Θεσσαλία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυτό το λήμμα αφορά το γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελλάδας. Για την Περιφέρεια, δείτε: Περιφέρεια Θεσσαλίας.
Θεσσαλία
Διοίκηση
Χώρα:Ελλάδα Ελλάδα
Μητρόπολη:Λάρισα
Απελευθέρωση24 Φεβρουαρίου 1881
Περιφέρεια:Θεσσαλίας
Γεωγραφία και στατιστική
Πληθυσμός:682.189 (2021)
Αριθμός δήμων25

Η Θεσσαλία είναι γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελλάδας. Προσαρτήθηκε στο ανεξάρτητο κράτος της Ελλάδας το 1881, συμπεριλαμβάνοντας τότε και τη σημερινή Φθιώτιδα. Αποτελείται από τους νομούς Λαρίσης, Μαγνησίας, Τρικάλων και Καρδίτσας.

Γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συνολική της έκταση είναι 14.036 χλμ² και αντιπροσωπεύει περίπου το 11% της συνολικής έκτασης της ελληνικής επικράτειας. Συνορεύει βόρεια με τη Μακεδονία, νότια με τη Στερεά Ελλάδα, δυτικά με την Ήπειρο, ενώ ανατολικά βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος και το νότιο τμήμα του Θερμαϊκού Κόλπου.

Το έδαφος, ως προς τη διαμόρφωσή του, είναι 50% ορεινό-ημιορεινό και 50% πεδινό, ενώ στα όριά του περιλαμβάνεται η πεδιάδα της Θεσσαλίας (βλέπε Θεσσαλικός Κάμπος), η δεύτερη μεγαλύτερη πεδιάδα και σιτοβολώνας της ελληνικής επικράτειας (μεγαλύτερη είναι εκείνη της Μακεδονίας, στην περιοχή Θεσσαλονίκης - Γιαννιτσών), που διαρρέεται στον άξονα ανατολή-δύση από τον ποταμό Πηνειό, το τρίτο μεγαλύτερο ποτάμι της χώρας. Στις ορεινές περιοχές περιλαμβάνονται ο Όλυμπος, το νότιο τμήμα της κυρίως οροσειράς της Πίνδου, το βόρειο τμήμα των Αγράφων, η Όσσα, το Πήλιο και η Όθρυς. Ιδιαίτερης σημασίας γεωστρατηγικό και οικονομικό έργο στην περιφέρεια της Θεσσαλίας είναι η τεχνητή λίμνη του Ταυρωπού, η οποία δημιουργήθηκε ύστερα από απόφραξη της κοίτης του Ταυρωπού, παραπόταμου του Αχελώου.

Το υπέδαφος της περιφέρειας Θεσσαλίας διαθέτει ορυκτό πλούτο, κυρίως χρωμίτη, θειούχα μεταλλεύματα, αμίαντο, ιλμενίτη και κοιτάσματα λιγνίτη.

Διοικητική πρωτεύουσα της Θεσσαλίας είναι η πόλη της Λάρισας.

Η Θεσσαλία έχει στην έκταση της 15 νησιά. Τα νησιά αυτά είναι τα εξής: Σκιάθος, Σκόπελος, Αλόννησος, Κυρά Παναγιά, Περιστέρα, Γιούρα, Σκάντζουρα, Πιπέρι, Τσουγκριά, Αδέλφι, Πράσσο, Ψαθούρα, Λεχούσα, Παλαιό Τρίκερι. Τα νησιά αυτά είναι νησιά των Βορείων Σποράδων, εκτός από το Παλαιό Τρίκερι, και ανήκουν όλα στο νομό Μαγνησίας.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Θεσσαλοί

