Χριστόδουλος Τσιγάντες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Χριστόδουλος Τσιγάντες
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση30  Ιανουαρίου 1897
Τούλτσεα
Θάνατος12  Οκτωβρίου 1970
Λονδίνο
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
νέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδημοσιογράφος
πολιτικός
στρατιωτικός
Οικογένεια
ΤέκναΦίλιππος Ντην Τσιγάντες
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςστρατηγός/Ελληνικός Στρατός
Πόλεμοι/μάχεςΑ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΛεγεώνα της Τιμής
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Χριστόδουλος Τσιγάντες (30 Ιανουαρίου 1897 - 12 Οκτωβρίου 1970) ήταν Έλληνας στρατιωτικός (αντιστράτηγος Πεζικού), αρθρογράφος, γενικός διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ) και πολιτικός.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ηταν πρωτότοκος γιος του Γεράσιμου Σβορώνου - Τσιγάντε, εμπόρου Κεφαλληνιακής καταγωγής, και της Ευγενίας Αντύπα. Γεννήθηκε στη Ρουμανία στις 30 Ιανουαρίου του 1897. Αδέλφια του ήταν ο στρατιωτικός και ήρωας της αντίστασης κατά την κατοχή Ιωάννης Τσιγάντες (γεννηθείς την 1/12/1897) και ο Γεώργιος (περίπου το 1910). Μια σοβαρή ασθένεια του Γεράσιμου Σβορώνου - Τσιγάντε ανάγκασε την οικογένεια, περί το 1910, να εγκατασταθεί οριστικά στη Μεταξάτα, Κεφαλλονιά. Μετά τον θάνατό του πατέρα του, μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, όπου αποφοίτησε από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή.

Στρατιωτική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περίοδος 1913 - 1935[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την αποφοίτησή του, επέστρεψε στην Αθήνα και εισήλθε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από την οποία και αποφοίτησε το 1916 με το βαθμό του ανθυπολοχαγού Πεζικού.

Μόλις εξήλθε της Σχολής έλαβε μέρος στο βενιζελικό Κίνημα της Εθνικής Αμύνης το 1916 και πολέμησε στο Μακεδονικό Μέτωπο (1917-18) εναντίον Γερμανών και Βουλγάρων κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εν συνεχεία, έλαβε μέρος στην ελληνική στρατιωτική αποστολή στην Κριμαία στο πλαίσιο του ρωσικού εμφυλίου πολέμου, καθώς και στη Μικρασιατική Εκστρατεία ως λοχαγός.

Στις 17 Ιανουαρίου 1921, νυμφεύθηκε τη Μαρία Δρακούλη, καταγόμενη από την Ιθάκη αλλά μόνιμη κάτοικο της Ρουμανίας, με την οποία απέκτησε αργότερα δύο αγόρια, τον Γεράσιμο (1924) και τον Ελευθέριο (1935).

Στις 15 Δεκεμβρίου 1923 προβιβάστηκε στο βαθμό του ταγματάρχη. Στη συνέχεια φοίτησε στη Γαλλική Σχολή Πολέμου στο Παρίσι και με την επιστροφή του στην Ελλάδα υπηρέτησε σε διάφορες επιτελικές θέσεις.

Το 1934 προάχθηκε στο βαθμό του αντισυνταγματάρχη.

Κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έλαβε μέρος, ως κύριο μέλος της μυστικής επαναστατικής «Ελληνικής Στρατιωτικής Οργάνωσης» (1933-1935), στο βενιζελικό κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935. Μετά την αποτυχία του κινήματος, συνελήφθη και να δικάστηκε, στις 31 Μαρτίου 1935, από το Έκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών επί εσχάτη προδοσία μαζί με άλλους βενιζελικούς αξιωματικούς. Καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά με συνεπαγόμενη την ποινή της στρατιωτικής καθαίρεσης, σε απλό στρατιώτη, που πραγματοποιήθηκε δημόσια στις 2 Απριλίου 1935 στους τότε στρατώνες πεζικού (σημερινό πάρκο Ελευθερίας).

Μετά όμως την παλινόρθωση ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ του απένειμε χάρη από την οποία και διακόπηκε η περαιτέρω έκτιση ποινής.

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από το 1940 μέχρι το 1941 υπηρέτησε στη γαλλική Λεγεώνα των Ξένων στη Λιβύη και στην Ερυθραία.

Το 1942, μετά την εμφάνισή του στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στο Κάιρο, ανακλήθηκε στις τάξεις του ελληνικού Στρατού.

Κατά την περίοδο 15 Σεπτεμβρίου 1942 - 7 Αυγούστου 1945 ανέλαβε τη διοίκηση του Ιερού Λόχου της Μέσης Ανατολής λαμβάνοντας μέρος τόσο στις επιχειρήσεις της Λιβύης και της Τύνιδος, όσο και της Δωδεκανήσου.

Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με το τέλος του πολέμου, το 1945, ανέλαβε στρατιωτικός διοικητής Αρχιπελάγους και, έως το 1947, αρχηγός της Ελληνικής Στρατιωτικής Αποστολής στα Δωδεκάνησα, προετοιμάζοντας την ενσωμάτωσή τους στο ελληνικό κράτος. Την περίοδο εκείνη προάχθηκε στο βαθμό του ταξιάρχου.

Τέλος ανέλαβε στρατιωτικός διοικητής Ευβοίας όπου και αποστρατεύθηκε κατόπιν αιτήσεώς του, την 1 Μαΐου του 1948, λαμβάνοντας το βαθμό του υποστρατήγου.

Τιμήθηκε με πλείστα παράσημα, ελληνικά και συμμαχικά, καθώς και από τους βασιλείς Γεώργιο Β΄ και Παύλο.

Πολιτική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την αποστρατεία του υπήρξε αρθρογράφος και σχολιαστής διαφόρων κεντρώων εφημερίδων (Το Έθνος, Τα Νέα, Ελευθερία).

Το 1950 ορίστηκε γενικός διευθυντής του (τότε) Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ, η μετέπειτα ΕΡΤ) με υπόδειξη του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου. Παρέμεινε σε αυτήν τη θέση έως τις αρχές του 1953, οπότε αντικαταστάθηκε από την κυβέρνηση Παπάγου.

Επίσης στις βουλευτικές εκλογές των ετών 1950, 1956 και 1958 πολιτεύθηκε ως υποψήφιος με το Κόμμα Φιλελευθέρων, χωρίς όμως επιτυχία.

Το 1970 ασθένησε σοβαρά και μεταφέρθηκε στο Λονδίνο όπου και πέθανε στις 12 Οκτωβρίου 1970. Η σορός του αποτεφρώθηκε στη βρετανική πρωτεύουσα.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]