Όρη Αλιγκέινυ
Τα Όρη Αλιγκέινυ ή Αλιγκάνυ (αγγλ. Allegheny Mountain Range, Alleghany ή Allegany, λιγότερο επίσημα Alleghenies) είναι μέρος της μεγάλης οροσειράς των Απαλαχίων Ορέων - της μεγαλύτερης των ανατολικών Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και του ανατολικού Καναδά. Ιστορικώς τα Όρη Αλιγκέινυ αντιπροσώπευαν έναν σημαντικό φραγμό για το ταξίδι μεταξύ ανατολής και δύσης. Η διεύθυνσή τους είναι βορειοανατολική-νοτιοδυτική και εκτείνονται επί σχεδόν 500 χιλιόμετρα, από τη βορειοκεντρική Πενσυλβάνια προς τα νότια, στο δυτικό Μέριλαντ και το ανατολικό μέρος της πολιτείας Δυτική Βιρτζίνια. Το μέγιστο υψόμετρό τους είναι 1.482 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και βρίσκεται στην τελευταία πολιτεία (κορυφή Σπριους Νομπ του βουνού Σπριους).
Τα Όρη Αλιγκέινυ αποτελούν το δυτικό-κεντρικό τμήμα των Απαλαχίων, που είναι λιγότερο ομαλό. Στα ανατολικά παρουσιάζουν ένα μεγάλο και απότομο γραμμικό χαμήλωμα, το λεγόμενο «Μέτωπο των Αλιγκέινυ». Στα δυτικά καταλήγουν στο στενά συνδεδεμένο με αυτά Οροπέδιο Αλιγκέινυ, που εκτείνεται στο Οχάιο και στο Κεντάκυ. Οι κυριότεροι οικισμοί των Αλιγκέινυ είναι οι Αλτούνα, Στέιτ Κόλετζ, Τζόνσταουν (Πενσυλβάνια) και Κάμπερλαντ.
Με χρήση της φυσιογραφικής ταξινομήσεως της USGS, η οροσειρά των Αλιγκέινυ ανήκει στη φυσιογραφική «επαρχία» του Υψιπέδου των Απαλαχίων.
Ετυμολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ονομασία των βουνών αυτών οφείλεται στον Ποταμό Αλιγκέινυ, παραπόταμο του Οχάιο, στον οποίο καταλήγουν τα νερά από μικρό μόνο τμήμα των Αλιγκένυ, στη δυτική-κεντρική Πενσυλβάνια. Η σημασία της λέξεως, που προέρχεται από τη γλώσσα των Ινδιάνων Λέναπι, δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά συνήθως μεταφράζεται ως «φίνο ποτάμι». Η εγγύτερη προσέγγιση που «βγάζει» νόημα προέρχεται από κείμενο των Ιησουιτών [1], που υποδεικνύει ότι «Αλιγκέ(χ)» ήταν μια από τις αρκετές αποδεκτές αποδόσεις της ονομασίας της φυλής Ήρι μεταξύ των ιεραποστόλων των αρχών του 17ου αιώνα στην ευρύτερη περιοχή. Το επίθεμα -ni σημαίνει «των» στη γλώσσα των Λέναπι, οπότε το πιθανότερο είναι ότι «Αλιγκένι» (ή και «Ολιγκίνι») θα ήταν μάλλον η ονομασία στους Λέναπι για την αρχική περιοχή κατοικίας της φυλής Ινδιάνων Ήρι.
