστεγό του. Αν και η ιδέα ήταν επιτυχημένη, δεν προχώρησε περεταίρω. Μέχρι την εποχή που το Ναυτικό άρχισε να αναπτύσσει την ορθή μέθοδο για τη χρήση αυτών των αεροπλοίων, αμφότερα χάθηκαν σε ατυχήματα. Πιο σημαντικό γεγονός αποτέλεσε, πως το υδροπλάνο ωρίμασε και θεωρούνταν μια καλύτερη επένδυση.[8]

Το Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ, που τότε ήταν το ψηλότερο κτίριο στον κόσμο, ολοκληρώθηκε το 1931 και διέθετε ένα κατάρτι για πηδαλιουχούμενα, εν αναμονή της επιβατικής υπηρεσίας αεροπλοίων, κάτι το οποίο όμως δεν έγινε ποτέ λόγω του ύψους του κτιρίου.[9]

Τα πιο δημοφιλή αερόπλοια σήμερα είναι τα επιβατικά άκαμπτα αερόπλοια της Γερμανικής εταιρείας Ζέπελιν, ειδικά το Graf Zeppelin του 1928 και το Hindenburg του 1936.

Το Graf Zeppelin είχε σκοπό τονώσει το ενδιαφέρον στα επιβατικά αερόπλοια, και ήταν το μεγαλύτερο αερόπλοιο που θα μπορούσε να κατασκευαστεί στο υπάρχον υπόστεγο της εταιρείας. Οι κινητήρες του χρησιμοποιούσαν αέριο blau, παρόμοιο με το προπάνιο, το οποίο αποθηκευόταν σε μεγάλους θύλακες καυσίμων κάτω από τις κυψέλες υδρογόνου. Μιας και η πυκνότητα του ήταν παρόμοια με αυτή του αέρα, δεν γινόταν αλλαγή βάρους με την κατανάλωση του καυσίμου, και ως εκ τούτου υπήρχε η ανάγκη για αποδέσμευση υδρογόνου. Το Graf Zeppelin έγινε το πρώτο αεροσκάφος που έκανε τον γύρο του κόσμου.[10]

Τα αερόπλοια υπέστησαν μια σειρά από θανατηφόρα ατυχήματα τα οποία έλαβαν δημοσιότητα, ιδιαίτερα το Βρετανικό R101 το 1930 και το Γερμανικό Hindenburg το 1937. Μετά την καταστροφή του Χίντενμπουργκ, η εποχή των μεγάλων αεροπλοίων είχε ουσιαστικά τελειώσει.[11]

Αεροναυτικές εξελίξεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Maksim Gorky σχεδιασμένο από τον Τουπόλεφ, το μεγαλύτερο αεροσκάφος σταθερών πτερύγων που κατασκευάστηκε πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Κατά το τέλος της δεκαετίας του 1920 και τις αρχές αυτής του 1930 η διαθέσιμη ισχύς στους αεροκινητήρες αυξήθηκε, δίνοντας τη δυνατότητα για την κατασκευή ενός γρήγορου μονοπλάνου με αρθρωτές πτέρυγες, το οποίο εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 1915. Η δυνατότητα χειρισμού των υψηλών μηχανικών πιέσεων που προερχόταν από αυτή την εξελιγμένη μορφή της φιλοσοφίας σχεδιασμού των ατράκτων ταίριαξε με τις τεχνικές κατασκευής πλήρως μεταλλικών αεροσκαφών που είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούνται από μερικούς προγενέστερους σχεδιαστές, και η αυξημένη δυνατότητα χρήσης κραμάτων αλουμινίου αντοχής προς βάρους — που πρωτοχρησιμοποιήθηκαν από τον Ούγκο Γιούνκερς την περίοδο 1916-17[12] ως ντουραλουμίνιο για τις πλήρως μεταλλικές ατράκτους του — το έκαναν πρακτικό, επιτρέποντας στα πρώτα επιβατικά πλήρως μεταλλικά αεροσκάφη όπως το Ford Trimotor που σχεδιάστηκε από τον Ουίλιαμ Στάουτ, καθώς και στα πρωτοποριακά αεροσκάφη του ιδίου του Γιούνκερς όπως το Junkers F.13 να κατασκευαστούν και να τεθούν σε λειτουργία. Όταν ο Αντρέι Τουπόλεφ παρομοίως χρησιμοποίησε τις τεχνικές της εταιρείας του Γιούνκερ για τις πλήρως μεταλλικές κατασκευές αεροσκαφών, τα μοντέλα του ήταν από μικρά έως τεράστια, με το οκτακινητήριο Σοβιετικής κατασκευής Maksim Gorki, που είχε άνοιγμα φτερών 63 μέτρων (206 πόδια), να γίνεται το μεγαλύτερο αεροσκάφος που κατασκευάστηκε πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.[13]

