Ματθίλδη της Κανόσα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Ματθίλδη της Κανόσα
Γενικές πληροφορίες
ΓέννησηΔεκαετία του 1040[1]
Μάντοβα
Θάνατος24  Ιουλίου 1115[2][3][4]
Bondeno di Roncore
Αιτία θανάτουουρική αρθρίτιδα
Τόπος ταφήςΒασιλική του Αγίου Πέτρου
ΚατοικίαCanossa Castle
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταφεουδάρχης
πολιτικός
αριστοκράτης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΓοδεφρείδος Δ΄ της Κάτω Λωρραίνης (από 1070)[5][6]
Γουέλφος Β΄ της Βαυαρίας (από 1089)[7]
ΤέκναBeatrice of Lower Lotharingia[5]
unknown daughter (?)[8]
ΓονείςΒονιφάτιος Γ΄ της Τοσκάνης[8] και Βεατρίκη της Λωρραίνης
ΑδέλφιαΦρειδερίκος της Τοσκάνης
ΟικογένειαΟίκος της Κανόσα
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςΈριδα της Περιβολής
Υπογραφή
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Ματθίλδη της Κανόσσα ή Ματθίλδη της Τοσκάνης (ιταλικά: Matilde di Canossa, Μάρτιος 104624 Ιουλίου 1115) ήταν ισχυρή φεουδαρχική ηγεμόνας στη βόρεια Ιταλία. Υπήρξε μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του Μέσου Μεσαίωνα, όχι μόνο της Ιταλίας αλλά και όλης της Ευρώπης, καθώς διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο σε μία δύσκολη περίοδο της ευρωπαϊκής ιστορίας.

Φεουδάρχης, Κόμισσα, Δούκισσα, Μαρκησία και Βασίλισσα, εστεμμένη από τον ίδιο τον Αυτοκράτορα, ήταν η πρώτη ισχυρή γυναίκα του Μεσαίωνα. Έφτασε να κατέχει το μεγαλύτερο μέρος των Ιταλικών εδαφών βόρεια του Κράτους της Εκκλησίας που περιελάμβαναν τις σημερινές Λομβαρδία, Εμίλια-Ρομάνια, Τοσκάνη και μεγάλο μέρος της Ούμπρια και με κέντρο την Κανόσσα. Θα είναι πρωταγωνίστρια κατά τη διαμάχη μεταξύ του Πάπα και του Αυτοκράτορα.

Τα πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μπονιφάτσιο Γ'
Βεατρίκη της Λοθαριγγίας

Γεννήθηκε πιθανότατα στη Μάντοβα. Κόρη του Βονιφάτιου Γ΄ (Bonifacio III), μαρκήσιου της Τοσκάνης, απόγονου της ισχυρής φεουδαρχικής οικογένειας των Κανόσσα, και της δεύτερης γυναίκας του Βεατρίκη των Αρντέν (Beatrice di Lotaringia), που είχε συγγένεια με τους μεγαλύτερους οίκους ευγενών της Ευρώπης, κόρη του Φρειδερίκου Β΄ δούκα της Άνω Λωρραίνης. Ήταν το τρίτο παιδί της οικογένειας μετά τον αδελφό της Φεντερίκο, νόμιμο κληρονόμο του Μπονιφάτσιο και την αδερφή της Βεατρίκης. Η οικογένεια της μητέρας της ήταν ανώτερη από εκείνη του πατέρα της επιτρέποντας της να αποφασίζει εκείνη για την ανατροφή των παιδιών, είναι πιθανό ακόμα και τα ονόματα τους να τα επέλεξε εκείνη, γεγονός σπάνιο για εκείνη την εποχή. Η Ματθίλδη μεγαλώνει στο κάστρο της Κανόσσα μαθαίνοντας Γαλλικά και Γερμανικά. Σε ηλικία 6 ετών θα ζήσει το πρώτο τραγικό γεγονός της ζωής της. Στις 6 Μαΐου του 1052 ο πατέρας της θα τραυματιστεί θανάσιμα σε μία ενέδρα κατά τη διάρκεια μίας εξόρμησης κυνηγιού και θα πεθάνει το επόμενο βράδυ. Μόλις η Ματθίλδη θα αποκτήσει αρκετές δυνάμεις θα εκπαιδευτεί στην τέχνη των όπλων και του πολέμου, στα δεκαέξι της θα ηγηθεί, για πρώτη φορά, σε μάχη την οποία και θα κερδίσει.

Η μητέρα της, αδυνατώντας να κυβερνήσει μόνη της έχοντας τρία μικρά παιδιά, θα αναζητήσει υποστήριξη από τον Πάπα Λέων Θ' και τον Αυτοκράτορα Ερρίκο Γ'. Το 1053, σχεδόν ταυτόχρονα, θα πεθάνουν τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια της Ματθίλδης κάτω από ύποπτες συνθήκες. Με τον θάνατο του Πάπα Λέων Θ', το 1054, που ήταν και ο μεγαλύτερος προστάτης της Βεατρίκη, ο Αυτοκράτορας μεταφέρει μητέρα και κόρη στη Γερμανία και κατάσχει όλες τους τις ιδιοκτησίες. Με τον θάνατο του Αυτοκράτορα, στις 5 Οκτωβρίου του 1056, οι δύο γυναίκες θα μπορέσουν να επιστρέψουν στην Ιταλία και να ξαναπάρουν τα εδάφη τους. Με την επιστροφή τους στην Ιταλία κατάφεραν να μπουν υπό την προστασία του Γοδεφρείδου Γ΄ του γενειοφόρου που ήταν ξάδερφος του Πάπα Λέοντα Θ'.