Η λέξη «Αλιγκέινυ» υποδήλωνε κάποτε συχνά και ολόκληρη την Οροσειρά των Απαλαχίων. Ο αρχηγός των Ινδιάνων Μοχώκ με το αγγλικό όνομα Τζων Νόρτον τη χρησιμοποιούσε (με διάφορες γραφές) περί το 1810 για τα όρη του Τενεσί και της Τζόρτζια.[2] Την ίδια περίπου εποχή ο Ουάσινγκτον Ίρβινγκ πρότεινε μάλιστα να μετονομασθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής σε «Αππαλαχία» ή «Αλλεγκανία» (Appalachia, Alleghania).[3] Το 1861, όταν ο Άρνολντ Χένρυ Γκυό (Guyot) δημοσίευσε την πρώτη συστηματική γεωλογική μελέτη των Απαλαχίων[4], αναφέρει στον χάρτη του την οροσειρά ως «Alleghanies», ενώ το βιβλίο του τιτλοφορείται On the Appalachian Mountain System. Γενικότερα, δεν υπήρχε ομοφωνία σχετικώς με την εναλλαγή των όρων «Απαλάχια» και «Αλιγκέινυ» μέχρι τον ύστερο 19ο αιώνα.[3]
Γεωγραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οριοθέτηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το μήκος των Αλιγκέινυ είναι περίπου 480 χιλιόμετρα, ενώ το μέγιστο πλάτος του, στη διεύθυνση ανατολή-δύση φθάνει τα εκατό μίλια (περ. 160 χιλιόμετρα). Στη φυσιογραφική ταξινόμηση της USGS για όλες τις ΗΠΑ, η οροσειρά των Αλιγκέινυ ανήκει στη φυσιογραφική «επαρχία» του Υψιπέδου των Απαλαχίων.[5] Τα όριά της μπορούν γενικώς να τεθούν στον νότο από το λεγόμενο «Μέτωπο των Αλιγκέινυ» (ένα μεγάλο και απότομο γραμμικό χαμήλωμα), ενώ στα ανατολικά από την κοιλάδα του ποταμού Σασκουεχάνα. Στα δυτικά τα Αλιγκέινυ παραχωρούν τη θέση τους, με πιο ομαλό χαμήλωμα, στο «Υψίπεδο των Αλιγκέινυ». Τα δυτικότερα υψώματα των Αλιγκέινυ θεωρούνται τα υψώματα Λώρελ (Laurel Highlands) με τη Ράχη Τσέστνατ στην Πενσυλβάνια, και τα βουνά Λώρελ και Ριτς στη Δυτική Βιρτζίνια.
Η Ράχη Μπιγκ Στόουν σημειώνει μια νότια επέκταση των Αλιγκέινυ και συγκεκριμένα του όρους Φλατ Τοπ (Flat Top Mountain) της Δυτικής Βιρτζίνια, με τον ποταμό Ταγκ Φορκ στη δυτική πλευρά του.[6]
Μέτωπο των Αλιγκέινυ και Υψίπεδο των Αλιγκέινυ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το ανατολικό άκρο των Αλιγκέινυ οριοθετείται από το Μέτωπο των Αλιγκέινυ που θεωρείται κάποιες φορές και το ανατολικό όριο του λεγόμενου «Υψίπεδου των Αλιγκέινυ». Το μέτωπο ακολουθεί χονδρικά ένα μέρος του Ανατολικού Ηπειρωτικού Υδροκρίτη στην περιοχή αυτή. Μερικά εντυπωσιακά φαράγγια και κοιλάδες είναι στα ανατολικά το Σμόουκ Χόουλ (Smoke Hole Canyon) και στα δυτικά το φαράγγι του Νιου Ρίβερ, το Μπλάκγουότερ και το Τσητ (Cheat Canyon). Περίπου το μισό του νερού από τις βροχές που πέφτουν στα Αλιγκέινυ καταλήγει στον Μισσισσιππή και το άλλο μισό στον Κόλπο Τσέσαπηκ.
Οι υψηλότερες κορυφές των Αλιγκέινυ βρίσκονται δίπλα στο Μέτωπο, από τη δυτική πλευρά του, το οποίο γενικώς έχει μια υψομετρική διαφορά έως 900 μέτρα σε σχέση με τα ανατολικά του. Τα υψόμετρα των κορυφών ωστόσο δεν υπερβαίνουν τα 1.500 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, με τα μεγαλύτερα στο νότιο μέρος της οροσειράς. Το υψηλότερο σημείο των Ορέων Αλιγκέινυ είναι η κορυφή Σπριους Νομπ του βουνού Σπριους στη Δυτική Βιρτζίνια, με υψόμετρο 1.482,2 μέτρα. Αξιοσημείωτες κορυφές είναι επίσης η Θόρνυ Φλατ στο όρος Τσητ (1.477,7 μέτρα), η Μπολντ Νομπ στο όρος Μπακ Αλιγκέινυ (1.476 μ.), το Ντανς Μάουνταιν (Dans Mountain, 883 μ.), η Χόυ του όρους Μπάκμποουν (1.020 μ., το υψηλότερο σημείο της πολιτείας Μέριλαντ), η κορυφή του Μάουντ Ντέιβις] (979 μ., το υψηλότερο σημείο της Πενσυλβάνια) και η Μπλου Νομπ (959 μέτρα).