Αρχαία Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προϊστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο έπος του Ομήρου Οδύσσεια ο ήρωας Οδυσσέας έκανε επίσκεψη στο Βασίλειο του Αιόλου που ταυτίζεται με τη Θεσσαλία. Επίσης στον Όμηρο, στον κατάλογο των πλοίων της Ιλιάδας, αναφέρεται η συνδρομή της πόλης Τρίκκη (σημερινά Τρίκαλα) με δέκα πλοία και τους γιούς του Ασκληπιού. Ο ίδιος ο Ασκληπιός, σύμφωνα με τον μύθο καταγόταν από την Τρίκκη, όπου και λειτούργησε στην αρχαιότητα ένα από τα μεγαλύτερα Ασκληπιεία. Ο Θεσσαλικός Κάμπος βρίσκεται ανάμεσα στα βουνά Οίτη και Όλυμπο, στην περιοχή έγινε η Τιτανομαχία ανάμεσα στους Τιτάνες και τους Δώδεκα θεούς του Ολύμπου. Ο Ιάσονας και οι Αργοναύτες εξέπλευσαν σύμφωνα με τον θρύλο από την πεδιάδα της Μαγνησίας για να αναζητήσουν το Χρυσόμαλλο δέρας. Η Θεσσαλία ήταν πυκνοκατοικημένη τη Νεολιθική και τη Χαλκολιθική εποχή (6.000 - 2.500 π.χ.) ενώ ήταν αναπτυγμένη έντονα η Καρυδική κεραμική. Τη Μυκηναϊκή εποχή βρέθηκαν ισχυροί οικισμοί όπως : η Ιωλκός, το Διμήνι και το Σέσκλο κοντά στον Βόλο.

Οι Αλευάδες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νόμισμα του 4ου αιώνα π.χ. με απεικόνιση του Αλεύα του Πυρρού.

Στην Αρχαϊκή εποχή και στην Κλασική αρχαιότητα η Θεσσαλινή πεδιάδα έγινε ο τόπος καταγωγής μεγάλων οικογενειών όπως οι Αλευάδαι στη Λάρισα, οι Αντιοχίδες ή Εχεκρατίδες στα Φάρσαλα με γενάρχη τον ταγό Αντίοχο Εχεκρατίδα, και οι Σκοπάδες που ήταν κλάδος των Αλευάδων στην Κραννώνα, με πρώτο άρχοντα τον Σκόπα του Κρέοντα. Ο πρώτος σπουδαίος Θεσσαλός που ένωσε όλες τις φυλές σε ένα βασίλειο ήταν ο Αλεύας ο Πυρρός (7ος αι. π.Χ.), δημιούργησε τη «Θεσσαλική τετραρχία» που συνδέθηκε με «κλήρους γης», κάθε κλήρος απασχολούσε 40 ιππείς και 80 πεζούς[1]. Το αξίωμα «Ταγός» σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη ήταν το ανώτερο στη Θεσσαλική αριστοκρατία και ισοδυναμούσε με αυτό του βασιλιά αλλά οι πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι στην κορυφή βρισκόταν ο «Τετράρχης»[2].

Αρχαιότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αχαιμενιδική Αυτοκρατορία έκανε το καλοκαίρι του 480 π.Χ. τη Δεύτερη περσική εισβολή στην Ελλάδα και επιτέθηκε στη Θεσσαλία. Ο ελληνικός στρατός που βρισκόταν στην Κοιλάδα των Τεμπών δραπέτευσε και ολόκληρη η πεδιάδα υποτάχθηκε εύκολα στους Πέρσες[3]. Η μεγάλη Θεσσαλική οικογένεια των Αλευάδων έγιναν υποτελείς των Περσών. Όταν τελείωσαν οι Περσικοί Πόλεμοι τον 4ο αιώνα π.χ. ο Ιάσων ο Φεραίος έκανε τη Θεσσαλία μεγάλη στρατιωτική δύναμη. Όταν ξέσπασε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος οι Θεσσαλοί υποστήριξαν την Αθήνα, σπάνια επέτρεπαν στους Σπαρτιάτες να περάσουν από τα εδάφη τους, μοναδική εξαίρεση ο στρατηγός Βρασίδας. Ο Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας διορίστηκε «Άρχοντας της Θεσσαλίας», τους επόμενους αιώνες η περιοχή συσχετίστηκε με το Μακεδονικό Βασίλειο. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατέλαβε στη συνέχεια τη Θεσσαλία που έγινε τμήμα της ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας, χωρίστηκε σε δυο επαρχίες: τη «Θεσσαλία Πρίμα» και τη «Θεσσαλία Σεκούντα».

Μεσαίωνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εγκατάσταση Σλάβων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Θεσσαλία κατά την αρχαιότητα

Η Θεσσαλία μετά την κατάρρευση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έγινε τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και δέχτηκε πολλές επιθέσεις από Σλαβικές φυλές όπως οι Βελεγεζίται τον 7ο αιώνα[4]. Οι Άβαροι έφτασαν στην Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του 550, οι Σλάβοι μπήκαν στην υπηρεσία τους[5]. Οι ενωμένες δυνάμεις των Άβαρων και των Σλάβων έκαναν σκληρές επιθέσεις στα όρια του Βυζαντίου με σημαντικότερη την Πολιορκία της Θεσσαλονίκης (617), στη συνέχεια όταν ο αυτοκράτορας Ηράκλειος πολεμούσε με τους Πέρσες πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη. Οι Σλάβοι είχαν καταλάβει τον 8ο αιώνα ολόκληρα τα Βαλκάνια από την Αυστρία μέχρι την Πελοπόννησο και από την Αδριατική μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα με εξαίρεση τα παράλια και απομονωμένες ορεινές περιοχές[6].

Οι σχέσεις ανάμεσα στους Σλάβους και τους Έλληνες μετά την επεισοδιακή τους εγκατάσταση τον 7ο αιώνα σταδιακά βελτιώθηκαν[7]. Οι Σλάβοι ασχολήθηκαν με τη γεωργία και ξεκίνησαν το εμπόριο στις Ελληνικές πόλεις[5][8]. Ο Εξελληνισμός τους μέσα στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία έγινε σταδιακά τους επόμενους αιώνες. Όταν ξέσπασαν οι Αραβοβυζαντινοί Πόλεμοι οι Βυζαντινοί αποφάσισαν να υποτάξουν τους Σλάβους που είχαν εγκατασταθεί στην Ελληνική χερσόνησο από τον 7ο αιώνα, ο ευνούχος Σταυράκιος υπέταξε σε εκστρατεία ολόκληρη τη Θεσσαλία (782 - 783) με πολλούς Σλάβους αιχμαλώτους[9]. Ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Α´ προσπάθησε να τους εξελληνίσει πλήρως με τη μεταφορά πληθυσμών[10]. Πολλοί Σλάβοι μετακινήθηκαν στην Ανατολή και μπήκαν στη στρατιωτική υπηρεσία των Βυζαντινών[11]. Οι αυτοκράτορες κάλυψαν το πληθυσμιακό κενό που δημιουργήθηκε μεταφέροντας στην Ηπειρωτική Ελλάδα πολλούς Έλληνες από τη Μικρά Ασία και τη Σικελία[12].

Το Δεσποτάτο της Ηπείρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία τον 10ο αιώνα.

Η Θεσσαλία δέχτηκε σκληρές επιθέσεις από την Πρώτη Βουλγαρική Αυτοκρατορία. Η μεγάλη δυσαρέσκεια του Ελληνικού και του Βουλγαρικού πληθυσμού της περιοχής από την υψηλή φορολογία οδήγησε σε εξέγερση με τον τοπικό ηγεμόνα Νικουλιτζά Δελφινά, ξεκίνησε από τη Λάρισα, επεκτάθηκε στα Τρίκαλα και έφτασε μέχρι τα βόρεια Βυζαντινά σύνορα[13]. Ο επαναστάτης γαμπρός του Αλεξίου Γ΄ Άγγελου Μανουήλ Καμύτζης δημιούργησε με την υποστήριξη του Δοβρομηρός Χρύσος που είχε ιδρύσει αυτόνομη ηγεμονία στη Μακεδονία του Βαρδάρη ένα μικρό πριγκιπάτο στα βόρεια της Θεσσαλίας (1199 - 1201), το διέλυσε γρήγορα ο αυτοκράτορας[14].