Ο Γοδεφρείδος θα παντρευτεί τη Βεατρίκη και η Ματθίλδη θα αρραβωνιαστεί τον γιό του Γοδεφρείδο Δ΄ δούκα της Κάτω Λωρραίνης. Σε εκείνη την περίσταση ο Γοδεφρείδος Γ΄ αναλαμβάνει το Paparum Ducatus, δηλαδή την υποχρέωση και τιμή της προστασίας των Παπών που ήχε η οικογένεια Κανόσσα, γεγονός που επιβεβαίωνε ότι ο οίκος ήταν ο σημαντικότερος όλης της Ευρώπης εκείνη την εποχή. Ο γάμος της Βεατρίκης δεν άρεσε, όμως, στον νέο Αυτοκράτορα Ερρίκο Δ΄, γιατί ο Γοδεφρείδος είχε προσπαθήσει να στεφθεί Αυτοκράτορας μετά τον θάνατο του Ερρίκου Γ'. Ο Αυτοκράτορας προσπάθησε με κάθε τρόπο να βάλει εμπόδια στον γάμο οδηγώντας τελικά σε φυγή τον Γοδεφρείδο που επέστρεψε στη Λοθαριγγία. Από εκείνα τα γεγονότα και για μία δεκαετία η Ματθίλδη δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου στα έγγραφα που έχουν φτάσει μέχρι τις μέρες μας, πιθανόν γιατί βρισκότανε στη Λοθαριγγία μαζί με τον πατριό της. Η μητέρα της είχε επιστρέψει στην Ιταλία για να διαχειριστεί τα εδάφη τους και συμμετείχε σε σημαντικά γεγονότα. Το 1057 θα πεθάνει ο Πάπας Βίκτωρ Β΄ ενώ ήταν φιλοξενούμενος των Κανόσσα. Θα τον διαδεχτεί ο Πάπας Στέφανος Θ΄, που ήταν συγγενής του Γοδεφρείδο, ο οποίος την ίδια χρονιά θα καθιερώσει το Κονκλάβιο των Καρδιναλίων για την εκλογή του Πάπα, που ισχύει μέχρι σήμερα, για να απομακρύνει την εκκλησία από τον έλεγχο του Αυτοκράτορα. Το 1061 θα πεθάνει ο Αντίπαπας Βενέδικτος Ι΄ ενώ βρισκότανε στην αυλή των Κανόσσα. Θα τον διαδεχτούν δύο Πάπες, ένας είναι ο υποψήφιος των Κανόσσα και θα εκλεγεί από το Κονκλάβιο με το όνομα Πάπας Αλέξανδρος Β΄, ενώ ο δεύτερος θα χριστεί από τον Αυτοκράτορα, με το όνομα Πάπας Ονώριος Β', σε μία προσπάθεια να επανακτήσει τον έλεγχο της εκκλησίας. Για κάποιο διάστημα θα βασιλέψουν οι δύο Πάπες ταυτόχρονα, για να λυθεί το πρόβλημα θα καλέσουν ένα νέο Κονκλάβιο, μέσα στα εδάφη των Κανόσσα, συγκεκριμένα στη Μάντοβα, στο οποίο ο Ονώριος Β΄ δεν θα παραβρεθεί φοβούμενος για τη ζωή του. Τελικά ο Αλέξανδρος Β΄ θα ανακηρυχθεί μοναδικός Πάπας.

Ο γάμος της Ματθίλδης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γοδεφρείδος Δ΄

Στις 24 Δεκεμβρίου του 1069 θα πεθάνει ο πατριός της Ματθίλδης στη Βερντέν. Λίγο νωρίτερα η Ματθίλδη είχε παντρευτεί τον Γοδεφρείδο Δ΄, ετεροθαλή αδελφό της, όπως είχε συμφωνηθεί στο προγαμιαίο συμβόλαιο της μητέρας της Βεατρίκης με τον πατριό της Γοδεφρείδο. Μετά τον γάμο και την κηδεία η Βεατρίκη θα επιστρέψει κατευθείαν στην Ιταλία. Αντιθέτως η Ματθίλδη θα παραμείνει στο Βερντέν περνώντας μία περίοδο οικογενειακής ζωής. Σε αυτό το διάστημα θα μείνει έγκυος και στις αρχές του 1071 θα γεννήσει μία κόρη, ενώ θα βρίσκεται μαζί με τον σύζυγο της στο Βέλγιο, που θα ονομάσει Βεατρίκη προς τιμή της μητέρας της. Όμως στις 29 Ιανουαρίου του 1071 η κόρη της θα πεθάνει. Το επόμενο διάστημα θα είναι πολύ δύσκολο για τη Ματθίλδη. Από τη μια μεριά οι συνέπειες της δύσκολης γέννας που είχε και που εκείνη την εποχή συνήθως προκαλούσε τον θάνατο της μητέρας, από την άλλη η δυσκολία της να προσαρμοστεί στην αυλή της Λοθαριγγίας σε συνδυασμό με το εχθρικό περιβάλλον που υπήρχε εκεί γιατί οι ευγενείς τη θεωρούσαν υπεύθυνη για την έλλειψη ενός αρσενικού διαδόχου του Δούκα, ο μόνος σκοπός και υποχρέωση για κάθε σύζυγο εκείνη την εποχή. Έτσι με την πρώτη ευκαιρία θα φύγει και θα επιστρέψει στη μητέρα της, μαζί με την οποία θα εμφανιστεί στις 19 Ιανουαρίου του 1072 στη Μάντοβα.

Το επόμενο διάστημα οι δύο γυναίκες θα εμφανίζονται μαζί μέχρι το 1073 οπότε και θα αρχίσουν να ενεργούν ξεχωριστά. Αργότερα, την ίδια χρονιά, θα έρθει στην Ιταλία και ο Γοδεφρείδος Δ΄, προσπαθώντας να σώσει τον γάμο του. Το όνομα του εμφανίζεται σε κάποια έγγραφα, εκείνης της περιόδου, που μαζί με τη Ματθίλδη εκπλήρωναν τα καθήκοντα του δικαστή για κάποιες διαμάχες κυρίως για περιουσιακά θέματα. Εν τω μεταξύ στις 22 Απριλίου είχε εκλεγεί ο Πάπας Γρηγόριος Ζ΄. Ο Γοδεφρείδος τον είχε συγχαρεί και εκείνος απαντώντας του στις 6 Μαΐου του ζητούσε στρατιωτική βοήθεια. Μια αντίστοιχη επιστολή έστειλε ο Πάπας και στη Ματθίλδη και τη μητέρα της, στην οποία αναφερότανε και στο πρόβλημα του ορισμού των νέων Επισκόπων καθώς και για τη συμφιλίωση με τον Αυτοκράτορα Ερρίκο Δ'. για όλες αυτές τις υποθέσεις ζητούσε τη βοήθεια των δύο γυναικών που ήταν υποστηρίκτριες της αντιμεταρρύθμισης όπως και ο Πάπας.