Κατοίκηση και υποδομές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Λίγες είναι οι πόλεις των Αλιγκέινυ με περισσότερους από 15.000 κατοίκους. Οι 4 μεγαλύτερες είναι οι Αλτούνα, Στέιτ Κόλετζ, Τζόνσταουν (Πενσυλβάνια) και Κάμπερλαντ (Μέριλαντ). Από το 1971 έως το 1989 το Σύστημα Διαπολιτειακών Αυτοκινητόδρομων επεκτάθηκε στο βόρειο μέρος της οροσειράς Αλιγκέινυ, και η περιοχή εξυπηρετείται πλέον από ένα δίκτυο αποτελούμενο από τους Διαπολιτειακούς 80, 70/76 και 68. Ο Διαπολιτειακός Αυτοκινητόδρομος 64 διασχίζει το νότιο όριο της οροσειράς, αλλά τα κεντρικά Αλιγκέινυ (τα «υψηλά Αλιγκέινυ» της ανατολικής πλευράς της Δυτικής Βιρτζίνια) παρουσίασαν ειδικά προβλήματα για τους σχεδιαστές σύγχρονων αυτοκινητόδρομων, εξαιτίας της πιο τραχιάς τοπογραφίας τους και περιβαλλοντικών ευαισθησιών. Η περιοχή αυτή εξυπηρετείται ακόμα από λίγες εθνικές οδούς και παραμένει πιο αραιοκατοικημένη.
Στο πεδίο των τηλεπικοινωνιών, ένα εμπόδιο στην ανάπτυξη των κεντρικών Αλιγκέινυ είναι η Εθνική Ζώνη Ραδιοησυχίας των ΗΠΑ (NRQZ), μια ορθογώνια έκταση περίπου 34 χιλιάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων στη Βιρτζίνια και τη Δυτική Βιρτζίνια. Η ζώνη θεσπίσθηκε το 1958 από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών για λόγους επιστημονικής έρευνας στη ραδιοαστρονομία και συλλογής στρατιωτικών πληροφοριών, και περιορίζει αυστηρά τις μη κατευθυντικές και τις υψηλής ισχύος ραδιομεταδόσεις, ενώ σε μερικά τμήματά της υπάρχουν περιορισμοί ακόμα και για τα κινητά τηλέφωνα.
