Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Για τη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|20|04|2024}}
Ο Βόιτ έγινε γνωστός στα τέλη της δεκαετίας του '60 με την ερμηνεία του το 1969 στην ταινία Ο καουμπόι του μεσονυχτίου (Midnight Cowboy) του Τζον Σλέσιντζερ, όπου υποδύθηκε, στο πλευρό του Ντάστιν Χόφμαν, έναν άνδρα από την επαρχία που προσπαθεί να γίνει ζιγκολό. Κατά τη δεκαετία του '70 έγινε αστέρας του Χόλιγουντ με τις ερμηνείες του στις ταινίες: Όταν ξέσπασε η βία (Deliverance, 1972), όπου ερμήνευσε το ρόλο ενός επιχειρηματία του οποίου το σαββατοκύριακο με τους φίλους καταστρέφεται από μια ομάδα κακοποιών, Απόρρητος φάκελος Οντέσσα (The Odessa File, 1974), όπου εμφανίστηκε στο ρόλο ενός Γερμανού δημοσιογράφου που προσπαθεί να ξεσκεπάσει ένα κύκλωμα νεοναζί, Ο γυρισμός (Coming Home, 1978), όπου εμφανίστηκε στο πλευρό της Τζέιν Φόντα στο ρόλο ενός παραπληγικού ήρωα του πολέμου του Βιετνάμ, ταινία για την οποία κέρδισε Όσκαρ και Ο πρωταθλητής (The Champ, 1979), όπου εμφανίστηκε στο ρόλο ενός απένταρου πρώην πυγμάχου που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα και να μεγαλώσει τον γιο του.
Η δημοτικότητά του άρχισε να πέφτει κατά τη δεκαετία του '80, αν και η ερμηνεία του στην ταινία Το τρένο της μεγάλης φυγής (Runaway Train, 1985), του Αντρέι Κοντσαλόφσκι, του χάρισε άλλη μια υποψηφιότητα Όσκαρ και την εύνοια των κριτικών. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '90 άρχισε να εμφανίζεται σε δευτεραγωνιστικούς ρόλους, με σημαντικότερο εκείνον στην ταινία Ο βροχοποιός (The Rainmaker, 1997). Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, οι ερμηνείες του σε βιογραφικές ταινίες έλαβαν θετικές κριτικές. Η εμφάνισή του στην ταινία Άλι (Ali, 2001), όπου ερμήνευσε τον αθλητικογράφο Χάουαρντ Κοζέλ, του χάρισε υποψηφιότητα για Όσκαρ Β' ανδρικού ρόλου.