Εν τω μεταξύ εκκρεμούσε η πολύ σημαντική υπόθεση για την εποχή του γάμου της Ματθίλδης που δεν πήγαινε καλά. Ο Γοδεφρείδος είχε ζητήσει την επέμβαση του Πάπα από το πρώτο κιόλας γράμμα που του είχε στείλει. Ο Πάπας παρενέβη και μάλιστα με μία επιστολή στις 3 Ιανουαρίου του 1074 την καλούσε στη Ρώμη, πιθανότατα για να συζητήσει το θέμα απευθείας μαζί της. Παρ’ όλες αυτές τις προσπάθειες η Ματθίλδη παρέμενε αρνητική και σταθερή στις θέσεις της. Στις επόμενες επιστολές ο Πάπας Γρηγόριος Ζ' ζητάει τη βοήθεια των δύο γυναικών να ενεργήσουν ως ειρηνοποιοί με τους επισκόπους, που βρίσκονταν στις κτήσεις τους, στη διαμάχη της μεταρρύθμισης. Όμως η πολιτική συμφιλίωσης του Πάπα με τους επισκόπους της Λομβαρδίας απογοήτευσε τις δύο γυναίκες οι οποίες κράτησαν αιχμαλώτους τον επίσκοπο της Πιατσέντσα και εκείνο του Στρασβούργου και τους ελευθέρωσαν μόνο μετά από παρέμβαση του Πάπα. Στις 27 Φεβρουαρίου του 1076 θα δολοφονηθεί ο Γοδεφρείδος Δ΄ και κάποιοι θα κατηγορήσουν ως ηθικό αυτουργό, για τον φόνο, τη Ματθίλδη. Στις 18 Απριλίου του 1076 η Βεατρίκη θα πεθάνει στην Πίζα και θα ταφεί στον καθεδρικό ναό της πόλης. Έτσι η Ματθίλδη θα μείνει μόνη της να διοικεί τις κτήσεις της και τις δύσκολες πολιτικές υποθέσεις της εποχής.

Η διαμάχη Πάπα – Αυτοκράτορα και η ταπείνωση του Ερρίκου Δ΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ταπείνωση του Αυτοκράτορα

Η Ματθίλδη έπαιζε σημαντικό ρόλο στη διαμάχη εκκλησίας – αυτοκρατορίας γιατί από τη μία μεριά ήταν στενά συνδεδεμένη με τον Ερρίκο Δ', με τον οποίο ήταν συγγενής αλλά είχε και μια σχέση υποτέλειας λόγω της διοικητικής οργάνωσης της εποχής. Από την άλλη ήταν πνευματικό παιδί του Πάπα Γρηγορίου Ζ΄ αλλά και συνδεδεμένη επειδή μοιραζόντουσαν τα ίδια ιδανικά, υπήρχαν μεταξύ τους συναισθήματα στοργής αλλά και γιατί είχαν ανάγκη την υποστήριξη ο ένας της άλλης. Στις 24 Ιανουαρίου του 1076 η Γερμανική επισκοπή θα εναποθέσει τον Πάπα, όπως ήταν η θέληση του Αυτοκράτορα. Σαν απάντηση σε αυτό ο Πάπας θα αφορίσει τον Ερρίκο Δ΄, στις 22 Φεβρουαρίου. Όταν θα το μάθει ο Αυτοκράτορας θα καλέσει μια νέα σύνοδο της Γερμανικής επισκοπής, η οποία θα δηλώσει ότι ο αφορισμός δεν έχει ισχύ. Ο Πάπας, σαν απάντηση, θα δηλώσει ότι το έκανε για να διαφυλάξει τη συνοχή της εκκλησίας και ότι περιμένει τη μετάνοια του Αυτοκράτορα και ότι θα συγχωρούσε όποιον επίσκοπο αποφάσιζε να έρθει με το μέρος του. Στην Tribur έγινε μία συνάντηση μεταξύ των Γερμανών πριγκίπων και των απεσταλμένων του Πάπα, στην οποία αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί μία άλλη συνάντηση στις 2 Φεβρουαρίου του 1077, στην Αουγκούστα, με επικεφαλής τον ίδιο τον Πάπα, στην οποία θα έπρεπε να έρθει ο Αυτοκράτορας για να κριθεί. Ο Πάπας ετοιμαζόταν για το ταξίδι ενώ ο Ερρίκος Δ΄ είχε καταλάβει ότι έπρεπε να έρθει σε συμφωνία με τον Πάπα. Σχεδόν όλοι ήταν κατά της αναχώρησης του Πάπα από τη Ρώμη γιατί στην πόλη υπήρχαν πολλοί εχθροί του Πάπα και υποστηριχτές του Αυτοκράτορα και υπήρχε κίνδυνος ο τελευταίος να πάρει τον έλεγχο της πόλης κατά την απουσία του. Οι μόνες υποστηρίχτριες του ταξιδιού ήταν η Ματθίλδη και η Αυτοκράτειρα Ανιέζε, μητέρα του Ερρίκου.

