Λακτάση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Lactase tetramer, E.Coli.

Η λακτάση είναι ένα ένζυμο που έχει ως βασική λειτουργία την υδρολυτική διάσπαση του δισακχαρίτη λακτόζη στα συστατικά του μονομερή γαλακτόζη και γλυκόζη. Ανήκει στα ένζυμα της οικογένειας των β-γαλακτοσιδασών και λειτουργεί ως γλυκοζιτική υδρολάση. Η λακτάση εντοπίζεται στα κύτταρα που καλύπτουν τις λάχνες του λεπτού εντέρου.[1]

Η λακτάση είναι απαραίτητη για την πέψη της λακτόζης, του κύριου σακχάρου του γάλακτος. Ανεπάρκεια λακτάσης προκαλεί δυσανεξία στη λακτόζη.[2]

Δομή και δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ένζυμο αποτελείται από μία πολυπεπτιδική αλυσίδα βάρους 160 kDa και η καταλυτική δράση συνδέεται με την ύπαρξη δύο γλουταμινικών οξέων (Glu1749 και Glu1273) στο ενεργό κέντρο του ενζύμου.[3]

Κατά τον μεταβολισμό, ο β-γλυκοζιτικός δεσμός στην D-λακτόζη υδρολύεται για να σχηματιστεί D-γαλακτόζη και D-γλυκόζη (με διατήρηση της ανωμερούς διαμόρφωσης), οι οποίες μπορούν να απορροφηθούν από τα εντερικά τοιχώματα και να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος. Η συνολική αντίδραση που καταλύεται από την λακτάση είναι C12H22O11 + H2Ο → C6H12O6 + C6H12O6 + θερμότητα.

Χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λακτάση μπορεί να εξαχθεί από ζύμες και μύκητες ώστε να χρησιμοποιηθεί για εμπορικούς σκοπούς ως πρόσθετο σε τρόφιμα. Στο εμπόριο (φαρμακεία), κυκλοφορεί σε μορφή σταγόνων (Delictase κτλ.) και μασώμενων δισκίων (Lacteeze κτλ.) και χρησιμοποιείται από άτομα με δυσανεξία στη λακτόζη ή για την προσωρινή δυσανεξία στη λακτόζη (μετά από διάρροιες, βρεφικοί κολικοί). Η βασική της χρήση στην βιομηχανία είναι να διασπά την λακτόζη στο γάλα, ώστε αυτό να μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε απευθείας είτε για την παρασκευή άλλων προϊόντων τα οποία θα μπορούν να καταναλωθούν από άτομα με δυσανεξία στη λακτόζη. Χρησιμοποιείται επίσης για την διάσπαση της λακτόζης κατά την παρασκευή παγωτών επειδή τα προϊόντα υδρόλυσης (γαλακτόζη και γλυκόζη) έχουν πιο γλυκιά γεύση από τη λακτόζη. Επίσης η διάσπαση της λακτόζης δίνει στο παγωτό πιο κρεμώδη υφή επειδή τα προϊόντα υδρόλυσης σχηματίζουν πιο δύσκολα κρυστάλλους στη θερμοκρασία ψύξης του παγωτού.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Skovbjerg H, Sjöström H, Norén Ο (March 1981). «Purification and characterisation of amphiphilic lactase/phlorizin hydrolase from human small intestine». Eur. J. Biochem. 114 (3): 653–61. doi:10.1111/j.1432-1033.1981.tb05193.x. PMID 6786877. 
  2. Järvelä I, Torniainen S, Kolho KL (2009). «Molecular genetics of human lactase deficiencies». Ann. Med. 41 (8): 568–75. doi:10.1080/07853890903121033. PMID 19639477. 
  3. Zecca L, Mesonero J, Stutz A, Poirée J, Guidicelli J, Cursio R, Gloor S, Semenza G (September 1998). «Intestinal lactase-phlorizin hydrolase (LPH): the two catalytic sites; the role of the pancreas in pro-LPH maturation». FEBS Lett. 435 (2-3): 225–8. doi:10.1016/S0014-5793(98)01076-X. PMID 9762914.