Σαράντης (όνομα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Σαράντης)

Σαράντης, ελληνικό αντρικό κύριο όνομα (όνομα βαφτιστικό).

Ετυμολογία του ονόματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τη γιορτή των αγίων Τεσσαράκοντα (καθημ. άγιοι Σαράντα).[1] Σύμφωνα με τον Τριανταφυλλίδη, κατ’ ανάλογο τρόπο προς το βαφτιστικό Λαμπρινός/Λαμπρινή από τη Λαμπρή.[2] Το αριθμητικό σαράντα από το μεσαιωνικό σαράκοντα, από το αρχαιοελληνικό τεσσαράκοντα, με αποκοπή της πρώτης συλλαβής, η οποία το Μεσαίωνα θεωρήθηκε άρθρο: τές σαράκοντα, ενώ η αποβολή της συλλαβής -κο- απαντά σε πολλά αριθμητικά, λ.χ. τριάκοντα - τριάντα, ἑξήκοντα - ἑξῆντα κτλ.[3]

Ονομαστική εορτή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 9 Μαρτίου, των αγίων Σαράντα, οι οποίοι μαρτύρησαν στη Σεβάστεια (Sivas) της Μικράς Ασίας κατά τους χρόνους του Λικινίου (307323). Την ημέρα αυτή, η οποία κατά το παλαιό ημερολόγιο (Ιουλιανό ημερολόγιο) έπεφτε πάντοτε μέσα στη Μεγάλη Σαρακοστή, η Εκκλησία, προς τιμήν των, διατάσσει αργία και παραγγέλνει κατάλυση οίνου και ελαίου. Βάσει της εκκλησιαστικής αυτής επιεικούς παραγγελίας είχε καθιερωθεί το δίστιχο, το οποίο ίσως να ακούγεται και σήμερα:

Των άι-Σαράντων είναι,
ας χορέψουμε κι ας είναι.

Διάδοση του ονόματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε μια απόπειρα στατιστικής αποτίμησης της συχνότητας των ελληνικών ονομάτων, το όνομα Σαράντης/Σαράντος παρουσιάζεται ως το 111ο πιο συχνό όνομα ανάμεσα στα αντρικά.[4] Το όνομα οφείλει την ιδιαίτερη διάδοσή του στη Λακωνία στη βυζαντινή μονή των αγίων Σαράντα, που, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή η οποία σώζεται, κτίστηκε το έτος 1305 επί βασιλείας του αυτοκράτορα Ανδρόνικου του πρεσβύτερου (12831328)[5]

Τύποι και υποκοριστικά του ονόματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το όνομα εμφανίζεται με 2 παράλληλους ισότιμους τύπους Σαράντης/Σαράντος, όπως πολλά άλλα, λ.χ. Γιώργος/Γιώργης, Στράτος/Στράτης κτλ., κοινούς σε όλη τη χώρα

  • Σαράντης, στη Σινασό (Mustafapaşa) Καππαδοκίας[6]
  • Σαράντος, στον Οινούντα (Βρέσθενα Λακωνίας)
  • Σαάντους, Σααντέλιας, Σααντούδ, στη Σαμοθράκη[7]
  • Σαραντέλος, και με αφαίρεση Τέλ(λ)ος
  • Σαραντινός — ως επίθετο, δεν αποκλείεται να δηλώνει καταγωγή από τους Αγίους Σαράντα (Saranda) της Αλβανίας
  • Σαραντάκης, Σαραντάκι· Σαραντάκος· Σαραντούλης, Σαραντουλάκης, Σαραντουλάκι, υποκοριστικοί τύποι
  • Νταντούλης, Νταντούλι, χαϊδευτικοί τύποι, ίσως από τη γλώσσα των νηπίων

Θηλυκός τύπος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Σαραντία· υποκοριστικός τύπος: Σαραντούλα
  • Σαραντινή, στο Αϊβαλί (Κυδωνίες/Ayvalık) [8]

Ως επώνυμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον τηλεφωνικό κατάλογο, σημειώνει ο Τριανταφυλλίδης, αναγράφονται τα επώνυμα: Σαραντάρης, Σαραντέας, Σαράντης, Σαραντίδης, Σαραντίτης, Σαραντόπουλος, Σαραντινός.[9]

Άγιοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

«Οι Σαράντα, ο γαμπρός, το γεφύρι και η αρμυρόκ’λουρα!», 9 Μαρτίου 2012, μπλογκ Φιρίκι (ανακτήθηκε 4/3/2015)

Πρόσωπα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Σαραντέλλος Αγαπηνός (1880–1907), ο γνωστός μακεδονομάχος Τέλλος Άγρας (βλ. Καπετάν Άγρας).

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Γεώργιος Μπαμπινιώτης, Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 2005
  2. Μανόλης Τριανταφυλλίδης, Τα οικογενειακά μας ονόματα, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 15
  3. Γεώργιος Μπαμπινιώτης, ό.π.
  4. «Συχνότητα ονομάτων» (Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010), ανακτήθηκε 3 Μαρτίου 2015
  5. «Μονή Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων»
  6. Ι. Σαραντίδου Αρχελάου, Η Σινασός, Αθήνα 1899, σ. 200
  7. Νίκ(ος) Αθ. Κατσάνης, Το γλωσσικό ιδίωμα της Σαμοθράκης, Δήμος Σαμοθράκης, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 128
  8. Αθανάσιος Χ. Μπούτουρας, Τὰ νεοελληνικὰ κύρια ὀνόματα ἱστορικῶς καὶ γλωσσικῶς ἑρμηνευόμενα, Αθήνα 1912, σ. 83
  9. Μανόλης Τριανταφυλλίδης, ό.π., σ. 58
  10. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, Εκδόσεις Δόμος, Αθήνα 2005
  11. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, ό.π.
  12. Σωφρόνιος Ευστρατιάδης, Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1995 (ανατύπωση), σσ. 416 και 313