Στις 8 Ιανουαρίου του 1077 ο Πάπας βρισκόταν στη Μάντοβα όταν έμαθε ότι ο Ερρίκος είχε κατέβει στην Ιταλία για να τον συναντήσει. Τότε ο Πάπας αποσύρθηκε στα κάστρο της Κανόσσα ενώ η Ματθίλδη, μαζί με τον ηγούμενο Ούγκο του Κλυνύ, ξεκίνησε διαπραγματεύσεις για τη συμφιλίωση. Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο Αυτοκράτορας σκόπευε να χρησιμοποιήσει τον στρατό του για να πιέσει τον Πάπα να ανακαλέσει τον αφορισμό. Στις 20 Ιανουαρίου θα φτάσει με τον στρατό κοντά στην Κανόσσα και θα συναντηθεί με τη Ματθίλδη και τον Ούγκο του Κλυνύ στο παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου του Μοντετζάνε. Μετά από αυτή τη συνάντηση πήρε την απόφαση να εμφανιστεί ως μετανοητής. Έτσι στις 25 Ιανουαρίου, αφήνοντας τον στρατό και τα αυτοκρατορικά εμβλήματα στο στρατόπεδο του Μπιανέλλο, θα πάει στην Κανόσσα ντυμένος με κουρέλια και ξυπόλητος και θα παραμείνει για τρεις μέρες και τρεις νύχτες έξω από τις κλειστές πόρτες του κάστρου, μέσα στο χιόνι, εκείνος ήταν ο πιο βαρύς χειμώνας εκείνου του αιώνα. Αυτό το γεγονός έμεινε στην ιστορία ως η ταπείνωση του Ερρίκου Δ΄. όπως θα αποδείξουν τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν ο Αυτοκράτορας έκανε εκείνη την επιλογή γιατί τη θεώρησε ως τη λιγότερο οδυνηρή για να φτάσει στον σκοπό του, να αποσυρθεί, δηλαδή, ο αφορισμός και να νομιμοποιηθεί και πάλι η θέση του.

Η συμφιλίωση, στην πραγματικότητα, δυσαρέστησε και τους δύο. Ο Ερρίκος Δ' θα συναντήσει τους πιστούς του, στο Ρέτζο Εμίλια και θα αποφασίσουν να προτείνουν μία σύνοδο με όλους τους επισκόπους της βόρειας Ιταλίας να πραγματοποιηθεί κάπου στη Λομβαρδία. Ο Πάπας Γρηγόριος Ζ΄ θα επιλέξει τη Μάντοβα. Η ημερομηνία, πιθανότατα, ήταν κοντινή γιατί ο Πάπας είχε σκοπό να πάει σύντομα στη Γερμανία για να ολοκλήρωση την επιλογή ενός νέου βασιλιά. Τη στιγμή που η Ματθίλδη και ο Πάπας ξεκίνησαν για τη Μάντοβα μάθανε ότι ο Αυτοκράτορας είχε περάσει τον Πάδο και ετοιμαζόταν να τους συλλάβει. Έτσι οι δυο τους θα αποσυρθούν στα κάστρα της περιοχής του Ρέτζιο ενώ ο Ερρίκος συλλάμβανε τους δύο επισκόπους απεσταλμένους του Πάπα για την εκλογή του νέου επισκόπου του Αγίου Αμβροσίου στο Μιλάνο. Λίγο αργότερα ο ένας από τους επισκόπους θα αφεθεί ελεύθερος πιθανότατα γιατί ο Αυτοκράτορας δεν ήθελε να διακοπούν τελείως οι σχέσεις του με τη Ματθίλδη. Μετά την αποτυχία της συνέλευσης της Αουγκούστα οι Γερμανοί πρίγκιπες διοργάνωσαν μία δεύτερη συνέλευση στις 13 Μαρτίου για την εκλογή νέου Αυτοκράτορα. Επειδή όμως το μέτωπο κατά του Ερρίκου είχε διασπαστεί και ο Ερρίκος είχε και πάλι αποκτήσει τη νομιμότητα του, δεν επιλέχτηκε νέος Αυτοκράτορας. Ο Πάπας Γρηγόριος Ζ' προτίμησε να παραμείνει στα εδάφη της Ματθίλδης και επέστρεψε στη Ρώμη μαζί της το καλοκαίρι.

Οι δωρεές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η υπογραφή της Ματθίλδης

Την περίοδο που βρισκότανε στο κάστρο της Κανόσσα, μαζί με τον Πάπα, η Ματθίλδη έκανε σημαντικές δωρεές στην εκκλησία. Η πρώτη αφορούσε το Αβαείο της οικογένειας του Αγίου Βενέδικτου στο Πολιρόνε. Για αυτή τη δωρεά δεν έχουμε άμεσες αναφορές σε έγγραφα αλλά μόνο έμμεσες. Η δεύτερη αφορούσε τη δωρεά του Αβαείου, και αυτό της οικογένειας, του Αγίου Κλαύδιου του Φρασινόρο. Για αυτή τη δωρεά έχει φτάσει μέχρι τις μέρες μας ένα έγγραφο που αναφέρεται σε αυτή. Υπάρχει και μία τρίτη δωρεά η οποία είναι πολύ πιο σημαντική αλλά και αμφισβητούμενη. Πρόκειται για τη δωρεά, ακριβέστερα για την υπόσχεση δωρεάς, όλης της περιουσίας της Ματθίλδης στην εκκλησία. Ο Ντονιτζόνε (Donizone), ο οποίος έγραψε τη βιογραφία της Ματθίλδης, τη χρονολογεί στις μέρες που βρίσκονταν στην Κανόσσα, άλλοι όμως ιστορικοί τη χρονολογούν στις 17 Νοεμβρίου του 1102. Για κάποιους η δωρεά ήταν κατασκεύασμα της εκκλησίας για να υποστηρίξει τις απαιτήσεις της στην κληρονομιά της Ματθίλδης.

Η επιλογή της Ματθίλδης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τη διάσπαση των σχέσεων, του Πάπα με τον Αυτοκράτορα, οι δύο ακολούθησαν αντίθετες συμπεριφορές. Ο Πάπας θα προσπαθήσει να βρει μία ειρηνική λύση ενώ ο Αυτοκράτορας θα συνεχίσει τις προκλήσεις. Την ίδια στιγμή η Ματθίλδη πρέπει να κάνει μία επιλογή και να αποφασίσει με ποιανού το μέρος να πάει. Από τη μια μεριά είναι ο Αυτοκράτορας του οποίου, ως κληρονόμος του οίκου Κανόσσα, είναι υποτελής και στον οποίο είχε δώσει όρκο υποτέλειας (fidelitas). Από την άλλη τα θρησκευτικά της ιδανικά την είχαν κάνει να έρθει πολύ κοντά με τον Πάπα. Τελικά η επιλογή της ήταν με το μέρος του Πάπα. Το επόμενο διάστημα θα ταξιδέψει πολύ μέσα στις κτήσεις της προσπαθώντας να ενισχύσει τις θέσεις των επισκόπων και μοναχών πιστών στον Πάπα ενισχύοντας και παίρνοντας υπό την προστασία της εκκλησίες και τα μοναστήρια. Εν τω μεταξύ ο Ροδόλφος του Ράινφελντεν δούκας της Σουαβίας δεν θα βρεθεί στο ύψος της θέσης του και θα υποστεί βαριά ήττα από τον Ερρίκο Δ΄ στις 27 Ιανουαρίου του 1080. Από την άλλη ο Πάπας στις, 7 Μαρτίου του ίδιου έτους, θα αφορίσει και πάλι τον Αυτοκράτορα και σε αντίδραση, οι πιστοί στον Ερρίκο επίσκοποι, θα δηλώσουν ότι δεν αναγνωρίζουν πια τον Γρηγόριο Ζ΄ σαν Πάπα και θα εκλέξουν έναν νέο Πάπα με το όνομα Κλήμης Γ΄.