Όταν οι Φράγκοι που συμμετείχαν στην Δ΄ Σταυροφορία κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη και δημιούργησαν τη Λατινική Αυτοκρατορία (1204) η Θεσσαλία πέρασε στον Βονιφάτιο τον Μομφερρατικό.[15]. Ο ιδρυτής του Δεσποτάτου της Ηπείρου Μιχαήλ Α΄ Κομνηνός Δούκας επιτέθηκε στη Θεσσαλία, έκαμψε την αντίσταση των Λομβαρδών βαρόνων και την κατέλαβε. Η Λάρισα και το μεγαλύτερο τμήμα της κεντρικής Θεσσαλίας ήρθαν σε Ηπειρώτικη κυριαρχία και διαχωρίστηκε από το Σταυροφορικό Βασίλειο της Θεσσαλονίκης[16]. Το έργο του Μιχαήλ Α΄ ολοκλήρωσε ο ετεροθαλής αδελφός και διάδοχος του Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας που κατέκτησε ολόκληρη την υπόλοιπη Θεσσαλία (1220), μονάχα ο Αλμυρός παρέμεινε στους Λατίνους μέχρι το 1246[17].

Εγκατάσταση Βλάχων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Βλάχοι ένας Λατινογενής πληθυσμός αναφέρονται για πρώτη φορά τον 11ο αιώνα στο Στρατηγικόν του Κεκαυμένου και στην Αλεξιάδα που έγραψε η Άννα Κομνηνή[18]. Τον 12ο αιώνα ο Ιουδαίος ταξιδιώτης Βενιαμίν του Τουντέλα καταγράφει τη Βλαχία γύρω από τον Αλμυρό ενώ ο ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης τοποθετεί τη Μεγάλη Βλαχία γύρω από τα Μετέωρα.Τον 13ο αιώνα ο ιστορικός Γεώργιος Παχυμέρης παρουσιάζει τη Βλαχία σαν μια διακριτή εθνότητα (1276) με κυβερνήτη τον Ραούλ Κομνηνό με τον τίτλο της (Κεφαλής)[19]. Η Θεσσαλική Βλαχία είναι γνωστή επίσης σαν «Ελληνική Βλαχία».

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία (1278).

Το Δουκάτο των Νέων Πατρών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Θεσσαλία παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη μέχρι τη χρονιά που ο εκθρονισθείς Μανουήλ Κομνηνός Δούκας την κατέκτησε από τον ανιψιό του Ιωάννη (1239) δημιουργώντας ανεξάρτητες οικογενειακές εκτάσεις[20].

Με τον θάνατο του Μανουήλ (1241) ο νόθος ανιψιός του Δεσπότης της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ Κομνηνός Δούκας κατέλαβε αμέσως την περιοχή χωρίς αντίσταση πριν τους θείους του[21]. Με τη Μάχη της Πελαγονίας (1259) η Αυτοκρατορία της Νίκαιας κατέλαβε τη Θεσσαλία, αλλά σε μια Ηπειρώτικη αντεπίθεση την επόμενη χρονιά ο Μιχαήλ Β΄ νίκησε τον στρατηγό Αλέξιο Στρατηγόπουλο και την ανέκτησε (1260), μόνο ο Βόλος έμεινε στους Νικαιώτες[22]. Με τον θάνατο του Μιχαήλ Β΄ το Δεσποτάτο του μοιράστηκε στους γιους του (1268) : Ο νόμιμος γιος του Νικηφόρος Α΄ Κομνηνός Δούκας πήρε το Δεσποτάτο της Ηπείρου και ο νόθος Ιωάννης Α΄ Δούκας παντρεύτηκε μια Βλάχα πριγκίπισσα και πήρε τη Θεσσαλία[23][24][25] με έδρα την πόλη των Νέων Πατρών (σημ. Υπάτη Φθιώτιδας).