Προστατευμένες περιοχές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μεγάλο μέρος του Εθνικού Δρυμού Monongahela (Δυτική Βιρτζίνια) και των Εθνικών Δρυμών Γεωργίου Ουάσινγκτον (Δυτ. Βιρτζίνια, Βιρτζίνια) και Τζέφερσον (Βιρτζίνια) βρίσκονται στα Όρη Αλιγκέινυ. Επίσης στην έκτασή τους υπάρχουν προστατευόμενες περιοχές «άγριας φύσης» (wilderness areas), όπως αυτές του Ντόλυ Σοντς, του Λώρελ Φορκ και του Κράνμπερυ στη Δυτική Βιρτζίνια. Το νέο «Μονοπάτι των Αλιγκέινυ», πρόγραμμα που χρονολογείται από το 1975, διατρέχει το μήκος της οροσειράς εντός της Δυτικής Βιρτζίνια. Το βόρειο άκρο του βρίσκεται επί της Γραμμής Μέισον-Ντίξον και το νότιο στο όρος Πήτερς.[7]
Γεωλογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα πετρώματα των Ορέων Αλιγκέινυ είναι κυρίως ψαμμίτης και μεταμορφωμένος ψαμμίτης, καθώς και χαλαζίτης. Εξέχοντα στρώματα ανθεκτικών στη διάβρωση κροκαλοπαγών πετρωμάτων παρατηρούνται σε κάποια μέρη, όπως το Ντόλυ Σοντς. Τα στρώματα πετρωμάτων των Αλιγκέινυ δημιουργήθηκαν κατά την Απαλάχιο ή Αλιγκέινιο ορογένεση, πριν από 325 έως 260 εκατομμύρια έτη. Εξαιτίας των κύκλων δημιουργίας πάγου στα υψηλότερα μέρη, που θρυμματίζει τα πετρώματα στις ρωγμές των οποίων εισδύει ως νερό, σχεδόν δεν υπάρχει εκτεθειμένο ατην επιφάνεια βραχώδες υπόστρωμα, αλλά διασπασμένοι ψαμμίτες που ολισθαίνουν βραδέως προς τα χαμηλότερα μέρη. Μια εξαίρεση είναι η γραμμή κορυφής του Μετώπου των Αλιγκέινυ.
Οι πηγές μεταλλικού νερού στα Υψηλά Αλιγκέινυ προσέλκυσαν Ινδιάνους και αργότερα λευκούς οικιστές του 18ου αιώνα, παρέχοντας και ένα μέτριο κίνητρο στην τοπική οικονομία. Οι μικρές λουτροπόλεις που δημιουργήθηκαν περιλαμβάνουν υποδομές που συνεχίζουν να προσφέρουν υπηρεσίες σε μια επιλεγμένη πελατεία προνομιούχων, όπως το «The Greenbrier» στο Χουάιτ Σέλφερ Σπρινγκς (Δ. Βιρτζίνια), μεγάλο ξενοδοχείο που κτίσθηκε το 1858, και το «Homestead» στο Χοτ Σπρινγκς (Βιρτζίνια) με το αρχικό κατάλυμα εκεί να χρονολογείται από το 1766.
Οικολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Χλωρίδα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα Όρη Αλιγκέινυ έχουν αξιοσημείωτα δάση από κωνοφόρα δέντρα (Picea rubens και ελάτη η βαλσαμική), καθώς και σουρβιές, όλα δένδρα που συνήθως συναντώνται σε βορειότερα γεωγραφικά πλάτη. Τα δάση των Αλιγκέινυ περιέχουν και άλλα δένδρα με σκληρό ξύλο, όπως το (ομώνυμο) είδος σημύδας Betula alleghaniensis, τον σφένδαμο τον σακχαρώδη και τον Acer rubrum, το Tsuga canadensis και τη μαύρη αγριοκερασιά (Prunus serotina). Περιστασιακά συναντώνται και πεύκα, αμερικανικές οξιές και νότιες καρυδιές. Τα δάση της περιοχής είναι πλέον όλα σχεδόν δευτερογενή, καθώς τα αρχικά παρθένα δάση υλοτομήθηκαν κατά τον ύστερο 19ο και (στη Δ. Βιρτζίνια) τον πρώιμο 20ό αιώνα.
Στη βλάστηση εκτός των δένδρων περιλαμβάνεται και η αγριοκρεμμυδιά (είδος Allium tricoccum), στα βαθύτερα μέρη των δασών. Ορισμένες απομονωμένες περιοχές στα υψηλά Αλιγκέινυ είναι γνωστές για τις ανοικτές εκτάσεις τυρφώνων με σφάγνα και λειβάδια με θάμνους (όπως στο Ντόλυ Σοντς και στα Κράνμπερυ Γκλέιντς). Πολλές φυτικές κοινότητες είναι παρόμοιες με εκείνες των χαμηλών περιοχών του ανατολικού Καναδά. Αλλά τα οικοσυστήματα των Ορέων Αλιγκέινυ εμφανίζουν αξιοσημείωτη ποικιλομορφία. Τις τελευταίες δεκαετίες τα πολλά στάδια οικολογικής διαδοχής σε όλη την περιοχή τους την έχουν καταστήσει διαρκούς ενδιαφέροντος για τους βοτανολόγους.