Φάνηκε αμέσως η ανάγκη να για ομαλοποίηση των σχέσεων με τη Ματθίλδη και γι αυτό ξεκινήσανε άμεσα διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών χωρίς όμως αποτέλεσμα. Την ίδια στιγμή ο Ερρίκος επέβαλλε νέα βαριά ήττα στον Ροδόλφο, ο οποίος θα τραυματιστεί βαριά και θα πεθάνει λίγο αργότερα. Την ίδια μέρα του θανάτου του Ροδόλφου τα στρατεύματα όλων των επισκόπων – πριγκίπων της βόρειας Ιταλίας, που ήταν ενάντια στον Γρηγόριο, θα τρέψουν σε φυγή τα στρατεύματα της Ματθίλδης κοντά στη Βόλτα Μαντοβάνα (Volta Mantovana). Πρόκειται για την πρώτη στρατιωτική ήττα της κόμισσας. Την επόμενη χρονιά ο Ερρίκος θα κατέβει στην Ιταλία συνοδεύοντας τον Κλήμη Γ' και πήγανε στη Ραβέννα. Πιθανότατα με την ευκαιρία ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τη Ματθίλδη για να την πάρει με το μέρος του. Αποκλείεται κάθε στη Ρώμη αποφεύγοντας την πιο σύντομη διαδρομή επειδή για μεγάλο μέρος της περνούσε μέσα από τις κτήσεις της κόμισσας. Φτάνοντας στη Ρώμη δεν καταφέρνουν να μπουν στην πόλη και έτσι γίνεται μια ψεύτικη στέψη στο στρατόπεδο τους έξω από τα τείχη. Αμέσως μετά ο Ερρίκος επιστρέφει στη βόρειο Ιταλία για να καταστρέψει τη Ματθίλδη. Εκείνη την περίοδο πολλές πόλεις που βρίσκονταν μέσα στις κτήσεις της κόμισσας είχαν αρχίσει να επαναστατούν εναντίον της, με πρώτη τη Λούκκα. Η Ματθίλδη αποσύρθηκε στα κάστρα της που βρίσκονταν στα Απέννινα όρη για μεγαλύτερη ασφάλεια. Έτσι ο Ερρίκος περιπλανιόταν στα εδάφη της ανακηρύσσοντας την ένοχη για προδοσία. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να τις αφαιρέσει του τίτλους και την ισχύ, που της είχε παραχωρηθεί από την Αυτοκρατορία, καθώς και του κομματιού των κτήσεων της, με το μεγαλύτερο κύρος, τη Μαρκιωνία της Τοσκάνης.

Ωστόσο στην αυλή της Ματθίλδης, στη Μάντοβα, καθώς και σε μεγάλο μέρος των εδαφών της υπήρχε έντονη πολιτιστική κίνηση. Το 1082 ο Ερρίκος θα επιστρέψει στην Ιταλία και μετά από έξι μήνες πολιορκίας θα καταλάβει τη Ρώμη. Κατά την πολιορκία η Ματθίλδη θα στηρίξει τον Πάπα στέλνοντας το χρυσάφι που είχε μαζέψει λιώνοντας τους θησαυρούς των εκκλησιών και των μοναστηριών. Τελικά ο Γρηγόριος Ζ΄ αναγκάστηκε να κλειστεί στο Κάστρο του Αγγέλου (Castel Sant’Angelo) ζητώντας τη βοήθεια των Νορμανδών που όμως ήταν απασχολημένοι σε άλλα μέτωπα. Αντιθέτως ο Ερρίκος έλαβε μεγάλη χρηματική βοήθεια από τον βυζαντινό Αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό. Στη συνέχεια θα φτάσει στη Ρώμη και ο Κλήμης Γ΄ ο οποίος θα χειροτονηθεί στις 27 Μαρτίου του 1084 και μετά από λίγες μέρες, στις 31 Μαρτίου, θα στέψει Αυτοκράτορα τον Ερρίκο Δ΄. Η Ματθίλδη δεν είχε πια τη δυνατότητα να βοηθήσει ούτε οικονομικά αφού είχε ξοδέψει όλη την περιουσία της καθώς και εκείνη των εκκλησιαστικών φορέων που της είχαν μείνει πιστοί. Θα έρθει, όμως, σε βοήθεια ο Ροβέρτος Γυισκάρδος (Roberto il Guiscardo) που θα μπει στη Ρώμη με 30000 άντρες και θα διώξει τον Αυτοκράτορα. Ταυτόχρονα η Ματθίλδη θα αντιδράσει σε όλα αυτά που συνέβαιναν και αποφασίζει ότι ήρθε ο καιρός να ξανακερδίσει τα φρούρια της. Αφού πρώτα ισχυροποίησε και πάλι τις θέσεις της στα φρούρια γύρο από τον Πάδο, στις 2 Ιουλίου του 1084 θα δώσει μία μεγάλη μάχη στη Σορμπάρα (Sorbara), όπου θα δεχτούν μεγάλη ήττα τα στρατεύματα των σχισματικών επισκόπων. Στη συνέχεια θα καταλάβει τη Νονάντολα (Nonantola) και έτσι το μεγάλο της μοναστήρι θα περάσει από την επιρροή του Αυτοκράτορα σε εκείνη του Πάπα. Χρονολογείται σε εκείνη την περίοδο και ένα γράμμα που έστειλε η κοντέσα στους Γερμανούς πρίγκιπες προειδοποιώντας τους ενάντια στον Ερρίκο. Εν τω μεταξύ ο Ροβέρτος ο Γκουισκάρντο θα συνοδέψει τον Πάπα στο Σαλέρνο (Salerno) για να μπορεί να τον προστατέψει καλύτερα. Λόγω της απουσίας του Πάπα ο Αντίπαπας Κλήμης Γ' βρίσκει την ευκαιρία να επιστρέψει στη Ρώμη. Ο Γρηγόριος Ζ', κουρασμένος από όλες αυτές τις διαμάχες και άρρωστος, θα παραμείνει στο Σαλέρνο όπου και θα πεθάνει στις 25 Μαΐου του 1085, στις 17 Ιουλίου θα πεθάνει και ο Ροβέρτος ο Γκουισκάρντο. Η Ματθίλδη θα εκμεταλλευτεί την απουσία, από την Ιταλία, του Αυτοκράτορα και θα ανακτήσει τις κτήσεις της στη βόρεια Ιταλία χάνοντας όμως εκείνες της Λοθαριγγίας.