Το αγωνιστικό αεροσκάφος de Havilland DH.88 Comet του 1934 ήταν ένα από τα πρώτα μοντέλα που ενσωμάτωσαν όλα τα χαρακτηριστικά ενός σύγχρονου γρήγορου μονοπλάνου, στα οποία περιλαμβανόταν: κατασκευή από τεντωμένο δέρμα, λεπτή, καθαρή αρθρωτή πτέρυγα χαμηλής αντίστασης, ανασυρόμενο σύστημα προσγείωσης, πτερύγια προσγείωσης, έλικας μεταβλητού βήματος και περίφρακτο πιλοτήριο. Ήταν ασυνήθιστα για μια τόσο τεντωμένη πτέρυγα αυτή τη περίοδο να κατασκευάζεται ακόμη από ξύλο, με το σχέδιο του λεπτού τεντωμένου δέρματος να δίνει τη δυνατότητα για την εμφάνιση νέας συνθετικής κόλλας ρητίνης.[14]

Το Comet τροφοδοτούνταν από κινητήρες τροποποιημένους για αγώνες, αλλά στην κανονική παραγωγή του διέθετε κινητήρες de Havilland Gipsy Six με μικτή ισχύ 460 αλόγων (344 kW). Αυτό συγκρίνεται για παράδειγμα από τη μια πλευρά για τον απλό κινητήρα 180 ίππων που διέθετε το πλήρως μεταλλικό μονοπλάνο Junkers CL.I του 1918 και από την άλλη με τον ανεπτυγμένο κινητήρα ισχύος 1.172 ίππων Rolls-Royce Merlin C ο οποίος τροφοδοτούσε το πρωτότυπο Spitfire το 1936.[15]

Η ανάπτυξη των κινητήρων αεριώθησης ξεκίνησε τη δεκαετία του 1930 στη Γερμανία και την Αγγλία. Στην Αγγλία ο Φρανκ Γουίτλ κατοχύρωσε ευρυσιτεχνία για το σχέδιο ενός κινητήρα αεριώθησης το 1930 και προς το τέλος της δεκαετίας ξεκίνησε να τον κατασκευάζει. Στη Γερμανία ο Χανς φον Οχάιν κατοχύρωσε ευρυσιτεχνία για τη δική του εκδοχή κινητήρα αεριώθησης το 1936 και άρχισε την κατασκευή ενός παρόμοιου κινητήρα. Οι δύο άνδρες δεν γνώριζαν για τη δουλειά του άλλου, και αμφότερες η Γερμανία και η Βρετανία θα κατασκεύαζαν αεριωθούμενα αεροσκάφη μέχρι το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Στην Ουγγαρία, ο Γκιόργκι Γιέντρασικ ξεκίνησε την κατασκευή του πρώτου ελικοστροβιλοκίνητου (turboprop) κινητήρα στον κόσμο.[16]

Πολιτική αεροπορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτή την περίοδο πραγματοποιήθηκαν πολλές αεροπορικές πρωτιές. Οι πτήσεις μεγάλων αποστάσεων από πρωτοπόρους όπως οι Άλκοκ και Μπράουν, Τσαρλς Λίντμπεργκ και Έιμι Τζόνσον άνοιξαν τον δρόμο που σύντομα ακολούθησαν οι αεροπορικές εταιρείες.[17]

Πολλά από αυτά τα νέα δρομολόγια δεν είχαν αρκετές εγκαταστάσεις όπως σύγχρονους διαδρόμους, ενώ επίσης αυτή η εποχή έγινε η περίοδος των μεγάλων υδροπλάνων, όπως το Γερμανικό Dornier Do X, το Αμερικανικό Sikorsky S-42 και το Βρετανικό Short Empire, τα οποία μπορούσαν να επιχειρήσουν σε κάθε επιφάνεια καθαρού, ήρεμου νερού.

Αυτή την περίοδο αναπτύχθηκαν επίσης οι αεροπορικές και άλλες ακροβατικές επιδείξεις τις οποίες πραγματοποιούσαν σώματα έμπειρων πιλότων οι οποίοι συμμετείχαν στις πολεμικές αεροπορίες κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου σε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές.[18]