Πανίδα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα πιο μεγαλόσωμα ζώα που κατοικούσαν κάποτε τα Αλιγκέινυ, όπως το γουάπιτι («ανατολικό ελάφι»), ο βίσονας και το πούμα, εξολοθρεύθηκαν όλα από τον άνθρωπο τον 19ο αιώνα, έχοντας ήδη εξολοθρευθεί σε άλλα μέρη των ανατολικών ΗΠΑ. Ο σημαντικός φυσιοδίφης Τζον Τζέιμς Οντιμπόν ανέφερε λίγο πριν τον θάνατό του το 1851 ότι έως τότε λίγα γουάπιτι (Cervus canadensis canadiensis) ήταν δυνατό να εντοπισθούν στην οροσειρά Αλιγκέινυ, αλλά ότι είχαν σχεδόν εξαφανισθεί από όλους τους άλλους τόπους όπου ζούσαν παλαιότερα. Θηλαστικά που ζουν σήμερα στην οροσειρά είναι μεταξύ άλλων το λευκόουρο ελάφι, ο ταμίας, το ρακούν, είδη μεφιτιδών, η μαρμότα, το οπόσουμ, η μουστελή, ο ιπτάμενος σκίουρος, ο συλβίλαγος, η γκρίζα αλεπού, η κόκκινη αλεπού, σκίουροι και μια νυχτερίδα των σπηλαίων. Ο ερυθρός λύγκας, ο αμερικανικός λαγός, το αγριογούρουνο, η αμερικανική άρκτος και το κογιότ είναι επίσης παρόντα στα δάση και τα εθνικά πάρκα των Ορέων Αλιγκέινυ, ενώ σπανιότατη είναι η παρουσία των μινκ και των καστόρων.
Υπάρχουν επίσης περισσότερα από 20 είδη ερπετών στα βουνά και το Υψίπεδο των Αλιγκέινυ: σαύρες, χελώνες και φίδια. Πολλά είναι και τα περαστικά πτηνά, με αρκετά είδη της οικογένειας ικτερίδες και δύο είδη από τσίχλες (Catharus guttatus και Hylocichla mustelina). Αποδημητικά πτηνά περνούν το καλοκαίρι σε όλα τα μέρη της οροσειράς, ενώ ψαραετοί και χρυσαετοί συναντώνται κάποτε να φωλιάζουν κατά μήκος ρυακιών. Πάντως τα συνηθέστερα αρπακτικά πτηνά είναι τα γεράκια και οι κουκουβάγιες.
Τα υδάτινα ενδιαιτήματα των Αλιγκέινυ φιλοξενούν 24 διαφορετικές οικογένειες ψαριών, ενώ τα παρατηρηθέντα αμφίβια αριθμούν 21 είδη, μεταξύ των οποίων ο κρυπτόβραγχος, σαλαμάνδρες της οικογένειας πληθοδοντίδες, φρύνοι και βάτραχοι. Υπάρχουν 54 συνηθισμένα είδη ασπονδύλων, μεταξύ των οποίων σαλιγκάρια, γυμνοσάλιαγκες, βδέλλες, γεωσκώληκες και σκαραβαιοειδή. Από την άλλη, στα σπήλαια των βουνών αυτών έχουν ανακαλυφθεί σχεδόν εκατό είδη σπηλαιόβιων ασπόνδυλων, όπως καραβίδες του είδους (Cambarus nerterius).[8]
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Προκολομβιανή εποχή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι ιθαγενείς πληθυσμοί που κατοικούσαν τα Όρη Αλιγκέινυ προήλθαν από τους αρχαϊκούς πολιτισμούς της ευρύτερης περιοχής, ιδιαίτερα τους λαούς Αντένι και της Ανατολικής Γούντλαντ με μεταγενέστερη επιρροή των Χοουπουελίων. Αυτοί οι άνθρωποι της μεταγενέστερης μεσαίας δασικής κουλτούρας ονομάστηκαν πολιτισμός των Μοντέιν (περίπου 500 έως 1000 μ.Χ.).[9][10] Ο γειτονικός πολιτισμός Buck Garden κατελάμβανε τις δυτικές πεδιάδες της κεντρικής περιοχής των Αλιγκέινυ. Οι θέσεις τους εκτείνονταν από τα παρακείμενα των παραπόταμων της περιοχής του άνω Ποτόμακ εδάφη, μέχρι τους παραπόταμους του Νιου Ρίβερ. Αυτές επηρεάστηκαν επίσης από τον προηγηθέντα πολιτισμό Άρμστρονγκ και ανατολικότερα από τους Γούντλαντ της Βιρτζίνια.[11] Μικρές ομάδες των Μοντέιν φαίνεται να είχαν παραμείνει πολύ αργότερα από την κλασικά καθορισμένη περίοδό τους σε τμήματα των πιο ορεινών κοιλάδων.[9]