Η κόμισσα θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εκλογή του νέου Πάπα, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Γρηγορίου Ζ΄, στις 24 Μαΐου του 1086. Πάπας θα γίνει ο Νταουφέριο (Dauferio) ηγούμενος της μονής του Μοντεκασσίνο (Montecassino), με το όνομα Βίκτωρ Γ΄. Ο νέος Πάπας, όμως, ήταν ηλικιωμένος και άρρωστος και προτιμούσε την ηρεμία. Έτσι μετά την εκλογή του, και πριν ιεροποιηθεί, θα επιστρέψει στο Μοντεκασσίνο. Θα εκμεταλλευτεί την ευκαιρία ο Κλήμης Γ΄ για να ξαναπάρει τη Ρώμη. Τότε είναι που η Ματθίλδη αποφασίζει να επέμβει ενεργά παίρνοντας ανοιχτά το μέρος του νέου Πάπα. Θα φτάσει στη Ρώμη, όπου και θα εγκατασταθεί, και θα στείλει πρέσβεις στο Μοντεκασίνο για να πείσουν τον Πάπα να επιστρέψει. Αφού θα τον συνοδεύσει μέσα στην πόλη θα τον βοηθήσει να εγκατασταθεί στον Άγιο Πέτρο ενώ ο Κλήμης Γ΄ θα εγκατασταθεί στην Παναγία στους μάρτυρες (πρόκειται για το Πάνθεον) (Santa Maria ad Martyres). Όμως οι υποστηρικτές του Αντίπαπα θα εξαπολύσουν σφοδρή επίθεση ενάντια των υποστηρικτών του Πάπα και θα τους αναγκάσουν να αποσυρθούν στο Τραστέβερε (Trastevere). Αυτή η επίθεση είχε σαν αποτέλεσμα στις 29 Ιουνίου, ημέρα της γιορτής του Αγίου Πέτρου, κανένας από τους δύο Πάπες να μην μπορέσει να κάνει λειτουργία στη βασιλική του Αγίου. Η υγεία όμως του Πάπα θα χειροτερεύσει και έτσι θα αποφασίσει να επιστρέψει στο Μοντεκασσίνο όπου και θα πεθάνει στις 16 Σεπτεμβρίου του 1087. Στις 12 Μαρτίου του 1088, στην Τερρατσίνα (Terracina), οι καρδινάλιοι και οι κληρικοί, συμπεριλαμβανομένων των απεσταλμένων της Ματθίλδης, θα επιλέξουν τον νέο Πάπα Ουρβανό Β'.

Ο δεύτερος γάμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γουέλφ Ε' της Βαυαρίας με τη Ματθίλδη

Καθώς η Ματθίλδη ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει την επιστροφή του Ερρίκου Δ΄ στην Ιταλία, ο νέος Πάπας της προτείνει μία δύσκολη προσωπική επιλογή, έναν νέο γάμο. Το 1089 θα επιλεγεί, για σύζυγος της κοντέσας, ο Γουέλφος Ε΄ της Βαυαρίας. Επιλέχτηκε γιατί ήταν γόνος του πιο εχθρικού, προς τον Ερρίκο Δ', οίκου της Γερμανίας, τους Δούκες της Βαυαρίας. Ο Γουέλφος ήταν πολύ νεότερος της Ματθίλδης και γι´αυτό ο γάμος τους σχολιάστηκε έντονα από την αριστοκρατία εκείνης της εποχής. Η Ματθίλδη αντιμετώπιζε αυτόν τον γάμο με μεγάλη ελπίδα και για έναν άλλο λόγο, τη γέννηση ενός διαδόχου. Ελπίδα που θα αποδειχτεί αδύνατη λόγω της ηλικίας της αλλά κυρίως λόγω της ανικανότητας του συζύγου της. Οι δύο σύζυγοι θα δράσουνε μαζί όλη την περίοδο μέχρι τον χωρισμό τους. Αμέσως μετά τον γάμο θα πρέπει να αντιμετωπίσουν μία από τις δυσκολότερες στιγμές της ζωής της Ματθίλδης. Ο Ερρίκος θα επιστρέψει για τρίτη φορά στην Ιταλία και από τη Βερόνα θα κατευθυνθεί προς τη Μάντοβα με σκοπό να την κατακτήσει. Θα ξεκινήσει την πολιορκία τον Μάιο ενώ η Ματθίλδη και ο Γουέλφος βρίσκονταν στην πόλη για να την υπερασπιστούν. Για να εξασφαλίσουν ότι ο πληθυσμός θα είναι με το μέρος τους θα παραχωρήσουν προνόμια στους άντρες της πόλης. Αυτή όμως η κίνηση δεν ήταν αρκετή και ο Ερρίκος, αφού κατέκτησε τα φρούρια της Ριβάλτα και του Γκοβέρνολο (Rivalta και Governolo), θα αποκλείσει την πόλη. Η Ματθίλδη και ο Γουέλφος μαζί με τον επίσκοπο και τον ηγούμενο της μονής του Πολιρόνε θα διαφύγουν στην Κανόσσα. Την παράδοση της πόλης θα την οργανώσουν οι άντρες της πόλης. Την ίδια στιγμή, σε αντίθεση, η Πίζα περνούσε με το μέρος του Πάπα. Ο Ερρίκος παρέμεινε στην Ιταλία για δεύτερο συνεχόμενο χειμώνα και η Ματθίλδη προσπάθησε να τον συλλάβει μια στιγμή που είχε απομακρυνθεί από τον στρατό του. Όμως ένας από τους αρχηγούς της θα την προδώσει και θα δώσει τον χρόνο στον στρατό του Αυτοκράτορα να τον φτάσει και να επιβάλλει βαριά ήττα στη Ματθίλδη στο Τρεκοντάι (Trecontai) κοντά στην Πάντοβα. Την άνοιξη του 1092 ο Ερρίκος θα ξεκινήσει και πάλι τον πόλεμο και θα κατακτήσει όλη την περιοχή της Μόντενα συμπεριλαμβανομένων των φρουρίων στα Απέννινα όρη. Στη συνέχεια θα πολιορκήσει το κάστρο του Μοντεβέλιο, κοντά στην Μπολόνια, ενώ ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τους υποτελείς της Ματθίλδης, που πραγματοποιήθηκε στο Κάρπι. Οι υποτελείς ήταν έτοιμοι να έρθουν σε συμφωνία με τον Αυτοκράτορα όταν τα λόγια του ερημίτη Ιωάννη της Μάρολα (Giovanni di Marola) έπεισε τη Ματθίλδη να συνεχίσει τον πόλεμο.

