Άρτουρ Γκρότγκερ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Άρτουρ Γκρότγκερ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Artur Grottger (Πολωνικά)
Γέννηση11  Νοεμβρίου 1837[1][2][3]
Otynevychi
Θάνατος13  Δεκεμβρίου 1867[1][2][3]
Αμελί-λε-Μπαιν-Παλαλντά[4]
Τόπος ταφήςΚοιμητήριο Λιτσάκιβσκι (49°50′0″ s. š., 24°3′11″ v. d.)[5]
Χώρα πολιτογράφησηςΑυστριακή Αυτοκρατορία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΠολωνικά[6]
ΣπουδέςΑκαδημία Καλών Τεχνών «Γιαν Ματέικο»
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταζωγράφος[7][8]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Άρτουρ Γκρότγκερ (Artur Grottger) (11 Νοεμβρίου 1837–13 Δεκεμβρίου 1867) ήταν Πολωνός ρομαντικός ζωγράφος και γραφίστας, ένας από τους πιο εξέχοντες καλλιτέχνες των μέσων του 19ου αιώνα κάτω από τους ξένους διαμελισμούς της Πολωνίας, παρ΄ ότι η ζωή του κόπηκε από ανίατη ασθένεια.[9]

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γκρότγκερ γεννήθηκε στο Οτινιοβίτσε (Ottyniowice) της Ανατολικής Γαλικίας (τώρα Οτινεβίτσι, Ουκρανία). Ο πατέρας του ήταν ο Γιαν Γιούζεφ Γκρότγκερ, ένας Πολωνός αξιωματικός που διοικούσε το Σύνταγμα των Ουλάνων που ονομαζόταν Warszawskie Dzieci (Παιδιά της Βαρσοβίας) κατά τη διάρκεια της αποτυχημένης Νοεμβριανής Εξέγερσης κατά των Ρώσων (1831). Ο ίδιος ήταν ερασιτέχνης καλλιτέχνης, με πολλούς τομείς πάθους.[10]

Σε ηλικία 11 ετών, ο Άρτουρ Γκρότγκερ στάλθηκε από ένα ήσυχο κτήμα για να σπουδάσει ζωγραφική στο Λβουφ υπό τη μαθητεία του Γιαν Κάντι Μασκόφσκι (1848–1852), (μαζί με τον Στανίσουαφ Ταρνόφσκι)[11] και (για λίγο) του Γιούλιους Κόσακ. Το 1852, ξεκίνησε ένα ταξίδι στην Κρακοβία (τότε στον Αυστριακό Διαμελισμό) για να παρακολουθήσει μαθήματα στην Ακαδημία Καλών Τεχνών «Γιαν Ματέικο». Σπούδασε κοντά στους Βουαντίσουαφ Γουστσκιέβιτς και Βόιτσεχ Κόρνελ Στάτλερ. Το 1855-1858, πήγε στην Ακαδημία της Βιέννης και σπούδασε κοντά στον Καρλ φον Μπλάας και τον Κρίστιαν Ρούμπεν. Ενώ βρισκόταν στην Αυστρία, ταξίδεψε στο Μόναχο, τη Βενετία και την Ουγγαρία, όπου συνάντησε τον μεγαλύτερο μελλοντικό χορηγό και ευεργέτη του, τον Κόμη Αλεξάντερ Πάπενχαϊμ. Επέστρεψε στην Πολωνία το 1865 μετά την κατάρρευση της Ιανουαριανής Εξέγερσης.[9][10]

Ο τάφος του Γκρότγκερ στο Κοιμητήριο Λιτσάκιβσκι, Λβιβ

Για ένα διάστημα, ο Γκρότγκερ μετακόμισε ανάμεσα στα κτήματα των Πολωνών φιλότεχνων στην Ποδολία, μεταξύ άλλων στο αρχοντικό του Στανίσουαφ Ταρνόφσκι στη Σνιατίνκα (Śniatynka), όπου ζωγράφισε πολλούς πίνακες για τον κύκλο της Λιθουανίας.[12] Το 1866, γνώρισε την αρραβωνιαστικιά του, Βάντα Μονέ (Wanda Monné), μια νεαρή Πολωνή και πέρασε πολύ χρόνο στο σπίτι της. Ωστόσο, εμφάνισε επίσης φυματίωση. Το 1867, πήγε στο Παρίσι ελπίζοντας να βγάλει περισσότερα χρήματα, όπου επισκέφτηκε το Hôtel Lambert και συναντήθηκε με τον Ζαν-Λεόν Ζερόμ. Η ασθένειά του όλο και χειροτέρευε. Πήγε σε ένα σανατόριο στο Αμελί-λε-Μπαιν-Παλαλντά στα Πυρηναία, όπου πέθανε στις 13 Δεκεμβρίου 1867. Το σώμα του επέστρεψε στην Πολωνία από την αρραβωνιαστικιά του και τάφηκε στο Κοιμητήριο Λιτσάκιβσκι του Λβουφ στις 4 Ιουλίου 1868.[10]

