Κεράσι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Κεράσια)
Κεράσια πάνω σε μια κερασιά κατά την ωρίμανση.

Κεράσια ονομάζονται οι καρποί του δένδρου της κερασιάς (επιστ. ονομ.: Prunus subg. Cerasus). Έχουν σχήμα σφαιρικό και ο φλοιός τους είναι λείος και γυαλιστερός. Είναι μικρά σε μέγεθος και το χρώμα τους ποικίλλει ανάλογα με την ποικιλία. Υπάρχουν δύο τύποι κερασιών και εκατοντάδες ποικιλίες: το γλυκό κεράσι - γνωστό και ως Prunus avium στους βοτανολόγους – και το ξινό κεράσι, γνωστό ως βύσσινο (επιστημονική ονομασία Prunus cerasus). Από τις γλυκές ποικιλίες, ιδιαίτερες προτιμήσεις συγκεντρώνει αυτή με τους μεγάλους, βαθυκόκκινους και χυμώδεις καρπούς.

Όσο για τον τόπο καταγωγής του φρούτου, κανείς δεν ξέρει να πει με σιγουριά. Ωστόσο, οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι προερχόταν από τη Μικρά Ασία και πιο συγκεκριμένα από την πόλη της Κερασούντας (εξ ου και το όνομα) κοντά στον Εύξεινο Πόντο. Ο Ρωμαίος στρατηγός Λούκουλος τα ανακάλυψε και τα έφερε στην Ιταλία. Τα κεράσια είναι γλυκά, όξινα και στυφά και έχουν θερμαντική δράση στον οργανισμό.

Στην Ελλάδα παράγονται στον Κολινδρό Πιερίας, στην Έδεσσα,στην Όρμα Πέλλας όπου είναι και η μεγαλύτερη ποσότητα της Ελλάδας, στα Γρεβενά, στη Βόρεια Χίο και σε αρκετές άλλες περιοχές της, βόρειας κυρίως, Ελλάδας.

Διατροφικά δεδομένα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μέση σύσταση του εδώδιμου μέρους (δηλ. χωρίς τα κουκούτσια) 100 gr φρέσκων κερασιών είναι:

Νερό 82,25 g, πρωτεΐνες 1 g, λίπη 0,2 g, διαιτητικές ίνες 2,1 g, ολικά σάκχαρα 12,82, θερμίδες 63.
Μέταλλα και ιχνοστοιχεία: Ασβέστιο 13 mg, σίδηρος 0,36 mg, μαγνήσιο 11 mg, φωσφόρος 21 mg, κάλιο 22 mg, νάτριο 0 mg κ.ά. Βιταμίνες: ασκορβικό 7 mg, νιασίνη 0,15 mg, φολικό 4 mg, β-καροτένιο 770 mg, βιταμίνη Α 64 IU, άλλες σε μικρότερες ποσότητες.[1]

Ενδείκνυνται στην αναιμία, γιατί, λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς τους σε σίδηρο, προάγουν την αιμοποίηση, σε ολιγοθερμιδικές δίαιτες αδυνατίσματος, γιατί τα σάκχαρα, που περιέχουν ικανοποιούν την αίσθηση του γλυκού, χωρίς να επιβαρύνουν τον οργανισμό με θερμίδες. [εκκρεμεί παραπομπή] Η περιεκτικότητά τους σε μεταλλικά άλατα αυξάνει τα αλκαλικά αποθέματα του οργανισμού, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση της κόπωσης και την παράταση της μυϊκής προσπάθειας. Δρουν αποτοξινωτικά, για το συκώτι, τη χοληδόχο κύστη, το αδενικό σύστημα και τον οργανισμό γενικότερα [εκκρεμεί παραπομπή].

Οι φυτικές ίνες και τα οργανικά οξέα που περιέχουν, τα καθιστούν έξοχα υπακτικά, με ισχυρή καθαρτική δράση.

Τα μεταλλικά άλατα και ιχνοστοιχεία, που περιέχουν, δρουν ανακουφιστικά σε ρευματικούς πόνους. Τα κεράσια είναι διουρητικά και χωνευτικά, ενώ διαθέτουν αντισηπτικές ιδιότητες, ενάντια σε λοιμώξεις των ουροφόρων οδών.

Οι φυτικές χημικές αυτές ουσίες ονομάζονται ανθοκυανίνες. Σε πειράματα βρέθηκε ότι αυξάνουν κατά 50% την παραγωγή ινσουλίνης από τα κύτταρα του παγκρέατος. [εκκρεμεί παραπομπή] Οι ανθοκυανίνες ανήκουν σε οικογένεια φυτικών ουσιών που δίνουν το χαρακτηριστικό χρώμα σε πολλά είδη φρούτων. Οι έρευνες μέχρι σήμερα έδειξαν ότι οι ανθοκυανίνες έχουν ευεργετικές δράσεις για την υγεία.

Επίσης, η κατανάλωση κερασιών θα μπορούσε να βοηθά στην πρόληψη κατά του διαβήτη. Οι ανθοκυανίνες, λόγω αυξημένης έκκρισης ινσουλίνης, θα μπορούσαν να επιτρέπουν ένα καλύτερο έλεγχο της γλυκόζης του αίματος και να αποτρέπουν την υπεργλυκαιμία και κατά συνέπεια το διαβήτη.[ασαφές] [εκκρεμεί παραπομπή] Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από έρευνες που διεξήγαγαν επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν.[εκκρεμεί παραπομπή] Ανθοκυανίνες υπάρχουν και σε άλλα φρούτα, όπως τα σταφύλια, οι φράουλες και τα μούρα. Όμως, τα πειράματα έδειξαν ότι οι ανθοκυανίνες από τα κεράσια είχαν την ισχυρότερη δράση αναφορικά με την αύξηση παραγωγής ινσουλίνης από τα παγκρεατικά κύτταρα.

Άλλες μορφές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ελλάδα, τα περίφημα γλυκά του κουταλιού γίνονται τόσο από τις γλυκές όσο και από τις υπόξινες ποικιλίες. Τα δε κουκούτσια, χρησιμοποιούνται για να δίνουν άρωμα στο «μπράντυ». Ο καρπός του φρούτου περιέχει ικανή ποσότητα καλίου και βιταμίνης Α. Ένα κεράσι έχει 4 θερμίδες. Εκτός του ότι τα κεράσια τρώγονται ως φρέσκα φρούτα, υπάρχουν και κονσερβοποιημένα, χρησιμοποιούνται για την κατασκευή γλυκισμάτων, και ως γαρνίρισμα σε διάφορα είδη ζαχαροπλαστικής.

Με την ενζυματική ζύμωση των μαύρων πικρών κερασιών παίρνουμε το Kirch, το Cherry brandy και διάφορα άλλα ποτά. Το μέσο βάρος του καρπού τους είναι 7,5 γραμμάρια. Το pH των κερασιών κυμαίνεται από 3,2 έως 4. Κατά την περίοδο της ωρίμανσης αυξάνονται οι υδατάνθρακες μέσα στο φρούτο από 7%-10% που είναι στο 16%-18% και το pΗ περνάει από το 3,3 στο 4, ενώ συγχρόνως μειώνεται η περιεκτικότητά του σε Η2Ο και η οξύτητά του (από 0,9 στο 0,7). Η οξύτητά του οφείλεται κυρίως στο μηλικό οξύ, αλλά και σε μικρές ποσότητες κιτρικού και ταρταρικού οξέος.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «USDA, National Nutrient Database for Standard Reference Release 28, Cherries, sweet, raw». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2015. 

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]