Το φθινόπωρο ο Ερρίκος θα αποσυρθεί από το Μοντεβέλιο, χωρίς να έχει καταφέρει να το κατακτήσει, ενώ ετοιμαζόταν να δώσει το τελειωτικό χτύπημα στην Κοντέσα στο κάστρο της Κανόσσα. Όμως η Ματθίλδη θα προηγηθεί και θα νικήσει τον στρατό του έξω από το κάστρο. Ο Ερρίκος αποσύρθηκε για να περάσει τον χειμώνα στη Βερόνα. Την επόμενη χρονιά η Ματθίλδη θα μπορέσει να κατακτήσει και πάλι τα φρούρια της Ριβάλτα και του Γκοβέρνολο ενώ πολλές πόλεις της Λομβαρδίας πήγανε με το μέρος της, όπως το Μιλάνο, η Κρεμόνα, το Λόντι και η Πιατσέντσα. Η ήττα του Ερρίκου θα επεκταθεί και στην οικογένεια του, με τον πρωτότοκο γιο του Κορράντο (Corrado), πρώτα, και το 1094 τη δεύτερη γυναίκα του Πρασέντε (Prassede) να καταφεύγουν στη Ματθίλδη. Το 1095 η Κοντέσα θα παρέχει τη συνοδεία για την επιστροφή του Πάπα, στη Ρώμη, από την Πιατσέντσα όπου είχε συζητηθεί η πρόταση μιας σταυροφορίας. Τα επόμενα χρόνια θα είναι πολλές οι σημαντικές προσωπικότητες που θα ζήσουν για κάποιο διάστημα στην αυλή της Κοντέσας. Με την ήττα του Ερρίκου, τον θάνατο του Κλήνη Γ' και την ήπια πολιτική του Πάπα Ουρβανού Β' στο μεγαλύτερο μέρος των πόλεων της βόρειας Ιταλίας επέστρεψαν επίσκοποι μεταρρυθμιστές ενώ η Ματθίλδη επανέκτησε πλήρως τη δύναμη της. Η κοντέσα θα βοηθήσει και θα πλουτίσει πολλές από τις εκκλησίες και τα μοναστήρια που βρίσκονταν στις κτήσεις της. Ιδιαίτερη αντιμετώπιση θα δεχτεί η μονή του Αγίου Βενέδικτου Πολινάρο, που κατασκευάστηκε από έναν πρόγονο της το 1007, με συνεχείς δωρεές σχεδόν κάθε χρόνο. Το 1106 θα πεθάνει ο Ερρίκος Δ' ενώ θα είναι φυλακισμένος από τον γιο του Ερρίκο Ε'. αυτός αρχικά θα προσπαθήσει να ελέγξει την κατάσταση στη Γερμανία και θα κατέβει στην Ιταλία μόνο το 1110 για να στεφθεί Αυτοκράτορας στη Ρώμη. Όταν θα ξεκινήσει το ταξίδι του η Ματθίλδη θα κλειστεί στα κάστρα της των Απεννίνων Ορέων, για ασφάλεια, ενώ ο Ερρίκος θα στείλει πρεσβευτές με τους οποίους θα συναντηθεί στο Μπιανέλλο (Bianello) για να συζητήσουν περί ειρήνης. Η κοντέσα θα αρνηθεί να στραφεί ενάντια στον Πάπα αλλά θα επιτρέψει στον Αυτοκράτορα να διασχίσει τις κτήσεις της ελπίζοντας σε μία συμφωνία του με τον Πάπα. Θα ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις ειρήνης μεταξύ του Πάπα Πασχάλη Β' και του Αυτοκράτορα Ερρίκου Ε' στο Σούτρι (Sutri) που θα συμμετέχουν και επίσκοποι απεσταλμένοι της Ματθίλδης. Η συμφωνία θα καταπατηθεί από τον Αυτοκράτορα που θα αιχμαλωτίσει τον Πάπα και τους πιστούς υποστηριχτές του. Ο πληθυσμός όμως της Ρώμης θα εξεγερθεί και θα αναγκάσει τον Αυτοκράτορα να φύγει μαζί με τους αιχμαλώτους του. Η Ματθίλδη τότε έστειλε πρεσβευτή για να θυμίσει στον Αυτοκράτορα τη συμφωνία τους που του απαγόρευε να ακουμπήσει τους πιστούς της ενώ εκείνη δεν μπορούσε να αναμειχθεί στις Ρωμαϊκές υποθέσεις. Έτσι ο Αυτοκράτορας απελευθέρωσε τους απεσταλμένους της Ματθίλδης όχι όμως και τον Πάπα. Ο Πάπας θα αφεθεί ελεύθερος, μετά από 60 μέρες στις 13 Απριλίου του 1111, αφού πρώτα θα παραχωρήσει το δικαίωμα για την επιλογή των επισκόπων και θα υποσχεθεί ότι δεν θα τον αφορίσει ποτέ. Αμέσως μετά θα τον στέψει Αυτοκράτορα. Στο ταξίδι της επιστροφής του στη Γερμανία θα συναντήσει τη Ματθίλδη στο Μπιανέλλο. Σε αυτή τη συνάντηση θα της επιστρέψει της δημόσιες εξουσίες, που της είχε αφαιρέσει ο πατέρας του, και θα τη χρίσει Βασίλισσα της Ιταλίας και εντεταλμένη του Πάπα. Μετά από αυτή τη συνάντηση ο Ερρίκος θα συνεχίσει το ταξίδι του προς τη Γερμανία και όταν θα βρίσκεται στη Βερόνα θα εκδώσει μία απόφαση που επιβεβαιώνει και προστατεύει την περιουσία της μονής του Πολινάρο. Πιθανότατα στη συνάντηση του Μπιανέλλο ο Αυτοκράτορας απέσυρε την υποστήριξη του στην πόλη της Μάντοβα, την οποία η Ματθίλδη θα επανακτήσει το 1114.

