Αντικαταθλιπτικό
Τα αντικαταθλιπτικά είναι φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής και άλλων ψυχικών διαταραχών, συμπεριλαμβανομένων μερικών αγχωδών διαταραχών, ορισμένων χρόνιων παθήσεων του πόνου και για την αντιμετώπιση ορισμένων εθισμών. Τυπικές παρενέργειες των αντικαταθλιπτικών περιλαμβάνουν ξηροστομία, αύξηση σωματικού βάρους, απώλεια λίμπιντο, ανηδονία, συναισθηματική άμβλυνση και σε μερικές περιπτώσεις στυτική δυσλειτουργία. Οι περισσότεροι τύποι αντικαταθλιπτικών φαρμάκων είναι συνήθως ασφαλείς, αλλά μπορεί να προκαλέσουν αυξημένες σκέψεις αυτοκτονίας όταν λαμβάνονται από παιδιά, εφήβους και νεαρούς ενήλικες. Ένα σύνδρομο μετά τη διακοπή (discontinuation syndrome) μπορεί να συμβεί μετά τη διακοπή οποιουδήποτε αντικαταθλιπτικού που μοιάζει με υποτροπιάζουσα κατάθλιψη. Η συζήτηση στην ιατρική κοινότητα επικεντρώνεται στο κατά πόσον τα παρατηρούμενα αποτελέσματα σε ασθενείς μπορούν να αποδοθούν στο φαινόμενο του εικονικού φαρμάκου (placebo).
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Antidepressant της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες). |