Επικύρωση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η επικύρωση είναι η διαδικασία η οποία δίνει νομική ισχύ σε ένα έγγραφο (π.χ. συμφωνία) με την έγκριση του αρμοδίου οργάνου του καθενός από των υπογράφοντων μερών. Πριν από την επικύρωση, ένα έγγραφο κατά κανόνα δεν έχει νομική ισχύ και ένα υπογράφων μέρος δεν έχει την υποχρέωση να τηρήσει τα συμφωνηθέντα του εγγράφου.

Η επικύρωση επισημοποιείται με ειδικό έγγραφο, το μέσο επικύρωσης. Τα συμβαλλόμενα μέρη είτε ανταλλάσσουν έγγραφα επικύρωσης είτε, αν ο αριθμός των συμβαλλομένων μερών είναι μεγάλος, διαβιβάζουν τη συνθήκη σε θεματοφύλακα, ο οποίος μπορεί είτε να είναι συμβαλλόμενο μέρος ή τρίτο μέρος.

Στις περισσότερες των περιπτώσεων, η επικύρωση χρησιμοποιείται για να δώσει νομική ισχύ στις διεθνείς συνθήκες, καθώς και στα συντάγματα των ομοσπονδιών και των συνομοσπονδιών ή στις τροποποιήσεις τους. Στην τελευταία περίπτωση, η επικύρωση γίνεται ξεχωριστά από κάθε μέλος της ομοσπονδίας ή της συνομοσπονδίας.

Όσον αφορά τις διεθνείς συνθήκες, η επικύρωση είναι τρόπος που εκφράζει τη συναίνεση του κράτους να δεσμευθεί από τη συνθήκη, μαζί με την υπογραφή, την έγκριση και την αποδοχή της συνθήκης.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • E. Meier. Über den Abschluss von Staatsvertragen. — Λειψία, 1874.
  • Seligmann. Abschluss und Wirksamkeit der Staatsvertrage. — Φράιμπουργκ, 1890.
  • Wegmann. Die Ratification der Staatsvertrage. — Βερολίνο, 1892.
  • Prestele. Die Lehre vom Abschluss volkerrechtlicher Vertrage. — Μόναχο, 1892.