Τρανσέξουαλ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Αμερικανίδα διεμφυλική ηθοποιός και ακτιβίστρια Andrea James

Τρανσέξουαλ (αγγλικά: transsexual) ή φυλομεταβατικά χαρακτηρίζονται τα άτομα που αυτοπροσδιορίζονται με διαφορετικό φύλο από εκείνο που τους αποδόθηκε κατά τη γέννηση και ίσως επιθυμούν να μεταβούν μόνιμα σε αυτό μέσω ιατρικής επέμβασης (ορμονοθεραπεία ή εγχείρηση ανάπλασης γεννητικών οργάνων[1]). Ο όρος τρανσέξουαλ είναι μόνο μία κατηγορία του όρου-ομπρέλα τρανς ή transgender [2][3][4][5], ο οποίος αφορά όλα τα άτομα που δεν μπορούν να ταυτιστούν με το φύλο που τους αποδόθηκε κατά την γέννηση. Όταν ένα άτομο εκφράζει την επιθυμία του να ζήσει και να είναι αποδεκτό σαν μέλος του ταυτιζόμενου φύλου του,[6] ή όταν ένα άτομο παρουσιάσει διαταραγμένη λειτουργία ή θλίψη λόγω της ταυτότητας φύλου του, μπορεί να διαγνωστεί με δυσφορία φύλου.[7]

Η ταυτότητα φύλου είναι ένας διαφορετικός διαχωρισμός από τον σεξουαλικό προσανατολισμό, που σημαίνει ότι ένας τρανσέξουαλ άνδρας ή γυναίκα, έχει εξίσου πιθανότητες να είναι ομοφυλόφιλος, ετεροφυλόφιλος, αμφισεξουαλικός ή ασεξουαλικός.

Τρανσέξουαλ και transgender[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1965 ο Τζον Όλιβεν επινόησε την έννοια transgender. Τη δεκαετία του 1990, ο όρος τρανσέξουαλ κατέληξε να θεωρείται ένα υποσύνολο του όρου-ομπρέλα τρανς. Ο όρος transgender (ή απλά τρανς) είναι τώρα πιο κοινός και πολλά τρανς άτομα προτιμούν να αποκαλούνται transgender, απορρίπτοντας την προσφώνηση τρανσέξουαλ.[8][9][10] Ο όρος τρανσέξουαλ, ωστόσο, συνεχίζει να χρησιμοποιείται[11] και κάποια άτομα που προχωρούν σε ιατρική βοήθεια (για παράδειγμα εγχείρηση ανάπλασης γεννητικών οργάνων) για να αλλάξουν τα γενετικά τους χαρακτηριστικά, προτιμούν την προσφώνηση τρανσέξουαλ από το transgender.[8][9][10]

Χρήση στη γλώσσα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λέξη τρανσέξουαλ χρησιμοποιείται ως επιθετικός προσδιορισμός και όχι ως ουσιαστικό· το σωστό είναι "το τρανσέξουαλ άτομο" και όχι "η τρανσέξουαλ". Όπως και σε όλα τα τρανς άτομα, τα τρανσέξουαλ άτομα προτιμούν να αναφέρονται με αντωνυμίες ταυτιζόμενες με την ταυτότητα φύλου τους. Για παράδειγμα, ένας τρανς άνδρας είναι ένα άτομο που καθορίστηκε θηλυκό κατά τη γέννηση, με βάση τα γεννητικά του όργανα, αλλά παρά τον καθορισμό αυτό (απόδοση φύλου), αυτοπροσδιορίζεται ως άνδρας και μεταβαίνει ή έχει μεταβεί σε αντρικό ρόλο φύλου· στην περίπτωση ενός τρανσέξουαλ άνδρα, επιπλέον έχει ή πρόκειται να αποκτήσει σώμα με αρρενωπά χαρακτηριστικά. Τα τρανσέξουαλ άτομα κάποιες φορές αναφέρονται με κατευθυντικούς όρους, όπως "από θηλυκό σε αρσενικό" (female-to-male/FTM) για έναν τρανσέξουαλ άνδρα και "από αρσενικό σε θηλυκό" (male-to-female/MTF) για μία τρανσέξουαλ γυναίκα.