Η λεκάνη απορροής του Ποταμού Μονόνγκαχήλα στα βορειοδυτικά Αλιγκέινυ έδωσε την ονομασία στον «Πολιτισμό Μονόνγκαχήλα», που άνθησε σε αρχαιολογικές θέσεις όπως η Godwin-Portman (36AL39) στην Κομητεία Αλιγκέινυ, η οποία κατοικήθηκε επί πολλούς αιώνες, μέχρι τον 17ο.[12].
Το 1669 ο Τζων Λέντερερ και μέλη της αποστολής του έγιναν οι πρώτοι ευρωπαϊκής καταγωγής άνθρωποι που έφθασαν στην κορυφή της Γαλάζιας Οροσειράς και οι πρώτοι που αντίκρισαν την Κοιλάδα του Σεναντόα και τα Όρη Αλιγκέινυ στο βάθος.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Jesuit Relations, 1632-1673
- ↑ Norton, Major John (1816), The Journal of Major John Norton, Champlain Society, Τορόντο, ανατύπωση 1970)
- ↑ 3,0 3,1 Stewart, George R.: Names on the Land, Βοστώνη 1967
- ↑ Guyot, Arnold: «On the Appalachian Mountain System», American Journal of Science and Arts, 2η σειρά, XXXI (Μάρτιος 1861), σσ. 167-171.
- ↑ «Physiographic divisions of the conterminous U.S.». water.usgs.gov. Ανακτήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2023.
- ↑ «Big Stone Ridge». 11 Οκτωβρίου 2018.
- ↑ Rosier, George L.: Hiking Guide to the Allegheny Trail, 2η έκδοση, West Virginia Scenic Trails Association, Kingwood 1990
- ↑ West Virginia DNR - Wildlife Resources, West Virginia Division of Wildlife. and http://lutra.dnr.state.wv.us/cwcp/appendix2.shtm Αρχειοθετήθηκε 2008-04-12 στο Wayback Machine.
- ↑ 9,0 9,1 McMichael 1968
- ↑ Dragoo, Pa 1963
- ↑ McMichael, Edward V.: Introduction to West Virginia Archeology, West Virginia Archeological Society, 2η έκδοση, 1968
- ↑ RICHARD L. GEORGE: «THE LATE PREHISTORIC COMPONENTS AT THE GODWIN-PORTMAN SITE, 36AL39», abstract. ... It had several Late Prehistoric occupations. This multicomponent site was destroyed in 1979...», The Pennsylvania Archaeologist, τόμ. 77(1), άνοιξη 2007
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Λαογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- McNeill, G.D. (Douglas): The Last Forest, Tales of the Allegheny Woods, n.p., 1940 (ανατύπωση με πρόλογο της Louise McNeill: Pocahontas Communications Cooperative Corporation, Dunmore, W. Va., και McClain Printing Company, Parsons 1989)
Βοτανική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Core, Earl L.: «Wildflowers of the Alleghenies», J. Alleghenies, τόμ. 4 (έτος 1967), I, σσ. 2-4
- Core, Earl L.: «Botanizing in the Higher Alleghenies», Sci. Monthly, τόμ. 57 (έτος 1943), σσ. 119-125