Ο θάνατος και η κληρονομιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τάφος της Ματθίλδης, του Μπερνίνι, στη βασιλική του Αγίου Πέτρου (Τιμή και Δόξα της Ιταλίας)

Λίγο μετά θα αρρωστήσει βαριά και θα αποσυρθεί στο Μοντεμπαρατσόνε (Montebaranzone). Αμέσως θα διαδοθεί η ψεύτικη είδηση του θανάτου της. Αμέσως η Μάντοβα θα ελευθερωθεί από τον ζυγό των Κανόσσα αλλά η Ματθίλδη θα γίνει καλά και θα αναγκάσει και πάλι την πόλη να παραδοθεί. Στα τέλη Οκτωβρίου θα αρρωστήσει ξανά βαριά και θα αποσυρθεί στην εξοχική κατοικία του Μποντένο ντι Ρονκόρε όπου και θα πεθάνει στις 24 Ιουλίου του 1115. σύμφωνα με τη θέληση της θα ταφεί στη μονή του Αγίου Βενέδικτου Πολιρόνε. Το 1632 το σώμα της θα πωληθεί στον Πάπα Ουρβανό Η΄ που θα το μεταφέρει στο Καστέλ Σαντ'Άντζελο στη Ρώμη (Castel Sant’Angelo). Το 1645 το σώμα της θα τοποθετηθεί οριστικά στη βασιλική του Αγίου Πέτρου σε έναν τάφο που κατασκευάστηκε από τον Μπερνίνι και ονομάζεται Τιμή και Δόξα της Ιταλίας.

Η Ματθίλδη δεν θα αφήσει κληρονόμους και η τεράστια περιουσία της θα υπάρξει θέμα διαμάχης μεταξύ της εκκλησίας και του Αυτοκράτορα. Το 1116 ο Ερρίκος Ε' θα επιστρέψει στην Ιταλία για να πάρει στην κατοχή του την περιουσία της ενώ η εκκλησία θα διεκδικεί την κληρονομιά. Ο Αυτοκράτορας βάσιζε τις θέσεις του στη συγγένεια που είχε με τη Ματθίλδη και στο γεγονός ότι ήταν φεουδάρχης και υποτελής του Αυτοκράτορα. Από την άλλη ο Πάπας βάσιζε τις θέσεις του σε ένα έγγραφο, αμφισβητούμενης αυθεντικότητας, με το οποίο η Ματθίλδη δώριζε όλη την περιουσία της στην εκκλησία. Το 1133 ο Πάπας Ιννοκέντιος Β' θα παραχωρήσει την κυριότητα στον Αυτοκράτορα Λοθάριο Γ΄ (Lotario III). Ένα μέρος των κτήσεων της θα περάσει σε τοπικούς άρχοντες και στα γύρο φέουδα.

Το 1115, αμέσως μετά τον θάνατο της, ο μοναχός Ντονιτσόνε (Donizone) θα γράψει τη βιογραφία της στο βιβλίο ποίημα του Vitae Mathildis. Το 1234 ο μοναχός Γκουίντο (Guido) θα αντιγράψει το έργο του Ντονιτσόνε σε περγαμηνή ενώ θα βρίσκεται στη μονή του Φρασινόρο. Χάρη σε αυτό το έργο θα φτάσουν μέχρι σήμερα οι πληροφορίες που έχουμε για τη ζωή αυτής της μεγάλης ιστορικής προσωπικότητας. Τους επόμενους αιώνες, μετά τον θάνατο της, χάρη και της διαμάχης για την περιουσία της, η Ματθίλδη θα περάσει στον θρύλο και θα παρουσιάζεται είτε σαν μαχήτρια της εκκλησίας είτε σαν μεγάλη φεουδάρχης και ευγενής της εποχής της. Πάντα όμως παρουσιαζόταν σαν τη μεγάλη γυναίκα, που προπορευόταν της εποχή της.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «Dizionario Biografico degli Italiani». (Ιταλικά) Dizionario Biografico degli Italiani. 1960. Ανακτήθηκε στις 3  Απριλίου 2017.
  2. (Γερμανικά, Αγγλικά) FemBio database. 19008. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. BeWeB. 2664. Ανακτήθηκε στις 13  Φεβρουαρίου 2021.
  4. p253.htm#i2527.
  5. 5,0 5,1 Charles Cawley: «Medieval Lands». (Αγγλικά) Charles Cawley, "Medieval Lands", 2006-2020.
  6. p47325.htm#i473242. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  7. p253.htm#i2527. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  8. 8,0 8,1 8,2 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Donizone, Vita Mathildis, a cura di L. Simeoni, in Rer. Ital. Script., 2a ed., V, 2
  • Luigi Tosti, La Contessa Matilde e i romani Pontefici, Milano, Messaggerie Pontremolesi, 1989. ISBN 88-7116-016-9.
  • Paolo Golinelli, Matilde e i Canossa, Milano, Mursia, 2004. ISBN 8842532282.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]