Τα τρανς και τα τρανσέξουαλ άτομα, επίσης δεν πρέπει να συγχέονται με τα ίντερσεξ άτομα (παλαιότερα ερμαφρόδιτα) καθώς με αυτό τον όρο αναφερόμαστε στα άτομα που τα φυλετικά χαρακτηριστικά τους δεν παραπέμπουν στον τυπικό ορισμό ενός ανδρικού ή θηλυκού σώματος.

Χειρουργικό στάτους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χρησιμοποιούνται διάφορες ορολογίες, ειδικά εντός της κοινότητας, σχετικά με τη χειρουργική ή επεμβατική κατάσταση ενός τρανσέξουαλ ατόμου, αναλογικά με το εάν έχουν υποβληθεί σε εγχείρηση επαναπροσδιορισμού φύλου, εάν δεν έχουν υποβληθεί αλλά σκοπεύουν ή αν δεν σκοπεύουν να εισέλθουν στη διαδικασία. Αναφερόμαστε στη μετεγχειρητική, στην προεγχειρητική και μη εγχειρητική φάση αντίστοιχα.[12]

Προεγχειρητικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προεγχειρητικό τρανσέξουαλ άτομο (pre-op) είναι το άτομο που σκοπεύει να υποβληθεί σε εγχείρηση επαναπροσδιορισμού φύλου κάποια στιγμή, αλλά δεν το έχει κάνει ακόμα.[12][13]

Μετεγχειρητικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετεγχειρητικό τρανσέξουαλ άτομο (post-op) είναι το άτομο που έχει υποβληθεί σε εγχείρηση επαναπροσδιορισμού φύλου.[12]

Μη εγχειρητικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μη εγχειρητικό άτομο (non-op) είναι το άτομο που δεν έχει υποβληθεί σε εγχείρηση επαναπροσδιορισμού φύλου και δεν σκοπεύει να το κάνει στο μέλλον. Οι λόγοι μπορεί να ποικίλλουν από οικονομικοί έως προσωπικοί.[12]

Αίτια, μελέτες και θεωρίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μελέτη πάνω στα αίτια της διαφυλικότητας εξετάζει τη διαμόρφωση της ταυτότητας φύλου των τρανς ατόμων και ειδικά των τρανσέξουαλ ατόμων. Οι τρανσέξουαλ άνθρωποι έχουν ταυτότητα φύλου που δεν ταυτίζεται με το αποδιδόμενο φύλο, το οποίο σε πολλές περιπτώσεις καταλήγει σε δυσφορία φύλου.[14] Τα αίτια της διαφυλικότητας μελετώνται επί δεκαετίες.

Οι πιο μελετημένοι παράγοντες είναι βιολογικοί. Οι μελέτες που ξεκινούν από τον Zhou το 1995, έχουν δείξει ότι η δομή του εγκεφάλου (ο όγκος και η πυκνότητα των νευρώνων) των τρανς γυναικών είναι παρόμοια με αυτή των cis γυναικών και όχι με αυτή των cis ανδρών και η δομή του εγκεφάλου των τρανς ανδρών είναι παρόμοια με εκείνη των cis ανδρών, ακόμα και αν γίνεται χρήση ορμονών. Μία μελέτη του 2002 από τον Chung υπέδειξε ότι σημαντικός φυλετικός διμορφισμός στον πυρήνα Βed nucleus of the stria terminalis[15] δεν εγκαθιδρύθηκε μέχρι την ενηλικίωση, εικάζοντας ότι είτε οι αλλαγές στα ορμονικά επίπεδα του εμβρύου προξενούν αλλαγές στη συναπτική πυκνότητα του πυρήνα BST και άλλους παράγοντες οι οποίοι αργότερα οδηγούν στις παρατηρούμενες διαφορές στον BST ή στις διαφορές που επηρεάζονται από την παραγωγή μιας ταυτότητας φύλου ασυνεπούς με το αποδιδόμενο κατά τη γέννηση φύλο. Μελέτες του 2004 (Swaab), 2006 (Gooran), 2008 (Garcia-Falgueras) και 2010 (Rametti) επιβεβαιώνουν προηγούμενες έρευνες ότι η ταυτότητα φύλου επηρεάζεται από τη δομή του εγκεφάλου. (Διαφορές στη δομή του εγκεφάλου έχουν σημειωθεί επίσης και ανάμεσα σε γκέι και ετεροφυλόφιλους άνδρες και ανάμεσα σε λεσβίες και ετεροφυλόφιλες γυναίκες, ως μέρος μιας εκτενούς έρευνας πάνω στη Βιολογία και το σεξουαλικό προσανατολισμό. Οι μελέτες επίσης έδειξαν ότι και οι τρανς γυναίκες που έλκονται από γυναίκες και εκείνες που έλκονται από άντρες έχουν ίδια εγκεφαλική λειτουργία και απόκριση με τις cis γυναίκες και διαφορετική από τους cis άνδρες ή είναι σε ενδιάμεσο στάδιο. Παρομοίως, μελέτες όπως του Rametti έχουν δείξει ότι τα πρότυπα λευκής ουσίας στους τρανς άνδρες έχουν μορφή άρρενος (ακόμα και πριν τη χρήση ορμονών), ανεξαρτήτως σεξουαλικού προσανατολισμού.