Περί το 1272 ο Ιωάννης Δούκας απέκτησε τον τίτλο του σεβαστοκράτορα, ως υποτελής του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου στα πλαίσια μιας πρόσκαιρης συμμαχίας. Εντούτοις διαφύλαξε την ανεξαρτησία της Θεσσαλίας και αντιτάχθηκε σφοδρά στις ηγεμονικές διαθέσεις της ανασυσταθείσας Βυζαντινής Αυτοκρατορίας των Παλαιολόγων. Το 1273 ή 1274/5 ο Μιχαήλ Η΄ εισέβαλε στη Θεσσαλία και πολιόρκησε το κάστρο των Νέων Πατρών. Κατά τη μάχη που ακολούθησε, ο Ιωάννης Δούκας με τη βοήθεια του Φράγκου Δούκα των Αθηνών απέκρουσαν και έδιωξαν από την Υπάτη τα Βυζαντινά στρατεύματα, τα οποία όμως κατά την υποχώρησή τους βοήθησαν στη νίκη των Βυζαντινών κατά των ενωμένων Λατινικών στόλων στη Ναυμαχία της Δημητριάδος που ήταν σε εξέλιξη στην περιοχή του σημερινού Βόλου.

Η Θεσσαλία είχε την ίδια μορφή διακυβέρνησης με το Δεσποτάτο της Ηπείρου, μετά την ανακατάληψη της Θεσσαλονίκης από τον Μιχαήλ Η΄ οι ελπίδες του Οίκου των Αγγέλων είχαν ναυαγήσει και συμμάχησαν με τα Λατινικά κράτη του νότου. Την περίοδο 1271 - 1318 η Θεσσαλία αποτελούσε ανεξάρτητο Δεσποτάτο που έφτανε μέχρι την Αιτωλοακαρνανία. Οι Αλμογάβαροι ή Καταλανική Εταιρεία εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλία (1309) μετά από την αποτυχημένη πολιορκία της Θεσσαλονίκης και μπήκαν μισθοφόροι στην υπηρεσία του σεβαστοκράτορα Ιωάννη Β΄ Δούκα. Οι Αλμογάβαροι κατέβηκαν στη συνέχεια στο Δουκάτο των Αθηνών και μπήκαν στην υπηρεσία του Γκωτιέ Ε΄ του Μπριέν. Οι δύο πλευρές ήρθαν σε ρήξη και συγκρούστηκαν στη μάχη του Αλμυρού (1311), όπου οι Φράγκοι γνώρισαν συντριπτική ήττα, με αποτέλεσμα την κατάληψη του Δουκάτου των Αθηνών από τους Καταλανούς και τη δημιουργία του Δουκάτου Νέων Πατρών. Όταν ο Οίκος των Αγγέλων ξεκληρίστηκε, οι Αλμογάβαροι κατέλαβαν το κάστρο του Σιδηροκάστρου και ολόκληρη τη νότια Θεσσαλία (1319).

Σύγχρονα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τουρκοκρατία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Θεσσαλία στην αρχαιότητα.

Η Θεσσαλία δέχτηκε επίθεση από τους Σέρβους με τον Στέφανο Πρελζούμπ, μετά τον θάνατο του η περιοχή κατακτήθηκε από τον Νικηφόρο Β΄ Ορσίνι, τον διαδέχθηκε τρία χρόνια αργότερα (1359) ο Συμεών Ούρεσης Παλαιολόγος. Ο Συμεών Ούρεσης πέθανε (1370) και τον διαδέχθηκε ο γιος του Τζον Ούρος, κυβέρνησε μέχρι την εποχή που αποσύρθηκε σε μοναστήρι (1373). Την κυβέρνηση της Θεσσαλίας ανέλαβαν στη συνέχεια ο Αλέξιος Άγγελος Φιλανθρωπηνός και ο Μανουήλ Άγγελος Φιλανθρωπηνός που αναγνώρισαν τη Βυζαντινή κυριαρχία μέχρι την κατάκτηση της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Οθωμανική κυριαρχία αμφισβητήθηκε τα πρώτα χρόνια μέχρι τη δεκαετία του 1420 που διορίστηκε κυβερνήτης ο Τουραχάν μπέης, μετέφερε Τούρκους που ίδρυσαν τον Τύρναβο. Η Θεσσαλία ανήκε στο Σαντζάκι των Τρικάλων, διοικητική διαίρεση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ξέσπασαν πολλές επαναστάσεις στην περιοχή όπως το 1600 αλλά ήταν όλες σύντομες και αποτυχημένες.