Στρατιωτική αεροπορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη στρατιωτική αεροπορία, τα γρήγορα πλήρως μεταλλικά μονοπλάνα αναφάνηκαν αργά. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 τα μονοπλάνα υψηλών πτερύγων αλεξήλιου τύπου συναγωνίστηκαν με τα παραδοσιακά διπλάνα. Δεν ήταν μέχρι την άφιξη του Αμερικανικού Boeing P-26 Peashooter το 1932 — σχεδόν δεκαπέντε χρόνια μετά το πρώτο μαχητικό χαμηλών πτερύγων που εισήλθε σε περιορισμένη στρατιωτική χρήση, το με πλήρως μεταλλική άτρακτο Junkers D.I εισήλθε σε υπηρεσία με τη Luftstreitkräfte το 1918 — όπου τα μονοπλάνα χαμηλών πτερύγων άρχισαν να αποκτούν χρήση, φτάνοντας στην κλασική μορφή αυτών των μοντέλων.[19] Τα πρώτα σχέδια τους έγιναν στο τέλος του 1933 στη Σοβιετική Ένωση με το μαχητικό Polikarpov I-16, το οποίο αρχικά τροφοδοτούνταν από έναν Αμερικανικό ακτινικό κινητήρα εννέα κυλίνδρων, τον Wright Cyclone.[20] Μέσα σε λίγα μόνο χρόνια μετά τις πρώτες πτήσεις του I-16, το Γερμανικό Messerschmitt Bf 109 του 1935 και το Βρετανικό Supermarine Spitfire του 1936 άρχισαν να πετούν, τροφοδοτούμενα από νέους και ισχυρούς υδρόψυκτους κινητήρες vee-δώδεκα από τις Daimler-Benz και Rolls-Royce αντίστοιχα. Οι ελικοφόροι κινητήρες που χρησιμοποιήθηκαν αρκετά στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο έπεσαν γρήγορα στην αφάνεια, και αντικαταστάθηκαν από ισχυρούς αερόψυκτους ακτινικούς κινητήρες όπως η σειρά Wasp της Pratt and Whitney.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Pattillo, Donald M. (1998). A History in the Making: 80 Turbulent Years in the American General Aviation Industry. New York: McGraw-Hill Professional. σελ. xi. ISBN 978-0070494480. 
  2. Schipske, Gerrie (2009). Early Aviation in Long Beach. California: Arcadia Publishing. σελ. 8. ISBN 978-0738570839. 
  3. Behrends, Werner (2015). The Great Airships of Count Zeppelin. USA: Lulu.com. σελ. 32. ISBN 9781329610187. 
  4. Beverhoudt, Arnold van (2013). These Are The Voyages. USA: Lulu.com. σελ. 119. ISBN 9780557178254. 
  5. Khoury, Gabriel Alexander (13 Φεβρουαρίου 2012). Airship Technology. Cambridge: Cambridge University Press. σελ. 284. ISBN 9781107019706. 
  6. Mills, William J. (2003). Exploring Polar Frontiers: A - L. Santa Barbara, California: ABC-CLIO. σελ. 212. ISBN 9781576074220. 
  7. Petrescu, Relly Victoria· Petrescu, Florian Ion (2013). The Aviation History. Norderstedt: BoD – Books on Demand. σελ. 70. ISBN 9783848266395. 
  8. Smith, Richard K. (1965). The Airships Akron & Macon: flying aircraft carriers of the United States Navy. Annapolis MD: US Naval Institute Press. σελ. 91. ISBN 978-0-87021-065-5. 
  9. Britton, Tamara L. (1 Ιανουαρίου 2005). Empire State Building. Minnesota: ABDO. σελ. 19. ISBN 9781616139629. 
  10. Botting, Douglas (2001). Dr. Eckener's Dream Machine. New York: Henry Holt. ISBN 0-8050-6458-3. 
  11. Bourke, Jane (2006). Man Made Disasters. Greenwood Perth: Ready-Ed Publications. σελ. 10. ISBN 9781875268375. 
  12. Guardia, Mike (20 Ιουλίου 2014). Junkers Ju 87 Stuka. Oxford: Bloomsbury Publishing. σελ. 15. ISBN 9781472801203. 
  13. Nowarra, Heinz J.· Duval, Godfrey Richard (1971). Russian civil and military aircraft, 1884-1969. New York: Fountain Press. σελ. 91. ISBN 9780852424605. 
  14. Winter, H.T. (1949). Flight today and tomorrow (1η έκδοση). Glasgow: Blackie. σελ. 232. 
  15. Cross, R.· Scarborough, G. (1971). Spitfire: Classic aircraft No.1, their history and how to model them. UK: Patrick Stephens. ISBN 978-0850590821. 
  16. Green, W.; Swanborough, G. (1971). «Plane Facts». Air Enthusiast 1 (1): 53. 
  17. Hart, John (2012). The National CV of Britain: A non-PC history of Britain. Hampshire: Edfu Books. ISBN 9781905815616. 
  18. Bruno, Harry (1944). Wings over America: The Story of American Aviation. Garden City, New York: Halcyon House. σελ. 209. 
  19. Murphy, Justin D.· McNiece, Matthew A. (2008). Military Aircraft, 1919-1945: An Illustrated History of Their Impact. Santa Barbara, California: ABC-CLIO. σελ. 18. ISBN 9781851094981. 
  20. Maslov, Mikhail (2013). Polikarpov I-15, I-16 and I-153 Aces. London: Bloomsbury Publishing. σελ. 8. ISBN 9781846039829. 

Γενικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Almond, P.; Aviation: The early years, Ullmann, 2013 edition.