Όσον αφορά τους γενετικούς παράγοντες, μια έρευνα από τον Hae ανέφερε ότι οι τρανς γυναίκες έχουν μακρύτερο γονίδιο του υποδοχέα από τους cis άντρες (εκείνους δηλαδή που το φύλο τους συμφωνεί με το σώμα τους), το οποίο είναι λιγότερο αποδοτικό στη δέσμευση τεστοστερόνης και ενδεχομένως να αποτρέψει πλήρως την αρρενοποίηση του εγκεφάλου. (Προγεννητική έκθεση ή ευαισθησία στα ανδρογόνα, ή έλλειψη τούτων, είναι ένας συχνά απαντώμενος μηχανισμός για να εξηγήσει κανείς τις παρατηρούμενες διαφορές στη δομή του εγκεφάλου.) Μία μελέτη από τον Bentz έδειξε ότι οι τρανς άνδρες έχουν αλληλόμορφη διανομή του ενζύμου CYP17 όπως οι cis άντρες, κάτι που δε συμβαίνει στις cis γυναίκες.[16] Μία έρευνα σε δίδυμα έδειξε ότι το 33% των ζευγαριών των πανομοιότυπων διδύμων ήταν τρανς και τα δύο, σε σύγκριση με το 2,6% των μη πανομοιότυπων που μεγάλωσαν στην ίδια οικογένεια, το ίδιο διάστημα, αλλά δεν ήταν γενετικά πανομοιότυπα.[17]

Δικαιώματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σύμβολο της διεμφυλικότητας.

Στις περισσότερες κοινωνίες του κόσμου τα διεμφυλικά άτομα αναγνωρίζονται νομικά, ζουν και λειτουργούν με τη νέα τους ταυτότητα, ενώ στις περιπτώσεις όπου δεν έχει λάβει χώρα χειρουργική επέμβαση, το εργασιακό τους δικαίωμα δεν κατοχυρώνεται και δεν προστατεύεται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εξώθησή τους στην πορνεία, ώστε να εξασφαλίσουν το βιοπορισμό τους [18]. Αντίθετα, σε κάποια κράτη (όπως Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία, Πορτογαλία και Βραζιλία), τα διεμφυλικά άτομα έχουν υπό προϋποθέσεις τη δυνατότητα αλλαγής των εγγράφων τους, χωρίς να έχει επέλθει χειρουργική επέμβαση. [19] [20]

