Πατριάρχης Ευθύμιος Α΄

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πατριάρχης Ευθύμιος Α΄
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση834
Σελεύκεια Ισαυρίας
Θάνατος5  Αυγούστου 917
Κωνσταντινούπολη
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Eορτασμός αγίου5 Αυγούστου
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςμεσαιωνική ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
ΣυγγενείςΓρηγόριος ὁ Δεκαπολίτης
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΟικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ευθύμιος Α΄ ο Σύγκελλος (περίπου 834 - 5 Αυγούστου 917) διετέλεσε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 907 ως το 912.

Από πολύ νωρίς είχε γίνει μοναχός και ήταν πνευματικός του Αυτοκράτορα Λέοντα του Σοφού, ο οποίος του έδωσε τον υψηλό εκκλησιαστικό τίτλο του «συγκέλλου». Παρά την ταραγμένη σχέση των δύο ανδρών, ο Ευθύμιος ανέβηκε στον Θρόνο το 907 και παρέμεινε σε αυτόν ως την καθαίρεσή του λίγο μετά τον θάνατο του Λέοντα, το 912.

Η ζωή του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ευθύμιος γεννήθηκε στην Σελεύκεια της Ισαυρίας περί το 834 και έγινε μοναχός σε νεαρή ηλικία[1]. Αφού θήτευσε στη μοναστική κοινότητα του Ολύμπου της Μυσίας και σε ένα μοναστήρι κοντά στην Νικομήδεια, ο Ευθύμιος ήρθε στην βυζαντινή πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη, όπου εντάχθηκε στη Μονή των Αγίων Θεοδώρων, σε προάστιο της πόλης[2]. Ο Ευθύμιος σχετιζόταν με τον Πατριάρχη Ιγνάτιο, τον οποίο υπαινίσσεται ως κύριό του, και πιθανώς κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας του Ιγνατίου στον πατριαρχικό θρόνο (867-877) ορίστηκε ως πνευματικός του πρίγκιπα Λέοντα, μεγαλύτερου γιου του αυτοκράτορα Βασιλείου του Μακεδόνα (που βασίλευσε τα έτη 867-886). Μάλιστα, όπως υποστηρίζει η ιστορικός Σον Τάφερ στη μελέτη της περί της βασιλείας του Λέοντα, ο Ευθύμιος ήταν ίσως ο πνευματικός όλων των γιων του Βασιλείου[3].

Χειροτονία του Ευθύμιου ως Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Μινιατούρα από το έργο Σύνοψις Ιστοριών του Ιωάννη Σκυλίτζη.

Ο Ευθύμιος υποστήριξε τον Λέοντα στη σύγκρουσή του με τον πατέρα του για το θέμα της σχέσης του με την Ζωή Ζαούτζαινα. Έτσι, όταν πέθανε ο Βασίλειος και ο Λέων ανέβηκε στον Θρόνο ως «Λέων ΣΤ΄», αντάμειψε τον Ευθύμιο ορίζοντάς τον ηγούμενο μιας Μονής στην Ψαμάθεια, αλλά και συγκλητικό[1][4]. Λίγο μετά (κατά τον Karlin-Hayter στα τέλη του 888 ή τις αρχές του 889[5]) ορίστηκε επίσης σύγκελλος, διαδεχόμενος τον αδερφό του Λέοντα, Στέφανο, τον οποίο ο Αυτοκράτορας είχε ορίσει Πατριάρχη ήδη από τον Δεκέμβριο του 886[1][6]. Το αξίωμα του συγκέλλου ήταν πολύ σημαντικό στην Βυζαντινή εκκλησιαστική ιεραρχία, και πολλοί κάτοχοί του αναδείχθηκαν στη συνέχεια Πατριάρχες[7]. Παρά την εγγύτητά του προς τον Αυτοκράτορα όμως, η σχέση των δύο αντρών μπορεί να χαρακτηριστεί «εμφανώς θυελλώδης»[8], και αυτό ενδεχομένως εξηγεί γιατί δεν κατόρθωσε να ανεβεί στον πατριαρχικό Θρόνο παρά μόλις το 907[7].