Ένωση με την Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ρήγας Φεραίος, μια σημαντική προσωπικότητα στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 γεννήθηκε στο Βελεστίνο κοντά στις αρχαίες Φερές.[26] Πολλές περιοχές της Θεσσαλίας ιδιαίτερα ο Βόλος συμμετείχαν στην Ελληνική επανάσταση του 1821 αλλά όλες οι Τούρκοι μπόρεσαν να τις καταστείλουν. Η Θεσσαλία ενώθηκε με την υπόλοιπη Ελλάδα με τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης (1881), μονάχα η Ελασσόνα παρέμεινε Οθωμανική μέχρι το 1912. Οι Οθωμανοί την ανακατέλαβαν σύντομα όταν ξέσπασε ο Ελληνοτουρκικός Πόλεμος (1897) και με τη νέα Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης (1897) η Ελλάδα αναγκάστηκε να δώσει μερικές περιοχές και να πληρώσει βαριές αποζημιώσεις. Τα τμήματα της Θεσσαλίας που κράτησαν οι Οθωμανοί κέρδισαν ξανά οι Έλληνες όταν ξέσπασε ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος (1912). Όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος κατέλαβε τη Θεσσαλία τον Απρίλιο του 1941 το Βασίλειο της Ιταλίας και την κράτησε μέχρι τις 3 Σεπτεμβρίου του 1943, στη συνέχεια την κατέλαβαν οι Γερμανοί και την κράτησαν μέχρι τον Οκτώβριο του 1944.

Live Cameras[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

https://www.meteolive.gr/p/thessaly.html

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Χανς Μπέκ, «Θεσσαλία»
  2. Χανς Μπέκ, «Θεσσαλία»
  3. Rhodes, P.J. (September 30, 2014). A Short History of Ancient Greece. I.B. Tauris. σ. 59.
  4. de Laet, Sigfried J.; Herrmann, Joachim (January 1, 1996). "The Invasion of Slaves and Avars (c. 568 to 626)". In Tapkova-Zaimova, Vasilka. History of Humanity: From the seventh century B.C. to the seventh century A.D. UNESCO. σ. 252.
  5. 5,0 5,1 Fine 1991, σελ. 30.
  6. Fine 1991, σελ. 36.
  7. Fine 1991, σελ. 63.
  8. Fine 1991, σελ. 61.
  9. Fine 1991, σελ. 79.
  10. Fine 1991, σελ. 81.
  11. Fine 1991, σελ. 66.
  12. Fine 1991, σελ. 82.
  13. Fine 1991, σελ. 216.
  14. Fine 1991, σελ. 32.
  15. Fine 1991, σελίδες 63-64.
  16. Fine 1991, σελ. 68.
  17. Fine 1991, σελ. 114.
  18. ODB, σελίδες 2183, 2184.
  19. ODB, σελ. 2183.
  20. Fine 1994, σελ. 133.
  21. Fine 1994, σελίδες 133-134.
  22. Fine 1994, σελ. 164.
  23. Savvides 1998, σ. 410.
  24. Ντόναλντ Νίκολ (1984), Το Δεσποτάτο της Ηπείρου (1267 - 1479), Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ σσ. 9-10
  25. Fine 1994, σελίδες 162, 169.
  26. Daskalov, Roumen Dontchev; Marinov, Tchavdar (June 13, 2013). Entangled Histories of the Balkans: National Ideologies and Language Policies. 1. Brill Publishers. σ. 159.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]