Ουσιαστικό

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ουσιαστικό είναι ένα από τα κλιτά μέρη του λόγου που φανερώνει πρόσωπο, ζώο, πράγμα, ενέργεια, κατάσταση ή ιδιότητα.[1]

Το ουσιαστικό είναι όνομα, (όπως είναι και το επίθετο).

Διάκριση κατά έννοια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ουσιαστικά διακρίνονται στις ακόλουθες βασικές κατηγορίες:

  • τα κύρια ονόματα, είναι αυτά που αναφέρονται σε συγκεκριμένα πρόσωπα, ζώα, πράγματα, περιστατικά, κλπ, (π.χ. ο Θανάσης, ο Ντορής, ο Παρθενώνας, η Ιλιάδα, οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004, η Πέμπτη, ο Μάρτης, ο Πρωθυπουργός, ο Επιτάφιος).
  • τα κοινά ονόματα είναι αυτά που περιγράφουν ένα συγκεκριμένο είδος (σύνολο ομοειδών) πραγμάτων (π.χ. άνθρωπος, λουλούδι), τα οποία επιπρόσθετα λέγονται και συγκεκριμένα ουσιαστικά, ή ουσιαστικά που αναφέρονται σε ιδιότητα ή κατάσταση (π.χ. τρέξιμο, φουρτούνα, χαρά κ.λπ.), τα οποία επιπρόσθετα λέγονται και αφηρημένα ουσιαστικά.
  • τα περιληπτικά ουσιαστικά, που υποδηλώνουν εμπεριεχόμενο πλήθος ομοίων πραγμάτων (π.χ. στρατός, στόλος, λαός, ποίμνιο κ.λπ.).

Διάκριση κατά γένος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα κύρια και τα κοινά (συγκεκριμένα και αφηρημένα) ουσιαστικά διακρίνονται σε τρία γένη: αρσενικά, θηλυκά, και ουδέτερα. Και στα τρία γένη τα ουσιαστικά χαρακτηρίζονται επιπλέον σε:

  • ισοσύλλαβα όταν διατηρούν ίσο αριθμό συλλαβών στον ενικό και στον πληθυντικό (π.χ. ο μαθητής - οι μαθητές), και σε
  • ανισοσύλλαβα όταν αλλάζει ο αριθμός των συλλαβών (π.χ. κύμα - κύματα, ή μανάβης - μανάβηδες κ.λπ.).[2]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Τριανταφυλλίδης, Μανόλης (1976). Νεοελληνική Γραμματική. Αναπροσαρμογή της Μικρής Νεοελληνικής Γραμματικής του Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Αθήνα: ΟΕΔΒ. σελ. 77. 
  2. «ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ». Η πύλη για την ελληνική γλώσσα. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας. Ανακτήθηκε στις 4 Μαΐου 2023.