Μαργαριτάρι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κολιέ με μαργαριτάρια

Το μαργαριτάρι είναι σκληρό υλικό το οποίο παράγεται από τους μαλακούς ιστούς (ιδίως τον μανδύα) ζωντανών μαλακίων με όστρακο. Όταν ένας κόκκος άμμου ή κάποιο παράσιτο, εισχωρήσει στο κοχύλι ενός στρειδιού, τότε το στρείδι ενοχλείται. Το όστρακο, αδυνατώντας να διώξει τον «εισβολέα», παράγει μια λεία σκληρή κρυστάλλινη ουσία  το μάργαρο (ανθρακικό ασβέστιο) γύρω από αυτό για να προστατεύσει τον εαυτό του. Όσο ο εισβολέας μένει εκεί, το όστρακο συνεχίζει να παράγει στρώματα αυτής της ουσίας, ώσπου μετά από κάποια χρόνια έχει παγιδευτεί μέσα σε ένα λείο και λαμπερό μαργαριτάρι. Όπως και τα όστρακα, το μαργαριτάρι αποτελείται από ανθρακικό ασβέστιο σε μικροκρυσταλλική μορφή (το οποίο αποκαλείται μάργαρο), το οποίο εναποτίθεται σε ομόκεντρα στρώματα. Τα ιδανικά μαργαριτάρια είναι στρογγυλά και απαλά, αν και μπορεί να έχουν και άλλα σχήματα (μαργαριτάρια μπαρόκ). Τα καλύτερης ποιότητας φυσικά μαργαριτάρια χαίρουν μεγάλης αξίας και θεωρούνται πολύτιμοι λίθοι και αντικείμενα για πολλούς αιώνες.

 Το μαργαριτάρι που θα σχηματιστεί αποτελείται από 3 στρώματα, με το πιο εσωτερικό να αποτελεί τον πυρήνα, δηλαδή τον εισβολέα που διεγείρει τη δημιουργία του. Μία πρωτεΐνη, η κογχυολίνη, αποτελεί το στρώμα που εναποτίθεται πάνω από το ξένο σώμα και το περιβάλλει. Το τελικό χρώμα του μαργαριταριού εξαρτάται από το χρώμα της κογχυολίνης που μπορεί να είναι από μαύρο έως λευκό.

Το πιο πολύτιμα μαργαριτάρια σχηματίζονται αυθόρμητα στη φύση, είναι όμως πολύ σπάνια. Τα άγρια μαργαριτάρια αναφέρονται ως φυσικά μαργαριτάρια. Τα καλλιεργημένα μαργαριτάρια προέρχονται από μαργαριτοφόρα όστρακα, όπως τα στρείδια και τα μύδια. Επίσης πωλούνται και απομιμήσεις μαργαριταριών τα οποία χρησιμοποιούνται σε φθηνά κοσμήματα, αλλά η ποιότητα των ιριδισμών τους είναι συνήθως πολύ κακή και ξεχωρίζουν από τα αυθεντικά. Τα καλλιεργημένα μαργαριτάρια χρησιμοποιούνται κυρίως στην κοσμηματοποιία, αλλά έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί για να διακοσμήσουν ρούχα. Επίσης, έχουν χρησιμοποιηθεί αλεσμένα στην κοσμητική, την ιατρική και σε βαφές. Το αρχαιότερο μαργαριτάρι είναι 8000 ετών και εντοπίστηκε κατά τη διάρκεια ανασκαφών στο νησί Marawah στις ακτές του Άμπου Ντάμπι σύμφωνα με το τμήμα Πολιτισμού και Τουρισμού της πόλης που παράλληλα έδωσε στη δημοσιότητα και ένα βίντεο σχετικό με την ανακάλυψη του. Το μαργαριτάρι εντοπίστηκε το 2017 και η διάμετρός του είναι μικρότερη από 30 χιλιοστά Το μεγαλύτερο γνωστό μαργαριτάρι βρέθηκε το 1934 στο νησί Παλουβάν των Φιλιππίνων. Έχει βάρος 6,4 κιλά και παρήχθη από το είδος Tridacna Gigas. Το μαργαριτάρι είναι γνωστό ως το «μαργαριτάρι του Λάο Τσου».[1]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]