Έτσι, ο Ευθύμιος υποστήριξε την πρώτη σύζυγο του Λέοντα, Θεοφανώ, και την απέτρεψε από το να ζητήσει διαζύγιο παρά την απόρριψή της από τον Αυτοκράτορα και τη συνεχιζόμενη συμβίωσή του με τη μακροχρόνια ερωμένη του Ζωή Ζαούτζαινα[9]. Μετά τον θάνατο της Θεοφανούς, ο Ευθύμιος αντιτάχθηκε στο δεύτερο γάμο του Λέοντα με την Ζωή Ζαούτζαινα λόγω της κακής φήμης της, πράγμα το οποίο τον οδήγησε σε διετή περιορισμό στη Μονή του Αγίου Διομήδη[10]. Ο Ευθύμιος ήταν επίσης υπέρμαχος της παραδοσιακής αριστοκρατίας και αντίθετος με την επιρροή των «ξένων» (δηλαδή μη-βυζαντινής και ταπεινής καταγωγής) συμβούλων του Λέοντα, όπως ο Αρμένιος υπουργός Στυλιανός Ζαούτζης, ο Άραβας ευνούχος αρχιθαλαμηπόλος Σαμώνας, ή ο Ιταλός Νικόλαος Μυστικός, προκάτοχος του Ευθύμιου στον πατριαρχικό θρόνο[1]. Η αντιπαλότητά του με τον Στυλιανό Ζαούτζη, ειδικότερα, είναι σημαντικό θέμα στη βιογραφία του, όπου ο Ζαούτζης εμφανίζεται ως παντοδύναμος υπουργός, του οποίου οι φιλοδοξίες και οι μηχανορραφίες ευθύνονται για όλα τα λάθη και τις συμφορές της βασιλείας του Λέοντα, και με τον οποίο ο Ευθύμιος εμφανίζεται να είχε εμπλακεί σε μια διαμάχη «με βραβείο την ψυχή του Λέοντα». Σε ποιο βαθμό η αναφερόμενη παντοδυναμία του Ζαούτζη αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα, όμως, αμφισβητείται από την Σον Τάφερ, η οποία επισημαίνει ότι ο Λέων δεν φαίνεται να ακολουθούσε απλά τις πρωτοβουλίες του υπουργού του, αλλά ότι διατηρούσε τον έλεγχο των υποθέσεων σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του[11].

Ο Ευθύμιος στέφει συναυτοκράτορα τον μικρό Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο. Μινιατούρα από το έργο Σύνοψις Ιστοριών του Ιωάννη Σκυλίτζη.

Όταν η Ζωή Ζαούτζαινα πέθανε το 899, αφού γέννησε μια κόρη, την Άννα, ο Λέων επιδίωξε έναν - συνήθως μη κανονικό - τρίτο γάμο, με την Ευδοκία Βαϊανή, με την ελπίδα να αποκτήσει αρσενικό διάδοχο. Πράγματι, το Πάσχα του 901 ήρθε στη ζωή ένα αγόρι με το όνομα Βασίλειος, αλλά η Ευδοκία πέθανε κατά τη διάρκεια του τοκετού και ακολουθήθηκε σύντομα από το μωρό[12]. Απτόητος, ο Αυτοκράτορας στράφηκε σε μια ερωμένη του, την Ζωή Καρβουνοψίνα, και τον Σεπτέμβριο του 905 ήταν τελικά σε θέση να γιορτάσει τη γέννηση του μελλοντικού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου. Το γεγονός ότι η μητέρα του παιδιού ήταν ερωμένη του Αυτοκράτορα ωστόσο προκάλεσε προβλήματα με κορυφαίους αξιωματούχους της Εκκλησίας, και ο Λέων αναγκάστηκε να υποσχεθεί να πάρει διαζύγιο από την Ζωή ως προϋπόθεση να βαπτιστεί τελετουργικά το βρέφος από τον Πατριάρχη Νικόλαο Μυστικό στην Αγία Σοφία. Ο Ευθύμιος πείστηκε επίσης να γίνει ένας από τους νονούς του Κωνσταντίνου στο μυστήριο που έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του 906[13]. Παρά την υπόσχεσή του να πάρει διαζύγιο από την Ζωή ωστόσο ο Λέων αποφάσισε να επιχειρήσει να νομιμοποιήσει τόσο αυτήν, όσο και τον γιο τους, με έναν τέταρτο γάμο, κάτι που απαγορεύονταν εντελώς από το εκκλησιαστικό δίκαιο επί ποινή αφορισμού. Ο Πατριάρχης Νικόλαος αρχικά υποστήριξε τον Αυτοκράτορα στην προσπάθειά του να τελέσει τέταρτο γάμο κατ'οικονομίαν, αλλά η ηγεσία της Εκκλησίας ήταν κατηγορηματικά αντίθετη, αναγκάζοντας και τον Νικόλαο να αλλάξει άποψη[14]. Καθώς το αδιέξοδο συνεχιζόταν, τον Φεβρουάριο του 907 ο Λέων καθαίρεσε τον Πατριάρχη Νικόλαο και όρισε στη θέση του τον Ευθύμιο[1][15].

