Έκτωρ Δούκας
Έκτωρ Δούκας | |
---|---|
Γέννηση | 1885[1][2][3] Σμύρνη |
Θάνατος | 1969[4][3][5] Αθήνα |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα[6] Οθωμανική Αυτοκρατορία |
Σπουδές | Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου |
Ιδιότητα | ζωγράφος |
Ο Έκτωρ Δούκας (Σμύρνη, 1885 – Αθήνα, 1969) ήταν διακεκριμένος Έλληνας Μικρασιάτης ζωγράφος, που διαμόρφωσε ένα ιδιαίτερο ύφος ανάμεσα στον ακαδημαϊσμό, τον ιμπρεσιονισμό και τον εξπρεσιονισμό.
Ο βίος του
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Έκτωρ Δούκας σπούδασε ζωγραφική αρχικά στην Ακαδημία του Μονάχου στο εργαστήριο τον Λούντβιχ φον Λοφτς, και κατόπιν στην Ακαδημία Ζυλιάν στο Παρίσι. Το 1907 εγκαταστάθηκε στο Μόναχο, όπου το 1913 του απονεμήθηκε τιμητική διάκριση. Ενώ ακόμα ήταν στο Μόναχο, άρχισε να εκθέτει έργα του στην Ελλάδα, όπου και τελικά επέστρεψε. Εκτός από τις ατομικές εκθέσεις, συμμετείχε επίσης σε μεγάλες ομαδικές εκθέσεις όπως στην Μπιενάλε της Βενετίας το 1934 και στις Πανελλήνιες Εκθέσεις του 1948, του 1952, του 1963 και του 1967. Από τα αξιολογότερα έργα του στο εξωτερικό με ιδιαίτερα ευμενή σχόλια αποτελούν οι προσωπογραφίες της Δούκισσας του Μακλεμβούργου και της πριγκίπισσας Άρρενμπεργκ καθώς και η διακόσμηση του Δημαρχείου της Γκέσλιγκεν, στη Στουτγκάρδη και στη Βυρτεμβέργη. Ήταν μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ).
Το έργο του
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το έργο του Δούκα, αν και επηρεασμένο από τη λεγόμενη «Σχολή του Μονάχου», ξεφεύγει από τα αυστηρά και σκοτεινά ακαδημαϊκά πρότυπα, τείνοντας προς τον ιμπρεσιονισμό και τον εξπρεσιονισμό. Ο ίδιος έλεγε ότι δεν είχε «καμία σχέση με τους διάφορους "ισμούς"».[7] Ο Δούκας ανήκε στον κύκλο των λεγόμενων ακαδημαϊκών, στον οποίο μεταξύ άλλων συμπεριλαμβάνονταν καλλιτέχνες όπως οι Προκοπίου, Βικάτος και Γεωργιάδης.[8] Ασχολήθηκε με την προσωπογραφία, την απεικόνιση νεκρών φύσεων, την τοπιογραφία, τη θαλασσογραφία και τη σύνθεση στον καμβά. Η έμπνευσή του ήταν απεριόριστη, αλλά στην μεταφορά της έμπνευσής του στον καμβά έδινε την δική του ιδιαίτερη «ψυχολογική ερμηνεία»:
«Αποφεύγω οτιδήποτε που (sic) θυμίζει μια ξεκάρφωτη μεταφορά της φύσης στο βασίλειό μου. Πώς θα μεταφέρω τις συγκινήσεις μου, δηλαδή με ποιον εκφραστικό τρόπο, μου είναι αδιάφορο. Κείνο που με απασχολεί είναι να μπορώ να δίνω την αγαλλίαση στο θεατή και να του μιλώ χωρίς τη βοήθεια επεξηγηματικών σημειώσεων. Ζωγραφικός πίνακας είναι, κατά τη γνώμη μου, εκείνος που δε θέλει καν τίτλο.»[9]
Ένα από τα πλέον γνωστά του έργα είναι η ελαιογραφία που απεικονίζει γυναίκες που μεταφέρουν πολεμοφόδια στην Πίνδο κατά τον πόλεμο του 1940, καθώς και εκείνη του Ευγενίου Μητροπολίτη της Αγχιάλου (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο). Άλλα έργα του βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδας και στις συλλογές του Δήμου Πειραιώς, της Τραπέζης της Ελλάδος και της Εθνικής Τραπέζης. Τρεις πίνακές του που βρίσκονταν στη Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων καταστράφηκαν από εμπρησμό κατά τα Δεκεμβριανά του 1944.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Νεώτερον Εγκυκλοπαίδικόν Λεξικόν Ηλίου" τόμ.6ος, σελ.181.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ rkd
.nl /explore /artists /122731. Ανακτήθηκε στις 22 Αυγούστου 2017. - ↑ (Ολλανδικά) RKDartists. 122731. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 3,0 3,1 Artnet. hector-doukas. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ (Ολλανδικά) RKDartists. rkd
.nl /explore /artists /122731. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2017. - ↑ mutualart.com. ED552DCEEF821D37. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ dd2f9bb1-5b22-e111-9c2b-000c29604b72. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2020.
- ↑ Γιάννης Βουτσινάς: 56 `Ελληνες ζωγράφοι μιλούν για την τέχνη τους, Γκοβόστης, Αθήνα 2000, σσ. 78–79. ISBN 960-270-848-4.
- ↑ (επιμ) Λαμπράκη-Πλάκα, Μαρίνα (1999). Εθνική Πινακοθήκη 100 χρόνια Τέσσερις αιώνες Ελληνικής Ζωγραφικής. Από τις Συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης και του Ιδρύματος Ευριπίδη Κουτλίδη. Αθήνα: Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου. σελ. 129.
- ↑ Ο.π., σελ. 79.