Στις 20 Νοεμβρίου κάθε έτους έχει καθιερωθεί διεθνώς η παγκόσμια ημέρα μνήμης των διεμφυλικών ατόμων, τιμώντας τη μνήμη όλων των διεμφυλικών που έχουν πέσει θύματα διακρίσεων, μίσους, βίας και φόνων, λόγω της ταυτότητας του φύλου τους. [21]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Οκτωβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2016. 
  2. Renieri, Nicole (3 Ιουλίου 2013). «Διαφορές Transsexual και Διεμφυλικων Ατόμων». queers.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Ιουλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 26 Ιανουαρίου 2017. 
  3. Transgender Rights (2006, ISBN 0816643121), edited by Paisley Currah, Richard M. Juang, Shannon Minter
  4. Thomas E. Bevan, The Psychobiology of Transsexualism and Transgenderism (2014, ISBN 1440831270), page 42: "The term transsexual was introduced by Cauldwell (1949) and popularized by Harry Benjamin (1966) [...]. The term transgender was coined by John Oliven (1965) and popularized by various transgender people who pioneered the concept and practice of transgenderism. It is sometimes said that Virginia Prince (1976) popularized the term, but history shows that many transgender people advocated the use of this term much more than Prince. The adjective transgendered should not be used [...]. Transsexuals constitute a subset of transgender people."
  5. A. C. Alegria, Transgender identity and health care: Implications for psychosocial and physical evaluation, in the Journal of the American Academy of Nurse Practitioners, volume 23, issue 4 (2011), pages 175–182: "Transgender, Umbrella term for persons who do not conform to gender norms in their identity and/or behavior (Meyerowitz, 2002). Transsexual, Subset of transgenderism; persons who feel discordance between natal sex and identity (Meyerowitz, 2002)."
  6. «ICD-10». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Ιουνίου 2008. Ανακτήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2008. 
  7. American Psychiatric Association (2000). Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, Fourth Edition (Text Revision). American Psychiatric Publishing. ISBN 0-89042-025-4. 
  8. 8,0 8,1 R Polly, J Nicole, Understanding the transsexual patient: culturally sensitive care in emergency nursing practice, in the Advanced Emergency Nursing Journal (2011): "The use of terminology by transsexual individuals to self-identify varies. As aforementioned, many transsexual individuals prefer the term transgender, or simply trans, as it is more inclusive and carries fewer stigmas. There are some transsexual individuals[,] however, who reject the term transgender; these individuals view transsexualism as a treatable congenital condition. Following medical and/or surgical transition, they live within the binary as either a man or a woman and may not disclose their transition history."
  9. 9,0 9,1 A Swenson, Medical Care of the Transgender Patient, in Family Medicine (2014): "While some transsexual people still prefer to use the term to describe themselves, many transgender people prefer the term transgender to transsexual."
  10. 10,0 10,1 «GLAAD Media Reference Guide». Ανακτήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2013. 
  11. Pauly MD, Ira B. (28 May 1993). «Terminology and Classification of Gender Identity Disorders». Journal of Psychology & Human Sexuality 5 (4): 1–12. doi:10.1300/J056v05n04_01. ISSN 0890-7064. http://www.haworthpress.com/store/ArticleAbstract.asp?sid=DPRJKLWKVGB58LR50W0AD29WXCGU5XC7&ID=77620. Ανακτήθηκε στις 2007-02-26. 
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 Girshick, Lori B. (15 Σεπτεμβρίου 2009). Transgender Voices: Beyond Women and Men. Hanover: University Press of New England. σελ. 16. ISBN 978-1-58465-838-2. OCLC 929272452. 
  13. Partridge, Eric (2006). The New Partridge Dictionary of Slang and Unconventional English: J-Z. Taylor & Francis. σελ. 1540. ISBN 978-0-415-25938-5. OCLC 180087865. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2017. 
  14. Curtis, R.· και άλλοι. (Μαρτίου 2009). «Transgender experiences – Information and support» (PDF). NHS. σελ. 12. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 6 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουλίου 2012. 
  15. https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=5681.0 Φόρουμ σχετικά με τη μετάφραση του όρου
  16. Bentz, E; Hefler, L; Kaufmann, U; Huber, J; Kolbus, A; Tempfer, C (2008). «A polymorphism of the CYP17 gene related to sex steroid metabolism is associated with female-to-male but not male-to-female transsexualism». Fertility and Sterility 90 (1): 56–9. doi:10.1016/j.fertnstert.2007.05.056. PMID 17765230. 
  17. Diamond, Milton (May 2013). «Transsexuality Among Twins: Identity Concordance, Transition, Rearing, and Orientation». International Journal of Transgenderism. http://www.hawaii.edu/PCSS/biblio/articles/2010to2014/2013-transsexuality.html. Ανακτήθηκε στις 14 June 2015. 
  18. Οι εκπρόσωποι του Σωματείου Αλληλεγγύης Τραβεστί - Transsexual Ελλάδος προς τον υπουργό Δημόσιας Τάξης [1]
  19. «transs.gr: Νομοθετική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Δεκεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2010. 
  20. «transs.gr: Βραζιλία: Η γερουσία εγκρίνει νομοσχέδιο για την αλλαγή εγγράφων των τρανς». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Δεκεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2010. 
  21. «Δελτίο τύπου της ΟΛΚΕ: Ψήφισμα για την παγκόσμια ημέρα μνήμης διεμφυλικών». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Φεβρουαρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2010. 

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]