Παρά την περιβόητη ισχυρογνωμοσύνη του, πράγμα που πιθανότατα είχε αποθαρρύνει τον Λέοντα από το να τον ορίσει Πατριάρχη νωρίτερα, ο Ευθύμιος αποδείχθηκε πρόθυμος να παραχωρήσει τέταρτο γάμο κατ'οικονομίαν στον Αυτοκράτορα, βοηθούμενος από τη σύμφωνη γνώμη των άλλων Πατριαρχείων της Πενταρχίας. Ο Λέων ωστόσο για να εξιλεωθεί για το γάμο του αναγκάστηκε να ψηφίσει έναν νόμο, ο οποίος απαγόρευε σε οποιονδήποτε άλλο να ξαναπαντρευτεί για τέταρτη φορά. Ως αποτέλεσμα αυτής της διευθέτησης, στις 15 Μαΐου 908 ο Ευθύμιος έστεψε τον μικρό Κωνσταντίνο συναυτοκράτορα[16].

Ο Αυτοκράτορας Αλέξανδρος καθαιρεί τον Πατριάρχη Ευθύμιο. Μινιατούρα από το έργο Σύνοψις Ιστοριών του Ιωάννη Σκυλίτζη.

Η θητεία του Ευθυμίου εντούτοις απέτυχε να αποκαταστήσει την ηρεμία στην Εκκλησία. Έτσι, όταν το 912 ο Αυτοκράτορας Λέων πέθανε, ο διάδοχός του Αλέξανδρος απομάκρυνε τον Ευθύμιο από τον θρόνο και επανέφερε τον διωχθέντα Νικόλαο Μυστικό, ανακαλώντας τον από την εξορία. Η αστυνομία του μάλιστα κακομεταχειρίστηκε τον Ευθύμιο[17], ενώ συνεκλήθη και σύνοδος στη Μαγναύρα, η οποία τον καθαίρεσε. Κατόπιν αυτού εξορίστηκε στην Μονή του Αγαθού. Όταν, το 914, ανέλαβε την Αντιβασιλεία η Ζωή, του πρότεινε να επανέλθει στο θρόνο, αλλά αυτός αρνήθηκε[18].

Πέθανε στην Μονή του Αγαθού στις 5 Αυγούστου 917[1][4]. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο και τιμά τη μνήμη του στις 5 Αυγούστου.

Βιογραφία και έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βιογραφία του Ευθύμιου, το έργο Vita Euthymii ( Η ζωή του Ευθυμίου) φαίνεται να γράφτηκε κατά τα έτη 920/25, σύμφωνα με τον P. Karlin-Hayter, ή, σύμφωνα με τον Δ. Σοφιανό, λίγο μετά το 932. Ο συγγραφέας του έργου είναι άγνωστος, αλλά, σύμφωνα με τα λόγια της Σον Τάφερ, «είχε μια εσωτερική προοπτική όσων διαδραματίζονταν στην Αυλή κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Λέοντος ΣΤ΄ και είναι, κατά συνέπεια, μια από τις «πιο πλούσιες πηγές για την περίοδο από το θάνατο του Βασιλείου Α΄ ως τα πρώτα χρόνια του Κωνσταντίνου Ζ΄» (Α. Καζντάν). Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι προσφέρει ένα ζωντανό πορτρέτο του Λέοντα και της αυλής του, με ανέκδοτα αυτοπτών μαρτύρων που δείχνουν το χαρακτήρα του αυτοκράτορα, ως πηγή περιορίζεται λόγω του ότι εστιάζει και μεροληπτεί υπέρ του Ευθυμίου, καθώς και λόγω του γεγονότος ότι λείπουν αρκετά κομμάτια του[1][19][20]. Το μόνο σωζώμενο χειρόγραφο φυλασσόταν στο Βερολίνο και χάθηκε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά το Vita Euthymii υπάρχει σε πολλές κριτικές εκδόσεις[21]:

  • C. de Boor (1888). Vita Euthymii, Ein Anecdoton zur Geschichte Leos des Weisen (στα Γερμανικά). Βερολίνο. 
  • P. Karlin-Hayter (1955/57). «Vita St. Euthymii» (στα αγγλικά). Byzantion 25/27: 1–172, 747–778. 
  • P. Karlin-Hayter (1971). Vita Euthymii Patriarchae CP: Text, translation, introduction and commentary. Bibliotheque de Byzantion (στα Αγγλικά). 3. Βρυξέλλες. 
  • A. P. Kazhdan (1959). Две византийские хроники X века: Псамафийская хроника — Иоанн Камениата, Взятие Фессалоники (στα Ρωσικά). Μόσχα. 
  • Α. Αλεξάκης (2006). Γάμοι, κηδεῖες καὶ αὐτοκρατορικὲς μεταμέλειες. Ὁ βίος τοῦ πατριάρχη Εὐθυμίου. Αθήνα: Εκδόσεις Κανάκης. ISBN 960-7420-91-8. 

Τα γραπτά του ίδιου του Ευθύμιου είναι λίγα και σχετικά ασήμαντα. Μεταξύ αυτών, κηρύγματα σχετικά με τη σύλληψη της Αγίας Άννας και μια ομιλία σχετικά με την Παναγία[1]. Ο σύγχρονός του, Αρέθας ο Καισαρείας, έγραψε επίσης έναν πανηγυρικό προς τιμήν του, αλλά σύμφωνα με τον Καζντάν, «είναι συμβατικός και δίνει μόνο περιορισμένα στοιχεία»[1].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 1,7 1,8 Kazhdan 1991, σελίδες 755–756.
  2. Tougher 1997, σελίδες 50–51.
  3. Tougher 1997, σελ. 51.
  4. 4,0 4,1 «Εὐθύμιος Α´». Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2014. 
  5. Tougher 1997, σελ. 102 (σημείωση 53).
  6. Tougher 1997, σελίδες 82, 84.
  7. 7,0 7,1 Tougher 1997, σελίδες 38–39.
  8. Κατά την Σον Τάφερ
  9. Tougher 1997, σελ. 139.
  10. Tougher 1997, σελίδες 104, 141.
  11. Tougher 1997, σελίδες 102ff..
  12. Tougher 1997, σελίδες 146–152.
  13. Tougher 1997, σελίδες 152–156.
  14. Steven Runciman (2005). Η Βυζαντινή Θεοκρατία. Εκδόσεις Δόμος. σελίδες 100. ISBN 9607217225. 
  15. Tougher 1997, σελίδες 156–161.
  16. Tougher 1997, σελίδες 161–163.
  17. Steven Runciman (2005). Η Βυζαντινή Θεοκρατία. Εκδόσεις Δόμος. σελίδες 101. ISBN 9607217225. 
  18. Steven Runciman (2005). Η Βυζαντινή Θεοκρατία. Εκδόσεις Δόμος. σελίδες 102. ISBN 9607217225. 
  19. Tougher 1997, σελίδες 8–10.
  20. Krönung 2010, σελίδες 192–194.
  21. Krönung 2010, σελίδες 194–195.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Bees, Nikos (1944). «Η βιογραφία του Οικουμενικού Πατριάρχου Ευθυμίου Α' αντιβαλλόμενη προς τον Βερολίνειον κώδικα Graec. fol. 55 [ = 291 ]». Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών 19: 105–120. 
  • Jugie, Martin (1913). «La vie et les œuvres d'Euthyme, patriarche de Constantinople» (στα γαλλικά). Echos d'Orient XVI: 385–395 & 481–492. 
  • Σοφιανός, Δημήτριος Ζ. (1971). «Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου (Vita Euthymii), πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (†917) καὶ ὁ χρόνος συγγραφῆς αὐτοῦ». Επετηρίς Εταιρίας Βυζαντινών Σπουδών 38: 289–296. 


τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Νικόλαος Α΄
Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
907-912
Διάδοχος
Νικόλαος Α΄