Καλλιτεχνική καριέρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γκρότγκερ ζωγράφισε κυρίως επικές σκηνές μάχης, πορτρέτα και άλογα. Δημιούργησε μερικούς από τους πιο διάσημους πίνακές του όταν βρισκόταν στη Βιέννη. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην κατεχόμενη Πολωνία, διοχέτευσε όλο του το ταλέντο και την ενέργειά του στην απεικόνιση των ελπίδων και της φρίκης των αποτυχημένων πολωνικών εξεγέρσεων σε διάφορες σειρές από ασπρόμαυρα πάνελ, όπως η Βαρσοβία, η Polonia, η Λιθουανία και η Wojna (1863–1867), όπου κανένα δεν του έφερε εισόδημα. Η σειρά με τίτλο «Polonia» περιελάμβανε 8 πίνακες, που απεικόνιζαν τις ζοφερές πραγματικότητες της καθημερινής ζωής και του αγώνα κάτω από τη ρωσική κατοχή. Η «Polonia» ήταν μια απάντηση στην αποτυχημένη εξέγερση του 1863–65. Ο τελευταίος του πίνακας ήταν η αυτοπροσωπογραφία του.

Το 1908, ο Ιγκνάτσι Γιαν Παντερέφσκι, του οποίου ο πατέρας είχε παγιδευτεί στην εξέγερση και είχε συλληφθεί, ολοκλήρωσε το magnum opus του, τη Συμφωνία σε Β ελάσσονα "Polonia", η οποία ήταν εμπνευσμένη από τη σειρά πινάκων του Γκρότγκερ.

Επιλεγμένα έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σομπιέσκι και Λεοπόλδος Α΄ στο Σφέχατ, 1859
Σομπιέσκι και Λεοπόλδος Α΄ στο Σφέχατ, 1859 
Απόδραση του Ερρίκου Γ΄ από την Πολωνία, 1860
Απόδραση του Ερρίκου Γ΄ από την Πολωνία, 1860 
Αναγνώριση, 1862
Αναγνώριση, 1862 
Πορεία θανάτου στη Σιβηρία, 1866
Πορεία θανάτου στη Σιβηρία, 1866 

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 4  Μαΐου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 «Artur Grottger». (Ολλανδικά) RKDartists. 34278.
  3. 3,0 3,1 3,2 «Artur Grottger». (Αγγλικά) Benezit Dictionary of Artists. Oxford University Press. 2006. B00079737. ISBN-13 978-0-19-977378-7.
  4. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  5. 5,0 5,1 Liubomyr Krysa: «Личаківський некрополь» (Ουκρανικά) 2006. σελ. 157. ISBN-13 978-966-8955-00-5.
  6. «Identifiants et Référentiels». (Γαλλικά) IdRef. Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. Ανακτήθηκε στις 2  Μαΐου 2020.
  7. «Grottger, Arthur» (Γερμανικά) σελ. 420.
  8. The Fine Art Archive. cs.isabart.org/person/59012. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  9. 9,0 9,1 «Artur Grottger. Ottyniowice 1837 - Amélie-les-Bains 1867». Pinakoteka Zascianek.pl (στα Πολωνικά). Encyklopedia Powszechna PWN, Βαρσοβία. 1974. Ανακτήθηκε στις 21 Οκτωβρίου 2012. Biography and gallery of paintings. 
  10. 10,0 10,1 10,2 Piotr Czartoryski-Sziler. «Artur Grottger - wielki polski artysta (Artur Grottger - a great Polish artist)». Wielcy zapomniani (στα Πολωνικά). Nasz Dziennik, Lwow.pl. Ανακτήθηκε στις 21 Οκτωβρίου 2012. 
  11. „Polski Słownik Biograficzny”, Vol. XX (Maria Józefa – Mathy Ignacy), ed. Polska Akademia Nauk, print. Zakład Narodowy im. Ossolińskich, Βρότσουαφ-Βαρσοβία-Κρακοβία-Ντάντσιχ, 1975, σελ. 154.
  12. Ζόφια Γκοουούμπιεφ, Άννα Κρουλ „Artur Grottger (1837-1867)”, (Wystawa przygotowana przez Muzeum Narodowego w Krakowie w Pałacu Sztuki Towarzystwa Przyjaciół Sztuk Pięknych w Krakowie marzec – maj 1988, pod patronatem Ministra Kultury i Sztuki Prof. Aleksandra Krawczuka) Εθνικό Μουσείο της Κρακοβίας, Κρακοβία, 1988, σελ. 18.