Χρηματιστικοποίηση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Χρηματιστικοποίηση είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται μερικές φορές σε συζητήσεις σχετικές με τον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό, ο οποίος αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια των πρόσφατων δεκαετιών που οδήγησαν στην οικονομική κρίση του 2007-2008. Αναφέρεται στην τάση εκείνη όπου η χρηματοοικονομική μόχλευση προέχει του μετοχικού κεφαλαίου, και στην τάση κυριαρχίας των χρηματοπιστωτικών αγορών πάνω στις παραδοσιακές βιομηχανικές και αγροτικές οικονομίες.

Ο όρος ΧρηματιστικοποίησηΧρηματιστηριοποίηση σαν εναλλακτική μετάφραση του Αγγλικού όρου) έχει εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια στην οικονομική επιστήμη. Σαφής ορισμός της χρηματιστικοποίησης δεν υπάρχει, τουλάχιστον όχι πλήρως προσδιορισμένος. Μπορούμε όμως να πούμε, σε γενικές γραμμές, πως χρηματιστικοποίηση (ή χρηματιστηριοποίηση) είναι η μετάβαση των οικονομικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων από τον τομέα της παραγωγής υλικών αγαθών στον τομέα των άυλων χρηματιστηριακών αγαθών τα οποία προσφέρουν, με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, υψηλότερα κέρδη σε βραχυχρόνια επιχειρηματική περίοδο.

Ακαδημαϊκές προσεγγίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην πραγματικότητα, διάφοροι ορισμοί, που επικεντρώνονται σε συγκεκριμένες πτυχές και ερμηνείες, έχουν χρησιμοποιηθεί:

Σύμφωνα με τον Dore (2002) η Χρηματιστικοποίηση μπορεί να οριστεί ως: "η αυξανόμενη κυριαρχία της βιομηχανίας του χρήματος επί του συνολικού ποσού της πραγματικής οικονομικής δραστηριότητας, των χρηματιστηριακών ελεγκτών στη διαχείριση των επιχειρήσεων, των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων έναντι των συνολικών υλικών περιουσιακών στοιχείων, των αγοραπωλησιών τίτλων και ιδιαίτερα μετοχών σε σχέση με τα υπόλοιπα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, της χρηματιστηριακής αγοράς ως μια αγοράς που ασκεί εταιρικό έλεγχο και επηρεάζει τον προσδιορισμό των εταιρικών στρατηγικών, καθώς και των διακυμάνσεων της χρηματιστηριακής αγοράς ως καθοριστικού παράγοντα των κύκλων εργασιών των επιχειρήσεων."